Η ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΗ, Η ΦΩΤΙΑ, ΤΟ “SMOKE ON THE WATER”
H αρχική ιδέα ήταν το άλμπουμ να είναι 2πλο, με τον ένα δίσκο ηχογραφημένο live στο Casino, και τον άλλο studio. Βέβαια μετά τη φωτιά, η ιδέα …πήγε περίπατο. Έως τότε, ο πιο συνηθισμένος τρόπος ηχογράφησης ήταν στα διαλείμματα των περιοδειών, σε ξενοδοχεία, διαδρόμους (!) ακόμα και μέσα στο tour bus, αν οι συνθήκες το επέτρεπαν. Έτσι, αποφάσισαν να ηχογραφήσουν με διαφορετικό τρόπο, έξω από το κλασικό χώρο του studio κι ακολούθησαν τη συμβουλή να ηχογραφήσουν εκτός Αγγλίας όπου θα γλύτωναν και τους ήδη ψηλούς φόρους. Έχοντας τελειώσει την ευρωπαική περιοδεία και με την αμερικάνικη να ακυρώνεται λόγω ηπατίτιδας του Ian Gillan, οι πρώτες σκέψεις για κάτι προσωπικό από τον Ritchie Blackmore, αρχίζουν να τριβελίζουν στο μυαλό του. Το συγκρότημα όμως έχει έτοιμα τραγούδια και κλείνει το περίφημο Rolling Stones Mobile Studio στις 4 Δεκεμβρίου 1971 τους βρίσκουμε στη Γενεύη για να ηχογραφήσουν στο Casino της πόλης που θα έκλεινε για το χειμώνα. Την τελευταία ημέρα πριν κλείσει το casino, έπαιζαν οι Frank Zappa and the Mothers, μπροστά σε 2.000 κόσμο που είχε γεμίσει την αίθουσα. Τότε ένας «some stupid with a flare gun burned the place to the ground» όπως λένε και οι στίχοι, «σκέφτηκε» να φτιάξει ατμόσφαιρα, ρίχνοντας μια φωτοβολίδα(!) προς την οροφή της αίθουσας που ήταν από ξύλα μπαμπού. Εννοείται ότι αμέσως πήρε φωτιά, με τον κόσμο στην αρχή να μην αντιδρά, νομίζοντας ότι είναι μέρος του show, ώσπου άκουσαν τον Frank Zappa να λέει: ”Δεν υπάρχει λόγος πανικού….ΦΩΤΙΑ». Οι Deep Purple βρισκόντουσαν μέσα στην αίθουσα όπου έβλεπαν τη συναυλία, με μόνο τον Ritchie Blackmore να παραδέχεται ότι στα πρώτα 10 λεπτά είχε βαρεθεί κι ασχολούταν με κάποια κορίτσια που ήταν δίπλα του. Ο κόσμος αποχώρησε ψύχραιμα και έτσι δεν υπήρξε κανένας τραυματισμός, παρά σε μια στιγμή, μια ομάδα νεαρών μέσα στον πανικό που ακολούθησε, κατέβηκε στο υπόγειο με κίνδυνο να εγκλωβιστεί, αλλά για καλή τους τύχης, τούς είδε ο διοργανωτής του Montreux Jazz Festival, Claude Nobs και τούς οδήγησε έξω! O Claude Nobbs ήταν η αιτία που το συγκρότημα βρέθηκε στη Γενεύη, αφού ήταν αυτός που τούς πρότεινε να ηχογραφήσουν σε μια αίθουσα του άδειου Casino, που θα τούς επέτρεπε να πετύχουν τον ήχο που ήθελαν. Το συγκρότημα είχε πλέον επιστρέψει στο ξενοδοχείο τους Eden Au Lac και παρακολουθούσε τη φωτιά ακριβώς στην όχθη της Palace Hotel στη λίμνη της Γενεύης. Μαζί τους, οι γυναίκες και σύντροφοί τους που είχαν φθάσει από τις 3 Δεκεμβρίου. Πάντως ο Gillan δίνει τα εύσημα στον Zappa και το χειρισμό που έκανε από το μικρόφωνο, δίνοντας οδηγίες στον κόσμο για να αποχωρήσει από το χώρο και κυρίως διατηρώντας τη ψυχραιμία του! Ο χώρος είχε αδειάσει σε μισή ώρα και με την επέμβαση της πυροσβεστικής, η φωτιά σβήστηκε. Ευτυχώς όλα έγιναν γρήγορα και σωστά, καθώς κοντά στο φλεγόμενο χώρο υπήρχε ένα βενζινάδικο! Ο κρύος αέρας, έφερνε τον καπνό στο χώρο όπου οι 5 Τιτανοτεράστιοι παρακολουθούσαν την εξέλιξη της φωτιάς με τον Glover να γράφει σε μια χαρτοπετσέτα τις λέξεις Smoke on the Water!
