Καλοκαιρινές διακοπές στη Ν. Ποτίδαια Χαλκιδικής. Η ώρα είναι λίγο πριν τις 9 το πρωϊ κι έχω ξυπνήσει με τον 5χρονος ανηψιό μου που θέλει να …κουρευτεί. Πάμε στα Μουδανιά όπου τα μαγαζιά μόλις έχουν ανοίξει και είμαστε οι πρώτοι πελάτες του κουρείου. Ο ανηψιός μου κάθεται αναπαυτικά(;) σε μια τάβλα που οι κουρείς την προσάρμοζαν στα μπράτσα της καρέκλας για να φθάνουν τα μικρά παιδιά και το ψαλίδι παίρνει φωτιά. Στο ενδιάμεσο, κάνω βόλτα στα γύρω μαγαζιά κι ένα από αυτά ήταν δισκάδικο με το εξώφυλλο του Moving Pictures των Rush στη βιτρίνα. Το αγοράζω αμέσως. Το Καναδέζικο συγκρότημα το είχα ανακαλύψει πολλά χρό νια πριν, ακούγοντας την εκπομπή του Γιάννη Πετρίδη στο Α! Πρόγραμμα όταν είχε βάλει το “Bastille Day” από το καινούργιο τότε Caress of Steel. Και τότε ήμουν σε διακοπές, στις Σπέτσες και την άλλη ημέρα πήρα το πλοίο της γραμμής (νομίζω το έλεγαν Καμέλια), το αγόρασα εισαγωγής από το Music Corner της οδού Πανεπιστημίου, το άφησα σπίτι και επέστρεψα στις Σπέτσες. Στο ενδιάμεσο, είχα χάσει την επαφή μαζί τους, όχι πως δεν μου άρεσαν τα άλμπουμ τους αλλά ήταν τόσες πολλές οι καλές κυκλοφορίες εκείνα τα χρόνια, που δεν τους είχα δώσει τον κατάλληλο χρόνο για να τα ακούσω. Με το Moving Pictures ανά χείρας, επιστρέφω στο κουρείο, παίρνω τον ανηψιό μου κι επιστρέφουμε στη Ν. Ποτίδαια με τα παράθυρα του αυτοκινήτου ορθάνοιχτα καθώς ο κουρέας πρέπει να του έβαλε όλη την κολόνια λεμόνι είχε!
ΙΟΥΝΙΟΣ 1980
Οι Rush τελειώνουν μια πετυχημένη 10μηνη(!) περιοδεία σε Αμερική, Καναδά κι Μ.Βρετανία και έχουν στο μυαλό τους να κυκλοφορήσουν ένα live άλμπουμ με υλικό από αυτήν την περιοδεία. Τελικά αλλάζουν γνώμη και μπαίνουν στο Le Studio του Quebec που τον αισθανόντουσαν σαν το σπίτι τους κι αρχίζουν να δουλεύουν τις ιδέες που είχαν στο μυαλό τους με πρώτο κομμάτι το 10λεπτο "The Camera Eye", μια πολυδαίδαλη progressive σύνθεση, βασισμένη στα synthesizers για να ακολουθήσει το κλασικό "Tom Sawyer", σύνθεση και των τριών μελών αλλά και του Καναδού ποιητή/στιχουργού Pye Dubois τον οποίον είχαν γνωρίσει μέσω ενός άλλου Καναδέζικου συγκροτήματος, των Max Webster.
