To The Dark Ride είναι το ένατο άλμπουμ των Helloween και το τέταρτο της περιόδου που ξεκίνησε το 1994, όταν ανέλαβε τα φωνητικά της μπάντας ο Andi Deris, πρώην τραγουδιστής των Pink Cream 69, μετά την αποχώρηση του εμβληματικού Michael Kiske. Με το πρώτο δίσκο της νέας φάσης τους, το αρκετά καλό Master of the Rings(1994), κατάφεραν να σταματήσουν την κάθετη πτώση τους, ενώ με τους επόμενους δύο – The time of the Oath (1996) και Better than Raw (1998), ξεπέρασαν την κρίση των περασμένων ετών, ανέκτησαν την αυτοπεποίθησή τους και επανήλθαν στο πάνθεο των ηγετικών σχημάτων του power metal. Επιστέγασμα αυτής της νέας τους πορείας ήταν το The Dark Ride, ίσως το καλύτερο άλμπουμ της μέχρι τότε δισκογραφίας τους, με την εξαίρεση, φυσικά, των δυο μνημειωδών Keepers.
To The Dark Ride παρουσιάζει μια ηχητική διαφοροποίηση σε σχέση με τις προηγούμενες κυκλοφορίες της μπάντας και αυτή είναι το σκοτεινό και δυσοίωνο ύφος που έχουν τα περισσότερα τραγούδια. Ο ήχος είναι βαρύτερος, τα «χαρούμενα» κομμάτια λιγότερα και τα φωνητικά του Deris πιο τραχιά και επιθετικά. Γι’ αυτή τη μουσική προσέγγιση μάς προϊδεάζει άλλωστε τόσο ο τίτλος του δίσκου όσο και το εξώφυλλο του, όπου σε αποκλειστικά ασπρόμαυρους χρωματισμούς βλέπουμε την μασκότ της μπάντας, την κολοκύθα, ως μετεωρίτη που πλησιάζει απειλητικά τη γη.
Τα νέα αυτά μουσικά στοιχεία, σχεδόν σίγουρα οφείλονται και στους παραγωγούς του άλμπουμ και συγκεκριμένα στον Charlie Bauerfeind (γνωστό για τη δουλειά του σε πλειάδα power metal σχημάτων) και πολύ περισσότερο στον Roy Z o οποίος είναι και γνωστός συνθέτης. Μη ξεχνάμε, άλλωστε, ότι στη συμβολή του οφείλεται η εκτόξευση της προσωπικής καριέρας του Bruce Dickinson αλλά και η «ανάσταση» της καριέρας του Rob Halford με το άλμπουμ Resurrection που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με το The Dark Ride.
Πέρα από τη γενικότερη σκοτεινή αίσθηση και αισθητική, το άλμπουμ δεν είναι μονοδιάστατο αλλά έχει και κομμάτια του «κλασικού» Helloween στυλ, δηλαδή εύθυμα, χιουμοριστικά και αρκετά γρήγορα. Με αυτό το στυλ ξεκινάει και το άλμπουμ όπου μετά από μια εισαγωγή λίγων δευτερολέπτων (Beyond the Portal) μπαίνει το Mr Torture, πρώτο single του δίσκου, ένα τραγούδι που ενώ ξεκινάει αρκετά επιθετικά στο κουπλέ έχει ένα πολύ καλό και πιασάρικο ρεφρέν καθώς και στίχους αρκετά χιουμοριστικούς που αναφέρονται στην σεξουαλική πρακτική του BDSM (δεσίματα και σαδομαζοχιστικό σεξ).
Από κει και μετά, οι συνθέσεις εναλλάσσονται σε ύφος και θα μπορούσαμε να τις κατατάξουμε σε δυο ομάδες. Στην πρώτη έχουμε τα «σκοτεινά» κομμάτια και συγκεκριμένα τα μεσαίας ταχύτητας, με βαριά riffs και σχεδόν doom, Escalation 666 και Mirror mirror, τα εξίσου απαισιόδοξα αλλά λιγότερο ζοφερά, The Departed (Sun is going down) και I Live for your Pain και την πολύ καλή power μπαλάντα Immortal (Stars).
Στην δεύτερη ομάδα ανήκουν τα πιο άμεσα, βατά και «εμπορικά» τραγούδια αλλά και αυτά που ξεχωρίζουν από όλο το άλμπουμ – όπως το Mr Torture που προαναφέρθηκε. Ευρύτερα γνωστό ανάμεσά τους είναι το If I could Fly, με το χαρακτηριστικό πιάνο στην εισαγωγή του, ένα άψογο κομμάτι που έκτοτε έχει γίνει ένα από τα κλασικά τους. Προσωπικά βέβαια προτιμώ τα «διδυμάκια» All over the Nations και Salvation, δυο συνθέσεις του Weikath (γι’ αυτό και μοιάζουν τόσο) που κινούνται στο χαρακτηριστικό power metal ύφος, δυο κομματάρες με καταιγιστικό ρυθμό , κολλητικά ρεφρέν και απίστευτα σόλο, ιδιαίτερα μάλιστα το Salvation όπου γίνεται τρελό κιθαριστικό πανηγύρι. Στο ίδιο πνεύμα των δυο προηγούμενων ασμάτων, βρίσκεται και το We Damn the Night, γραμμένο από τον Deris, ένα επίσης γρήγορο κομμάτι με φοβερό ρεφρέν και σόλο όπου εναλλάσσονται πλήκτρα και κιθάρες. Και τα τρία αυτά κομμάτια είναι εξαιρετικά και αποτελούν τριπλέτα-θάνατο!