Έως εκείνη τη στιγμή, δεν υπήρχε τραγούδι ούτε στίχοι, παρά οι 4 αυτές λέξεις. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι δεν υπήρχε πλέον…Casino για να ηχογραφήσουν και το συγκρότημα είχε νοικιάσει το Rolling Stones Mobile Studio το οποίο πλήρωναν αλλά δεν ηχογραφούσαν. Τη λύση έδωσε και πάλι ο Nobs που τους βρήκε ένα χώρο στο Palace Hotel όπου απ΄ότι θυμάται ο Gillan (χωρίς να είναι σίγουρος) εκεί ηχογράφησαν το Smoke on the Water. Χωρίς συζήτηση, το riff έγραψε ο Ritchie Blackmore κάτι που επιβεβαιώνει κι ο Jon Lord. Χρειάστηκαν 4 takes για να το ολοκληρώσουν και είχαν μείνει πολύ ικανοποιημένοι, όταν η αστυνομία χτύπησε την πόρτα τους και τους είπε να …κλείσουν τον ήχο γιατί ενοχλούν τους κατοίκους ακόμα και σε απόσταση 5 μιλίων! Ο Nobs ξανά έδωσε τη λύση, μεταφέροντας τους στο Grand Hotel το οποίο είχε κλείσει για ανακαίνιση και εκεί ολοκληρώθηκαν οι ηχογραφήσεις.Στη φωτογραφία, οι Blackmore και Lord ηχογραφούν σε διάδρομο του ξενοδοχείου, έχοντας κάνει αυτοσχέδια μόνωση. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό Q, ο Ritchie Blackmore επιβεβαιώνει ότι οι στίχοι γράφτηκαν από τον Ian Gillan σε ένα χαρτί, αφού πρώτα ο ίδιος έγραψε τη μουσική, με πρώτο και καλύτερο το riff, Durh Durh Durh!!! Μόλις είχε γραφτεί το καλύτερο κομμάτι στην ιστορίας της μοντέρνας μουσικής. Οι διαρκείς αλλαγές χώρου είχαν δημιουργήσει πρόβλημα, με τελευταίο το Pavillion όπου χρειάστηκε να εγκαταστήσουν όχι μόνο τον εξοπλισμό αλλά και να μονώσουν το χώρο και μετά να συνδέσουν τα μηχανήματα με το κινητό studio που βρισκόταν ο Martin Birch. Παράλληλα, συνέδεσαν κι ένα οπτικοακουστικό σύστημα (πολύ προχωρημένο για την εποχή) που επέτρεπε στους τεχνικούς να τους βλέπουν στο studio. O Nobs τους είχε ενημερώσει ότι πρέπει να σταματούν στις 10 το βράδυ γιατί η μουσική έκανε αντίλαλο στα γύρω βουνά(!) και θα ενοχλούσαν. Την πρώτη νύχτα που έκαναν πρόβα, σταμάτησαν στις 4 το πρωϊ!!! Το κορυφαίο τραγούδι στην ιστορία της σύγχρονης μουσικής είχε πίσω του ένα πεινασμένο συγκρότημα που πιεζόταν από τις ημερομηνίες παράδοσης των ταινιών. Κι όσο πιεζόντουσαν, τόσο καλύτερα τραγούδια έγραφαν. Ο συνολικός χρόνος για όλες τις ηχογραφήσεις, δεν ξεπέρασε τις 3 εβδομάδες.
ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
To αξεπέραστο "Highway Star" γράφτηκε μέσα στο tour bus όταν βρισκόντουσαν σε περιοδεία στην Αγγλία. Βρισκόντουσαν στο Portsmouth ότ αν η δισκογραφική εταιρεία τους είχε κανονίσει να στείλει δημοσιογράφους να καλύψουν την περιοδεία και να κάνουν συνεντεύξεις. Ήταν 13 Σεπτεμβρίου 1971 όταν ένας από αυτούς ρώτησε τον Blackmore πώς γράφει τραγούδια κι αυτός είπε «έτσι». Πήρε την κιθάρα και έπαιξε την heavyμεταλλική εισαγωγή του τραγουδιού. Μόλις το άκουσε ο Gillan αυτοσχεδίασε τραγουδώντας "We're on the road, we're a rock'n'roll band" για να τους αλλάξει αργότερα σε αυτούς που ξέρουμε με τη βοήθεια των υπολοίπων. Το ίδιο βράδυ, έπαιξαν ένα πρώϊμο σχήμα του τραγουδιού, με τον Blackmore να λέει αργότερα ότι το σόλο του το βάσισε σε ένα αντίστοιχο του Johnny Burnette αλλά και σε μια μελωδία του Johann Sebastian Bach. Γεγονός: To “Highway Star” είναι ένα από τα σπουδαιότερα τραγούδια στην ιστορία της μουσικής με τους στίχους να μιλούν για αυτοκίνητα.
Το "Maybe I'm A Leo" είχε αρχικό τίτλο "One Just Before Midnight", αλλά ο Gillan που έγραψε τους στίχους, το άλλαξε για να τα φέρει στο ζώδιό του. Το βασικό riff γράφτηκε από τον Glover, που βασίστηκε στο τραγούδι του John Lennon, "How Do You Sleep?". Το περίεργο είναι ότι αν και είναι από τα καλύτερα του άλμπουμ (σ.σ. υπάρχει μέτριο τραγούδι στο Machine Head;), το συγκρότημα το έπαιξε μόνο 1 φορά το 1972 στο BBC In Concert και το επανέφερε το 1993 όταν έγινε για λίγο διάστημα κιθαρίστας ο Joe Satriani. Προσέξτε τα νωχελικά πλήκτρα του Lord.
Το "Pictures of Home" μιλάει για τη νοσταλγία του σπιτιού και των φίλων. Η αρχική ηχογράφησή του περιελάμβανε εισαγωγή με ντραμς, η οποία κόπηκε από την αρχική κυκλοφορία κι επανήλθε στη remastered κυκλοφορία των 25 χρόνων. Για πολλούς, η κορυφαία συνεργασία Blackmore/Lord κι από τα αγαπημένα τραγούδια του Μεγάλου κιθαρίστα. Το riff το είχε γρ;aψει πριν ακόμα πάνε στη Γαλλία και το είχε παρουσιάσει στον Gillan όταν τον είχε επισκεφτεί σπίτι του, κοντά στο Heathrow όταν ήταν ακόμα παντρεμένος με τη Γερμανίδα Babs. Αργότερα, ο Blackmore είπε ότι είχε εμνευστεί το riff από ένα βουλγάρικο ή τούρκικο τραγούδι που είχε ακούσει στο ραδιόφωνο
Το πανέμορφο και υπνωτικό "Lazy" ξεκινάει με τους στίχους που φαντάζομαι αντιπροσωπεύουν κάθε έφηβο σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.
Lazy just stay in bed
You're lazy just stay in bed
You don't want no money
You don't want no bread
Όλα τα λεφτά τα νωχελικά πλήκτρα του Lord και η κιθάρα του Blackmore που την ηχογράφησε σε 2 διαφορετικές ημέρες. Ο Blackmore έχει πει ότι επηρεάστηκε από το παίξιμο του Eric Clapton στο "Stepping Out", αλλά αυτό δεν μειώνει καθόλου το πραγματικά υπέροχο αυτό κομμάτι. . The song was designed to be a vehicle for various instrumental showcases, including an unaccompanied organ introduction and Gillan's harmonica. Blackmore recorded the guitar solos in sections on two different days, which were then joined.[26]
Οι στοίχοι "Space Truckin'" αναφέρονται στην επιστημονική φαντασία (σ.σ. μιλάμε για το 1972!) όπου “Milky Way” είναι ο Γαλαξίας κι ένα σωρό άλλες λέξεις που μάλλον δεν συνδέονται μεταξύ τους. Αλλά τότε νόμιζα ότι τους καταλάβαινα αφού διάβαζα μετά μανίας τα βιβλία του Γιώργου Μπαλάνου και του Erich von Däniken. Το 2003 η NASA έβαλε το τραγούδι σαν ξυπνητήρι των αστροναυτών στην αποστολή του διαστημικού οχήματος (Space Shuttle). Στους fans, το κομμάτι είναι και για έναν άλλο λόγο γνωστό αφού το είχαν παίξει στο περίφημο California Jam 1974 με τον Blackmore να βάζει φωτιά στον ενισχυτή και να καταστρέφει μια κάμερα. Σύμφωνα με τον Blackmore, η έμπνευση για τη μουσική προήλθε από την αμερικάνικη τηλεοπτική σειρά της δεκαετίας του 60, Batman (δεκαετίες πριν γίνει ταινία), παρουσίασε την εμβρυακή σύνθεση στον Gillan που έβαλε τους στίχους και σταδιακά έγινε ....τραγούδι. Συμπτωματικά, το συγκρότημα των Episode Six που έπαιζαν οι Gillan Glover πριν τους Deep Purple, διασκεύαζε το Batman στις συναυλίες του!
