1980: ΟΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟΙ ΔΙΣΚΟΙ ΜΙΑΣ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ


 Δεν έχουν περάσει 2 μήνες από τότε που διαβάσατε ένα άρθρο για το ποια κατά τη γνώμη των συντακτών αλλά φίλων του Rockmachine.gr, είναι η καλύτερη Χρονιά της Δεκαετίας του 80.Πατήστε εδώ. Σήμερα, επιστρέφουμε σε εκείνα τα χρόνια, ξεχωρίζοντας τα Καλύτερα Άλμπουμ, μίας μόνο χρονιάς, αυτής του 1980. Μια χρονιά που το NWOBHM έβγαλε άλμπουμ διαμάντια, μια χρονιά που το κλασικό rock παρέμενε δυνατό, μια χρονιά που το punk ήδη είχε αρχίσει να εξελίσσεται με το New Wave να κερδίζει χώρο και φυσικά το progressive να πνέει τα λοίσθια. Η επιλογή ΔΕΝ είναι εύκολη δουλειά, γι αυτό την κάναμε τρεις, ο Σπύρος Γιαννακόπουλος, ο Κώστας Τσιρανίδης κι ο Αλέξανδρος Ριχάρδος.
 Νωρίς νωρίς  τον Ιανουάριο, μόλις στις 11 του πρώτου μήνα της νέας χρονιάς αλλά  και της νέας δεκαετίας, οι Pretenders κυκλοφόρησαν  το πρώτο άλμπουμ  με τίτλο το όνομά τους.  Η 29χρονη τότε Christine Ellen Hynde (σ.σ. σιτεμένη) από το Akron του Ohio, που ζούσε στο Λονδίνο, αρχικά  δουλεύοντας σαν πωλήτρια στο  κατάστημα ρούχων των Malcolm McLaren και Vivienne Westwood, αλλά και αρθρογραφώντας στην μουσική εφημερίδα  NME, σχηματίζει τους Pretenders και παρουσιάζει ένα από τα καλύτερα άλμπουμ όχι μόνο της χρονιάς αλλά και του rock. Τώρα οι ταμπέλες, punk και new wave music, περισσεύουν!
Οι τριπλοί δίσκοι βινυλίου είναι εξαιρετικά σπάνιοι στη δισκογραφία, αλλά οι Clash δεν δίστασαν να κυκλοφορήσουν το Sandinista! με τον τίτλο να είναι δανεισμένος από το όνομα του Μέτωπου Εθνικής Απελευθέρωσης Σαντινίστας (F.S.L.Nacional), που ήταν  ένα σοσιαλιστικό πολιτικό κόμμα της Νικαράγουας. Καλό άλμπου, έβγαλε μόνο μια επιτυχία, το The Magnificent Seven.  Αλησμόνητη η ελληνική ραδιοφωνική παρουσίαση του δίσκου, με τον εκφωνητή να τονίζει τη λέξη Sandinista, που βέβαια ακουγόταν “Σαν τη νύστα”! Και δίπλα σε αυτά, να προσθέσουμε το Seventeen Seconds των Cure, που έβγαλε τη διαχρονική επιτυχία τους A Forest.


Τρίτο προσωπικό άλμπουμ για τον πρώην Genesis, Peter Gabriel, κι αυτό με τίτλο το όνομά του όπως τα πρώτα δυο! Οι δημοσιογράφοι το ονόμασαν The Melt  από λιωμένη φωτογραφία του εξώφυλλου. Το"Games Without Frontiers, ακούγεται το ίδιο σημαντικό όπως τότε.


