Το 1994, εν μέσω πλήρους κυριαρχίας του alternative/grunge στο χώρο της σκληρής εμπορικής μουσικής, οι Queensrÿche κυκλοφόρησαν την πέμπτη δουλειά τους, το Promised Land, το άλμπουμ που διαδέχθηκε το υπερεπιτυχημένο εμπορικά και καλλιτεχνικά “Empire”. Οι πλειοψηφία των οπαδών τους περίμενε ότι η μπάντα θα συνέχιζε στο ύφος της προηγούμενης κυκλοφορίας της, η οποία τους εξασφάλισε τεράστια αναγνώριση και πέραν του αμιγώς metal κοινού, όμως οι Queensrÿche έκαναν πάλι την έκπληξη βγάζοντας έναν δίσκο που αιφνιδίασε για ακόμη μια φορά τους φίλους τους.
Στο Promised Land το συγκρότημα αφήνει το mainstream εμπορικό metal του Empire και κάνει μια στροφή προς τον dark progressive ήχο, διανθισμένο με διάφορα ambient και space εφέ που ενισχύουν την όλη καταθλιπτική και μελαγχολική ατμόσφαιρα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια μουσική «ψυχανάλυση» ή μια ψυχολογική εκτόνωση της μπάντας, απαραίτητη μετά από την πίεση που αντιμετώπισε στα προηγούμενα τέσσερα χρόνια προσπαθώντας να ανταποκριθεί στις υψηλές απαιτήσεις της εμπορικής επιτυχίας. Όπως άλλωστε είχε δηλώσει και ο Geoff Tate σε μια συνέντευξή του, η περίοδος ηχογράφησης του, ήταν μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδος για όλα τα μέλη της μπάντας, μια φάση ενδοσκόπησης, μια επίπονη διαδικασία που άφησε το σημάδι της στους στίχους και στο συναίσθημα που αναδύουν τα κομμάτια του άλμπουμ.
Χαρακτηριστικό αυτής της εσωτερικής αναζήτησης είναι το ομώνυμο κομμάτι, μια αργή, ατμοσφαιρική σύνθεση με πλούσια ηχητικά εφέ και σαξόφωνο-έκπληξη παιγμένο από τον Tate, όπου στους στίχους ο πρωταγωνιστής αναλογίζεται όσα έχει κάνει στη ζωή του στην προσπάθειά του να βρει την προσωπική του ευτυχία και ολοκλήρωση. Στην ίδια θεματική βρίσκεται και το “Someone else?”, ένα καταπληκτικό μελαγχολικό κομμάτι όπου μόνο με συνοδεία πιάνου ο Tate μας χαρίζει κάποια από τα πιο φορτισμένα συναισθηματικά φωνητικά του.
Στο ευρύτερο ψυχολογικό πλαίσιο κινείται το «σκοτεινό» “Out of Mind” που ασχολείται με τους έγκλειστους σε ψυχιατρικά ιδρύματα, όπως και το παρόμοιο “Lady Jane”, ενώ από τα καλύτερα και πιο γνωστά του δίσκου είναι το “Bridge”, γραμμένο από τον Chris DeGarmo για τον πατέρα του που πέθανε κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων και με τον οποίο είχε μια προβληματική σχέση καθώς ο τελευταίος εγκατέλειψε την οικογένειά του όταν ο DeGarmo ήταν μικρός.
To άλμπουμ έχει φυσικά και τα πιο σκληρά κομμάτια του. Πρώτο είναι το εναρκτήριο κομμάτι, “I am I”, μια ιδιαίτερη σύνθεση, με δυναμικά φωνητικά από τον Tate και με χρήση σιτάρ από τον DeGarmo σε κάποια σημεία, ενώ εξίσου εντυπωσιακό είναι το επόμενο, το “Damaged”, με χαρακτηριστικό riff, progressive δομή και μια ελαφρώς industrial αισθητική.
Στις πιο mainstream στιγμές του άλμπουμ ανήκουν τα “My global mind”, ένα κομμάτι κοινωνικού προβληματισμού για τα διάφορα κακώς κείμενα παγκοσμίως και το “One more Time”. Τα δυο αυτά τραγούδια είναι ελαφρώς «υποδεέστερα» του συνόλου, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι είναι άνευ σημασίας και αδιάφορα. Θυμίζουν – και ηχητικά - αντίστοιχες συνθέσεις του Empire που βρίσκονταν προς το τέλος του άλμπουμ (Hand in Heart, One and only), οι οποίες, ενώ ήταν αρκετά καλές, έρχονταν σε δεύτερη μοίρα όταν είχαν ήδη προηγηθεί κάποια πραγματικά εντυπωσιακά κομμάτια.
Τέλος , έχουμε και το «περίεργο» τραγούδι του δίσκου, το “Dis con nec ted”, αρκετά πειραματικό και industrial, με το μπάσο και τα τύμπανα να το οδηγούν και τον Tate να μιλάει πάνω στον ρυθμό και όχι να τραγουδάει. Μια πραγματικά ενδιαφέρουσα στιγμή που ακολουθεί ιδανικά μετά το ατμοσφαιρικό ομώνυμο κομμάτι.΄
Το Promised Land, αν και κυκλοφόρησε σε δύσκολη για το metal περίοδο και δεν είχε από την εταιρεία (EMI) την ίδια υποστήριξη που είχε το Empire, πήγε αρκετά καλά, εκμεταλλευόμενο βέβαια και την επιτυχία του τελευταίου. Στις ΗΠΑ ;έφτασε μέχρι τη θέση 3 του Billboard ενώ κατάφερε να γίνει και πλατινένιο.
Για τους Queensrÿche, ήταν η τελευταία σημαντική κυκλοφορία τους, ένα άλμπουμ πειραματικό και εκτός της πεπατημένης, όπως άλλωστε είχαν κάνει και στο παρελθόν κυκλοφορώντας εμβληματικούς δίσκους που έγραψαν ιστορία (Rage for Order, Operation:Mindcrime).Το συγκεκριμένο άλμπουμ, παρά την ποιότητά του, άφησε στους οπαδούς του σχήματος μια γλυκόπικρη γεύση αφού έριξε τους τίτλους τέλους μιας ολόκληρης εποχής για την μπάντα καθώς από κει και μετά, οι Queensrÿche, με άστοχες, αψυχολόγητες και ακατανόητες ενέργειες, οδηγήθηκαν στην παρακμή και τον εκφυλισμό, μπαίνοντας σε ένα καθοδικό σπιράλ για τα επόμενα, τουλάχιστον, 20 χρόνια.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
14/5/23
Δημοσίευση σχολίου