Ουπς, ξέχασα το “Never Before” το πιο αδύναμο(;;;!) τραγούδι του δίσκου, το οποίο είχαν ξεχωρίσει σαν το πιο εμπορικό του δίσκου γι αυτό και το κυκλοφόρησαν σε single. Σήμερα, αυτό το διαμαντάκι μας ακούγεται ξεχασμένο μπροστά στα αριστουργήματα του δίσκου. Το καταπληκτικό ήταν ότι και οι 5 θεωρούσαν το "Never Before" σαν το πιο κατάλληλο για single, έχοντας απορρίψει το "Smoke on the water"! Σύμφωνα με τον Jon Lord, o άνθρωπος που πίστεψε στο τραγούδι ήταν ο Joe Smith της Warner Bros (σ.σ. στην Αμερική, οι δίσκοι τους κυκλοφορούσαν με την ετικέτα της Warner) ο οποίος επέμενε ότι ΑΥΤΟ ήταν το κατάλληλο τραγούδι για να κυκλοφορήσει σε μικρό δίσκο. Όταν τους το είπε, τού είπαν "Are you out of your mind"?
Για το άλμπουμ ηχογράφησαν και το καταπληκτικό "When a Blind Man Cries" αλλά δεν το συμπεριέλαβαν στο άλμπουμ, χρησιμοποιώντας το σαν B-side (τραγούδι στην πίσω πλευρά) του "Never Before" single. Η καταπληκτική αυτή μπαλάντα δεν άρεσε στον Blackmore και το συγκρότημα δεν το έπαιζε στα live του. Ευτυχώς το συμπεριέλαβαν στις συναυλίες τους την τελευταία 20ετία!O Lord έχει πει ότι στις πρόβες είχε πετύχει ένα καταπληκτικό ήχο από το
Hammond, κάτι που δεν κατάφερε να αναπαράγει στα live!
Όσο κι αν ακούγεται απίστευτο, το «Smoke on the Water¨ ήταν το 4ο(!!!) single που κυκλοφόρησαν. Προηγήθηκαν τα «Never Before", "Lazy" και"Highway Star".
Απονομή χρυσού δίσκου για το Machine Head |
Εκείνο που κατάφερε το Machine Head ήταν να τους καθιερώσχει στην Αμερική (No7), σε αντίθεση με τα Fireball (Νο32) και In Rock (Νο143) που δεν είχαν την επιτυχία που ήθελαν. Θα κλείσω την αναφορά σε αυτό θεικό άλμπουμ, με την δήλωση του Roger Glover στο περιοδικό Classic Rock (τεύχος 312) όπου αναφέρει χαρακτηριστικά: "Για εμένα οι Deep Purple έχουν 2 ισοδύναμα στοιχεία. Τους Blackmore, Lord και Paice που είναι εξαιρετικοί μουσικοί κι από την άλλη πλευρά, τον Gillan κι εμένα που έχουμε ένα απλό τρόπο γραφής που καμιά φορά φθάνει και στην απλοϊκότηα. Πολύ σπάνια συγκροτήματα όπου όλοι είναι εξαίρετοι μουσικοί κάνουν επιυτυχία, σε εμάς υπάρχει ισορροπία"!
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ
ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΜΕΤΑ
9 μήνες αργότερα κυκλοφόρησαν το Καλύτερο Live άλμπουμ στην ιστορία της μουσικής, το Made in Japan.
TRIVIA
- Ο John Burnette (1934– 1964) ήταν Αμερικάνος μουσικός του rockabilly που δεν έκανε μεγάλη καριέρα γιατί σκοτώθηκε σε σύγκρουση ταχύπλοων σε ηλικία 30ετών.
