Το 1994 ήταν χρονιά-σταθμός για τους Cranberries, την 4μελή rock μπάντα από το Limerick της Ιρλανδίας. Το ντεμπούτο άλμπουμ τους, με τίτλο Everybody Else Is Doing It So Why Can’t We?, ανέβηκε στην κορυφή των charts και έγινε πολυπλατινένιο, δίνοντας σε όλους όσους έσπευσαν να το αγοράσουν μια ξεκάθαρη εικόνα για τον μουσικό προσανατολισμό του γκρουπ: Μέσα στη φθίνουσα (πια) grunge σκηνή, οι Cranberries ήταν μια χίπικη όαση, με τη φευγάτη ξυπολυσιά τους, με τον ρομαντισμό τους και με τη γλύκα που ανέδιναν οι μεγάλες τους single επιτυχίες, όπως το “Linger” και το “Dreams”. Κι όλα αυτά να σφραγίζονται με το μοναδικό ηχόχρωμα της τραγουδίστριας του γκρουπ, της υπέροχης Dolores O’ Riordan, με την κοριτσίστικη φωνή και τη χαρακτηριστική βαριά προφορά του Limerick. Ποιος, λοιπόν, θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί, ότι το Σεπτέμβριο αυτής της τόσο επιτυχημένης χρονιάς, θα ερχόντουσαν μόνοι τους να ανατρέψουν τη δημόσια εικόνα τους! Και μάλιστα, ενώ είχε δρομολογηθεί η κυκλοφορία του νέου τους άλμπουμ No Need To Argue. Κι όμως! Το πρώτο single του νέου άλμπουμ είναι ένα ζοφερό, αντιπολεμικό, θυμωμένο grungy rock κομμάτι, με τίτλο “Zombie”, μέσα από το οποίο η Dolores O’ Riordan ξεσπά όλη της την οργή εναντίον αυτών που, στο όνομα της ανεξαρτησίας της Βόρειας Ιρλανδίας, βιαιοπραγούσαν τυφλά, καταλήγοντας να γίνουν χειρότεροι από τους δυνάστες τους.
THE WARRINGTON BOMBINGS
Τι ακριβώς είχε συμβεί; Τι ήταν αυτό που συντάραξε τόσο πολύ την Dolores O’ Riordan, ύστερα από τόσα χρόνια έντασης και συγκρούσεων μεταξύ του IRA και του Ηνωμένου Βασιλείου; Λοιπόν, όλα ξεκίνησαν τον Φεβρουάριο του 1993, όταν τρία μέλη του IRA τοποθέτησαν βόμβες σ’ ένα σιλό γκαζιού στην πόλη Warrington της Αγγλίας, μια μεσαίου μεγέθους πόλη ανάμεσα στο Λίβερπουλ και το Μάντσεστερ. Οι βόμβες έσκασαν, χωρίς ευτυχώς ανθρώπινα θύματα, δύο από τους τρεις βομβιστές όμως συνελήφθησαν. Ένα μήνα αργότερα, στις 20 Μαρτίου 1993, ίσως στην προσπάθεια του IRA να εκδικηθεί για τους συλληφθέντες, σκάνε καταμεσήμερο, μέσα στην καρδιά του πολυσύχναστου εμπορικού κέντρου του Warrington, δύο βόμβες, που είχαν τοποθετηθεί μέσα σε μεταλλικούς κάδους απορριμμάτων. Δύο παιδιά ,ένα τρίχρονο και ένα δωδεκάχρονο, χάνουν τη ζωή τους, ενώ τραυματίζονται άλλοι 54 περαστικοί. Το τυφλό αυτό χτύπημα συγκλόνισε όχι μόνο τους Βρετανούς, αλλά και τους Ιρλανδούς. Μάλιστα, αμέσως μετά το χτύπημα αυτό, το κοινοβούλιο του Δουβλίνου νομοθέτησε υπέρ της διευκόλυνσης της έκδοσης τρομοκρατών.
Οι Cranberries έμαθαν τα νέα πάνω στο πούλμαν, που χρησιμοποιούσαν για την βρετανική τους περιοδεία. «Εκείνη την εποχή, γίνονταν πολλές βομβιστικές επιθέσεις, στο Λονδίνο κυρίως. Οι ‘ταραχές’ (Σ.Σ. Troubles στο αγγλικό κείμενο) ήταν σε έξαρση», θυμόταν 24 χρόνια αργότερα η O’ Riordan. «Ήμασταν σε tour στο Ηνωμένο Βασίλειο όταν σκοτώθηκαν τα παιδάκια και νιώσαμε όλοι μεγάλη λύπη. Αυτές οι βόμβες τοποθετούντο τυχαία, ξέρετε. Θα μπορούσαν να είναι οπουδήποτε, να σκοτώσουν οποιονδήποτε!».
