To όνομα των Romeo Void είναι μάλλον άγνωστο στο πλατύ κοινό, αφού το αμερικάνικο new wave/post punk από το San Francisco, παίχτηκε ελάχιστα από το ελληνικό ραδιόφωνο.
Το συγκρότημα σχηματίστηκε το 1979 από τους Frank Zincavage μπάσο και Debora Iyall τραγούδι που ήταν η βάση τους. Δίπλα τους προστέθηκαν οι Peter Woods κιθάρα, Benjamin Bossi σαξόφωνο, με τη θέση του ντράμερ να αλλάζει διαρκώς κάτοχο. Συνολικά άλλαξαν 4, με πρώτο τον Jay Derrah και τελευταίο τον Aaron Smith. Κυρίαρχη μορφή στο συγκρότημα η τραγουδίστρια Debora Iyall που επηρεάστηκε βλέποντας μια συναυλία της Patti Smith κι αποφάσισε να γίνει τραγουδίστρια. Έως εδώ τίποτε αξιοπερίεργο. Η επιλογή της να σπουδάσει Τέχνη, οδηγήθηκε από ένα fortune cookie, που είχε ανοίξει σε ένα εκθεσιακό περίπτερο της Ινδοκίνας στην Eureka της Καλιφόρνια! «Πήρα ένα fortune cookie που έγραφε: «Η τέχνη είναι η μοίρα σου, μην συζητάς». Τον επόμενο Ιανουάριο, γράφτηκε σε μια σχολή τέχνης στο Σαν Φρανσίσκο, παρακολουθώντας την εναλλακτική σκηνή της πόλης, σχηματίζοντας παράλληλα το δικό της συγκρότημα, τους οι Mummers and Poppers, έντονα επηρεασμένη από εκείνη τη συναυλία της Patti Smith.
Η τυχαία γνωριμία της με τον μπασίστα Frank Zincavage στο SF Art Institute, έβαλε τους σπόρους για τη γέννηση ενός συγκροτήματος που σαν μουσική θα είχε punk ρίζες. Με τους Mummers and Poppers, να μην έχουν πλέον μέλλον, στους Zincavage κα ιIyall προστίθεται ο κιθαρίστας Peter Woods, με τους Romeo Void να σχηματίζονται επίσημα την Ημέρα του Βαλεντίνου το 1979, με το όνομά τους να προέρχεται από την έλλειψη ρομαντισμού, ιδέα που προήλθε από τον τίτλο ενός άρθρου σε περιοδικό. Όπως έχει πει η Iyall, Romeo Void σημαίνει «δεν υπάρχουν ρομαντικές έννοιες».
Ξεκίνησαν πρόβες με πρόθεση να παίξουν Punk κι όχι new wave που τότε σάρωνε, κάνοντας εμφανίσεις σε μικρούς συναυλιακούς χώρους του San Francisco, αποκτώντας καλή φήμη. Κυκλοφόρησαν στην ανεξάρτητη εταιρεία 415 Records τον πρώτο μικρό δίσκο τους με το τραγούδι White Sweater και ξεκίνησαν να ετοιμάζουν τον πρώτο μεγάλο δίσκο τους που κυκλοφόρησε το 1981 με τίτλο It's a Condition, αποσπώντας πολύ καλά σχόλια και κάνοντας καλές πωλήσεις, αν και κυκλοφόρησε από ανεξάρτητη εταιρεία. Μια από τις κριτικές που έλαβε, τον χαρακτήρισε σαν ένα αριστούργημα του αμερικάνικου post-punk. Ξαφνικά από τα μικρά clubs, βρέθηκαν να παίζουν σε μεγαλύτερους χώρους με σχεδόν όλες τις συναυλίες τους να είναι sold out, με τους Ann Wilson και Ric Ocasek (Cars) να θέλουν να τους γνωρίσουν και με τον τελευταίο να ζητάει να δουλέψουν μαζί. Τον Οκτώβριο του 1981 κυκλοφόρησαν το EP Never Say Never(No 147 Αμερική) με το ομώνυμο τραγούδι να γίνεται signature song για το συγκρότημα. H επιτυχία του single (δεν μπήκε στο Top 100), οδήγησε άμεσα την 415 Records να υπογράψει συμφωνία με την Columbia Records, που το 1982 κυκλοφόρησε το δεύτερο δίσκο τους Benefactor, το οποίο κι αυτό σταμάτησε χαμηλά στο chart, στο Νο 119. Το Benefactor είχε εμφανώς πιο εμπορικό ήχο σε σχέση με το πρώτο άλμπουμ τους.
Το Instincts ήταν το τρίτο και τελευταίο άλμπουμ τους, που σημείωσε τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία τους, φθάνοντας έως το Νο 69 του αμερικάνικου chart μεγάλων δίσκων, αποσπώντας παράλληλα καλές κριτικές. Παρ΄όλα αυτά διαλύθηκαν και σύμφωνα με την Iyall, βασική αιτία της διάλυσής τους ήταν η αδράνεια της δισκογραφικής εταιρείας να μην κανονίσει συνεντεύξεις και όποια άλλη promo δραστηριότητα που θα βοηθούσε. Πάντα σύμφωνα με την Iyall, ο λόγος που η Columbia αδιαφόρησε και στην ουσία δεν ανανέωσε το συμβόλαιο της ήταν η εμφάνισή της (η Iyall είναι υπέρβαρη), θεωρώντας ότι με αυτήν την εικόνα δεν μπορεί να τους προωθήσει! Γενικά, από την αρχή της καριέρας τους, η Debora Iyall, της οποίας η καταγωγή είναι Ινδιάνα Cowlitz (σ.σ. αυτόχθονες που ζουν στη βορειοδυτική πλευρά της Αμερικής, κάτω από το Seattle), αναφερόταν στο θέμα του παρουσιαστικού της, προφανώς επηρεασμένη από το bulling. To 1986 κυκλοφόρησε το προσωπικό της άλμπουμ Strange Language και συνέχισε την καριέρα της σαν δασκάλα τέχνης. Το 1993 επανασυνδέθηκαν για ένα μικρό χρονικό διάστημα, με τον σαξοφωνίστα Bossi να αντιμετωπίζει πρόβλημα ακοής και να παρακολουθεί τη συναυλία από διαμορφωμένο χώρο. Έφυγε από τη ζωή το 2022 σε ηλικία 69 ετών εξ αιτίας επιπλοκών του Alzheimer.
Παρ όλο που οι στίχοι τους, γραμμένοι από την Iyall αναφερόντουσαν σε έντονα κοινωνικά και γυναικεία θέματα, δεν κατάφερε να δει το όνομά της δίπλα από τις άλλες μεγάλες γυναικείες φωνές (σ.σ. που ίσως να το άξιζε).Στην Ελλάδα κυκλοφόρησαν και τα 3 άλμπουμ τους με χαμηλές πωλήσεις (όλα κυκλοφόρησαν σε ελληνική εκτύπωση) και το Never Say Never παίχτηκε πολύ λίγο από τα ραδιόφωνα.
ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
Never Say Never EP (Οκτ 1981)
It's a Condition (1981)
Benefactor(1982)
Instincts (1984)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ
25/11/24
Δημοσίευση σχολίου