Το "Tom Sawyer" ήταν ένα καθαρό δείγμα της νέας συνθετικής τους άποψης αλλά και ποιότητας, ένα σφιχτοδεμένο κομμάτι με καλούς στίχους που έκανε πολύ κόσμο (Αμερικάνους και Καναδούς) επιστρέψει νοερά στα νεανικά του χρόνια. Από την εποχή της επιτυχίας του “Spirit of the Radio” (1980), οι Geddy Lee, Neil Peart και Alex Lifeson είχαν αρχίσει να προσανατολίζονται στα μικρότερης διάρκεια τραγούδια με το “Tom Sawyer”(Νο 44 Αμερική, Νο 25 Μ.Βρετανία) να εξελίσσεται σαν ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα τραγούδια τους. Όταν ο Dubois τους έστειλε τους στίχους, ο τίτλος του τραγουδιού ήταν “Louise the Warrior” αλλά με τις μικροεπεμβάσεις του Peart άλλαξε τίτλο και πήρε τη μορφή που ξέρουμε. Εξ άλλου, η αναφορά στις περιπέτειες του Tom Sawyer, που βασιζόντουσαν στο ομότιτλο βιβλίο του Mark Twain (γράφτηκε το 1876) ήταν κάτι που άρεσε στο συγκρότημα που όπως όλοι οι συνομήλικοί τους είχαν διδαχτεί στο βιβλίο στο γυμνάσιο! Η επιβλητική εισαγωγή από το synthesizer και ο διαφορετικός τρόπος σύνθεσης (κουπλέ, γέφυρα, ρεφρέν κι επανάληψη) ήταν κάτι μάλλον ασυνήθιστό για τους Rush, που όμως είδαν το τραγούδι να γίνεται επιτυχία. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Lifeson έκανε 5 takes για να ηχογραφήσει το σόλο κιθάρα αλλά κανένα δεν του άρεσε και έτσι κατέληξε σε μια συρραφή(!) αποσπασμάτων κι από τα 5 takes! Ο χώρος που γυρίστηκε το video είναι στο Le Studio στο Morin-Heights του Quebec όπου όπως βλέπετε ορισμένοι εξωτερικοί τοίχοι είναι γυάλινοι με αποτέλεσμα να φαίνεται το χιονισμένο τοπίο! Και το "Red Barchetta" έχει ενδιαφέρουσα ιστορία που ο Peart εμπνεύστηκε από το φουτουριστικό διήγημα "A Nice Morning Drive" του Richard Foster και δημοσιεύτηκε στο τεύχος Νοεμβρίου 1973 του περιοδικού Road & Track. Η ιστορία περιγράφει ένα μέλλον στο οποίο οι ολοένα και πιο αυστηροί κανονισμοί ασφαλείας ανάγκασαν τα αυτοκίνητα να εξελιχθούν σε τεράστια σύγχρονα οχήματα ασφαλείας, ικανά να αντέξουν πρόσκρουση 80χιλ ανά ώρα, χωρίς τραυματισμό του οδηγού. Αυτό είχε σαν συνέπεια, οι οδηγοί τους να γίνει λιγότερο προσεκτικοί για την ασφάλεια αλλά και πιο επιθετικοί, με αποτέλεσμα να βάζουν σημάδι τα παλαιάς τεχνολογίας αυτοκίνητα! Ο Neil Peart προσπάθησε να έρθει σε επαφή με τον Foster, αλλά δεν βρήκε ’ακρη» κι έτσι περιορίστηκε σε μια απλή αναφορά στο ένθετο. Τελικά κατάφερε να έλθει σε επαφή μαζί του το 2007! Από τα καλά κομμάτια του άλμπουμ είναι το ορχηστρικό YYZ που πήρε το όνομά του από τον κωδικό του αεροδρομίου του Τορόντο.Και το “Limelight” έχει μια ενδιαφέρουσα στιχουργική ιστορία αφού αναφέρεται στη δημόσια ζωή των καλλιτεχνών και στην ιδιωτικότητά τους. Τελευταίο άφησα το "Vital Signs" που είχε κυκλοφορήσει και σε μικρό δίσκο, με ένα κράμα reggae και electronica, που εκείνη την εποχή ήταν πολύ της μόδας, λόγω Police.
Πέραν των όσων διαβάσατε πιο πάνω για τα σημαντικότερα κομμάτια του Moving Pictures, εκείνο που χαρακτήρισε το άλμπουμ ήταν ο ήχος του που ήταν τόσο πολύπλοκος όσο και γοητευτικός. Ακούω και ξανά ακούω το «παράταιρο» "Vital Signs" και πάντα καταλήγω στο ότι είναι από τα καλύτερα τραγούδια (κι όχι μόνο του άλμπουμ). Σίγουρα οι Neil Peart, Geddy Lee και Alex Lifeson, βρισκόντουσαν σε μια συνθετική και δημιουργική ευφορία, αφού και τα 5 προηγούμενα άλμπουμ τους ήταν εμπνευσμένα. Μπορεί στους μη ομιλούντες την αγγλική, οι στίχοι να περνούν αδιάφορα, αλλά σίγουρα για το αγγλόφωνο κοινό ήταν (και είναι), ιδιαίτερα σημαντικοί, αφού έχουν μια συνέπεια στην εξέλιξή τους.
Σαν fan των Rush από τα πρώτα χρόνια (σ.σ. όπως διαβάσατε πιο πάνω, τους ανακάλυψα το 1976 με το Caress of Steel), το Moving Pictures είναι άλμπουμ ορόσημο γιατί κλείνει μια ηχητική περίοδό τους. Νομίζω ότι το "Vital Signs" έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στη μουσική τους κατεύθυνση για τα επόμενα χρόνια αφού ο ήχος τους πήρε πολλά στοιχεία από την electronica.