Saxon-Wheels of Steel: Κλασσικούρα σήμερα, αλλά τότε δίσκος που άνοιξε ορίζοντες. Όλη η μεταλλική λάμψη του NWOBHM σε ένα δίσκο.  Αξεπέραστος!
Πιτσιρίκια οι Bono, Edge, Larry Mullen Jr και Adam Clayton, ηχογραφούν με τις οδηγίες του Steve Lillywhit το πρώτο άλμπουμ των U2 με τίτλο Boy κι το rock κέρδισε ένα νέο μεγάλό συγκρότημα
O Jeff Beck εξακολουθεί να γράφει ιστορία στο fusion, με το άλμπουμ του There and Back. Το ότι παίζουν μαζί του μουσικάρες σαν τους Jan Hammer πλήκτρα, Tony Hymas πλήκτρα, Simon Phillips ντραμς και Mo Foster μπάσο, είναι το κερασάκι στην τούρτα. Μόνο για όσους ξέρουν και ψάχνονται για fusion.
Η καινούργια δεκαετία, βρίσκει τον Άγιο Rory Gallagher να κυκλοφορεί το 3ο live άλμπουμ του με τίτλο Stage Struck και συνοδοιπόρους τους πιστούς του Gerry McAvoy και Ted McKenna. Τα 8 κομμάτια του αποτελούν ηχητική καταγραφή της Top Priority tour κι ο ήχος του έχει απομακρυνθεί από το κλασικό blues rock, αγκαλιάζοντας το hard rock, που με όλο το σεβασμό, δεν αισθάνομαι ότι του ταιριάζει.
Με την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ τους Communiqué, οι Dire Straits έκλεισαν ένα υπέροχο κύκλο, ανοίγοντας παράλληλα έναν καινούργιο, λυρικό, μελωδικό και με πολλά στοιχεία jazz. Και σε αυτόν τον κύκλο, πρωταρχικό ρόλο έπαιξε το τρίτο  άλμπουμ τους Making Movies(1980, Νο4 Μ.Βρετανία, Νο 19 Αμερική), που τους  απομάκρυνε από τον ήχο των 2 πρώτων άλμπουμ τους, αλλά είναι τόσο ποιοτικό και μελωδικό, που συγκαταλέγεται στις καλύτερες δουλειές τους. Με τον David Knofler (αδελφό του Mark) να έχει αποχωρήσει, ο λαμπρός κιθαρίστας, προσλαμβάνει παραγωγό τον Jimmy Iovine, έχοντας ακούσει τις δουλείες του στο τραγούδι της Patti Smith, Because the Night, αλλά και στα άλμπουμ του Bruce Springsteen, Born to Run και Darkness on the Edge of Town. Ο Iovine μαζί του φέρνει και τον πιανίστα των E-Street Band, Roy Bittan και μαζί με τους 2 σταθερούς Dire Straits, John Illsley μπάσο/φωνή και Pick Withers ντραμς, ηχογραφούν το αριστουργηματικό Makin Moves. Είπαμε, μακριά από το rock ύφος των πρώτων 2 άλμπουμ, αλλά μελωδικό και λυρικό, με τα 7 τραγούδια του να κυλούν κινηματογραφικά μέσα από τα ηχεία. Σε ένα ακροατή που έχει μουσικό αυτί, πέραν από την ομορφιά των α Romeo and Juliet, Tunnel of Love και Skateaway, είναι ότι οι συνθετικές ικανότητες του Mark Knofler έχουν αυξηθεί και το ταλέντο του δεν κρύβεται. Στην Ελλάδα, οι πωλήσεις ξεπέρασαν εύκολα τις 100.000 αντίτυπα.
 Με το αριστερό μπήκαν οι Jethro Tull στην καινούργια δεκαετία, αφού το Α, που προοριζόταν για προσωπικό άλμπουμ του Ian Anderson, είναι εντελώς έξω από τα νερά τους. Το προσπερνάτε!
Νέο Κυματικοί, Νεό Ρομαντικοί και με δίσκο crossover(σ.σ. πιάνει πολλά κοινά), οι Ultravox με το Vienna κάνουν παντού επιτυχία, και στην Ελλάδα και οι Magazine κορυφαίο post punk κυκλοφορεί το τρίτο άλμπουμ του The Correct Use of Soap με στίχους λιγότερο καταθλιπτικούς και με μια ελαφριά ποπ στροφή. Δύο από τα τραγούδια του άλμπουμ κάνουν αναφορά σε έργα του Fyodor Dostoyevsky (σ.σ. πως με βρίσκετε, και λογοτεχνικός!),το Philadelphia (αναφέρεται στο χαρακτήρα Raskolnikov, από το βιβλίο του Crime and Punishment-Έγκλημα και Τιμωρία και A Song from Under the Floorboards με τους στίχους του να βασίζονται στο βιβλίο Notes from Underground).   
To εξώφυλλο ξεγελά. Ντυμένοι στα δερμάτινα, οι  Queen, νομίζεις ότι θα παίξουν hard rock, ενθυμούμενοι τις πρώτες ημέρες τους, αλλά το The Game (1980, No1 Μ.Βρετανία, Νο1 Αμερική), είναι ένα γυαλιστερό ποπ άλμπουμ, που είχε ηχογραφηθεί για να ακούγεται ακριβώς στην εποχή του. Το συγκρότημα, που ήδη συγκαταλέγεται ανάμεσα στα κορυφαία του πλανήτη, μουσικά δεν δείχνει απειλητικό όπως στο εξώφυλλο, αντίθετα, τραγούδια σαν disc bomb, Another One Bites the Dust και η …πονηρή αναβίωση του rock’n’roll, Crazy Little Thing Called Love, σε παίρνουν από το χέρι και σε οδηγούν στην ανεμελιά των 80’s που μόλις ξεκίνησαν.   
Οι κιθαριστικές επιθέσεις του Brian May έχουν περιοριστεί και τη θέση τους έχουν καταλάβει τα συμπαθητικά Save me, Need Your Loving Tonight και Dragon Attack.
To The Game, είναι ένας καλός δίσκος των Queen, αλλά σε εμένα που χτυπιόμουνα (κι εξακολουθώ), με τις κιθαριστικές επιθέσεις των πρώτων δίσκων τους, με κάνει να αισθάνομαι ότι έχουν απομακρυνθεί από τις πρώτες rock ήμερες τους. Δυσαρεστημένοι από τη χλιαρή εμπορική επιτυχία του Mirrors(1979), οι Blue Öyster Cult απευθύνονται στον Άγγλο παραγωγό Martin Birch (σ.σ. αν δεν ξέρετε ποιος είναι, καλέστε με για ταχύρρυθμα μαθήματα!), για να φτιάξουν ένα hard rock άλμπουμ.

Οι παλιοί fans τους θα αναγνωρίσουν μια επιστροφή στον ήχο των πρώτων 3 άλμπουμ τους, χωρίς πολλά δεύτερα φωνητικά, pop–rock μελωδίες και σίγουρα λιγότερα πλήκτρα που αντικαταστάθηκαν από σόλο κιθάρας. Το συγκρότημα αντιμετώπιζε το οξύμωρο γεγονός ότι μετά το Agents of Fortune, ενώ είχε μεγάλη επιτυχία στις συναυλίες τους, οι πωλήσεις των δίσκων τους μειωνόντουσαν! Το Cultösaurus Erectus δεν έβγαλε μια single επιτυχία που θα το συμπαρέσυρε σε μεγάλες πωλήσεις (Νο. 34 Αμερική), αλλά σίγουρα είναι ένα σφιχτό και δυνατό άλμπουμ, με καλή παραγωγή. Καθόλου τυχαίο ότι οι στίχοι του Black Blade, γράφτηκαν από τον συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας Michael Moorcock, ενώ θα μείνω στο Monsters, που μουσικά δεν είναι αυτό που λέμε «ένα Blue Oyster Cult κομμάτι», αλλά είναι
σίγουρα από τα καλύτερα του δίσκου. Η κυκλοφορία του συνδυάστηκε με την ιστορική πλέον κοινή περιοδεία τους με τους Black Sabbath με τον τίτλο Black and
Blue Tour. Το εξώφυλλο βασίζεται στο κεντρικό κομμάτι του πίνακα Behemoth World του Βρετανού καλλιτέχνη Richard Clifton-Dey. Το Cultösaurus Erectus σίγουρα δεν ανήκει στην κατηγορία των κορυφαίων δίσκων του συγκροτήματος, αλλά αφήνει τους fans τους ικανοποιημένους, μάλλον περισσότερο σε σχέση με τα Mirrors και Spectres, με τον Martin Birch να κάθεται πίσω από την κονσόλα και στο επόμενο άλμπουμ τους που ήταν το Fire of the Unknown Origin.


