Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΤΩΝ BEATLES, APPLE


Το 1967, αμέσως μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band, οι Beatles ένιωθαν κάπως χαμένοι. Απ’ τη μια, έχοντας μόλις κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ ανεπανάληπτο, βρίσκονταν μπροστά σ’ ένα δημιουργικό κενό. Απ’ την άλλη, έχοντας βιώσει την απώλεια του εμβληματικού μάνατζέρ τους Brian Epstein, είχαν να αντιμετωπίσουν μεγάλα, δυσεπίλυτα
προβλήματα, είτε οργανωτικά είτε οικονομικά. Τι θα έκαναν, αλήθεια από δω και πέρα;
Το πρώτο που αποφάσισαν, ήταν ότι δεν χρειάζονταν πια μάνατζερ. Μάλιστα, όταν στο προσκήνιο εμφανίστηκε ο Αυστραλός Robert Stigwood, που είχε εξαγοράσει ένα μερίδιο των δικαιωμάτων του Brian Epstein, οι Beatles του το ξέκοψαν κάπως απότομα: «Αν τυχόν επιδιώξεις να διεκδικήσεις το management, το μόνο που θα ηχογραφούμε από δω και πέρα, θα είναι ο εθνικός ύμνος, παράφωνα
τραγουδισμένος». Και ο Stigwood, βεβαίως, υποχώρησε. Το δεύτερο που απαιτούσε άμεση αντιμετώπιση ήταν το οικονομικό κομμάτι, που ως τότε το διαχειριζόταν ο Epstein. Οι Beatles, εκείνη την εποχή, είχαν στη άκρη δύο εκατομμύρια λίρες, που θα έπρεπε άμεσα να επενδύσουν, αλλιώς θα τους τα έτρωγαν οι φόροι. Αποφάσισαν λοιπόν, ότι το καλύτερο θα ήταν να επενδύσουν αυτά τα χρήματα σε μια δική τους δισκογραφική εταιρία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο έλυναν το πρόβλημα της επένδυσης των κερδών τους, αλλά έλυναν και το πρόβλημα αναζήτησης εταιρίας, ύστερα από τον θάνατο του Epstein. Έτσι, ιδρύθηκε η Apple Records, μια εταιρία μέσω της οποίας οι Beatles θα
επεδίωκαν να μεταδώσουν την αγάπη τους για το rock ‘n’ roll στη νέα γενιά μουσικών, μετά απ’ αυτούς. Και όχι μόνο αυτό. Αφού αυτοί είχα πλουτίσει από τη μουσική, ήθελαν τώρα να επενδύσουν τα κέρδη τους υπογράφοντας συμβόλαια με μουσικούς πιο σοβαρούς απ’ όλους αυτούς τους πιτσιρικάδες, που κυριαρχούσαν στα charts. Tην ημέρα ίδρυσης της Apple, o Paul McCartney ήταν κατηγορηματικός σχετικά με την επιλογή σχημάτων, που θα εξυπηρετούσαν αυτήν ακριβώς την ιδέα της διάδοσης της καλής μουσικής και τίποτα παραπάνω! «Είμαστε στην ευτυχή
θέση» έλεγε, «να μην χρειαζόμαστε άλλα λεφτά , οπότε -για πρώτη φορά- ό,τι γίνεται, δεν θα γίνεται για το κέρδος. Θα έρχονται και θα μας λένε: ‘Έχω αυτό κι αυτό το όνειρο’ κι εμείς θα τους λέμε: ‘Πάρε αυτά τα χρήματα και προχώρα! Πραγματοποίησέ το!’ Εμείς τα καταφέραμε και χρηματοδοτήσαμε τα όνειρά μας. Τώρα, θέλουμε να δώσουμε αυτή την ευκαιρία και σε άλλους». Στόχος της εταιρίας ήταν να επεκταθεί και σε άλλους τομείς, πέρα από τη μουσική. Έλεγε ο John Lennon: «Η εταιρία ασχολείται με δίσκους, φιλμ και ηλεκτρονικά. Και, παραπλεύρως, με οτιδήποτε αφορά μεταποίηση, ή όπως αλλιώς το πείτε. Να στήσουμε, με άλλα λόγια, ένα ολοκληρωμένο σύστημα, όπου θα έρχεται κάποιος που θέλει να γυρίσει ένα φιλμ και θα το κάνει, χωρίς να πρέπει να παρακαλάει γονατιστός κάποιον». Πράγματι, πολύ σύντομα, δίπλα στην Apple Records   ιδρύθηκαν η Apple Electronics, η Apple Films, η Apple Publishing και η Apple Retail, στην οποία  ανήκε η περίφημη Apple Boutique, στην Baker Street. Όλες αυτές οι εταιρίες συγκρότησαν την Apple Corps, στο νούμερο 3 της Savile Row, όπου βρισκόταν και το Apple studio. Στις διευθυντικές θέσεις τοποθετήθηκαν όλοι οι παλιόφιλοι: Ο Neil Aspinal, ο Mal Evans, ο Peter Asher (αδελφός της Jane Asher, της τότε αρραβωνιαστικιάς του Paul), ο (Έλληνας) Alex Mardas, αλλά και πιο εξειδικευμένα στελέχη, όπως ο Ron Kass και ο Derek Taylor.