- Οι πρώτες τρεις φωτογραφίες των εξωφύλλων των singles είναι της βρετανικής εκτύπωσης κι όπως βλέπετε, το Lazy δεν έχει εξώφυλλο. Ακόμα τότε, στην αρχή της δεκαετίας του 70 δεν ήταν απαραίτητο οι μικροί δίσκοι να κυκλοφορούν με εξώφυλλο. Το single του "Highway Star" είναι αυτό που κυκλοφόρησε στην γιαπωνέζικη αγορά.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ
15/7/22
Το εμπρός και το πίσω του ένθετου βινύλιου (υπάρχει στην remastered έκδοση) |
Ζήτησα από φίλους και συνεργάτες να γράψουν την εμπειρία και την άποψή τους για αυτό το ιστορικό άλμπουμ.
ΔΙΚΑΙΠΟΛΙΣ
Ήμουν 15 χρονών όταν πρωτοάκουσα το “Smoke on the Water”, σε μια disco στην Πλάκα. Το θυμάμαι σαν τώρα! Την disco την έλεγαν “Eleven”, ήταν Κυδαθηναίων 11. Χορεύαμε με ωραία τραγούδια τότε: Alright Now, Brown Sugar, Paranoid, … Τέτοιο πράγμα όμως!!! Έσπευσα να αγοράσω το άλμπουμ που το περιείχε. Και τότε κι αν μου έπεσε το σαγόνι! Εφτά τραγούδια, το ένα καλύτερο απ’ το άλλο! Δεν ήταν ο πρώτος μου δίσκος των Deep Purple. Είχα ήδη το In Rock, το Fireball και, βεβαίως, το Royal Albert Hall. Κάτι τέτοιο όμως, δεν είχα ξανακούσει! Ούτε και ξανάκουσα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΟΛΑΣ (www.Rockpages.gr)
Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη στιγμή που άνοιξα το "Machine Head", την επετειακή έκδοση για τα 25 του χρόνια, που κυκλοφόρησε το 1997... το αγόρασα από το Metropolis στην Ομόνοια, όπως άλλωστε και άπειρα CD από τη συλλογή μου, λίγες ημέρες μετά την κυκλοφορία του, ενώ κόστιζε 5 ή 6 χιλιάδες δραχμές, μια καλή τιμή για νέα κυκλοφορία, επανέκδοση με έξτρα υλικό κλπ.
Το διπλό CD είχε μια ενισχυμένη θήκη, η οποία περιλάμβανε και ένα ένθετο για τα 100 χρόνια της EMI, ενώ το βιβλιαράκι της έκδοσης ήταν πολύ πλούσιο με συνεντεύξεις και φωτογραφικό υλικό από τις ηχογραφήσεις του θρυλικού άλμπουμ στην Ελβετία.
Θυμάμαι που άκουγα με προσοχή το κάθε κομμάτι, ειδικά από το δεύτερο CD με τα remix και προσπαθούσα να εντοπίσω ποια σημεία είχαν αλλαχτεί από τις αυθεντικές ηχογραφήσεις.
Για μένα το "Machine Head" δεν είναι μόνο το καλύτερο άλμπουμ των Deep Purple, αλλά και ένα από τα καλύτερα στην ιστορία του rock, ειδικά αν σκεφτεί κανείς το πόσο καλό είναι το υλικό, το οποίο ηχογραφήθηκε στις πιο αντίξοες συνθήκες.
ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΚΟΛΙΟΣ
Η αγορά του Machine Head συνδέεται με μια άτυπη νεανική εμπειρία. Άνοιξη 1977 στο Νο 112 της Λ.Αλεξάνδρας, ανάμεσα στην Ιπποκράτους και στον κινηματογράφο και στο supermarket Μαρινόπουλος, ήταν το ανθοπωλείο του Χαναργία. Όπως έμπαινες, αριστερά είχε λουλούδια, δεξιά δίσκους και κασέτες!!! Χαρούμενος, αγοράζω την κασέτα των ινδαλμάτων των νεανικών μου χρόνων(κι εξακολουθούν να είναι)και επιστρέφω σπίτι μου τρέχοντας να την ακούσω στο μονοφωνικό κασετοφωνάκι.
