Εκείνο το 4ήμερο, 2-3-5-6 του Μαϊου του2005 το ιστορικό κτήριο του Royal Albert Hall ήταν γεμάτο από fans, νέους και παλιούς των Cream. Μεταξύ των πολλών στις πρώτες σειρές κάθε ημέρα, προσωπικότητες που είχαν γράψει τη δική τους χρυσή ιστορία στη μουσική, που είχαν εμπευστεί από τους Cream για να σχηματίσουν τα δικά τους συγκροτήματα και να διαγράψουν τη δική τους φωτεινή καριέρα. Όμως τι ήταν αυτό που ώθησε μερικές χιλιάδες, κυρίως νέων, να γεμίσουν το Royal Albert Hall, για να δουν ένα συγκρότημα που διαλύθηκε πριν …36 χρόνια; Η απάντηση είναι απλή: Οι Cream ήταν πρωτοπόροι του blues rock και οι όποιοι επηρεασμοί τους προερχόντουσαν κατ ευθείαν από τον πυρήνα της μουσικής. Και δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν ότι η κληρονομιά που άφησαν πίσω τους ήταν τεράστια! Δεν είναι η πρώτη φορά και προφανώς ούτε και η τελευταία που που ο Rockmachine.gr ασχολείται με τους Cream. Στο παρελθόν έχουν δημοσιευτεί άρθρα για όλα σχεδόν τα άλμπουμ τους και στι σημερινό θα βρείτε συγκεντρωμένη τη δισκογραφία τους με τα live, dvd και συλλογές.
Πριν οι Ginger Baker, Jack Bruce και Eric Clapton σχηματίσουν τους Cream, η πλειονότητα των βρετανικών rock συγκροτημάτων, παρουσίαζε εύκολες συνθέσεις 3-4 λεπτών με ένα κουπλέ κι ένα επαναλαμβανόμενο ρεφρέν. Αυτό ήταν. Οι Cream έξοχοι μουσικοί, πήραν το απλό κανόνα που διαβάσατε πιο πάνω και τον πλούτισαν με σόλο, άλλαξαν το μέτρο σε πολλά κομμάτια, όπως πχ το “Spoonful” του Willie Dixon, δίνοντας του μια εντελώς καινούργια διάσταση. Σ αυτό βοήθησε το jazz background των Ginger Baker και Jack Bruce αλλά και οι blues καταβολές του Eric Clapton που είχε ένα πολύ καλό όνομα, έχοντας περάσει από τους John Mayall & the Bluesbreakers (στον ιστορικό κι αξεπέραστο δίσκο Blues Breakers with Eric Clapton,1966) αλλά κι από τους Yardbirds.O Ginger Baker,είχε ένα πολύ καλό όνομα έχοντας παίξει με στους Graham Bond Organisation, όπου είχε ήδη γνωριστεί με τον Jack Bruce που έπαιζε μπάσο και φυσαρμόνικα. Ο εθισμός του Graham Bond στα ναρκωτικά, οδήγησε τους 2 μουσικούς να ψάξουν το μέλλον τους και με δεδομένη την εκτίμηση του Clapton στο παίξιμο του Baker, βρέθηκαν να τζαμάρουν μαζί μετά από μια επίσκεψη του ντράμερ σε μια συναυλία των Bluesbreakers. Ο Baker είχε επιστρέψει τον Clapton στο Λονδίνο με το αυτοκίνητό του, ένα Rover, πράγμα που τον εντυπωσίασε. Στη διάρκεια της επιστροφής, ο Baker του είπε ότι θέλει να ξεκινήσει ένα συγκρότημα κι αν ήθελε να το σκεφτεί. Σε λίγες ημέρες, οι δύο μουσικοί αρχίζουν να παίζουν μαζί σε ένα άτιτλο ακόμα σχήμα με τον Baker να φέρνει τον παλιό συμπαίχτη του στους Graham Bond Organization, Jack Bruce, τον οποίο ο Clapton τον ήξερε γιατί είχαν παίξει το Νοέμβριο του 1966 στους Bluesbreakers. Το περίεργο ήταν ότι όσο οι Bruce και Baker έπαιζαν στους the Graham Bond Organisation δεν είχαν καθόλου καλή σχέση, φθάνοντας στο σημείο ένας να σαμποτάρει ακόμα και τα μηχανήματα του άλλου! Ο Baker κατάφερε να τον απολύσει αλλά ο Bruce εξακολούθησε να πηγαίνει στις συναυλίες τους, με αποτέλεσμα ο Baker να τον απειλείσει με ένα μαχαίρι!!! Και τώρα ξαφνικά βρισκόντουσαν μαζί σε ένα καινούργιο συγκρότημα για το οποίο έπρεπε να δουλέψουν για το κοινό καλό.
ΠΩΣ ΠΗΡΑΝ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥΣ
Αρχικά χρησιμοποιούσαν το όνομα "Sweet 'n' Sour Rock 'n' Roll, που τελικά άλλαξαν σε Cream το οποίο προήλθε από την έκφραση "cream of the crop" που χρησιμοποιούσαν οι δημοσιογράφοι για το παίξιμό των τριών τους, αλλά κυρίως για τον Eric Clapton. Μάλιστα αρχικά χρησιμοποιούσαν και άρθρο The για να απαλείψουν στη συνέχεια.