 
To Double Fantasy κυκλοφόρησε μόλις 3 εβδομάδες πριν τη δολοφονία του John Lennon και ΠΡΟΣΕΞΤΕ, κυκλοφόρησε το άλμπουμ σαν John Lennon and Yoko Ono, δηλαδή άλμπουμ συνεργασίας! (σ.σ. το ξεπερνώ!). Κάθε φορά που τον ακούω, βρίσκω κι ένα καινούργιο λόγο για να επιστρέψω στα αυλάκια του. Κι αυτό το Watching the Wheels τι όμορφο που είναι!
Αυτή η βραχνή παθιάρικη φωνή του Tom Waits, που σε κάνει να νομίζεις ότι έχε ι πιει όλο το whiskey του κοντινότερου bar,”ζωγραφίζει” στα 9 τραγούδια του  Heartattack and Vine, με πιο χαρακτηριστικό το On the Nickel που ηχογραφήθηκε για την ομώνυμη ταινία του Ralph Waite.
Με τον Anton Fig στα ντραμς (ο Peter Criss παίζει μόνο  σε ένα τραγούδι), το Unmasked των Kiss είναι ακόμα ένα άλμπουμ του συγκροτήματος, που βρίσκεται στις δισκοθήκες  των fans τους.  Έως εκεί!
Στα μέσα της δεκαετίας του 70, η έκρηξη του punk, γεννά συγκροτήματα, που ξεπετάγονταν κάθε ημέρα, από κάθε περιοχή, από, κάθε γειτονιά. Ένα από αυτά ήταν και οι Joy Division από το Salford,κάπου στα Βορειοδυτικά του Νησιού, με βασικά μέλη τους, τον τραγουδιστή, κιθαρίστα και στιχουργό Ian Curtis, Bernard Sumner (κιθάρα/τραγούδι), Peter Hook μπάσο και Stephen Morris ντραμς. Το 1979 κυκλοφορούν το πρώτο άλμπουμ τους, Unknown Pleasures, που χάραξε τις ψυχές εκατομμυρίων νέων. Ένας ήχος που κατακτούσε τον κόσμο με απλά τραγούδια κι έδινε χώρο στην ερμηνεία αλλά και την προσωπικότητα του Ian Curtis, να βγει μπροστά. Η συνέχεια ήλθε σχεδόν ένα χρόνο μετά, με το Closer (1980, No6 Μ.Βρετανία), που κυκλοφόρησε 2 μήνες ΜΕΤΑ την αυτοκτονία του Curtis και σύντομα ανακηρύχθηκε σαν ένας από τα Σημαντικότερα post punk άλμπουμ. Ίσως κάποιοι το χαρακτηρίσουν χαοτικό αλλά νομίζω ότι όλοι όσοι το αντιμετώπισαν σαν το επόμενο άλμπουμ των Joy Division, έπεσαν μέσα. Με περισσότερα πλήκτρα, δημιουργούν την αίσθηση ενός ρέκβιεμ, που τελικά καταλήγουν στο πορτρέτο του χαρακτήρα του αυτόχειρα Curtis.
  


H βραχεία ιστορία τους δεν μπορεί να αποδείξει ότι το Close ήταν στο αποκορύφωμα των δυνάμεών τους, ίσως να μπορούσαν καλύτερα. To κορυφαίο Love Will Tear Us Apart, χαρακτήρισε τις ζωές και τον πολιτισμό των νέων απανταχού στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, με τους στίχους του να είναι εμπνευσμένοι από τα προβλήματα γάμου που είχε ο Curtis αλλά και το πρόβλημα της επιληψίας. Για όσους αρέσκονται στα νούμερα, οι πωλήσεις του single αλλά και το streaming, έχουν ξεπεράσει το 1.200.000 αντίτυπα!
Μετά το θάνατο του Curtis, οι τρεις εναπομείναντες  Bernard Sumner, Peter Hook και Stephen Morris, σχημάτισαν τους New Order.

Ποτέ δεν θεώρησα το Emotional Rescue σαν ένα ξεχωριστό άλμπουμ των Rolling Stones καθώς από κάθε πλευρά, το βρήκα πολύ μακριά από το αμέσως προηγούμενο τους, Some Girls. Πέραν από το ομώνυμο τραγούδι, δεν θυμάμαι κανένα άλλο!
 

Το Scary Monsters είναι το τελευταίο άλμπουμ του Bowie της κλασικής περιόδου του. Περιείχε τη μεγάλη επιτυχία του Ashes to Ashes, που έδειξε φως σε μια άλλη διάσταση του χαρακτήρα του Major Tom (από το Space Oddity). Για πολλούς, το άλμπουμ που αποτέλεσε θεμέλιο  λίθο για τις επόμενες κυκλοφορίες, αν και η προσωπική μου άποψη είναι ότι με αυτό έκλεισε εκείνο τον κύκλο καθώς τα άλμπουμ που ακολούθησαν δεν είχαν καμία σχέση με αυτήν την ποιότητα.  
 

Οι μουσικοί δρόμοι που είχαν κερδίσει το ενδιαφέρον του David Byrne τα προηγούμενα χρόνια, κάνουν ιδιαίτερα έντονη την παρουσία τους, στο τέταρτο άλμπουμ των Talking Heads, Remain in Light. Αναφέρομαι στην αφρικανική μουσική (σ.σ. τι τραβάμε κι εμείς οι fans!) αλλά και στο Once in a Lifetime, που εμπορικά απέτυχε αλλά έγινε ένα από τα πιο αγαπημένα του κοινού τους
Μέχρι την κυκλοφορίας του Tomcattin', οι Blackfoot ήταν μάλλον άγνωστοι στη χώρα μας. Αν κι ο δίσκος δεν έβγαλε καμία επιτυχία, σαν άκουσμα είναι σφιχτός με τα Gimme, Gimme, Gimme, Warped και On the Run, να αποτελούν ερίσματα γνωριμίας.
 

Με το Fresh Fruit for Rotting Vegetables μας συστήθηκαν οι Αμερικάνοι Dead Kennedys, με τα τότε μουσικά περιοδικά να τους χαρακτηρίζουν «οι Αμερικάνοι Sex Pistols”, θέλοντας να δώσουν έμφαση στην punk πορεία τους. Όσοι το έψαξαν λίγο παραπάνω (σ.σ. δεν ήμουν σε αυτούς), ανακάλυψαν ένα σκληροπυρηνικού punk συγκρότημα με σαρκαστικούς στίχους, διαμορφώνοντας την punk σκηνή της Καλιφόρνια.
 