Η αρχή με το “Highway Star” με πορώνει, το “Maybe I’m a Leo”με συνεπέρνει, το “Picture of Home” με απογειώνει και ξαφνικά κάτι δεν πάει καλά. Ο ήχο αυξομειώνεται κυρίως στο μέσο της κασέτας αλλά συνεχίζω την προβληματική ακρόασή του, πιστεύοντάς ότι φταίει το μηχάνημα. Την επομένη καταλαβαίνω ότι φταίει η κασέτα, μάλλον γιατί όταν την πήρα δεν είχε ζελατίνα και ήταν μεταχειρισμένη (απομαγνητισμένη). Επειδή δεν μπορούσα να αποδείξω τίπoτε, ξανά μάζεψα 300 δραχμές, πήγα σε άλλο δισκάδικο, το Mini Music στην Ιπποκράτους κι αγόρασα την κασέτα με ζελατίνα (τι, παίζουμε;) η οποία έπαιζε μια χαρά. Την άκουσα δεκάδες φορές, την έμαθα απέξω κι ανακατωτά, με τον ιδιοκτήτη του Mini Music, Φραγκίσκο γίναμε φίλοι κι ας μου έριχνες 15 χρόνια. Το ανθοπωλείο υπάρχει ακόμα, χωρίς δίσκους και με άλλο ιδιοκτήτη, ο κινηματογράφος έγινε θέατρο Λαμπέτη, ο Μαρινόπουλος έγινε Σκλαβενίτης, το Mini Mussic έκλεισε στα τέλη της δεκαετίας του 90 κι εγώ ξανά αγόρασα το Machine Head σε remastered cd Deluxe 25th Anniversary και πάντα, μετά από κάθε ακρόαση, διαπιστώνω τι δισκάρα είναι!!!
ΗΛΙΑΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Το Machine Head, για τους Τιτανοτεράστιους, θα έλεγα ότι είναι,
απολύτως ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους του Heavy Metal. Και είναι επίσης,
χωρίς αμφιβολία ένα από τα Top.10 album για όλες τις δισκοθήκες παγκοσμίως,
αλλά κι ένα από τα πιο επιδραστικά Heavy Metal, δισκογραφικά έργα όλων των
εποχών. Για τη χρονιά που κυκλοφόρησε στα 1972, αυτός ο δίσκος σίγουρα θα
μπορούσε να συντρίψει τη γη και ο αρχηγός του συγκροτήματος, ο Mr. Blackmore
το ήξερε. Εδώ, σε τούτο το LP, ηχογράφησαν αναμφισβήτητα την καλύτερη
μπαλάντα σε ολόκληρη την καριέρα τους, ο Ritchie αρνήθηκε κατηγορηματικά να
μπει το τραγούδι στο album. Ήξερε ότι είχαν καταθέσει ένα μεταλλικό
αριστούργημα, για τους επομένους αιώνες και αρνιόταν να αφήσει οτιδήποτε να
χαλάσει αυτό το τεράστιο ειδικό βάρος του δίσκου. Το “Machine Head”
αναγνωρίζεται ευρέως και δικαιωματικά ως το Magnum Opus τους. Το LP το
αγόρασα περίπου 10 χρόνια μετά την κυκλοφορία του (1983) και έπαιζε στο
ερασιτεχνικό μου τότε πικάπ, κάθε μέρα… είναι για μένα πραγματικά, ένας από
τους σπουδαιότερους δίσκους όλων των εποχών. Είναι ένα αδιαμφισβήτητο
κλασικό Hard Rock & Heavy Metal LP και χωρίς αμφιβολία η πιο διάσημη
κυκλοφορία από την πολυτάραχη και ταραχώδη καριέρα τους.
ΣΑΚΗΣ ΝΙΚΑΣ (www.Rockpages.gr)
Δεν έζησα την εποχή που βγήκε στην αγορά το “Machine Head”. Για την ακρίβεια, γεννήθηκα τρία χρόνια μετά την κυκλοφορία του μνημειώδους αυτού album. Ωστόσο, θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά ότι από το δημοτικό κιόλας έχω αναμνήσεις από αυτό καθώς ο μεγάλος μου αδερφός το είχε σε αυθεντική κασέτα…βασικά είχε και την κλασική συλλογή “Deepest Purple” οπότε αυτά τα δύο αποτέλεσαν την πρώτη μου επαφή με τους Purple. Και μπορεί ο αγαπημένος μου δίσκος τους να είναι το “Perfect Strangers” αλλά αμέσως μετά και σε πολύ (μα πάρα πολύ) κοντινή απόσταση βρίσκεται το “Machine Head”.