ΠΩΣ ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
Η O’ Riordan διατήρησε ατόφιο τον θυμό και την απόγνωση, που της προξένησαν οι βόμβες του Warrington, μέχρι την επιστροφή του συγκροτήματος στο Limerick. Εκεί, έκατσε μόνη της στο διαμέρισμά της κι έγραψε το ‘Zombie’ με μια ακουστική κιθάρα. Αμέσως μετά όμως, στις πρώτες πρόβες που κάνανε, κατάλαβε ότι έπρεπε να ακούγεται βαρύτερο. «Άρπαξα την ηλεκτρική κιθάρα κι έβαλα φουλ παραμόρφωση. Γυρίζω μετά στον Ferg (Fergal Lawler, drummer) και του λέω: ‘Πόσο δυνατά μπορείς να χτυπήσεις τα ντραμς σου;’. Και έτσι έγινε, που αυτό το τραγούδι, που γράφτηκε σε ακουστική κιθάρα, βγήκε τόσο rock».
«Όσο σκληρότερο, τόσο το καλύτερο γι’ αυτό το τραγούδι», λέει ο κιθαρίστας και ιδρυτής του γκρουπ Noel Hogan, «αν ήταν μαλακό, δεν θα είχε τον ίδιο αντίκτυπο. Αυτή ήταν μια εντελώς νέα κατεύθυνση για εμάς».
Υπήρξαν αμέσως, βεβαίως, κάποιοι που θεώρησαν τους στίχους της O’ Riordan ρηχούς και -ακόμα χειρότερα- μεροληπτικούς. Ότι έπαιρνε δηλαδή θέση σε μια διαμάχη, που δεν μπορούσε να αντιληφθεί. «Δεν με ενδιαφέρει αν επρόκειτο για Καθολικούς ή Προτεστάντες. Με ενδιαφέρει ότι χάνονται αθώοι άνθρωποι», έλεγε αργότερα η O’ Riordan. «Αυτό με παρακίνησε να γράψω αυτό το τραγούδι, όχι ότι είμαι Ιρλανδή. Είναι δύσκολα θέματα αυτά. Για να είμαι ειλικρινής, δεν θα φανταζόμουν ποτέ τον εαυτό μου να γράφει για τέτοια πράγματα. Θα φοβόμουν. Όμως, όταν είσαι νέος, δεν το σκέφτεσαι και πολύ. Σε ενοχλεί κάτι; Το αρπάζεις από τα κέρατα! Όσο μεγαλώνεις, βέβαια, γίνεσαι πιο επιφυλακτικός και αποφεύγεις τα μπλεξίματα».
Η δημιουργία του τραγουδιού ολοκληρώθηκε χωρίς δυσκολίες. «Το ρεφρέν βγήκε αμέσως, τα κουπλέ αρκετά εύκολα», θυμόταν αργότερα η Dolores. «Οι στίχοι βγήκαν κι αυτοί νεράκι, χωρίς αναστολές». Στη συνέχεια, όπως είπαμε, ήρθε η παραμόρφωση της κιθάρας και τα άγρια ντραμς. Και μετά: η φωνή! Αυτή η φωνή, που πάλλεται από θυμό, που βογκάει από πόνο. Η O’ Riordan, λες και το κάνει επίτηδες, για να μην έχει κανείς αμφιβολία ότι είναι Ιρλανδέζα, αναδεικνύει μέσα σ’ αυτό το τραγούδι όλες τις πατροπαράδοτες τεχνικές των Ιρλανδών τραγουδιστών, τους λαρυγγισμούς του yodeling, ή τον λυγμό του keening, καθώς φωνάζει στους δολοφόνους “What’s in your head, in your head? Zombie, zombie.”
Το Zombie αναδείχτηκε, τελικά, στην μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία των Cranberries, χτυπώντας πρώτη θέση στα charts Γερμανίας, Αυστραλίας και Γαλλίας, αλλά και του US Alternative Rock. Στη μεγάλη του επιτυχία έπαιξε σημαντικό ρόλο και το υποβλητικό video clip, σε σκηνοθεσία του Samuel Bayer (που είχε κάνει και το ‘Smells Like Teen Spirit’).
ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ
11/3/23
Δημοσίευση σχολίου