Tο End of the Century είναι το πέμπτο στούντιο άλμπουμ των Ramones και το πρώτο με παραγωγό τον Phil Spector, που έκανε καλύτερο τον ήχο τους. Βέβαια ο προϋπολογισμός εκτινάχθηκε στα 200.000 $, ξεπερνώντας κατά πολύ τους αντίστοιχους των προηγούμενων δίσκων τους. Πάντως με τη βοήθειά του Spector,  διεύρυναν τη βάση των θαυμαστών του συγκροτήματος, ξεφεύγοντας από τον κλασικό punk πανκ, στρεφόμενοι σε έναν ήχο  προσανατολισμένο στην ποπ (όσο ποπ μπορεί να θεωρηθούν οι Ramones!) Με την αριστοτεχνική ζωγραφική του Frank Frazetta να κοσμεί το εξώφυλλο του Beatin' the Odds, οι Molly Hatchet κυκλοφορούν ένα από τα καλύτερα άλμπουμ τους. Για όσους ακούνε hard/heavy southern.
Δεν μπορώ να θυμηθώ πόσες φορές είχε παίξει ο Γιώργος Γκούτης στο Μουσικόραμα, το Babooshka, κάνοντας το άλμπουμ Never for Ever της άκρως ελπιδοφόρας Kate Bush  να μπει σε χιλιάδες ελληνικά σπίτια. Με το σπαθί του!



Οι Uriah Heep κυκλοφορούν ένα άλμπουμ καμπή στην καριέρα τους, το Conquest , το μόνο με τραγουδιστή τον John Sloman και ντράμερ τον Chris Slade. Το χειρότερο  όμως απ΄όλα ήταν ότι το Conquest ήταν το τελευταίο με τον βασικό συνθέτη τους  Ken Hensley.
 

To διπλό The River, αν και «δύσκολο» άλμπουμ», ήταν αυτό που έκανε τον  Bruce Springsteen γνωστό στη χώρα μας. Σε μια Ελλάδα που το ξένο τραγούδι είχε αρχίσει να σημειώνει μεγάλες πωλήσεις, το κρατικό ραδιόφωνο αλλά και οι πολλοί και καλοί ερασιτεχνικοί σταθμοί, τίμησαν τα  Hungry Heart και το ομώνυμο τραγούδι. Έπρεπε να περιμένουμε άλλα 4 χρόνια για να αποκτήσει σχεδόν κάθε ελληνικό σπίτι που είχε πικ απ και κασετόφωνο το Born in the USA! (130.000 αντίτυπα). Κι αυτό το Point Blank, τι όμορφο τραγούδι είναι!
Όταν αγοράζεις τον καινούργιο δίσκο των Yes, με τίτλο Drama και ΔΕΝ παίζουν οι Jon Anderson και Rick Wakeman, και σου αρέσει, άρχισε να «ψάχνεσαι». Και για να μην κρύβομαι πίσω από το δάκτυλό μου, κι εμένα στην αρχή μου άρεσε. Μετά τον άκουσα ΟΧΙ σαν Yes αλλά σαν ένα …άλλο συγκρότημα.


Το Animal Magnetism είναι το δεύτερο άλμπουμ της "εμπορικής" περιόδου των Scorpions το οποίο μέσα σε δύο μόλις εβδομάδες κυκλοφορίας έγινε χρυσό. Οι Γερμανοί έχουν βάλει σκοπό να κατακτήσουν την Αμερικανική αγορά και όπως όλα δείχνουν είναι απλώς θέμα χρόνου. Τραγούδια με "βρώμικους" στίχους δια χειρός Rarebell αλλά και με έντονο ρομαντισμό εξαιτίας Meine ο οποίος θα έρθει αντιμέτωπος με ένα πρόβλημα στις φωνητικές χορδές με το μέλλον του να θεωρείται αβέβαιο για την μουσική γενικότερα. Το εξώφυλλο της Hipgnosis με τον άνδρα, την γυναίκα και τον σκύλο προδίδει όποιον σκέφτεται πονηρά.... Σ.Γ.
 

  Εκτός από τις σοκολάτες, οι Krokus είναι ένας επιπλέον λόγος για να αγαπάμε την Ελβετία. Εκεί που το 70's boogie hard rock τέμνει την ορμητικότητα του κλασσικού metal βρίσκουμε ένα χαρισματικό Μαλτέζο τραγουδιστή καθώς επίσης και ένα συγκρότημα σε τρελό οίστρο. Κομματάρες όπως "Bedside Radio", "Streamer", "Fire", "Come On" αλλά και "Tokyo Nights", ξεχωρίζουν στο Metal Rendezvous  και θα θυμίζουν πάντα την  εποχή που ευδοκίμησε ο καλύτερος "κρόκος". Σ.Γ.

Επιτέλους! Το Λευκό Φίδι διείσδυσε μέσα από το τείχος της Αμερικής! Ο David Coverdale και η παρέα του με το Ready and willing, πλασαρίστηκαν για πρώτη φορά σε αμερικανικό chart. Και πώς να μην γινόταν άλλωστε κάτι τέτοιο, ιδίως όταν έχεις ένα Fool For Your Loving που τσάκισε κόκκαλα την χρονιά κυκλοφορίας του. Όχι πώς τα υπόλοιπα τραγούδια του δίσκου είναι κάτι λιγότερο από διαμάντια! Ο DC πιο σίγουρος από ποτέ για τον εαυτό του, έχοντας στο πλευρό του δύο φίλους - μέντορες από Deep Purple, γνώριζε ότι το Αμερικανικό Όνειρο για εκείνον μόλις άρχιζε! Σ.Γ.

