PRETTY MAIDS – FUTURE WORLD (1987) ΥΨΗΛΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΜΕΛΩΔΙΚΟ HEAVY METAL


 


   Ένα από τα πιο εμβληματικά άλμπουμ του Ευρωπαϊκού 80s metal αποτελεί το Future World των Pretty Maids, της μπάντας που, μαζί με τους Mercyful Fate/King Diamond, είναι ένα από τα κύρια εξαγώγιμα metal προϊόντα της Δανίας. Σχηματισμένοι το μακρινό 1981 από τον τραγουδιστή Ronnie Atkins και τον κιθαρίστα Ken Hammer (κατά κόσμον, Paul Cristensen και Kenneth Hansen), οι συμπαθείς Σκανδιναβοί έχουν προσφέρει στη διάρκεια των ετών αρκετές αξιόλογες δουλειές, με αποκορύφωμα βέβαια την προαναφερόμενη, η οποία, ουσιαστικά, τους καθιέρωσε στο χώρο του hard rock/heavy metal.
    Αν και στο ντεμπούτο τους Red, Hot and Heavy(1984) οι Pretty Maids κινήθηκαν σε πιο «κλασικομεταλικές» γραμμές, με τον χαρακτηριστικό ωμό και τραχύ ήχο εκείνης της περιόδου, με τη δεύτερη κυκλοφορία τους, Future World, άλλαξαν κατεύθυνση και ανέβηκαν επίπεδο, προσφέροντας ένα καταπληκτικό δείγμα δυναμικού power/speed metal, διανθισμένου με μελωδικά, εμπορικά και AOR στοιχεία, τοποθετημένα αριστοτεχνικά σε όλα τα κομμάτια του δίσκου, στα οποία, σημαντικό ρόλο έχουν αναλάβει τα πλήκτρα.
    Στόχος του συγκροτήματος (αλλά και της εταιρείας τους, CBS) ήταν να «χτυπήσουν» την αγορά των ΗΠΑ – όπως συνέβη και με τους Σουηδούς Europe του The Final Countdown – γι’ αυτό και επιστρατεύτηκε ως παραγωγός ο Eddie Kramer, γνωστός για τη δουλειά του σε κυκλοφορίες μεγάλων rock και hard rock συγκροτημάτων (The Rolling Stones, Led Zeppelin, KISS κ.α.). Η συνεργασία μαζί του, όμως, δεν ευδοκίμησε και απολύθηκε μετά από 14 μέρες, καθώς, σύμφωνα με τον κιθαρίστα Ken Hammer, τον πήρε ο ύπνος πάνω στην κονσόλα κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων!!! Στη θέση του συνέχισαν οι Chris Isca, Flemming Rasmussen (Metallica, Blind Guardian κ.α.) και Kevin Elson οι οποίοι επιλέχθηκαν για συγκεκριμένα κομμάτια ο καθένας, ανάλογα με το ύφος του κάθε τραγουδιού (πιο metal ή πιο εμπορικό).
    Το Future World κυκλοφόρησε τελικά τον Απρίλιο του 1987 και έκανε άμεση εντύπωση, κατ’ αρχήν λόγω του εντυπωσιακού, φουτουριστικού/sci-fi εξωφύλλου, του με το ιδιαίτερο θέμα και τα έντονα χρώματά του. Το οπισθόφυλλο βέβαια δεν είναι αντίστοιχα εντυπωσιακό καθώς εκεί εικονίζονται τα μέλη του συγκροτήματος με κάτι αστείες αμφιέσεις που παραπέμπουν σε ταινία επιστημονικής φαντασίας Β’ κατηγορίας, θυμίζοντας πολύ το look των Queensrÿche στο οπισθόφυλλο και στο εσώφυλλο του Rage for Order!

