Σε μία από τις συζητήσεις που είχα με τον Αλέξανδρο Ριχάρδο, η κουβέντα μας έφθασε στις ένδοξες μέρες που το Metropolis δέσποζε στο κέντρο της Αθήνας και στις πολλές και οικονομικές αγορές που είχαμε κάνει από το συγκεκριμένο κατάστημα. Κάπου εκεί ο Αλέξανδρος μου ανέφερε και το όνομα του John Bon Jovi ή καλύτερα John Bongiovi όπως κανονικά είναι καθώς και το άλμπουμ The Power Station Sessions, μία συλλογή από ακυκλοφόρητα τραγούδια της περιόδου 1980 - 1983, πριν να αλλάξει τον τρόπο γραφής του ονόματός του και πριν γίνει ο πρωταγωνιστής σε ένα από τα μεγαλύτερα συγκροτήματα του κόσμου. Πριν λοιπόν οι μεγάλες επιτυχίες χτυπήσουν την πόρτα του John και του συγκροτήματός του, ο νεαρός John εργαζόταν ως παιδί για όλες τις δουλειές σε ένα στούντιο ηχογράφησης που ονομαζόταν Power Station και που βρισκόταν στο Hell’s Kitchen στη Νέα Υόρκη και ανήκε στον ξαδελφό του, Tony Bonjiovi. Ο μισθός του ήταν 50$ την εβδομάδα. «Για 2 χρόνια, σερβίριζα καφέδες, τσάι, μπύρες, καθάριζα όλους τους χώρους, πέταγα τα σκουπίδια κι αν χρειαζόταν, κοιμόμουν και στο πάτωμα». Μέσα του, δεν είχε εγκαταλείψει ποτέ την ιδέα να κάνει καριέρα κι όταν υπήρχαν κενές ώρες στο studio φρόντιζε να τις εκμεταλλεύεται και να ηχογραφεί τα δικά του demos. Ο κανόνας στον οποίο έπρεπε να υπακούει είναι ότι θα μπορούσε ο ίδιος να χρησιμοποιεί το στούντιο όταν δεν υπήρχε κάποιος άλλος. Σε ηλικία 13 ετών είχε αρχίσει να παίζει σε συναυλίες με το πρώτο του συγκρότημα που ονομαζόταν Raze και επίσης γνώριζε να παίζει κιθάρα και πιάνο. Η συνάντησή του με τον David Bryan έγινε τρία χρόνια αργότερα και μαζί έφτιαξαν τους Atlantic City Expressway. Η φυγή του Bryan για σπουδές στο Med School θα διαλύσει τους Atlantic City Expressway με τον John να σχηματίζει νέο, τους Jon Bongiovi and the Wild Ones. Εδώ έγινε και η πρώτη αλλαγή στο μικρό όνομα αφαιρώντας το γράμμα "h" το αποτέλεσμα όμως δεν άλλαξε καθώς και αυτό το συγκρότημα δεν πήγε πουθενά. Το 1980 έρχεται η σειρά των Rest και κάπως το πράγμα αρχίζει να ζεσταίνεται καθώς θα ανοίξουν την συναυλία για έναν ήρωα του Jon, τον Southside Johnny and the Asbury Dukes. Στο studio του ξαδέλφου του άρχισι να "μαστορεύει" ένα τραγούδι με τίτλο Runaway (ναι, αυτό το τραγούδι) που αργότερα θα γίνει το εισιτήριό του για πράγματα που μέχρι τότε φαντάζουν απίθανα. Στο διάστημα αυτό, ο Jon Bon Jovi θα ηχογραφήσει αρκετά τραγούδια που τώρα πλέον γνωρίζοντας όλοι μας την συνέχεια της ιστορίας και ακούγοντάς τα διακρίνουμε τις δυνατότητες που είχε αυτό το νεαρό παιδί το οποίο μέχρι τότε δεν είχε βρει πραγματικά καλά την φωνή ή το στυλ του. Ας τα δούμε όμως λίγο πιο αναλυτικά. Το άλμπουμ ξεκινά με κομματάρα! Who Said it Would Last Forever είναι ο τίτλος και πρόκειται για μια δυνατή ροκιά με πάθος στην ερμηνεία από τον Bongiovi και με μία συγκρατημένη ενέργεια που πασχίζει να βρει την κατάλληλη περίσταση για να εκραγεί.
