Ο λόγος που καθυστέρησε τόσο πολύ η παρουσία ενός live άλμπουμ των Bad Company είναι ότι κατά την άποψή μου, θα έπρεπε η σύνθεση που να παίζει, να είναι η κλασική (Paul Rodgers, Mick Ralphs, Simon Kirke και Boz Burrell). Δεδομένου ότι το πρώτο live που κυκλοφόρησαν ήταν το 1993 με τίτλο What You Hear Is What You Get, με υπότιτλο The Best of Bad Company Live) με τραγουδιστή τον πολύ καλό Brian Howe κι όχι τον ιστορικό Paul Rodgers αλλά με 2 μέλη από την κλασική σύνθεση (Mick Ralphs και Simon Kirke), ενώ το αμέσως επόμενο In Concert: Merchants of Cool(2002) είχε τους Paul Rodgers και Simon Kirke αλλά δεν είχε τους Mick Raphes και Boz Burrell! Κρατήστε στη μνήμη σας τον τίτλο In Concert: Merchants of Cool γιατί θα επανέλθω. Η κυκλοφορία του Live in Concert 1977 & 1979 (2016), επί τέλους με την κλασική σύνθεση, περιέχει 2 συναυλίες τους, η πρώτη του 1977 στο The Summit του Houston και η δεύτερη στο Wembley Arena του Λονδίνου του 1979 και αισθάνομαι ότι είναι ένα αντιπροσωπευτικό live του συγκροτήματος, αφού οι 2 συναυλίες τους, τους «συλλαμβάνουν» σε 2 καλές περιόδους τους. Να ξεκινήσω από την πρώτη χρονικά συναυλία στο The Summit του Houston το 1977, όπου η ηχογράφηση προέρχεται κατ ευθείαν από 24κάναλο, χωρίς κανένα overdubs όπως τουλάχιστον αναφέρει το πλούσιο ένθετο που συνοδεύει την έκδοση αλλά και είναι εύκολο να το διαπιστώσει ο ακροατής. Το συγκρότημα μόλις έχει κυκλοφορήσει το Burnin' Sky από το οποίο παίζουν 6(!) τραγούδια, το ένα πιο κουραστικό από το άλλο, με εξαίρεση το ομώνυμο που είναι από τα καλύτερά τους.
Τα υπόλοιπα είναι μια πολύ καλή, αν και μακρόσυρτη εκτέλεση του κλασικού “Ready for love”, το μάλλον υποτονικό “Simple Man”, ένα απαραίτητο για την εποχή, drum σόλο του Simon Kirke που το κολλάνε πολύ καλά με το “Live for the Music” για να κλείσει ο δίσκος με τα κλασικά “Good lovin’ gone bad” που στη χώρα μας πέρασε και δεν άγγιξε και το “Feel like makin’ love”. Είναι φανερό ότι ήταν η περιοδεία που προωθούσαν το Burning Sky, γι αυτό και έπαιξαν τόσα πολλά κομμάτια από αυτό. Από την άλλη πλευρά, έχω να παρατηρήσω ότι παρ΄όλο που ο Paul Rodgers όπου χρειάζεται παίζει κιθάρα, η ανάγκη μιας δεύτερης κιθάρας σε όλα τα κομμάτια ήταν υπέρ-αναγκαία, με αποτέλεσμα ο ήχος να μην είναι στιβαρός. Για τους Bad Company μιλάμε! Στο δεύτερο cd, έχουμε το συγκρότημα σε μια συναυλία του στο Wembley Arena του Λονδίνου, 2 χρόνια αργότερα από εκείνη του Summit στο Houston για την προώθηση του τότε καινούργιου άλμπουμ τους Desolation Angels γι αυτό και παίζουν 5 κομμάτια από αυτό, συμπεριλαμβανομένου του "Rock 'n' Roll Fantasy" Το δέσιμο και το παίξιμο είναι σφιχτά και πολύ καλύτερο από αυτό της πρώτης συναυλίας, με το παράδοξο ότι τα κοινά τραγούδια των set lists είναι μόνο 2 (“Feel like makin’ love” και “Rock Steady”), δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον ακροατή να έχει μια ευκαιρία να ακούσει μια μεγάλη γκάμα τραγουδιών τους. Η κιθάρα του Ralphs ακούγεται πολύ καλύτερα με τα κλασικά "Can't Get Enough", "Feel Like Makin' Love", "Rock Steady" και "Rock 'n' Roll Fantasy" να ξεχωρίζουν. Πολύ καλή και μάλλον έκπληξη η εκτέλεση του “Hey Joe”, όπου κιθάρα παίζει ο Paul Rodgers.