ΠΩΣ ΒΓΗΚΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΗΜΑ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

 Το όνομα “Apple”  προέκυψε από τον Paul, που επέλεξε για την εταιρία την πρώτη λέξη που μαθαίνουν τα Εγγλεζάκια στο σχολείο: “A for Apple”. Όσο για το logo (ένα μήλο Granny Smith), ο Paul το εμπνεύστηκε από έναν πίνακα του Βέλγου σουρεαλιστή  Rene Magritte. Η πρώτη παραγωγή της Apple Films ήταν η τηλεταινία Magical Mystery Tour, ενώ το
πρώτο άλμπουμ των Beatles με την ετικέτα Apple ήταν το White Album. Και τα δύο αποτελούν τέλειο δείγμα των επιδιώξεων του γκρουπ, μέσα από τη νέα εταιρία. Ύστερα από χρόνια πειραματισμών, επιτέλους οι Beatles ήταν σε θέση να παράγουν ανεμπόδιστοι, από ψυχεδελικά κομμάτια μέχρι folk rock μπαλάντες, μέσα στο ίδιο project, χωρίς να έχουν να επιχειρηματολογήσουν για τις επιλογές τους. Πέρα όμως από τους ίδιους, οι Beatles έφεραν στην εταιρία και μερικούς καλλιτέχνες, που -κι αυτοί με τη σειρά τους- θα γίνονταν θρυλικοί, όπως ο Billy Preston ή ο νεοεμφανιζόμενος James Taylor. Θυμόταν αργότερα ο Taylor: «Οι Beatles ήταν -
χωρίς υπερβολή- ο καθρέφτης της κουλτούρας μας. Οπότε, ήταν πραγματικά αδιανόητο να βρίσκεσαι στον ίδιο χώρο με τον Paul και τον George και να τους παίζεις το τραγούδι σου και να σου λένε: -Ωραίο είναι. Αν θέλεις να το ηχογραφήσεις, πάμε!». Όμως και οι Beatles, σαν γνήσιοι καλλιτέχνες, έβρισκαν -με τη σειρά τους- κάτι καλό να αποκομίσουν από τις νέες τους συνεργασίες. Ο George,
για παράδειγμα, πήρε ατόφιο τον στίχο ‘Something in the Way She Moves’ του James Taylor για το τραγούδι του ‘Something’. Για να μην μιλήσουμε για την εξαιρετικά θετική επιρροή που είχε η παρουσία του Billy Preston σε όλους τους Beatles, σε τέτοιο βαθμό, που ο John αναρωτιόταν μήπως θα έπρεπε να θεωρήσουντον Preston ως τον πέμπτο Beatle. Ενώ, λοιπόν, οι πιο πολλές εταιρίες νοιάζονταν μόνο για την επιτυχία, αδιαφορώντας για τον άνθρωπο, οι Beatles ήταν προστατευτικοί απέναντι στους
καλλιτέχνες της εταιρίας τους. «Ο George Harrison είχε πάντα χρόνο για μένα και πάντα με προστάτευε», θυμάται ο Jackie Lomax (ένας από τα φυντάνια της Apple), «με καλούσε μάλιστα και στο σπίτι του. Ένιωθα πολύ ευνοημένος. Ήταν απίστευτο! Να συνδυάζεται το όνομά μου με το όνομα των Beatles! Τι καλύτερο θα μπορούσε να περιμένει ένας εκκολαπτόμενος καλλιτέχνης;». Είναι γεγονός, ότι η Apple δεν υπήρξε ποτέ ένα τυπικό επιχειρηματικό εγχείρημα. Κάθε ένας από τους Beatles στεκόταν πολύ κοντά στον καλλιτέχνη που ανελάμβανε, μέχρι που έφταναν να τους
γράφουν και τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους.
Στους Badfinger, για παράδειγμα, ήταν ο McCartney αυτός που έγραψε την πρώτη τους επιτυχία, το ‘Come and Get it’, λέγοντάς τους, μάλιστα, να μην πειράξουν τίποτα από το demo που τους έδωσε. Το ίδιο και ο Harrison συμμετείχε πολύ ενεργά, γράφοντας την επιτυχία ‘Sour Milk Sea’ του Jackie Lomax, ή παίζοντας slide guitar στο ‘Day After Day’ των Badfinger.