Τα φωνητικά τα είχε αναλάβει εξ ολοκλήρου ο Bruce καθώς ο Clapton…ντρεπόταν να τραγουδήσει και έκανε μόνο δεύτερα φωνητικά. Με manager τον Robert Stigwood το συγκρότημα κλείνει για προθέρμανση την πρώτη εμφάνισή του στις 29 Ιουλίου 1966 σ΄ένα club του Manchester, το Twisted Wheel, όμως την πρώτη επίσημη εμφάνισή τους πραγματοποίησαν δύο ημέρες κατά τη διάρκεια του Sixth Annual Windsor Jazz & Blues Festival, παίζοντας μπροστά σε 15.000 κόσμο κυρίως διασκευές, με τον κόσμο να αντιδρά πολύ θετικά (δες αφίσα δεξιά). Ο Stigwood λίγες ημέρες πριν την εμφάνισή τους στο φεστιβάλ, είχε στείλει ένα Δελτίο Τύπου στις δισκογραφικές εταιρείες, ενημερώνοντας τα στελέχη τους κλείνοντας το Δελτίο γράφοντας: «Το πρώτο είναι τελευταίο και το τελευταίο είναι πρώτο, αλλά το πρώτο, το δεύτερο και το τελευταίο είναι Cream»!!! Θα ονομάζονται Cream». Στην αυτοβιογραφία του, ο Eric Clapton αποκαλύπτει ότι παρ’ όλη την προθέρμανση που είχε προηγηθεί στο Twisted Wheel, ήταν πολύ νευρικοί πριν την εμφάνισή τους στο Sixth Annual Windsor Jazz & Blues Festival κι εκείνο που τους είχε προβληματίσει, ήταν η εμφάνιση των Who που ήταν πολύ θορυβώδης και απέσπασαν πολλά χειροκροτήματα. Αμέσως μετά την εμφάνισή τους, ο Robert Stigwood τούς έκλεισε ώρες σε δύο studio του Λονδίνου, τα Rayrik και Ryemuse όπου ηχογράφησαν τα 10 τραγούδια του πρώτου δίσκου τους που τιτλοφορήθηκε Fresh Cream κι έφθασε έως το Νο6 του βρετανικού chart ξεπερνώντας τις 100.000 αντίτυπα και στο Νο 39 του αμερικάνικου, με πωλήσεις άνω των 500.000 αντιτύπων. Να ξεκαθαρίσω κάτι:
Το πρώτο άλμπουμ τους ΔΕΝ είναι το καλύτερό τους, αν με βάζατε να διάλεγα, σίγουρα θα επέλεγα τα Disraeli Gears (1967) και Wheels of Fire (1968) αλλά τότε κανείς μας δεν είχε ακούσει τέτοιο ήχο. Το “N.S.U” που ανοίγει το άλμπουμ (γράφτηκε στην πρώτη πρόβα τους), έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που λες «κάτι συμβαίνει εδώ» όπως και το κλαψιάρικο “Sleepy Time Time” (σ.σ. ακούστε το” She's Gone Away” από το Taste the Conium των Socrates Drank the Conium και θα βρείτε πολλά κοινά στοιχεία) για να φθάσουμε στη εκπληκτική διασκευή του κλασικού “Spoonful”, σύνθεση του Willie Dixon από το 1960, που χάρις αυτή τη διασκευή (σ.σ. το κομμάτι είναι χιλιοδιασκευασμένο) έγινε γνωστό στο πλατύ κοινό. Τι κράτησα από τα 5 τραγούδια της Α πλευράς; Πέραν των 2 αδιάφορων “Dreaming” και “Summer Wine”, οι Cream διαθέτουν ένα μαγικό κιθαρίστα που κεντάει κι ένα τραγουδιστή/μπασίστα με μια τραχιά, διαφορετική φωνή απ΄ότι είχαμε ακούσει έως τότε. Δεν λείπει μια σύνθεση του Robert Johnson ("From Four Until Late”)που επηρέασε τόσο πολύ τον Clapton όπως και το τόσο αμερικάνικο "Rollin' and Tumblin'"(σύνθεση αγνώστου, πρώτη εκτέλεση το 1929) με τον Jack Bruce να παίζει φυσαρμόνικα σαν δαίμονας. Το άλμπουμ κλείνει με μια ακόμα διασκευή, το I'm So Glad" (σύνθεση και πρώτη εκτέλεση από τον Skip James το 1931) μας φέρνει στα ..ίσα μας και την instrumental σύνθεση του Ginger Baker “Toad” που στην ουσία είναι ένα ντραμς σόλο. Και κάτι για τις διασκευές: Εκείνη την εποχή, και για πολλά χρόνια αργότερα, δεν νοείτο ένα blues κομμάτι να …υποστεί διασκευή εκ θεμελίων. Η πάγια θέση των μουσικών αλλά και του κοινού ήταν η καινούργια εκτέλεση να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στην αρχική.
Το Fresh Cream έχει όλα τα στοιχεία του κλασικού blues (σ.σ. ηχογραφήθηκε το φθινόπωρο του 1966!) με λιγότερη δόση ψυχεδέλειας απ΄ότι θα πιστεύατε. Το ξανά γράφω: Δεν είναι το καλύτερο άλμπουμ τους αλλά είναι πρωτοποριακό σε μια εποχή που ο βασικός επηρεασμός των νέων ήταν το αμερικάνικο blues. Ακούστε δυνατά το “Cat’s Squirrel” και θα καταλάβετε ότι το διασκέδασαν. Η αμερικάνικη έκδοση του βινύλιου, περιέχει και το “I feel free”. Φυσικά το συγκεκριμένο τραγούδι υπάρχει σε όλες τις cd εκδόσεις! «Πιστεύω ότι το άλμπουμ που έκανα με τον John Mayall ήταν καλύτερο από το πρώτο δικό μας, που το θεωρώ αδύναμο και μου αρέσουν λίγα μόνο κομμάτια του. Με τους Cream χάθηκε πολύ σύντομα η μαγεία που είχαμε, κάτι που το αισθανόμαστε και οι τρεις. Ίσως επειδή δεν είχαμε ένα ηγέτη. Πότε ήταν ο ένα , πότε ο άλλος. Δεν ήταν ξεκάθαρο ποιος έκανε κουμάντο στο συγκρότημα» δήλωσε στο περιοδικό Classic Rock o Eric Clapton (Summer 2016, σελ 37).