  Το Departure είναι το τρίτο κατά σειρά άλμπουμ με τον Steve Perry στο μικρόφωνο έμελλε να είναι το τελευταίο με τον Gregg Rolie στα πλήκτρα μαζί με την τελευταία φορά που οι Journey ακούστηκαν με πιο αιχμηρό ήχο. Το "Anyway You Want It" έγινε ύμνος στο Αμερικάνικο ραδιόφωνο αφήνοντας ένα υπονοούμενο για το πού μπορεί να φτάσει το συγκρότημα. Με την αυγή των synthesizers λίγο αργότερα κάθε απορία λύθηκε. Σ.Γ.
 

 Τριάντα λεπτά αρκούν όχι μόνο για να σε εντάξουν στην κατηγορία "κορυφαίος" αλλά και για να σε θεωρούν ως απόλυτα επιδραστικό συγκρότημα στην διαμόρφωση του γενικότερου heavy metal ήχου μαζί με κάποιες υποκατηγορίες του που ακούν στα ονόματα thrash και speed metal. Τόσο είναι σε διάρκεια το τρίτο στούντιο άλμπουμ των Saxon, Strong arm of the law  που κυκλοφόρησε μόλις εφτά μήνες από το άλλο τεράστιο διαμάντι, το Wheels Of Steel. Τα "κολλητιλίκια" με τους Motorhead θα έχουν τις συνέπειές τους με χαρακτηριστικές τα Taking Your Chances και To Hell and Back Again. Το ομότιτλο με τον δίσκο τραγούδι θα είναι η "ρομαντική" επαφή του συγκροτήματος με την αστυνομία στην διάρκεια της πρώτης τους Αμερικανικής περιοδείας ενώ από τη δολοφονία του John F. Kennedy θα προκύψει ο ύμνος Dallas 1 PM. Εγγύηση και ειλικρίνεια από την πρώτη μέρα!  Σ.Γ.

  Καρέ του άσσου! Τέταρτη κυκλοφορία για τους Motorhead με επιπλέον μελάνι στις σελίδες της Ιστορίας της σκληρής μουσικής. Οι τρεις πιστολέρος στο εξώφυλλο του Ace of Spades δεν σηκώνουν μαγκιές για αυτό είπαν να πάρουν την "ασωτία" στα χέρια τους αυτή τη φορά και να στείλουν αδιάβαστο τον Snaggletooth. Η κακοποίηση του Rickenbacker από τον Lemmy, τα ισοπεδωτικά riffs του  "Fast" Eddie Clarke και το κοπάνημα των δερμάτων από τον Philthy Animal Taylor θα γεννήσουν ύμνους σαν τους Ace of Spades, Love Me Like a Reptile, Shoot You in the Back, Live to Win και (We Are) The Road Crew, αφιερωμένο στους roadies. Προσβολή, σεξ και βρωμιά το στιχουργικό τρίπτυχο με απώτερο σκοπό να γουστάρουν οι ίδιοι και λιγότερη κάψα η τέταρτη θέση στα βρετανικά charts της εποχής.
"We are Motörhead, we play rock 'n' roll". Σ.Γ.



Μετά την οριστική αποχώρηση του Michael Schenker από τους UFO και την έλευση του αντικαταστάτη του, Paul “Tonka” Chapman, το συγκρότημα ταξιδεύειν στην Καραϊβική και στο όμορφο νησάκι του Montserrat για να ηχογραφήσουν το όγδοο στούντιο άλμπουμ τους στα AIR Studios με παραγωγό τον θρυλικό παραγωγό των Beatles, George Martin. Με ελαφρώς διαφοροποιημένο ήχο από τις προηγούμενες δουλειές του, κάπως πιο χαλαρό, επηρεασμένο και από το νησί, το No place to run (όπως τιτλοφορήθηκε το άλμπουμ) παραπέμπει σε παλιότερο 70s hard rocking blues, ενώ άλλα συγκροτήματα όπως οι ενθουσιώδεις Def Leppard έδιναν νέα πνοή στο hard rock της εποχής, ενώ πάλι άλλα συγκροτήματα όπως οι Scorpions και οι Judas Priest σκλήρυναν περισσότερο το ύφος τους με αποτέλεσμα τα γνωστά αριστουργήματα τους που κυκλοφόρησαν τότε. Παρόλο που στο εξώφυλλο προσπαθούν να μπουν στο κλίμα της εποχής στυλιστικά, το άλμπουμ να κάνει μία κάποια επιτυχία στην Αμερική, (Νο. 51) και όντας μόλις μία θέση έξω από το βρετανικό Top-10 (Νο. 11), φάνηκε πως οι UFO πετούσαν ακόμα με τα φτερά του Schenker. Αξίζουν πολύ τα Lettin’ go και This fire burns tonight, όμως το συγκρότημα έχει ξεμείνει από ιδέες σε αυτό το σημείο. Τελικά, το άλμπουμ σηματοδότησε μια περίοδο εμπορικής ύφεσης, ενώ το κερασάκι στην τούρτα ήρθε όταν τους άφησε και ο κιθαρίστας/πληκτράς τους Paul Raymond για να συνεργαστεί με τον …. Schenker!Κ.Τ.
 

Στο Permanent Waves οι Rush μεταβαίνουν διακριτικά από την περίοδο της "φαντασίας" σε πιο καθημερινά θέματα, επηρεασμένοι από την new wave αισθητική της εποχής, ενσωματώνοντας στοιχεία ηλεκτρονικής μουσικής και reggae και εμπλουτίζοντας τη μουσική τους με έναν πιο σύγχρονο pop ήχο, επηρεασμένο από σύγχρονους τους καλλιτέχνες όπως οι The Police και ο Peter Gabriel. Παρά αυτή τη μετατόπιση, διατηρούν το τεχνικό και προοδευτικό στυλ τους, δημιουργώντας παράλληλα εντυπωσιακές μελωδίες. Το άλμπουμ, με επιτυχίες όπως τα The Spirit of Radio, Freewill και Entre Nous, έφτασε στο top 5 τόσο στις ΗΠΑ όσο και στη Μεγάλη Βρετανία, ενώ διατηρούν και τις επιβλητικές, μεγάλες συνθέσεις όπως τα Jacob's Ladder και το Natural Science.K.T.