Φυσικά, δεν χρειάζεται καν να τονίσουμε ή να υπογραμμίσουμε την αξία του εν λόγω album. Αυτονόητα πράγματα. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι αγόρασα αργότερα το βινύλιο γύρω στα 1987 από το Rock City στη Σωκράτους αν και είχα…κατασχέσει την προαναφερθείσα κασέτα από τον αδερφό μου! Τιμή δεν θυμάμαι αλλά σίγουρα ήταν η ελληνική έκδοση και ήταν σε προσφορά…άρα υπολογίζω στις κλασικές τιμές του Βαγγελάκη Μπαλτά εκείνη την εποχή, δηλαδή είτε στις 490 ή στις 690 δρχ. Και όσοι έζησαν εκείνες τις εποχές, καταλαβαίνουν εύκολα ότι πολύ δύσκολα αγόραζες κάτι που ήδη είχες…εκτός αν άξιζε τόσο πολύ. Και το “Machine Head” άξιζε και με το παραπάνω. Σε ένα ταξίδι αργότερα στο Βερολίνο το 2006 με τους Γιάννη Δόλα και Γιώργο Ανασοντζή αγόρασα και τη remastered edition σε CD για να ολοκληρωθεί η…τριλογία! Για την ιστορία τότε είχαμε ταξιδέψει για να δούμε τους Purple αλλά και για να κάνουμε μία αποκλειστική συνέντευξη με τον Ian Gillan….
ΣΤΑΘΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Το Machine Head ήταν ο πρώτος δίσκος που αγόρασα, το 1974 σε ηλικία 11 ετών, χωρίς να έχω ακούσει ποτέ ροκ μουσική. Με οδήγησε στην αγορά του ένας συμμαθητής στα αγγλικά που τους λάτρευε και τους “διαφήμιζε” συνεχώς. Ετσι, απο περιέργεια, μπήκα στο δισκοπωλείο του πολύ-καταστήματος ‘Αδελφοί Λαμπρόπουλοι” στην Τσιμισκή, ζήτησα “έναν δίσκο των Deep Purple”, μου έδωσαν το Machine Head αντί 180 δραχμών, και πήγα σπίτι να το ακούσω σε ένα φορητό ξύλινο πικάπ Φίλιπς.
Και άλλαξε η ζωή μου. Δεν ξέρω τι συνέβη ακριβώς, αλλά μόλις άκουσα τις πρώτες νότες του “Highway Star”, συγκλονίστηκα, σκέφτηκα, “αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου!”. Χωρίς να ξέρω τι ακριβώς θα ήταν το “αυτό”, που ήταν τελικά να ασχοληθώ με τη μουσική από τη θέση του “ξεναγού”, μια που μουσικό ταλέντο δεν είχα ούτε σταγόνα.
Ακολούθησαν δεκαετίες φανατικής ενασχόλησης, 120 συναυλίες του συγκεκριμένου συγκροτήματος, και μια βαθιά σχέση ζωής.
Καλά πήγε αυτό
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΕΙΡΗΝΑΚΗΣ (www.Rockhard,gr)
Δισκογραφία Deep Purple έχω από το Burn και μετά γιατί πριν ούρλιαζε ο Gillan και κατέστρεφε τα τραγούδια. Από το reunion του 84 και μετά, σταμάτησε τα πολλά ουρλιαχτά και ήταν καλύτερα μέχρι που ήλθε ο Turner και ίσιωσε η μπάντα. Πάντως, ξεχωρίζω το Machine Head γιατί έχει το κλασικό “Smoke on the Water”, το καταπληκτικό σόλο του Blackmore στο “Lazy” και την καταπληκτική μελωδία του “Highway Star”.
ΘΟΔΩΡΟΣ ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ανήκω στη γενιά που έμαθε το "Machine Head" από...σπόντα, αφού ήρθα σε επαφή με τα τραγούδια του ακούγοντας τη συλλογή Deepest Purple και το ιστορικό Made in Japan. Πέρασαν αρκετά χρόνια να το αγοράσω κάπου στο Μοναστηράκι και να έχω ολοκληρωμένη εικόνα για το μεγαλείο του."