Η αγάπη για τον Bruce Springsteen & τους E Street Band είναι ολοφάνερη στο Open Your Heart που ακολουθεί και συνοψίζεται στο εκπληκτικό σαξόφωνο που έχει το τραγούδι. Ο uptempo ρυθμός του τραγουδιού θα κοπάσει στην συνέχεια στο Stringin' a Line που κινείται σε πιο jazz μονοπάτια. Εδώ ο Jon ακούγεται σοβαρός και εκλεπτυσμένος δείχνοντάς μας μια διαφορετική πτυχή του καλλιτεχνικού του χαρακτήρα. Το επόμενο είναι το Don't Leave Me Tonight που αφήνει μία μικρή αίσθηση από Stones το οποίο θα δώσει την σειρά του στην μπαλάντα More Than We Bargained For, ένα τραγούδι με αυξανόμενο ρυθμό και με κάπως σκοτεινή ατμόσφαιρα. Το κεφάτο For You είναι ένα ποπ τραγούδι αρκετά αισιόδοξο και πιασάρικο που εκπροσωπεί το "άγουρο" που έχει ακόμα ο Jon σαν καλλιτέχνης. Το σόλο από το σαξόφωνο στο Hollywood Dreams από την άλλη πραγματικά με πεθαίνει! Από τα καλύτερα τραγούδια εκείνης της περιόδου και θεωρώ πως θα του άρμοζε μία θέση και στο ντεμπούτο άλμπουμ των Bon Jovi.Ακούστε εδώ το Open your heart
Το ίδιο άλμπουμ, με διαφορετικό εξώφυλλο |
Το All Talk, No Action φέρνει στο μυαλό κάτι που θα μπορούσε να έχει γράψει και τραγουδήσει ο Paul Stanley. Εντελώς eighties με όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που το κάνουν διασκεδαστικό και μεταδοτικό. Όμορφο και το Don't Keep Me Wondering ενώ στο Head Over Heals λαμβάνουμε ένα πολύ ωραίο groove από έναν νέο rocker που συνεχίζει το δρόμο που χάραξε το ίνδαλμά του, ο Bruce Springsteen. Το No One Does It Like You δεν συγκλονίζει και στο What You Want αν και δεν είναι κάτι υπέροχο, εντούτοις υπάρχει μια μεταδοτικότητα που του προσθέτει κάτι. Το Don't You Believe Him με το χαρακτηριστικό πιανάκι είναι σχεδόν λίγο rockabilly στο στυλ και τον τόνο του.
Στο Talkin' In Your Sleep έχουμε να κάνουμε με ένα εξαιρετικό mid tempo τραγούδι, πολύ όμορφα δομημένο και με άψογη απόδωση από τον Jon. Ακούστε το εδώ. Και αν μέχρι τώρα γνωρίζαμε το Jessie's Girl από τον Rick Springfield, ο Bongiovi μας τραγουδά για το Bobby's Girl στην συνέχεια. Ουσιαστικά το κορίτσι του Bobby ήταν η Dorthea Hurley την οποία όταν ο φίλος του Jon πήγε στο Ναυτικό, την διεκδίκησε ο ίδιος καταλήγοντας να την παντρευτεί και να είναι η μέχρι σήμερα γυναίκα του. Το κέφι συνεχίζει με το Gimme Some Lovin’ Charlene καθώς το κιθαριστικό Don’t Do That To Me Anymore έρχεται για να πάρει κεφάλια αφού εδώ διακρίνουμε τις ρίζες αυτού που πρόκειται να ακολουθήσει.
Μετά παίρνουμε το This Woman is Dangerous με περισσότερη κιθάρα και περισσότερο πιάνο. Το ρεφρέν είναι υπέροχο και η ενέργεια είναι φωτεινή παρά τους πιο σκοτεινούς στίχους. Αργό για την συνέχεια ακουστικό τραγούδι, το Maybe Tomorrow δεν είναι και ιδιαίτερα συγκινητικό από μεριάς ενδιαφέροντος αλλά είναι ένα δείγμα της εποχής και της φάσης που βρίσκεται ο Bongiovi. Το τελευταίο κομμάτι είναι ένα instrumental του Runaway, του τραγουδιού που χάραξε την μοίρα των Bon Jovi σαν συγκρότημα.
Υπάρχει κάτι ικανοποιητικό στο να ακούς έναν καλλιτέχνη πριν γίνει διάσημος για να πάρεις μια καλύτερη ιδέα για το ποιος είναι και από πού ήρθαν. Το The Power Station Sessions είναι μία καλή προσθήκη στην δισκοθήκη όχι μόνο των φανατικών οπαδών των Bon Jovi αλλά και των φίλων της rock μουσικής των αρχών του ογδόντα. Enjoy λοιπόν!
ΣΠΥΡΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
9/10/24
Δημοσίευση σχολίου