Αν το Fresh Cream ήταν ένα σημαντικό άλμπουμ για την εξέλιξη του hard rock, τότε τι ήταν το Disraeli Gears (Νο 5 Μ.Βρετανία, Νο 4 Αμερική); Κυκλοφόρησε το Νοέμβριο του 1967 με ένα καταπληκτικό εξώφυλλο για την εποχή του (διαβάστε πιο κάτω την ιστορία του εξώφυλλου) σε παραγωγή του Felix Pappalardi (μετέπειτα μπασίστας των Mountain). Οι ηχογραφήσεις έγιναν στη Νέα Υόρκη τον Μάιο του 1967 αφού είχαν προηγηθεί 9 εμφανίσεις στο RKO club της Ν. Υόρκης. Ξεκινώντας με τα τραγούδια του και μόνο η ύπαρξη του "Sunshine of Your Love", σύνθεση των Jack Bruce και Eric Clapton, προετοιμάζει το έδαφος για ένα ΠΟΛΥ καλό άλμπουμ. Σύμφωνα με τον Jack Bruce που το ερμηνεύει, έγραψε το βασικό riff μετά από μια συναυλία του Jimi Hendrix, επηρεασμένος από τον ήχο του hard rock που μόλις είχε αρχίσει να ανατέλλει, αλλά και στοιχεία ψυχεδέλειας. Στο τελικό αποτέλεσμα, συνέβαλαν ο κιθαρίστας Eric Clapton που έβαλε τα ακόρντα, ο στιχουργός Pete Brown αλλά κι ο ντράμερ Ginger Baker που έπαιξε το ρυθμό στα tom της ντραμς του, ένα ρυθμό πολύ κοντά σε αυτούς των ινδιάνων. «Όποτε πηγαίνω σε μαγαζί με μουσικά όργανα , πάντα υπάρχει ένα νεαρός που δοκιμάζει να παίξει το ρυθμό του "Sunshine of Your Love". Είναι ένα από τα πράγματα για το οποία είμαι υπερήφανος» είχε δηλώσει ο Bruce το 2003 και συνέχισε: «Είχα παίξει το riff στον Πρόεδρο της Atlantic Records Ahmet Etrgun και είχε πει :»Ωχ, ακόμα μια ψυχεδελική αναγούλα, αλλά ευτυχώς υπήρξαν πολλοί άλλοι που το βρήκαν πολύ ενδιαφέρον, όπως ο Booker T κι ο Otis Redding, που μου εξέφρασαν το θαυμασμό τους για το τραγούδι, προβλέποντας την επιτυχία του»!
Οι στίχοι γράφτηκαν από τον μόνιμο συνεργάτη των Cream, στιχουργό Pete Brown την ώρα που ετοιμαζόντουσαν να το ηχογραφήσουν, σχεδόν χαράματα στο studio της Atlantic της Νέας Υόρκης. Το "Sunshine of Your Love"(Νο 25 Μ.Βρετανία, Νο 5 Αμερική) ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία τους και ένα από τα καλύτερα rock τραγούδια όλων των εποχών! Παρ΄όλο που στο σύνολό του τα τραγούδια του Distraeli Gears είναι πολύ καλά ("Strange Brew", "Sunshine of Your Love","Tales of Brave Ulysses", «Outside Woman Blues") τα έπαιξαν ελάχιστες φορές live, προτιμώντας τα μεγαλύτερα jams αντί για τα σύντομα τραγούδια. Η αλήθεια είναι ότι το άλμπουμ περιλαμβάνει 11 τραγούδια, το μεγαλύτερο 4 λεπτών και δεν έχει σχέση με τα τζαμαρίσμτα και τους αυτοσχεδιασμούς που έκαναν στα live τους. Το συγκρότημα ήταν πλέον στην κορυφή της rock ψυχεδέλειας με ένα ήχο, ίσως τον πιο αντιπροσωπευτικό με τον ήχο τους να απομακρύνεται από το Blues. Εδώ τα φωνητικά τα μοιράζονται οι Bruce και Clapton (σ.σ. ξεπέρασε τις φοβίες του) με τον Baker να τραγουδάει το "Blue Condition".
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ DISTRAELI GEARS
Καμιά φορά η τύχη παίζει περίεργα παιχνίδια όπως στην περίπτωση της τυχαίας γνωριμίας του Eric Clapton και του Αυστραλού ζωγράφου/ποιητή Martin Sharp, που κατοικούσαν στο ίδιο συγκρότημα κατοικιών, The Pheasantry στο Chelsea, αλλά γνωρίστηκαν στο γνωστό club Speakeasy! “Του είπα ότι γράφω ποιήματα και μου απάντησε ότι γράφει μουσική, κι έτσι του έδωσα ένα από τα ποιήματά μου» λέει ο Sharp στο περιοδικό Classic Rock, το 2003. «Σε 2 εβδομάδες, είχε ηχογραφήσει το ποίημά μου με τίτλο Tales of Brave Ulysses και μπήκε στην πίσω πλευρά (B-side) του "Strange Brew". Μετά από τη γνωριμία του Clapton με τον Sharp, ο τελευταίος ανέλαβε και το εξώφυλλο του δεύτερου δίσκου τους Disraelli Gears που ήταν ένα ψυχεδελικό κολάζ από λουλούδια με έντονο πορτοκαλί χρώμα που ο ίδιος ο Sharp περιέγραψε σαν "ζεστό φθοριούχο ήχο"! Τότε το κολάζ γινόταν με κομμένες φωτογραφίες και σχέδια από περιοδικά και εφημερίδες και με λιγότερη επέμβαση από τον καλλιτέχνη, είτε τονίζοντας τα χρώματα είτε ζωγραφίζοντας κάτι άλλο. Η φωτογραφία που εμφανίζεται στο κολάζ στο εξώφυλλο, είναι του Bob Whitaker, που έχει δουλέψει με τους Beatles κάνοντας την ιστορική πλέον φωτογράφιση του εξώφυλλου Yesterday and Today, γνωστό και σαν εξώφυλλο "butcher cover», όπου εμφανίζονται σαν ...χασάπηδες. Η φωτογράφιση έγινε τον Ιούλιο του 1967 στο Hyde Park όταν ο Clapton ήταν ξυρισμένος και είχε διαφορετικά χτενισμένα τα μαλλιά του(περμανάντ), σε σχέση με το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς που κυκλοφόρησε το άλμπουμ που είχε αφήσει μουστάκι και τα μαλλιά του ήταν ίσια! Ο Sharp είχε εντυπωσιαστεί από τον ήχο των Cream για αυτό και διάλεξε αυτό το έντονο φλούο χρώμα. Τα λουλούδια τα εμπνεύστηκε μετά από ένα ταξίδι του στην Καμπότζη, όπου είδε τα αγάλματα να περιβάλλονται από λουλούδια με έντονο χρώμα και έτσι σκέφτηκε να μεταφέρει την ιδέα στο εξώφυλλο. Στο μυαλό του συνδύασε τα λουλούδια και τις ρίζες τους με τους μουσικούς και τα κεφάλια τους (σ.σ. είναι αυτό που λέμε στην καθημερινή γλώσσα, τι εννοεί ο ποιητής!). Να σημειώσω ότι η εταιρεία είχε ετοιμάσει άλλο εξώφυλλο, αλλά όταν το είδε, προτίμησε τη δουλειά του Sharp. Στο οπισθόφυλλο υπάρχουν πολλές φωτογραφίες του συγκροτήματος με λουλούδια, εξηγώντας την παραπάνω σκέψη του Sharp ο οποίος επιμελήθηκε και το επόμενο άλμπουμ τους που ήταν το Wheels of Fire, ακολουθώντας την ίδια σχεδόν λογική. O Martin Sharp συνσυνέθεσε και το τραγούδι «Anyone For Tennis» που οι Cream ερμηνεύουν στην ταινία The Savage Seven. Σύμφωνα με τον Ginger Baker, ο τίτλος πρεοέκυψε κατά λάθος όταν ο Eric Clapton ήθελε να πάρει ένα αγωνιστικό ποδήλατο κι ο roadie Mick Turner που παρακολουθούσε τη συζήτηση αντί να ακούσει derailleur gears (το σύσητμα που αλλάζουν ταχύτητες τα αγωνιστικά ποδήλατα) άκουσε Disraeli Gears! Όλοι συμφώνησαν ότι αυτός πρέπει να είναι ο τίτλος του άλμπουμ που στην ουσία δεν σημαίνει απολύτως τίποτα!