ΤΟ ΕΞΩΦΥΛΛΟ
Η ιδέα για τον τίτλο, προέρχεται από τη άποψή τους, τα τραγούδια του άλμπουμ να έχουν μια «κινηματογραφική» διάσταση, δηλ. να έχουν αφηγηματικό χαρακτήρα και η μουσική να ταιριάζει με τους στίχους. Μπορεί τα παραπάνω να μας φαίνονται περίεργα, αλλά το μυαλό του καλλιτέχνη έτσι λειτουργεί. Η φωτογράφιση του εξώφυλλου έγινε στο Queen’s Park Building του Toronto κι οι τρεις αψίδες συμβολίζουν τα τρία μέλη του συγκροτήματος κι ο τίτλος ταιριάζει απόλυτα με τη μεταφορά πινάκων ζωγραφικής από το προσωπικό. Ψάχνοντάς το ακόμα περισσότερο,, θα παρατηρήσουμε ότι τα θέματα των πινάκων έχουν σχέση με τα τραγούδια. H Jean d’ Arc στην πυρά έχει σχέση με το τραγούδι “Witch Hunt”, ο δεύτερος πίνακας έχει τρεις σκύλους να παίζουν χαρτιά (τρία τα μέλη του συγκροτήματος) κι ο τρίτος πίνακας έχει το κλασικό Starman, τον άνθρωπο σήμα των Rush σε αρνητικό.
Όσο για τους πέντε ανθρώπους που εικονίζονται κάτω δεξιά στο εξώφυλλο, είναι φίλοι και συγγενείς του Hugh Syme, που επιμελήθηκε το εξώφυλλο. Μεταξύ αυτών κι η κομμώτρια της μητέρας του! Και κάτι που έγινε γνωστό πριν λίγες ημέρες. Στο εξώφυλλο, ένας από τους άνδρες με κόκκινη φόρμα, είναι ο τραγουδιστής του Καναδέζικου συγκροτήματος Crowbar, Kelly Jay που έφυγε από τη ζωή το 2019!
ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΜΕΤΑ
Τον Οκτώβριο του 1981 κυκλοφόρησαν το δεύτερο live άλμπουμ τους με τίτλο Exit... Stage Left, με υλικό από την περιοδεία του Moving Pictures.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ
14/4/23
Την επόμενη Παρασκευή: Uriah Heep -The Magician's Birthday
Ο ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΡΑΝΙΔΗΣ ΓΙΑ ΤΟ MOVING PICTURES
Το οπισθόφυλλο |
Movies…. Moving Pictures… κινούμενες εικόνες … και ένα ευρηματικό εξώφυλλο που
απεικονίζει εργάτες να μετακινούν … πίνακες έξω από το Ontario Legislature στο Τορόντο,
την ιδιαίτερη πατρίδα του μεγαλύτερου καναδικού συγκροτήματος όλων των εποχών. Μετά
από 8 άλμπουμ και κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, οι μεγαλειώδεις Rush έπιασαν την
εμπορική και, κατά πολλούς, καλλιτεχνική κορυφή τους στο “Moving Pictures”. Έχοντας
αφήσει πίσω τους την εποχή των concept άλμπουμ και των μεγάλων σε διάρκεια, επικών
συνθέσεων τους, οι τρεις κολλητοί από τον Καναδά έρχονται να κεφαλαιοποιήσουν όλη
τους την σκληρή δουλειά, από την κυκλοφορία του ντεμπούτου τους το 1974, όπου
ακούγονται σαν άλλη μία αμερικάνικη μπάντα επηρεασμένη από τους Led Zeppelin. Τον
Φλεβάρη του 1981, όταν κυκλοφορούσαν το Moving Pictures, η καλύτερη δουλειά τους για
τους περισσότερους fan τους, επετεύχθη η απόλυτη ισορροπία μεταξύ του προοδευτικού
hard rock χαρακτήρα τους και των έξυπνα εμπορικών συνθέσεων. Παραμένει η πιο
επιτυχημένη τους δουλειά, εκτοξεύοντας τους τότε στο Νο.3 και στις δύο πλευρές του
Ατλαντικού, και πουλώντας πάνω από 4 εκατομμύρια στις ΗΠΑ μέχρι και σήμερα. Με τα
“Tom Sawyer” και “Limelight” να έχουν κατακλύσει τα ραδιόφωνα την άνοιξη και το
καλοκαίρι του 1981, κατάφεραν να μπουν θριαμβευτικά (και δικαιωματικά) στην παγκόσμια ελίτ του rock.
Δημοσίευση σχολίου