MIKE BLOOMFIELD: " ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΑΠΛΟΣ ΚΙΘΑΡΙΣΤΑΣ ΑΛΛΑ ΕΝΑ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ ΤΑΛΕΝΤΟ"


 Ο Αμερικάνος λευκός κιθαρίστας Michael Bloomfield (1943–1981) υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα κιθαριστικά ταλέντα του blues, που με το παίξιμό του έμεινε στην ιστορία.

Γεννήθηκε το 1914 στο Chicago και μαζί με τον αδελφό του ανέλαβε την οικογενειακή επιχείρηση, μετά το θάνατο του πατέρα τους. Όμως ο Mike έχοντας μάθει κιθάρα κατάλαβε ότι εκεί έπρεπε να στρέψει τις δυνάμεις του και αποχώρησε από τις επιχειρήσεις, προσχωρώντας στους Hurricanes, αναπτύσσοντας και εξελίσσοντας το παίξιμό του (σπούδασε στο Central YMCA High School). Το 1957 παρακολούθησε μια συναυλία του Josh White και άρχισε να ασχολείται ακόμα περισσότερο με το blues, παίζοντας με ονόματα όπως Sleepy John Estes, Luther «Guitar Junior» Johnson, Howlin’ Wolf και Muddy Waters, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι το Chicago ήταν μήτρα blues ερμηνευτών. Εκείνο που δεν είχε καταλάβει ήταν ότι και ο ίδιος ήταν δημιούργημα αυτής της μήτρας! Όπως πολύ σωστά είπε ο Al Kooper το 2001 ο Bloomfield δεν ήταν απλά ένας καλός κιθαρίστας αλλά ένα ξεχωριστό ταλέντο.


Αρχές της δεκαετίας του 60, συναντάει άλλα δύο μεγάλα ταλέντα, τους φυσαρμονίστα/τραγουδιστή Paul Butterfield και τον κιθαρίστα  Elvin Bishop, με τους οποίους αργότερα έπαιξε στους Paul Butterfield Blues Band για να συναντήσει τον κυνηγό ταλέντων(σ.σ. έτσι τους έλεγαν τότε, μετά A&R manager)John Hammond που τον υπέγραψε στην Epic Records, με τις ηχογραφήσεις του να μένουν ανέκδοτες μέχρι το θάνατό του. Το 1965 βλέπει το ταλέντο του να διοχετεύεται δισκογραφικά, αφού σαν μέλος τωνThe Paul Butterfield Blues Band, κυκλοφορεί το πρώτο ομότιτλο άλμπουμ τους που είναι ένα από τα καλύτερα στην ιστορία του blues, το Paul Butterfield Blues Band (No123 USA). Την ίδια χρονιά παίζει στο άλμπουμ So Many Roads  του John P. Hammond για να τον βρούμε και στο άλμπουμ του Bob Dylan Bob Dylan, όπου τον κάλεσε να παίξει το σόλο στο ιστορικό τραγούδι Like a Rolling Stone αλλά και σε όλα τα τραγούδια του άλμπουμ Highway 61 Revisited.  Τη σπουδαία αυτή συμμετοχή του τη σφράγισε με τη εμφάνισή του στη σκηνή του Newport Folk Festival, δίπλα στον Dylan, μαζί με τους Al Kooper και Barry Goldberg. Ήταν η πρώτη live εμφάνιση του Dylan με ηλεκτρικά όργανα! Ο Dylan του ζήτησε να τον ακολουθήσει στην περιοδεία αλλά ο Bloomfield αρνήθηκε για να συνεχίσει με τους Butterfield Band όπου το 1966 κυκλοφόρησαν ένα άλλο σπουδαίο blues άλμπουμ, το East-West. Το 1968 συμμετείχε στην ηχογράφηση του Super Session μαζί με τους Al Kooper και Stephen Stills, των Crosby Stills, Nash and Young. Το Super Session είναι, αν όχι το καλύτερο blues άλμπουμ, ένα από τα καλύτερα στην Blues δισκογραφία.




Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί και το Live Adventures of Mike Bloomfield and Al Kooper (1968) το οποίο αν και είχε πολλές δυσκολίες στην ηχογράφησή του, είναι μια σημαντική live καταγραφή των δύο μουσικών καθώς είναι σημαντικό, αν και ακατέργαστο, ντοκουμέντο μιας ζωντανής blues-rock συναυλίας εκείνης της εποχής (σ.σ.57 χρόνια πίσω στο παρελθόν!). Προσέξτε τη συμμετοχή ενός– τότε- άγνωστου κιθαρίστα, στο «Sonny Boy Williamson». Το όνομά του Carlos Santana!  Παρ όλη τη σημαντική προσωπική δισκογραφία του, εξακολούθησε να ηχογραφεί σαν session κιθαρίστας σε ονόματα όπως Peter, Paul and Mary (στο τραγούδι The King of Names), στους Chicago Loop, Chuck Berry, Mitch Ryder και James Cotton, ενώ απέκτησε τους προσωπικούς του fans, ειδικά στην περιοχή του San Francisco. Πριν τις 2 σημαντικές ηχογραφήσεις που διαβάσατε πιο πάνω, σχημάτισε το 1967 τους Electric Flag, με τη συμμετοχή των Barry Goldberg και Nick Gravenites. Ο Bloomfield συμμετείχε στις ηχογραφήσεις των πρώτων 2 άλμπουμ τους, του soundtrack The Trip (1967) και του A Long Time Comin’(1968). O Bloomfield συνεργάστηκε και με τον Al Kooper (είχαν γνωριστεί όταν έπαιξαν στο Like a Rolling Stone του Dylan κι αργότερα, όταν ο Kooper έγινε A&R στην Columbia Records και έπαιξαν στο άλμπουμ των Moby Grape, Grape Jam(1968). Αυτές οι 2 συνεργασίες, γέννησαν την ιδέα στον Al Kooper να του προτείνει να παίξουν μαζί στο ιστορικό και απαράμιλλο Super Session, για να ακολουθήσει το The Live Adventures of Mike Bloomfield and Al Kooper που ηχογραφήθηκε στο Fillmore West το Σεπτέμβριο του 1968.