Το Wheels of Fire(Νο3 Μ.Βρετανία, Νο1 Αμερική) των Cream κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του 1968 και πάλι σε παραγωγή του Felix Papalardi κι είναι το πρώτο διπλό άλμπουμ που ξεπέρασε το 1.000.000 αντίτυπα στην ιστορία της δισκογραφίας.
Η αρχική ιδέα ήταν να κυκλοφορήσει σαν διπλό studio άλμπουμ, αλλά οι Eric Clapton, Jack Bruce και Ginger Baker όταν άρχισαν να ακούν τις ταινίες από τις live εμφανίσεις τους, σκέφτηκαν να προσθέσουν κι ορισμένα Live κομμάτια. Και μόνο με αυτά τα live θα ασχοληθούμε που περιέχονται στο δεύτερο δίσκο του άλμπουμ και στις πλευρές 3 και 4. Οι τίτλοι τους είναι “Crossroads’, “Sponnfull”, “ Traintime” και “Toad’ όπου λόγω της διάρκειας τους ανά δύο φιλοξενούνται σε κάθε πλευρά του βινύλιου. Hard rock blues αυτοσχεδιασμοί, εξαιρετικό παίξιμο με τον ένα μουσικό να ανταγωνίζεται τον άλλον κι ένα διπλό αξεπέραστο άλμπουμ όπου ο ένας δίσκος είναι Live κι ο άλλος studio. Από τα 4 αυτά live κομμάτια, τα 2 είναι από τα αγαπημένα μου; το “Spoonful’ σύνθεση του Willie Dixon και το “Crossroads’ σύνθεση του Robert Johnson. Και ιδιαίτερα το “Spoonful’, παρ’ όλη τη διάρκεια του (17’ λεπτά) έχει τόσο πλούσιες εναλλαγές, ιδιαίτερα από τον Eric Clapton, που το ακούς και ξανακούς. Φυσικά δεν λείπουν τα σόλο μπάσο/κιθάρα και ντραμς όπου στο “Toad” o Ginger Baker δίνει δωρεάν μαθήματα. Εσείς ξεκινήστε την ακρόαση του από το “Crossroads’που θεωρείται σαν μια από τις καλύτερες rock/blues ηχογραφήσεις που έγιναν ποτέ. Κι αν σήμερα, τα “Spoonful’ και “Crossroads’ είναι χιλιοακουσμένα, τότε πολλοί από εμάς, όπως εγώ τα ακούγαμε για πρώτη φορά, ο μυαλό μας έκτιζε δικές του φανταστικές ιστορίες.
Κι αυτή είναι Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ του δίσκου. Εκτός από το πολύ καλό ψυχεδελικό εξώφυλλο που επιμελήθηκε ο Martin Sharp που επιμελήθηκε και το εξώφυλλο του άλμπουμ τους Disraeli Gears, το Wheels on Fire υπήρξε φωτεινός οδηγός για τα βρετανικά rock συγκροτήματα της δεκαετίας του 70, όπως Led Zeppelin και Free που έκτισαν τη μουσική τους πάνω στο blues. Πρωτοπόροι οι Cream, συνδύασαν το Blues και το rock με το δικό τους τρόπο, χτίζοντας ένα μοναδικό μουσικό διαμάντι. Γράφοντας αυτές τις γραμμές ακούω το δίσκο και σκέπτομαι πόσα από τα νέα παιδιά μπορούν να μπουν στο πνεύμα όχι μόνο των κομματιών του αλλά και της εποχής. Αλλά κάθε εποχή έχει τις δικές της ομορφιές.....H ιδιαιτερότητα του, ο ένας δίσκος να είναι live κι ο άλλος studio, έκαναν τους υπεύθυνους της δισκογραφικής εταιρείας τους να τον κυκλοφορήσουν και σαν 2 ξεχωριστά άλμπουμ Wheels of Fire (In the Studio) και Wheels of Fire (Live at the Fillmore) με παρεμφερή εξώφυλλα.