Το ντεμπούτο Def Leppard με τίτλο On through the Night, από το Sheffield της Αγγλίας είναι σταθμός στην ιστορία του NWOBHM. Εδώ διαφαίνονται οι γόνιμες επιρροές τους, σε ένα άλμπουμ μελωδικό, πλούσιο σε πολυφωνικά μέρη, riffs και εισαγωγές, και εξαιρετικές συνθέσεις, όπως τα Rock brigade, Hello America, Overture και Wasted. Ήταν μία μεγάλη ευκαιρία που άρπαξαν οι νεαροί “Lepps”, τους οποίους προσέγγισε με συμβόλαιο ο κολοσσός Phonogram, πράγμα εξαιρετικά ασυνήθιστο για μία μπάντα της σειράς τους, καθώς και το πρώτο βήμα για την τεράστια πορεία τους στην διάρκεια των ‘80s. Μία αξιοπρεπής επένδυση που έφτασε μέχρι το νο. 15 των βρετανικών charts και λίγο πιο χαμηλά στις ΗΠΑ (Nο. 51).K.T

Το τρίτο άλμπουμ των Van Halen, Women and children first, που κυκλοφόρησε το 1980, διατήρησε το χαρακτηριστικό γρήγορο και άμεσο στυλ ηχογράφησης του συγκροτήματος, χωρίς πάντως να λείπουν οι πειραματισμοί από τον κιθαρίστα-διάνοια Eddie Van Halen, τόσο με τεχνικές κιθάρας όσο και με τα εφέ που χρησιμοποίησε, ενώ παίζει και πλήκτρα για πρώτη φορά. Δεν ήταν τόσο επιτυχημένο εμπορικά όσο οι προηγούμενες κυκλοφορίες τους (έφτασε μόνο μέχρι μόνο το … Nο. 6 των ΗΠΑ καιNο. 15 του Ηνωμένου Βασίλειου!), ωστόσο, το Women and children first, αποτελεί ένα ακόμα πολυπλατινένιο κομμάτι της τεράστιας παρακαταθήκης των Van Halen.K.T.
 

Με την κυκλοφορία του Heaven and Hell(Νο10 Αμερική, Νο9 Μ.Βρετανία) οι Black Sabbath κατέπληξαν το κοινό με το ανανεωμένο στυλ τους και τον Ronnie James Dio στα φωνητικά, απομακρύνοντας τον ήχο τους από αυτόν της δεκαετίας του '70. Κάποιοι αρχικά ήταν δύσπιστοι, αλλά μια νέα γενιά οπαδών αγκάλιασε τους Sabbath, ειδικά εν μέσω του NWOBHM. Ομολογουμένως ένα από τα καλύτερα metal άλμπουμ όλων των εποχών,  αποτέλεσε ορόσημο στο είδος, με ύμνους όπως τα Neon knights, Children of the sea, Die young και, φυσικά, το ομώνυμο έπος.Κ.Τ.
Ένα κομβικό συγκρότημα του NWOBHM, οι Samson, με επικεφαλής τον κιθαρίστα Paul Samson, κυκλοφόρησε το Head On, παρουσιάζοντας στον κόσμο τον μελλοντικό τραγουδιστή των Iron Maiden, Bruce Dickinson. Το Head On μας σύστησε στις εξαιρετικές φωνητικές ικανότητες του Dickinson και τον παραδοσιακό heavy rock ήχο του συγκροτήματος, που παραπέμπει περισσότερο στο κλασικό hard rock της δεκαετίας του ‘70 και παρόλο που μπήκε στο ψυγείο σχετικά σύντομα μετά την κυκλοφορία του, παραμένει ένα σημαντικό άλμπουμ για τους θαυμαστές του Bruce Dickinson και του κλασικού heavy metal. Το ντεμπούτο άλμπουμ των Girlschool, Demolition, τις εδραίωσε ως ανερχόμενα αστέρια του NWOBHM και με.την αγαστή υποστήριξη του Lemmy, χάρισαν στις Girlschool τη φήμη των «θηλυκών Motörhead». Με δέκα θορυβώδη κομμάτια, το άλμπουμ αποτέλεσε υπολογίσιμο επίτευγμα, φτάνοντας στο βρετανικό Νο. 28 και δίνοντας μία απάντηση στην προκλητικά σεξιστική κριτική που τους ασκήθηκε.Κ.Τ.

44 χρόνια και 50 εκ. πωλήσεις μετά, το Back in black των AC/DC παραμένει ο ορισμός του hard rock, από κάθε άποψη και σε όλα τα επίπεδα. Πολλοί πίστεψαν ότι το συγκρότημα θα κατέρρεε μετά τον άτυχο και πρόωρο θάνατο του θρυλικού τους frontman, Bon Scott, όμως οι ίδιοι είχαν άλλη άποψη. Με τον σχετικά άγνωστο αλλά δυνατό Brian Johnson στα φωνητικά, το Back in black σάρωσε τα πάντα στο πέρασμα του, δίνοντας μας ύμνους όπως τα Hell’s bells, Shoot to thrill, You shook me all night long και φυσικά το ομώνυμο τραγούδι, διασφαλίζοντας την θέση τους στο rock πάνθεο, διδάσκοντας πως γράφεται ένα κλασικό hard rock άλμπουμ και όντας το δεύτερο πιο πετυχημένο εμπορικά μουσικό άλμπουμ όλων των εποχών.Κ.Τ.
 

Το ντεμπούτο των Tygers of Pan Tang, Wild Cat, ξεχωρίζει ως ένα από τα πιο δυνατά άλμπουμ του NWOBHM. Δέκα τραγούδια γεμάτα ρυθμό, μαγκιά και τσαμπουκά, έχουν αυτή την θορυβώδη γοητεία και το σκανταλιάρικο στοιχείο που έλειπε από άλλες μπάντες! Στο ίδιο μήκος κύματος με πρώιμους Iron Maiden και Tank, καθώς και αναφορές στο punk των Ramones και τον…Ted Nugent, το Wild Cat, διατηρεί μια ακατέργαστη και ειλικρινή ποιότητα, που το καθιστούν ένα από τα καλύτερα άλμπουμ της σειράς του και το οποίο μνημονεύεται από καλλιτέχνες όπως οι Lars Ulrich και James Hetfield (Metallica) και ο Michael Wilton (Queensryche). Και νομίζω πως θα συμφωνήσετε μαζί τους όταν to ακούσετε!K.T
 