Παράλληλα, συνέχισε τις session ηχογραφήσεις παίζοντας με τους Mother Earth, Wayne Talbert, Mark Naftalin, Janis Joplin (στο άλμπουμ I Got Dem Ol’ Kozmic Blues, Again Mama!), ενώ το 1969 κυκλοφόρησε το πρώτου του προσωπικό άλμπουμ με τίτλο (It’s Not Killing Me, Νο 127 Αμερική). Την ίδια χρονιά επανασυνδέθηκε με τον Paul Butterfield και ηχογράφησαν το άλμπουμ Fathers and Sons, με τη συμμετοχή των Muddy Waters και Otis Spann. Ακόμα συνέθεσε κι έπαιξε τη μουσική για την ταινία Medium Cool και μαζί με τον Nick Gravenites, έκανε παραγωγή στο άλμπουμ του Otis Rush, Mourning in the Morning(1969). Η τριετία 1966-1969 ήταν εξαιρετικά αποδοτική και δημιουργική για τον σπουδαίο κιθαρίστα για να φθάσει το 1970 και να πέσει στην ηρωϊνη. Παρ όλα αυτά, κατάφερε το 1973 να ηχογραφήσει το δεύτερο άλμπουμ του Try It Before You Buy It, το οποίο η Columbia απέρριψε και τελικά κυκλοφόρησε το 1990. Το 1973 ηχογράφησε μαζί με τους Dr. John και John Hammond Jr., Triumvirate κάνοντας μια μάλλον αποτυχημένη προσπάθεια να αναβιώσει στιγμές Super Session. Το 1974 επανασυνδέθηκε με τους Electric Flag και ηχογράφησαν το The Band Kept Playing, ενώ το 1975 σχημάτισε τους KGB ηχογραφώντας το πρώτο ομώνυμο άλμπουμ KGB (1975) αλλά αποχώρησε λίγο μετά την κυκλοφορία του, Συμμετείχε ακόμα στις ηχογραφήσεις του soundtrack Caged Heat μαζί με τον John Cale και το 1976 πήρε μέρος στις ηχογραφήσεις του άλμπουμ If You Love These Blues, Play ‘Em as You Please,  το οποίο χρηματοδοτήθηκε από το περιοδικό Guitar Player. Το 1977 έγραψε τη μουσική για την ταινία Andy Warhol’s Bad ενώ όλα τα επόμενα χρόνια έπαιζε σε clubs της περιοχής του San Francisco, με τελευταία εμφάνισή του 48 ώρες πριν πεθάνει στο Mission Ranch της Καλιφόρνια. Μέρος αυτών των ηχογραφήσεων παρουσιάστηκε στο 2πλό cd Live at the Waldorf. Όπως διαβάσατε στην αρχή, καταγόταν από ευκατάστατη οικογένεια και λάμβανε ετήσιο εισόδημα 50.000 δολάρια από ένα καταπίστευμα που δημιούργησε ο παππούς του.


Έφυγε από τη ζωή στις 15 Φεβρουαρίου 1981 στο San Francisco. Τον βρήκαν καθισμένο στο αυτοκίνητό του με τις πόρτες κλειδωμένες. Η αστυνομία βρήκε δίπλα του ένα άδειο Valium αλλά δεν υπήρχαν ίχνη αυτοκτονίας. Ο ιατροδικαστής αιτιολόγησε το θάνατό του σαν υπερβολική δόση ναρκωτικών, που προήλθε από δηλητηρίαση κοκαϊνης και μεθαμφεταμίνης. Τελευταίο του άλμπουμ ήταν το Cruisin’ for a Bruisin’ που κυκλοφόρησε την ημέρα που ανακοινώθηκε ο θάνατός του. Όπως είδα την πιο φωτογραφία, το ελληνικό περιοδικό Μουσικό Εξπρές, τίμησε τη μνήμη του, αφιερώνοντας του το μισό εξώφυλλο του τεύχος του Φεβ 1981. Ίσως και να ήταν το μοναδικό περιοδικό στον κόσμο!

O Mike Bloomfield επηρεάστηκε από τους παλιούς rock’n’rollers αλλά και blues κιθαρίστες όπως Scotty Moore, Chuck Berry, Little Richard, B.B. King, Otis Rush, Albert King, Freddie King κ.α και με τη σειρά του ενέπνευσε τις νέες γενιές με πρώτο τον Gerry Garcia

H Gibson κυκλοφόρησε το μοντέλο Michael Bloomfield Les Paul, μια ρέπλικα μοντέλου του 1959, σε αναγνώριση του ρόλου του στη διάδοση του ηλεκτρικού blues.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ


PAUL BUTTERFIELD BLUES BAND

The Paul Butterfield Blues Band (1965)

East-West (1966) 

ELECTRIC FLAG

A Long Time Comin’ (1968)

ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ

It’s Not Killing Me (1969)

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ

Highway 61 Revisited – Bob Dylan (1965)

Super Session, Bloomfield, Kooper and Stills (1968). 

The Live Adventures of Mike Bloomfield and Al Kooper (1968)

Fathers and Sons – Muddy Waters(1969)

I Got Dem Ol’ Kozmic Blues Again Mama! Janis Joplin (1969)

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ

13/1/25




Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment

Δημοσίευση σχολίου