Πολύ γρήγορα οι τρεις εντελώς ξεχωριστές μεταξύ τους προσωπικότητες, άρχισαν να ασχολούνται και με άλλα πράγματα με πρώτο τον Clapton που έπαιζε με τους Band, το συγκρότημα που συνόδευε τον Bob Dylan. Έτσι δεν άργησε η στιγμή που ο κιθαρίστας όταν βρισκόντουσαν στο Texas για συναυλία να τους πει «I’ve had enough”. Σε κανένα από τους άλλους δύο δεν έκανε εντύπωση αυτή η απόφασή του αφού ήδη οι μεταξύ τους σχέσεις ήταν δύσκολες. Στις 4 Οκτωβρίου 1968 ξεκίνησε η αποχαιρετιστήρια περιοδεία από το Oakland της Καλιφόρνια, όπου έπαιζαν ολόκληρο σχεδόν το Wheels of Fire: "White Room", "Politician", "Crossroads", "Spoonful" και "Deserted Cities of the Heart", με κάποιες προσθαφαιρέσεις για να διαλυθούν το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς. Έτσι στις 15 Φεβρουαρίου 1969 κι αφού είχαν διαλυθεί, κυκλοφόρησαν το τελευταίο άλμπουμ τους με τίτλο Goodbye (Νο1 Μ.Βρετανία,Νο2 Αμερική) και πάλι σε παραγωγή του Felix Pappalardi όπου 3 τραγούδια του ήταν live και 3 studio. Πρώτο single ήταν η σύνθεση των Eric Clapton/George Harrison, "Badge" στο οποίο ρυθμική κιθάρα παίζει ο George Harrison αλλά για αναγράφεται με το όνομα "L'Angelo Misterioso". Το τραγούδι δεν σημείωσε εμπορική επιτυχία αλλά είναι από τα καλύτερά τους. Για να μείνω λίγο ακόμα σε αυτό το τραγούδι που είναι από τα αγαπημένα μου και ΧΩΡΙΣ να το ξέρεις μόνο που ακούς τη μελωδία στο πιάνο και στην κιθάρα, καταλαβαίνεις ότι πίσω του κρύβεται ένας Beatle! Η αλήθεια είναι ότι η έντονη δημιουργικότητά τους είχε βρει σαν ανυπέρβλητο εμπόδιο τον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Ο Clapton αισθανόταν ότι κανείς δεν άκουγε κανέναν όταν ήταν επάνω στη σκηνή και φέρνει σαν παράδειγμα τον Bruce που δυνάμωνε τον ενισχυτή τους πάνω από αυτόν του Clapton. Ακόμα αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας Clapton μίλησε στο κοινό και οι άλλοι δύο δεν πρόσεχαν τι έλεγε και στις τελευταίες συναυλίες τους έπαιζε ο καθένας ότι ήθελε.
Η διάλυση θα συνοδευόταν από περιοδεία στην Αμερική αλλά και 2 συναυλίες στο Λονδίνο με τον Bruce να σημειώνει ότι «οι μετακινήσεις μάς είχαν κουράσει». Η αποχαιρετιστήρια περιοδεία περιλάμβανε 22 συναυλίες και τελείωσε στις 4 Νοεμβρίου 1969 στην Αμερική για να ακολουθήσουν οι 2 συναυλίες στο Royal Albert Hall στις 25 και 26 Νοεμβρίου του 1968. Η τελευταία αμερικάνικη συναυλία τους δόθηκε στις 4 Νοεμβρίου στο Rhode Island Auditorium και είχε ένα πολύ ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Το συγκρότημα έφθασε στο χώρο της συναυλίας με μεγάλη καθυστέρηση και λόγω τοπικών προβλημάτων , δεν μπορούσαν να παίξουν πολύ ώρα. Κι έτσι έπαιξαν το "Toad" και μια 2λεπτη διασκευή του "Spoonful". Οι 2 συναυλίες του Royal Albert Hall κινηματογραφήθηκαν από το BBC και αργότερα κυκλοφόρησαν σε DVD με τίτλο Farewell Concert. Και οι 2 συναυλίες ήταν sold out αλλά η απόδοσή τους δεν ήταν η αναμενόμενη με τον Bakerνα λέει "Μπορούσαμε καλύτερα". Τα support συγκροτήματα ήταν οι Yes και οι Taste του Rory Gallagher.Tο πρώτο live δείγμα γραφής των Cream, το είχαμε πάρει το 1968 με την κυκλοφορία του διπλού Wheels of Fire. Δύο χρόνια αργότερα, το 1970 οι Cream κυκλοφόρησαν το πρώτο αυτούσιο live άλμπουμ τους με τίτλο απλά Live Cream, όπου στα περιοδικά αλλά και ορισμένα sites μπορείτε να το συναντήσετε και σαν Live Cream, Volume 1 (Νο 4 Μ.Βρετανία, Νο 15 Αμερική), για να ξεχωρίζει από το Live Cream Volume II(1972).