Όσοι περίμεναν ότι η πρώτη δουλειά του Ozzy στην μετά-Sabbath εποχή θα ακουγόταν όπως τα μονολιθικά μνημεία του πρώην συγκροτήματος του, μάλλον επρόκειτο να έρθουν προ μεγάλης εκπλήξεως. Με τον τίτλο Blizzard Of Ozz που εμμέσως παραπέμπει σε κατανάλωση άφθονης κοκαΐνης, την παρουσία των βετεράνων Bob Daisley (μπάσο) και Lee Kerslake (ντραμς), και τον πιο «καυτό» κιθαρίστα από τις πρώτες μέρες που ακούστηκε ο Eddie Van Halen, τον μαγικό Randy Rhoads, το ντεμπούτο του Ozzy συνεχίζει, μετά από τέσσερις δεκαετίες, να εντυπωσιάζει με τις ιδέες, τα riffs και τις φοβερές συνθέσεις του, ενώ παράλληλα, πέρα από την απογείωση της προσωπικής καριέρας του Ozzy, έθεσε νέα πρότυπα για τον τρόπο με τον οποίο θα γράφονταν τα heavy metal άλμπουμ στην δεκαετία που θα ακολουθούσε.


Ποιος δεν θα ήθελε να επανεκκινήσει την καριέρα του με τραγούδια-ύμνους όπως το λυτρωτικό I don’t know, το ατμοσφαιρικό Mr. Crowley, το προκλητικό για την Αμερική των 80s Suicide solution, το απλοϊκά ελκυστικό Goodbye to romance και φυσικά το διασημότερο τραγούδι στην προσωπική καριέρα του ίδιου του καλλιτέχνη, το καταιγιστικό Crazy train. Ακόμα και τα λιγότερο γνωστά τραγούδια του Blizzard of Ozz είναι χρυσάφι! To Blizzard of Ozz (N. 7 Μ.Βρετανία, Νο21 Αμερική) αλλά με τον καιρό έγινε 5 φορές πλατινένιο, κάτι που το καθιστά την πιο επιτυχημένη δουλειά του Ozzy μέχρι σήμερα.

Τον Οκτώβρη του 1980, οι Thin Lizzy κυκλοφορούν το δέκατο τους στούντιο άλμπουμ, με τίτλο Chinatown. Πιθανολογώ ότι ο Lynott πήρε την έμπνευση από την λονδρέζικη Chinatown, που συνόρευε με την αγαπημένη του γειτονιά του Soho στα νοτιοδυτικά. Εννέα τραγούδια με ιστορίες του δρόμου, εμπειρίες από την ταραχώδη ζωή των rock star, ιστορικά γεγονότα και αστυνομικό (!) σασπένς, καταλάμβαναν τις δύο πλευρές του δίσκου. Στο εξώφυλλο δεσπόζει ένας εντυπωσιακός κινέζικος δράκος, από τον Ιρλανδό Jim Fitzpatrick. To Chinatown(Nο 7 Μ.Βρετανία) ήταν και η αρχή του τέλους για τους Thin Lizzy, μιας και η διάλυση τους δεν θα αργούσε να έρθει, αφού τα πράγματα είχαν φτάσει στο απροχώρητο με την αυτοκαταστροφική πορεία των Lynott και Gorham (κυρίως). Πρόκειται για μία καλή κυκλοφορία, αλλά όχι στο επίπεδο που είχαν μάθει οι Lizzy το κοινό τους, από το 1975 και μετά. Πάντως, η ποιότητα είναι δεδομένη και μουσικά το συγκρότημα βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο, με hits όπως τα We will be strong, Chinatown και Killer on the loose. Αξίζει να είναι μέρος της συλλογής οποιουδήποτε αγαπάει και αναζητεί το εξαιρετικό hard rock, κάτι που στην περίπτωση τους άλλωστε, είναι σύνηθες. Κ.Τ.
Για πολλούς, το Lightning to the Nations είναι το καλύτερο ντεμπούτο του NWOBHM και ένας άλμπουμ-σταθμός για το βρετανικό heavy metal και όχι μόνο. 

Πέρα από τις καταπληκτικές συνθέσεις των νεαρών Diamond Head από το μικρό Stourbridge των Δυτικών Midlands, το άλμπουμ αποκαλύπτει στον ακροατή την φωνάρα του Sean Harris και το τεράστιο ταλέντο του γνήσιου κιθαριστικού τέκνου των Michael Schenker και Tony Iommi, του φανταστικού Brian Tatler. Το άλμπουμ τους χάρισε σταθερό πυρήνα οπαδών και τράβηξε τα βλέμματα μεγάλων δισκογραφικών εταιρειών. Είναι ακατόρθωτο να μην κολλήσει κανείς όταν ακούσει τα Lightning to the Nations, The Prince, It's Electric, Helpless, Sweet and Innocent και το δυναμικό single Shoot out the lights.


Ωστόσο, το χρυσό μετάλλιο μοιράζονται τα δύο έπη του άλμπουμ, τo αισθησιακό Sucking My Love  και το καταιγιστικό Am I Evil?, που έγινε και το διασημότερο τραγούδι τους, επειδή το διασκεύασαν κάποιοι… Metallica! Λογικό, μιας και ο Lars Ulrich αυτοπροσώπως είχε περάσει κάποιες εβδομάδες μαζί τους, πριν δημιουργήσει την δική του μπάντα με τους James Hetfield και Dave Mustaine. Οι Metallica θα διασκεύαζαν αργότερα και τα Prince, Sucking My Love, It's Electric και Helpless, ως ανταπόδοση στους μεγάλους Diamond Head που δυστυχώς χάθηκαν από το προσκήνιο, περίπου την εποχή που οι νεαροί thrashers από την Καλιφόρνια ξεκινούσαν την θεαματική τους πορεία στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.Κ.Τ.Κάπου στην ηπειρωτική Ευρώπη, και συγκεκριμένα στην Γερμανία, ένας άλλος μεταλλικός τιτάνας άρχισε να εμφανίζεται. 