Jackie Lomax/Badfinger

Δυστυχώς, ενώ η Apple έδειχνε να είναι ένας ακόμα θρίαμβος των Beatles, στην
πραγματικότητα επηρέασε άσχημα το συγκρότημα. Ξαφνικά, έπρεπε να λειτουργούν σαν επιχειρηματίες, να συνεργάζονται καθημερινά με λογιστές, σε βαθμό που επηρεαζόταν η καλλιτεχνική τους δημιουργικότητα. Το πρόβλημα κορυφώθηκε, όταν ο John Lennon ανακοίνωσε ότι έχει απομείνει με 25.000 δολάρια στο λογαριασμό του, αποκαλύπτοντας έτσι την οικονομική αποτυχία του εγχειρήματος. Μάλιστα, αυτή η ειλικρινής δήλωση του John προσέλκυσε το ενδιαφέρον του του Allen Klein, ενός αμφιλεγόμενου Αμερικανού επιχειρηματία, ο οποίος είχε κάνει όνομα ως διαχειριστής μεγάλων καλλιτεχνών στην Αμερική, όπως του Sam Cooke, του Bobby Darin και των Shirelles. Από τη μια, τον αποκαλούσαν «Ρομπέν των μουσικών», γιατί είχε βρει τον τρόπο να περιορίζει τα κέρδη των εταιριών, αυξάνοντας έτσι τα κέρδη των καλλιτεχνών, από την άλλη όμως έβαζε πολύ πιεστικούς όρους, μέσω των οποίων μετέτρεπε τους καλλιτέχνες σε υποχείριά του. Τα ίδια είχε κάνει και στους Rolling Stones, όταν είχε αναλάβει τη διαχείριση των κερδών τους στις ΗΠΑ. Οι Rolling Stones έσπευσαν να προειδοποιήσουν τους Beatles για το ρίσκο της ενδεχόμενης συνεργασίας τους με τον Klein, εκείνοι όμως είχαν λάβει τις αποφάσεις τους. Ο μόνος που στάθηκε απέναντι σ’ αυτή τη λύση ήταν ο Paul McCartney, ο οποίος είχε κάνει σαφή την προτίμησή του στο νομικό
γραφείο Eastman & Eastman, από την οικογένεια της γυναίκας του Linda. Τέλος πάντων, ήρθε ο Klein, είδε τι συνέβαινε στην εταιρία, έφριξε και άρχισε να διώχνει κόσμο. Σκεφτείτε, μόνο στο Τμήμα Επικοινωνίας «εργάζονταν» 40 άτομα! Κάθε μουρλός, κάθε τεμπέλης, κάθε χίππυ ή Χάρε Κρίσνα ή Άγγελος της Κόλασης πήγαινε κι έβρισκε καταφύγιο στην Apple. Όσους και να έδιωξε ο Klein, δεν έβγαινε άκρη. Το μόνο που κατάφερε, τελικά, ήταν να σπείρει διχόνοια στο γκρουπ. Στο τέλος, ο McCartney, προκειμένου να διώξει τον Klein, ζήτησε τη διάλυση των Beatles. Μέχριτότε (1970), η Apple είχε γίνει σκιά του εαυτού της. Παρόλο που, ως εταιρία, συνέχισε να εκδίδει νέους δίσκους, αυτοί δεν ήταν παρά μόνο από την ανεξάρτητη   δουλειά των Beatles, εγκαταλείποντας όλους τους υπόλοιπους καλλιτέχνες. Πάντως, ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, η επιρροή της εταιρίας είναι ακόμα ζωντανή. Ο Steve Jobs, που ονόμασε και τη δική του εταιρία “Apple”, αιτιολόγησε αργότερααυτή του την απόφαση, λέγοντας: «Ήταν τέσσερεις τύποι, που κατάφεραν να ελέγχουν τις αδυναμίες τους. Ισορροπούσαν ο ένας τον άλλο, με αποτέλεσμα το σύνολο του έργου τους να είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των τεσσάρων επίμέρους ταλέντων τους. Αυτό σημαίνει επιτυχημένη επιχείρηση για μένα: Τα μεγάλααποτελέσματα έρχονται από την ομαδική δουλειά». 

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ

15/2/23

Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment

Δημοσίευση σχολίου