Τα δύο live τότε κυκλοφόρησαν ξεχωριστά, αλλά πρόσφατα επανακυκλοφόρησαν σε μια 4πλή cd έκδοση με bonus τραγούδια που δεν είχαν χωρέσει στις τότε εκδόσεις. Για να δώσω μια εικόνα της εποχής αλλά και του χρόνου, τα "N.S.U." ,"Sleepy Time Time","Lawdy Mama" ,"Sweet Wine" και "Rollin' and Tumblin'" που κυκλοφόρησαν σαν Cream Live, ηχογραφήθηκαν μεταξύ 7 και 10 Μαρτίου 1968 στο San Francisco και αποτυπώνουν με τον καλύτερο τρόπο τη δύναμη των Eric Claton, Jack Bruce και Ginger Baker στη σκηνή. Μπορεί το 10λπτo N.S.U. να ακούγεται κουραστικό, αλλά είναι ένα φωτεινό δείγμα των συναυλιών εκείνη την εποχή και βέβαια του περφεξιονιστικού παιξίματος. Θα μπορούσα να μείνω μόνο στο παίξιμο του Clapton, που είναι ιδιαίτερα αβανταδόρικο αλλά στο συγκεκριμένο κομμάτι το μπάσο του Jack Bruce είναι όλη η βάση του κομματιού. Το 15λεπτο(!) "Sweet Wine", σύνθεση του Ginger Baker μου ακούγεται περισσότερο σαν ένα ξέσπασμα σόλων που αγγίζει τη jazz παρά σαν ολοκληρωμένη σύνθεση, ενώ το "Rollin' and Tumblin'"είναι ένα τυπικό hard rock blues κομμάτι, δείγμα της εποχής. Όσο για το εξώφυλλο, μπορώ να πω ότι με πιάνει θλίψη που το βλέπω, αφού ξέρω πολύ καλά μέσα μου ότι τέτοιες απλούστατες σε στήσιμο φωτογραφίες, τα καινούργια συγκροτήματα δεν πρόκειται να μου προσφέρουν. Τo Live Cream Volume II (Νο 15 Μ.Βρετανία,Νο 27 Αμερική) κυκλοφόρησε δύο χρόνια αργότερα, το 1972 και περιέχει 6 τραγούδια ηχογραφημένα το 1968 στο San Francisco και στο Oakland. Σίγουρα πιο φιλόδοξο από το προηγούμενο live τους, το Cream Live Vol 2 περιέχει 6 τραγούδια και σίγουρα πιο γνωστά στο κοινό. Κι εδώ ο όγκος του ήχου είναι τέτοιος που σου αφήνει την αίσθηση ότι είσαι εκεί, μέσα στη συναυλία. Το "Deserted Cities of the Heart" άγνωστο στον πολύ κόσμο, κερδίζει τον ακροατή με το παίξιμο των 3 μουσικών, αλλά σε γενικές γραμμές, ισχύει ότι διαβάσατε και στο κείμενο του Live Cream 1. Απλά κρατώ μια επιφύλαξη ότι τα φωνητικά του Jack Bruce θα μπορούσαν να ήταν καλύτερα. Μου αρέσει πολύ το ξέσπασμα με την παραμόρφωση του Clapton στο “White Room”, μου αρέσει έστω και σε 7λεπτη το “Sunshine of your Love” που όσες φορές κι αν το ακούσω δεν το βαριέμαι (σ.σ. σαν το “Smoke on the water”), θυμήθηκα το “Politician” με τους στίχους του Pete Brown και ευχαριστήθηκα την ενέργεια του instrumental "Steppin Out". Ειδικά αυτό το τελευταίο, που πρέπει να το έχει ακούσει ο Blackmore αφού θυμίζει το κιθαριστικό πέρασμα στο “Lazy”, είναι σύνθεση του Memphis Slim από το 1959 και είναι ένα από τα αγαπημένα τραγούδια του Clapton. To 2019 κυκλοφόρησε η deluxe έκδοση των 2 live σε 4 cd με όλα τα κομμάτια που είχαν παίξει στις συναυλίες του κι είναι ουκ ολίγα όπως “Spoonful”, “Im so Glad”, “Toad”, “Sitting on the top of the world”, “Traintime”, “Crossroads” και “Passing the time”.
Κλείνοντας θα ήθελα να απευθυνθώ στους νεότερους αγοραστές του κλασικού rock ήχου. Ακούστε προσεκτικά, ευλαβικά θα έλεγα, αυτά τα δύο άλμπουμ και εστιάστε στο παίξιμο των τριών μουσικών. Οι Cream είναι από τα συγκροτήματα που στον ήχο τους βασίστηκαν ΟΛΟΙ οι μετέπειτα hard/heavy μουσικοί. Και τα δύο live κυκλοφόρησαν μετά τη διάλυσή τους κι ο λόγος που δεν βγήκαν σε ένα διπλό άλμπουμ, είναι ότι τότε, στις αρχές της δεκαετίας του 70, τα διπλά live δεν είχαν αρχίσει να εμφανίζονται και τα στελέχη των δισκογραφικών εταιρειών δεν τα πίστευαν εμπορικά. Να σημειώσω ότι οι τιμές πώλησε στην Αμερική, τότε αλλά και στη χρυσή εποχή της δισκογραφίας, μεταξύ μονού και διπλού ήταν μικρή και σίγουρα όχι στο διπλάσιο, όπως ήταν στη χώρα μας.
ΚΙ ΑΛΛΑ LIVE ΑΛΜΠΟΥΜ
Υπάρχουν 2 ακόμα live άλμπουμ τους που κυκλοφόρησαν πολλές δεκαετίας μετά τη διάλυσή τους με πρώτο το BBC Sessions (2003) με τα 22(!) κομμάτια του να ηχογραφούνται μεταξύ 21 Οκτωβρίου 1966 και 9 Ιανουαρίου 1968 σε 8 διαφορετικές εμφανίσεις τους σε εκπομπές του BBC radio. Περιέχει και 4 μικρής διάρκειας συνεντεύξεις του Eric Clapton.
Το δεύτερο live είναι ιστορικό και σίγουρα έχει μεγαλύτερη αξία αφού σηματοδότησε την επανασύνδεσή έστω και για μια εμφάνισή τους στο Royal Albert Hall London (Νο 61 Μ.Βρετανία, Νο 59 Αμερική)το τετραήμερο 2-3-5-6 Μαϊου 2005. Το cd ήταν 2πλό και περιλάμβανε 19 συνολικά τραγούδια ενώ έχει κυκλοφορήσει και σε dvd.
ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΜΕΤΑ
Ο Jack Bruce κυκλοφόρησε το πρώτο του προσωπικό-και καλύτερο-άλμπουμ του με τίτλο Song of a Tailor (1969)και συμμετοχές των George Harrison (αναφέρεται σαν L'Angelo Misterioso), Dick Heckstall-Smith, Jon Hiseman (Colosseum), Felix Pappalardi, Chris Spedding κ.α. Έφυγε από τη ζωή τον Οκτώβριο του 2014, μετά από προβλήματα με το συκώτι του. Ήταν 71 ετών
Ο Eric Clapton μαζί με τον Steve Winwood σχημάτισε τους Blind Faith. Στο σχήμα προστέθηκε κι ο Ginger Baker στα ντραμς. Τον Οκτώβριο του 2019 σε ηλικία 80 ετών, έφυγε από τη ζωή εξ αιτίας των καρδιακών προβλημάτων που χρόνια αντιμετώπιζε
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
Συγκρότημα σαν τους Cream δεν υπήρξε. Ο μοναδικός συνδυασμός blues και rock υπήρξε οδηγός για μια πλειάδα συγκροτημάτων και τη δημιουργία ενός μοναδικού ήχου. Για να καταλάβετε πόσο προχωρημένοι ήταν, χωρίς να μπαίνω σε συγκρίσεις, το πρώτο άλμπουμ των Led Zeppelin κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1969 κι ένα μήνα αργότερα, το Φεβρουάριο της ίδιας χρονιάς οι Cream κυκλοφόρησαν το τελευταίο άλμπουμ τους. «Νομίζω ότι είμαστε ένα heavy metal συγκρότημα αλλά δεν το ξέραμε» έχει πει ο Clapton “μετά τη διάλυσή μας το κενό συμπλήρωσαν οι Led Zeppelin”. Για την ιστορία, οι Led Zeppelin ηχογράφησαν το πρώτο άλμπουμ τους ένα μήνα πριν οι Cream δώσουν την αποxαιρετηστήρια συναυλία τους στο Royal Albert Hall το Νοέμβριο του 1968. Ο ανταγωνισμός των 3 διαφορετικών χαρακτήρων, δεν τους άφησε σε κανένα σημείο της καριέρας τους να συνεργαστούν όπως θα ήθελαν. Ένα βαρύ χαρακτηριστικό των κακών σχέσεων τους ήταν οι…πολλοί ενισχυτές Marshall που χρησιμοποιούσε ο Burce που έγιναν σημείο τριβής με τον Baker, που είχε πρόβλημα να ανταγωνιστεί τους ενισχυτές που βρυχόντουσαν. Η αλήθεια είναι ότι μάλλον χωρίς να το θέλουν αν κι Άγγλοι, έδωσαν μεγαλύτερη σημασία στην αμερικάνικη αγορά που με τη σειρά τους τούς αντάμειψε με τεράστιες για την εποχή πωλήσεις.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ROBERT STIGWOOD
Όσο για τον Αυστραλό manager τους Robert Stigwood, είχε μια μεγάλη εξέλιξη στην καριέρα του, ξεκινώντας να δουλεύει στο χώρο του θεάματος στο Λονδίνο στις αρχές της δεκαετίας του 60. Manager των Cream, Bee Gees (στη χρυσή εποχή τους, της disco), παραγωγός θεατρικών και κινηματογραφικών έργων, έχει στο βιογραφικό τις θεατρικές και κινηματογραφικές παραγωγές των Hair και Jesus Christ Superstar καθώς και των Grease και Saturday Night Fever όπου τα soundtracks κυκλοφόρησαν από τη δική του δισκογραφική εταιρεία RSO όπως κι άλμπουμ των Eric Clapton, Bee Gees, Yvonne Elliman κ.α. Πέθανε το 2016.
ΚΙ ΑΝ ΔΕΝ ΤΟ ΞΕΡΑΤΕ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ THE MUSIC OF CREAM
Σχηματίστηκαν το 2017 από το Kofi Baker (γιός του Ginger Baker) που παίζει ντραμς, τον Will Johns ανηωιό του Eric Clapton και γιό του μηχανικού ήχου Andy Johns που έχει δουλέψει με Zeppelin και Stones, στην κιθάρα και τον μπασίστα Malcolm Bruce, γιό του Jack Bruce. Οι Music of Crema κατά τακτά διαστήματα περιοδεύουν, παίζοντας ολόκληρα τα άλμπουμ των πατεράδων τους,θείου τους!!!
ΟΙ ERIC CLAPTON, JACK BRUCE KAI GINGER BAKER ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ποτέ δεν έπαιξαν σαν Cream στη χώρα μας αλλά μεμονωμένα και οι τρεις έχουν κάνει εμφανίσεις σε clubs. Ας ξεκινήσουμε από το φθινόπωρο του 1965 όταν ο Eric Clapton παίζει σχεδόν καθημερινά(!) στο Igloo, ένα πολύ γνωστό club της εποχής γιατί εκεί έπαιζαν οι Juniors, ένα πολύ αγαπητό συγκρότημα. Πως κόλλησε στην ιστορία ο Clapton; Μια παρέα νεαρών Άγγλων μουσικών ξεκινά ένα ταξίδι στην Ευρώπη χωρίς συγκεκριμένο σκοπό, κυνηγώντας ευκαιρίες να παίξουν τα τραγούδια τους μπροστά σε κόσμο. Το όνομα τους ήταν Glands κι ανάμεσά τους ο κιθαρίστας Eric Clapton, ο οποίος είχε ήδη σημειώσει μια μικρή επιτυχία με τους Yardbirds. Οι συνθήκες του ταξιδιού ήταν δύσκολες, οι μετακινήσεις το ίδιο, ενώ υπήρχε πρόβλημα φαγητού! Οι Glands κατέληξαν τον Οκτώβριο του 1965 στη Ελλάδα, αλλάζουν το όνομά τους σε The Greek Loon Band και παίζουν με τους Juniors στο Igloo μπροστά στο αθηναικό κοινό που έβλεπε τον Eric Clapton αλλά δεν ήξεραν ποιος ήταν (και κυρίως τι θα γινόταν!)
Όμως, δύο μόλις νύχτες μετά την έναρξη των εμφανίσεων, το συγκρότημα των Juniors ενεπλάκη σε αυτοκινητικό δυστύχημα, όπου δύο μέλη του χάνουν τη ζωή τους και άλλα δύο τραυματίζονται. Νεκρός, ο οργανίστας Θάνος Σουγιούλ και σοβαρά τραυματισμένος ο κιθαρίστας, Αλέκος Καρακαντάς. Έτσι, σαν αντικαταστάτης του τελευταίου, προτείνεται ο Clapton.
«……Με πλησίασε ο μάνατζερ και μου ζήτησε να παίξω με τους Juniors. Έτσι , ξαφνικά βρέθηκα να παίζω και στις δύο μπάντες , δηλαδή να έχω ένα εξάωρο συνεχές πρόγραμμα χωρίς καθόλου διάλειμμα.» Ο Clapton έπαιζε σχεδόν εξοντωτικά με πιο γνωστή συναυλία αυτήν της 17ης Οκτωβρίου 1965 όπου όλοι οι μουσικοί φορούσαν μαύρα περιβραχιόνια και ο Clapton ήταν ντυμένος εξολοκλήρου στα μαύρα.
O Clapton είναι δεξιά. |
«……όταν είπα στον ντράμερ των Juniors ότι σκεφτόμουν να φύγω, μου απάντησε, «καλύτερα όχι, αν προσπαθήσεις να φύγεις ο μάνατζερ θα σε βρει και θα σου κόψει τα πόδια». Κατάλαβα πως δεν αστειευόταν, έτσι σχεδιάσαμε μια απόδραση.»
Με τη βοήθεια του Μάκη Σαλιάρη έκλεισε εισιτήρια με τραίνο για Λονδίνο, κανόνισε αυτοκίνητο για να τους μεταφέρει στον σταθμό και προσποιούμενος ότι θα πάει τουαλέτα, ….δραπέτευσε, αφήνοντας πίσω του μια κιθάρα Gibson Les Paul και έναν ενισχυτή Marshall. Για την ιστορία, στην επιστροφή του, ο John Mayall τον κάλεσε να παίξει στους Bluesbreakers στον περίφημο και αξεπέραστο blues δίσκο όλων των εποχών.