Οι Accept, από το Solingen, πόλη που ευδοκιμούσε η μεταλλουργία, είχαν ήδη ένα άλμπουμ στο ενεργητικό τους όταν κυκλοφόρησαν το I’m a rebel. Εδώ η μπάντα ακόμα ψάχνεται, προσπαθώντας να βγάλει έναν πιο εμπορικό ήχο, και παίζοντας λίγο με εμπνεύσεις από Rainbow, AC/DC, Scorpions και Judas Priest αλλά δεν εισέπραξαν τα αναμενόμενα. Αυτό δεν σημαίνει ότι το άλμπουμ στερείται αξιόλογων συνθέσεων, όπως τα I’m a rebel, China Lady, I wanna be no hero και οι μπαλάντες The King και No time to lose. Πολλά υποσχόμενο, το I’m a rebel θα αποτελούσε για τους Accept το απαραίτητο σκαλί για τα θηρία που θα κυκλοφορούσαν αργότερα.Κ.Τ.

Ωστόσο, για εμένα προσωπικά, το κορυφαίο σε επίπεδο ατμόσφαιρας και συνθέσεων, ντεμπούτο του NWOBHM είναι το ομώνυμο των Λονδρέζων Angel Witch, ένα άλμπουμ-ορόσημο για το heavy metal, που πολλοί το άκουσαν και λιγότεροι μνημόνευσαν ως επιρροή ενώ ξεκάθαρα θα έπρεπε. Οι Angel Witch, με το φανατικό στα όρια του χουλιγκανισμού κοινό τους κυκλοφόρησαν ένα άλμπουμ καθαρό δεκάρι, με συνθέσεις όπως (ενδεικτικά) τα Angel Witch, Atlantis, White Witch και  Sorcerers, άνοιξε νέα μονοπάτια συνδυάζοντας το doom των Sabbath με την επικότητα των πρώτων Rainbow και επηρεάζοντας τις τάσεις στον χώρο του doom, του thrash, του speed και των πιο extreme παρυφών του metal. Αναμφίβολα το μαύρο, πυρωμένο διαμάντι στο στέμμα του NWOBHM. [Κ.Τ.]

Iron Maiden/Angel Witch/Judas Priest



    Σε κάθε περίπτωση, το μάλλον σημαντικότερο άλμπουμ που κυκλοφόρησε εκείνη την χρονιά, ήταν το ομώνυμο ντεμπούτο του ίσως μεγαλύτερου metal συγκροτήματος όλων των εποχών (διάκριση που μοιράζεται ίσως με τους Metallica), των Iron Maiden (No. 4 στο Ηνωμένο Βασίλειο). Παιδιά προερχόμενα από το Ανατολικό Λονδίνο και από τα σπλάχνα της εργατικής τάξης, με αρχηγό τον αλύγιστο και φιλόδοξο μπασίστα Steve Harris, οι Maiden είχαν δώσει δείγματα γραφής ήδη από το 1979, οπότε και χρίστηκαν το δημοφιλέστερο σχήμα του NWOBHM. To ομώνυμο ντεμπούτο τους έγινε άμεσα επιτυχία, με τραγούδια όπως τα Prowler, Running Free, Iron Maiden και το επικών διαστάσεων αριστούργημα Phantom of the Opera να γράφουν ιστορία και να επηρεάζουν κόσμο και κοσμάκη στις ΗΠΑ, σε βαθμό που το metal εκεί απέκτησε σημείο αναφοράς την νεαρή μπάντα από το Λονδίνο. Από το 1970 είχε να κυκλοφορήσει άλμπουμ που να επηρέασε τόσο πολύ τον metal ήχο, στις δεκαετίες που θα ακολουθούσαν.  [Κ.Τ.]
 

   Ένα από τα συγκροτήματα-πυλώνες του σκληρού ήχου, οι Judas Priest, έκαναν το μεγάλο μπαμ το 1980 με το British Steel (Nο.4 Ηνωμένο Βασίλειο, Nο. 34 ΗΠΑ). Το έκτο στούντιο άλμπουμ τους ήταν αυτό που τους καθιέρωσε παγκοσμίως, και επιτέλους οι κόποι τους ανταμείφθηκαν με εμπορική επιτυχία και καταξίωση ακόμα και στην δυσπρόσιτη αμερικανική αγορά. Άθελα τους, μαζί με τους νεαρούς Maiden, οι Priest, πατώντας πάνω στις προηγούμενες δουλειές τους και με την φρέσκια προσέγγιση του British Steel, που από το εξώφυλλο και μόνο σε βάζει στο νόημα, Γράφουν ιστορία με ύμνους όπως τα Metal Gods, Rapid Fire, The Rage και φυσικά τα Breaking the law και Living after midnight που έμπασαν το heavy metal στην καρδιά και στο μυαλό εκατομμυρίων fans.Είναι αλήθεια πως για μία ακόμη φορά, οι Priest απέδειξαν ότι με κάθε άλμπουμ τους πήγαιναν το metal ένα βήμα παραπέρα, με τους υπόλοιπους, κυρίως στις ΗΠΑ, να παρακολουθούν. Και τελευταίο άλμπουμ στην αναφορά των σημαντικώτερων δίσκων που κυκλοφόρησαν μέσα στο 1980 , το  Live…In The Heart of the City των Whitesnake, σε παραγωγή του τεράστιου Martin Birch, κυκλοφόρησε τον Νοέμβρη του 1980, την εποχή που οι Whitesnake ήταν μία από τις καλύτερες hard rocking blues μπάντες της Βρετανίας, και για πολλούς, ακόμα και σήμερα, με την καλύτερη σύνθεση που είχαν ποτέ. Έφτασε πανάξια στο Νο. 5 των βρετανικών charts και οι συγκλονιστικές live αποδόσεις τραγουδιών όπως τα Walking in the shadow of the blues, Ain’t no love in the heart of the city, Fool for your loving, Ready an’ willing και μία ασύλληπτη εκδοχή του Mistreated αποτελούν δείγματα γραφής τα οποία η ίδια η μπάντα δεν μπόρεσε να ξεπεράσει ποτέ σύμφωνα με αρκετούς fans τους. Κ.Τ.


Την άλλη Κυριακή: Ο George Harrison σώζει τους Monty Python.

3/3/23




 



Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment

Δημοσίευση σχολίου