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
Τα 2 live αυτού του cd, είναι σαφώς ενδεικτικά της ποιότητας των Bad Company αλλά και των 2 εντελώς διαφορετικών set lists που λειτουργούν υπέρ του ακροατή, που έχει μια καλύτερη άποψη για το συγκρότημα. Και μετά τόσες δεκαετίες, η μελωδία του “Shooting Star” πόσο όμορφη ακούγεται!
TRIVIA
- Η απάντηση στην ερώτησή μου-απορία στις πρώτες γραμμές του κειμένου σχετικά με την απουσία ενός live την εποχή της μεγάλης δόξας τους, έχει να κάνει με την κάθετη θέση του manager Peter Grant, manager επίσης του Led Zeppelin οι καλλιτέχνες που μανατζάρει να μην κάνουν τηλεοπτικές εμφανίσεις και να μην κυκλοφορούν live άλμπουμ!
- To The Summit του Houston, (αρχικό όνομαa Lakewood Church Central Campus) κτίστηκε με τις προδιαγραφές γηπέδου μπάσκετ, χωρητικότητας 16.000 θεατών και η πρώτη μεγάλη συναυλία που φιλοξένησε ήταν το Νοέμβριο του 1975 των Who.
- To “Like water” είναι μια πολύ παλιά σύνθεση των Rodgers και Machiko Shimizu, που χρονολογείται από το 1971 και το βραχύβιο συγκρότημα των Peace που είχε σχηματίσει ο Rodgers.
- To Wembley Arena του Λονδίνου, παλαιότερα ονομαζόταν Empire Pool, κτίστηκε το 1934 για τις ανάγκες των Ολυμπιακών Αγώνων και η χωρητικότητά του υπολογίζεται στις 12.000 θέσεις.
ΚΑΙ ΤΟ IN CONCERT: MERCHANTS OF COOL (2002)
Κι εκεί που έχω ετοιμάσει το κείμενο για τη στήλη, σκέφτηκα να ακούσω άλλη μια φορά το In Concert: Merchants of Cool (2002) που ήταν το δεύτερο χρονικά live άλμπουμ τους. Μόνο που από την ιστορική αρχική σύνθεση παραμένουν οι Paul Rodgers και Simon Kirk, με την προσθήκη των Dave “Bucket” Colwell, που έπαιζε κιθάρα και στα 3 προηγούμενα studio άλμπουμ και του μπασίστα Jaz Lochrie (session μουσικός που έχει παίξει με τους Pete Townshend, Slash, Paul Rodgers, Roger Daltrey, Joe Satriani κ.α.. Το n Concert: Merchants of Cool ηχογραφήθηκε τον Ιανουάριο του 2002 στο Paramount Theater του Denver και στο Grove του Anaheim, τον Ιανουάριο του 2002. Πρώτα από όλα ο ήχος: Δύο φορές καλύτερος των δύο συναυλιών του Live in Concert 1977 & 1979, όχι γιατί οι Colwell και Lochrie είναι καλύτεροι των Ralphs και Burrell, αλλά πολύ απλά γιατί είναι «γεμάτος», πλούσιος με τα απαραίτητα overdubs! Ξεκινώντας από το "Burnin' Sky" και περνώντας στα "Can't Get Enough"(με τη συμμετοχή του κόσμου), "Feel Like Makin' Love", "Rock Steady" και "Movin' On" (πολύ καλή εκτέλεση), το In Concert: Merchants of Cool δεν αναλώνεται σε τραγούδια προώθησης κάποιου καινούργιου δίσκου, αλλά είναι Best of Live. "Deal with the Preacher", "Ready for Love", Bad Company" (επίσης πολύ καλή εκτέλεση), "Silver, Blue and Gold" και "Shooting Star", συμπληρώνουν τον κύκλο των μεγάλων τραγουδιών που ακούγονται. Τελευταία άφησα, το "Rock 'n' Roll Fantasy” όπου περνάνε ένα μικρό medley 2 κλασικών τραγουδιών των Beatles, των «Ticket to Ride και I Feel Fine" που για να γράψω την αλήθεια, δεν πολυταιριάζουν, ενώ από το βαρύ ιστορικό παρελθόν των Free, υπάρχει το κλασικό “All Right Now” καθώς και τα 2 studio τραγούδια, "Joe Fabulous" και "Saving Grace" που δεν προσθέτουν απολύτως τίποτε. Για την ιστορία, το δεύτερο, μπορείτε να το βρείτε στο προσωπικό άλμπουμ του Paul Rodgers, Now(1997). Δεν θέλω να μπω στη διαδικασία της σύγκρισης των 2 εντελώς διαφορετικών live, γιατί στο μεν πρώτο έχουμε το συγκρότημα να παίζει σε 2 περιοδείες, προωθώντας τους καινούργιους δίσκους του χωρίς κανένα overdubs και στο δεύτερο έχουμε ένα best of live με πολλά overdubs. Πάντως το πρώτο είναι για συλλέκτες!
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ
5/5/22
Δημοσίευση σχολίου