Κι αυτή η πληροφόρηση που υπάρχει για τις τότε εμφανίσεις του στην Ελλάδα είναι υπεραρκετή, καθώς τότε δεν ήταν γνωστός και η πληροφόρηση ελάχιστη. Εξ’ άλλου οι περισσότεροι σημερινοί μουσικοί δημοσιογράφοι ήταν μωρά έως και μικρής ηλικίας και φυσικά δεν έχουν ιδίαν άποψη πλην των μουσικών που έπαιξαν μαζί του, όπως ήταν ο Σαλιάρης, ο Νίκος Μαστοράκης και ο πιανίστας Δημήτρης Πολύτιμος. Πριν σας μεταφέρω τα παραπάνω, συμβουλευτικά το περιοδικό Zoo, τεύχος 9, 5-6/1998, άρθρο των Χάρη Καββαδία και Νίκου Κοντογούρη, το περιοδικό Ήχος & Hi-Fi, τεύχος 243, 6/1993 συνέντευξη του Νίκου Μαστοράκη στον Γιώργο Νοταρά, το Ποπ & Ροκ, τεύχος 199, 7/1995 άρθρο του Άκη Λαδικού, που αναδημοσιεύει τη σελίδα Juniors-Clapton από το 41 τεύχος των Μοντέρνων Ρυθμών, περιοδικό που αποτελεί μεγάλη πηγή πληροφοριών για τη μουσική της δεκαετίας του ’60 και η ιστοσελίδα http://diskoryxeion.blogspot.gr/2010/08/eric-clapton-1965.html. Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι από την εμφάνιση των Juniors στην Τερψιθέα κι ο Clapton είναι ο πρώτος από δεξιά.
19 χρόνια μετά με την καριέρα του στα ύψη, ο Eric Clapton ξανά έρχεται στην Αθήνα για 2 συναυλίες στο Σπόρτινγκ, το Σάββατο 28 Ιανουαρίου 1984 και την επομένη Κυριακή 29 Ιανουαρίου, στο πλαίσιο της τουρνέ του άλμπουμ του Money and Cigarettes. Δυστυχώς ήμουν στρατιώτης και δεν παρακολούθησα καμία συναυλία του, ξέρω όμως μαζί του έπαιξαν οι Albert Lee κιθάρα, Chris Stainton πλήκτρα, Donald "Duck" Dunn μπάσο και Jamie Oldaker ντραμς. Είναι απορίας άξιο, πως όλα αυτά τα χρόνια δεν ήλθε για μια ακόμα συναυλία στη χώρα μας! Η εφημερίδα που βλέπτε δεξιά της αφίσας, ήταν ειδική έκδοση που μοιραζόταν δωρεάν για την προώθηση-αναγγελία της συναυλίας..
Το δεύτερο μέλος των Cream που έπαιξε στη χώρα μας ήταν οι ντράμερ Ginger Baker που εκείνη την περίοδο ζούσε σε μία φάρμα στην Ιταλία και ο ίδιος έβγαζε ελαιόλαδο! Στο An Club της οδού Σολωμού εμφανίστηκε τουλάχιστον δύο ημέρες, ίσως και παραπάνω, παρών ήμουν την πρώτη όπου υπήρχαν τραπέζια μπροστά από τη σκηνή. Μπασίστας ήταν ο Νίκος Βαρδής που έχει παίξει σε αμέτρητους ελληνικούς δίσκους από τη δεκαετία του 80 μέχρι σήμερα, των πιο γνωστών Ελλήνων τραγουδιστών αλλά και session μουσικός σε συναυλίες των Αλεξίου, Βίσση, Ρέμο, Ζιώγαλα, Κυριαζή, Λαθρεπιβάτες, Σαββόπουλου, Πάριου κ.α. Θυμάμαι ότι ήταν να έλθει κι ο Bill Laswell αλλά την τελευταία στιγμή δεν ήλθε κι έτσι βρέθηκε ο Βαρδής στη σκηνή μαζί με τον Ιταλό κιθαρίστα John Mizaroli κι ένα ακόμα μουσικό που δεν θυμάμαι καθόλου. Έτσι πήγα και ο ίδιος ο Μπέικερ με διάλεξε! Δεν μπορώ να θυμάμαι τι κομμάτια έπαιξαν αλλά φαντάζομαι τα κλασικά harf rock hits των Cream, Hendrix κ.α. Εκείνο που μού είχε κάνει κακή εντύπωση είναι ότι σε ένα διάλειμμα του set, o Baker πέρασε ανάμεσα από τα τραπεζάκια κι ακριβώς δίπλα μου ένας νεαρός του έδωσε το χέρι του κι αυτός τον είδε και τον αγνόησε!
Τρίτος χρονικά εμφανίστηκε στην Ελλάδα ο μπασίστας Jack Bruce, πρώτα παίζοντας στη Θεσσαλονίκη στις 8 Δεκεμβρίου 1990 στο περίπτερο 7 της ΔΕΘ και την επομένη στις 8 Δεκεμβρίου σε ένα μισοάδειο Ρόδον. Είχε παίξει όλα τα κλασικά των Cream και αρκετά από την προσωπική δισκογραφία του.
Στην αφίσα που παραθέτω, τη συναυλία άνοιξαν οι Blues Power που τους αποτελούσαν ο Αντώνης Τουρκογιώργης κιθάρα,φωνή, Θοδωρής Ρέλλος σαξόφωνο, Δημήτρης Πολύτιμος πιάνο, Στέφανος Λογοθέτης ντραμς και Νίκος Πολίτης μπάσο. Δυστυχώς δεν θυμάμαι καθόλου την εμφάνισή τους! Με τον Bruce βρέθηκα στα παρασκήνια του club όπου μου υπέγραψε τα άλμπουμ των Cream!
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ
28/8/22
Την επόμενη Κυριακή: Marianne Faithfull Από μούσα του Mick Jagger, άστεγη, εθισμένη και χωρίς καριέρα.
Δημοσίευση σχολίου