ΣΩΤΗΡΗΣ ΤΣΙΑΠΗΣ
Έχουν περάσει ακριβώs 50 χρόνια απ την δημιουργία του αριστουργήματοs "Machine Head" στο Μοντρέ τηs Ελβετίαs.. και με συγκίνηση θυμάμαι οτι είναι ο πρώτοs μου δίσκοs, που ήταν μιά βόμβα μεγατόννων για τα αυτιά μου, ή κάτι σαν μουσικό εμβόλιο για ένα παιδί 14 ετών.. άπαξ και μπήκε στο αίμα σου έμεινε στον οργανισμό σου για πάντα! Αν το "In Rock" έθεσε τα θεμέλια για το hard rock, το "Machine Head" τα ολοκλήρωσε και τα τελειοποίησε. Τί να πρωτοπούμε γι αυτόν τον αξεπέραστο δίσκο-ορόσημο στο μουσικό στερέωμα.. είναι το βασικό εγχειρίδιο-manual για κάθε επίδοξο κιθαρίστα ντράμερ μπασίστα κλπ. κι αυτό δεν είναι η γνώμη ενόs απλού ακροατή ή έστω ορκισμένου Deep Purple fan.. αποτέλεσε τη πιό βασική και καθοριστική επιρροή για δεκάδεs καλλιτέχνεs διεθνούs εμβέλειαs, μεταξύ των οποίων οι Steve Vai, Yngwie Malmsteen, Lars Ulrich και πολλών άλλων, σύμφωνα με δικέs τουs δηλώσειs. Το Mark II θεωρώ πωs είναι το πιό αρμονικά δεμένο και επιτυχημένο line up ever! εκτόs απ την συγκλονιστική φωνή του Gillan, αυτό που εντυπωσιάζει είναι το πόσο μοναδικόs και αναγνωρίσιμοs ακούγεται αυτόs ο σφιχτοδεμένοs classic rock ήχοs, trade mark τηs μπάνταs. φαίνεται οτι το Σύμπαν συνομότισε ώστε πέντε εξαιρετικοί μουσικοί να συνυπάρξουν στο ίδιο συγκρότημα, και να κυκλοφορήσουν ένα ανεπανάληπτο album, σχολή - επιρροή - σεμινάριο για τουs μουσικούs των επόμενων γενεών. διότι εκτόs απ τουs στίχουs και την ερμηνεία, αυτό που μένει διαχρονικά στη κυτταρική μαs μνήμη είναι πρωτίστωs η μουσική! άλλωστε σύμφωνα με τον ίδιο τον Gillan, "we are primarly an instrumental band"! θυμάμαι πόσεs φορέs επιδοθήκαμε ασυναίσθητα σε "air guitar" στο σόλο του Blackmore στο "Highway star", ή πόσοι εκκολαπτόμενοι drumers δοκίμασαν να παίξουν την εισαγωγή του Ian Paice στο "Pictures of home".. παράλληλα η λαμπρή μουσική παιδεία και συνθετική διάνοια του Jon Lord ξεδιπλώνεται σε όλο τηs το μεγαλείο στο "Lazy". Με λίγα λόγια - και νομίζω οτι εκφράζω μερικά εκατομμύρια άτομα - αυτόs είναι ο τέλειοs hard rock δίσκοs όλων των εποχών!
ΣΑΚΗΣ ΦΡΑΓΚΟΣ (www.Rockhard.gr)
Η δική μου ιστορία για το πώς απέκτησα το “Machine head” των Deep Purple, δεν απέχει, νομίζω, αρκετά από αυτές των υπολοίπων. Στο σπίτι που μεγάλωσα, εγώ έπαιζα πιάνο στα μέσα της δεκαετίας του ’80, ο αδερφός μου έπαιζε κιθάρα, οπότε καθόμασταν και παίζαμε παρέα κάποια τραγούδια. Το πρώτο τραγούδι, εκτός ρεπερτορίου των ωδείων, που κάθε «επίδοξος» αλλά και αρχάριος μουσικός ξεκινούσε να παίζει στην κιθάρα, ήταν το “Smoke on the water”. Ακούγοντάς το και προσπαθώντας να το παίξω, κάπου στην Τετάρτη ή Πέμπτη δημοτικού, ήταν από τα τραγούδια που άλλαξαν τη ζωή μου και μία από τις πρώτες αγορές (αν θυμάμαι καλά από το Happening) ήταν το “Machine head”.
Δημοσίευση σχολίου