Η κανονική έκδοση του άλμπουμ κλείνει με το ομώνυμο τραγούδι, The Dark Ride, με διάρκεια κάτι παραπάνω από 8 λεπτά, που ξεκινάει με μια creepy εισαγωγή στην οποία ακούμε ήχους και μελωδίες από κάποιο λούνα-παρκ, όπου κάποιος καλεί για επιβίβαση μάλλον σε ένα «τρενάκι του τρόμου» (Dark Ride). Το κομμάτι αρχίζει σχετικά χαλαρά, τσιτώνει στο ρεφρέν, που είναι εξαιρετικό, χαλαρώνει λίγο στη μέση, για να επανέλθει η ένταση στο υπερηχητικό του σόλο όπου γίνεται άλλη μια «κιθαριστική σφαγή», με ιδανικό γέμισμα από τα πλήκτρα στο background.
Τέλος, υπάρχει και μια ειδική έκδοση του δίσκου στην οποία περιλαμβάνεται μια μικρότερη χρονικά εκδοχή (edit version) του If I could fly και δυο εντυπωσιακά κομμάτια, το Madness of the Crowd και το Deliver us from Temptation. To πρώτο είναι αρκετά ωμό και επιθετικό με στοιχεία thrash/groove metal, ενώ το δεύτερο είναι λες και βγήκε από το Painkiller των Priest, αφού μέχρι και τα φωνητικά του Deris στα κουπλέ θυμίζουν αρκετά τον Halford. Ένα υπερηχητικό κομμάτι με επικό ρεφρέν και θεϊκό σόλο που είναι τεράστια αδικία που δεν περιλαμβάνεται στην κανονική έκδοση του δίσκου.
Το The Dark Ride πήγε αρκετά καλά – για τα δεδομένα της εποχής – κυρίως στην ευρωπαϊκή Ήπειρο και την Ιαπωνία και οι οπαδοί των Helloween το κατέταξαν άνετα ανάμεσα στα καλύτερα της μπάντας. Παραδόξως, μετά την κυκλοφορία του, ο Michael Weikath (ιδρυτικό μέλος, κιθαρίστας και ουσιαστικά, αρχηγός του σχήματος) το έκραξε και για αρκετά χρόνια μετά δήλωνε ότι δεν του αρέσει και ότι μετάνιωσε που το έγραψαν. Σε παρόμοιο τόνο, ο μπασίστας Markus Grosskopf, δήλωνε εκείνη την εποχή ότι ναι μεν είναι καλό άλμπουμ αλλά γράφτηκε κάτω από αρκετές υποδείξεις από ανθρώπους εκτός μπάντας, υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς την εμπλοκή στην σύνθεσή του των δυο παραγωγών, όπως αναφέρθηκε και στην αρχή του άρθρου. Μετά από χρόνια βέβαια, ανασκεύασαν τις δηλώσεις τους αλλά, όπως και να ‘χει, οι αρχικές τους έχουν πλέον γραφτεί στην ιστορία. Κατά πάσα πιθανότητα, ισχύουν τα περί συνθετικής συμμετοχής των παραγωγών – και κυρίως του «χρυσοχέρη» Roy Z – όμως ο δίσκος έχει τόσα φοβερά κομμάτια και σαν σύνολο είναι άψογος που δεν μας χαλάει καθόλου η ανάμειξή τους. Και για να λέμε την αλήθεια, ούτε τους Helloween θα έπρεπε να χαλάει γιατί, σε τελική ανάλυση, σε καλό τους βγήκε. Ας ρωτήσουν και τους Dickinson – Halford.
Κλείνοντας, να σημειωθεί ότι εκτός της ιδιαίτερης θέσης που κατέχει στο σύνολο της δισκογραφίας τους, το The Dark Ride αποτελεί κομβικό σημείο και για έναν επιπλέον λόγο: είναι το τελευταίο άλμπουμ στο οποίο συναντούμε την σύνθεση με την οποία ξεκίνησαν την Andi Deris φάση τους, η οποία περιλάμβανε τους Michael Weikath (κιθάρες), Andi Deris (φωνητικά), Roland Grapow (κιθάρες), Markus Grosskopf (μπάσο), Uli Kusch (ντραμς). Μετά τη λήξη της περιοδείας για την προώθηση του δίσκου, οι Grapow και Kusch αποχώρησαν (ή σύμφωνα με μια άλλη «αφήγηση», εκδιώχθηκαν), για να αφοσιωθούν αποκλειστικά στην power metal μπάντα Masterplan, που μέχρι τότε είχαν ως side-project.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
11/9/24
Δημοσίευση σχολίου