  Στην ουσία τώρα, το περιεχόμενο του άλμπουμ ανταποκρίνεται πλήρως στην ποιότητα της «βιτρίνας» , με εννέα κομμάτια υψηλής ποιότητας που δικαίως το κατατάσσουν στην κατηγορία των κλασικών κυκλοφοριών. Αυτό γίνεται αντιληπτό άμεσα, με το εναρκτήριο, ομώνυμο τραγούδι, όπου μετά τη σύντομη εισαγωγή με τα φουτουριστικά synth εφέ, ακολουθεί ένας καταιγιστικός power metal ύμνος, με χαρακτηριστικό riff, τέλεια μελωδία στα background πλήκτρα, ιδανική μίξη μελωδικών και σκληρών φωνητικών και σόλo σχολής Maiden. Κομματάρα αναλλοίωτη στο χρόνο, ακόμα και 30+ χρόνια μετά την κυκλοφορία της.
    Στο ίδιο, επιθετικό και πιο metal, μοτίβο κινείται το έτερο power/speed έπος, “Loud ‘n’ Proud”, με τα «εφιαλτικά» πλήκτρα στην αρχή και την ισοπεδωτική του συνέχεια. Ένα τραγούδι ισάξιο με το “Future World”, με το τελευταίο να προηγείται στις εντυπώσεις απλά και μόνο λόγω της θέσης του ως εναρκτήριου αλλά και της μεγαλύτερης προώθησής του ως single και video. Στην πιο metal ομάδα των κομματιών εντάσσονται επίσης το “Yellow Rain”, με την ακουστική και μελωδική του εισαγωγή για το πρώτο 1,5 λεπτό και το γύρισμα μετά σε άλλον έναν metal ύμνο, το “Needles in the dark” και το mid-tempo “We came to Rock”.
    Στη δεύτερη ομάδα τραγουδιών του “Future World”, αυτή των πιο «εμπορικών», έχουμε τέσσερα κομμάτια, δυο από τα οποία αποτελούν, μαζί με τα “Future World” και “Loud ‘n’ Proud” κορυφαίες στιγμές του άλμπουμ. Πρόκειται για τα “Love Games”, μια καταπληκτική AOR σύνθεση με εντυπωσιακά πλήκτρα, πιασάρικο ρεφρέν και μελωδικό σόλο και το “Rodeo”, με εξίσου χαρακτηριστική εμπορική χροιά αλλά λίγο πιο δυναμικό. Τέλος η ομάδα, συμπληρώνεται από την ατμοσφαιρική μπαλάντα “Eye of the storm” και το AORάκι “Long Way to Go” που κλείνει το άλμπουμ.


    Αν και καθόλα άψογη δουλειά, το “Future World” δεν κατάφερε να κάνει επιτυχία στις ΗΠΑ, όπως ήταν ο βασικός του στόχος και αυτό οφείλεται, σύμφωνα με την μπάντα, στην έλλειψη management από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Στην εμπορική του αποτυχία εκεί, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε βέβαια και την ύπαρξη των ντόπιων αμερικάνικων μεγαθηρίων, πολλά από τα οποία είχαν κυκλοφορήσει εκείνη την εποχή (1987-1988) κορυφαία άλμπουμ, οπότε μια νέα μπάντα από την Δανία, όσο καλή κι αν ήταν, ξεκίναγε την προσπάθεια από μειονεκτική θέση. Αντίθετα με τις ΗΠΑ, το άλμπουμ έκανε μεγάλη επιτυχία στην Ιαπωνία και στην Γερμανία , αλλά και στις υπόλοιπες χώρες της κεντρικής Ευρώπης.
    Όπως και να ‘ναι, το “Future World” κατάφερε να μείνει στην ιστορία του σκληρού ήχου ως ένα υψηλής ποιότητας μελωδικό heavy metal άλμπουμ γεγονός που πιστοποιείται και από την απήχηση που έχει στους metal οπαδούς ακόμα και σήμερα.
ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΜΕΤΑ   

    Μετά από 3 χρόνια , το 1990, κυκλοφόρησαν το τρίτο άλμπουμ τους Jump the Gun, με παραγωγό μάλιστα τον Roger Glover (Deep Purple). Το συγκρότημα προσπάθησε για ακόμη μια φορά να κάνει άνοιγμα στις ΗΠΑ, πατώντας στα χνάρια του Future World και με ακόμη περισσότερο έντονο το εμπορικό στοιχείο στις συνθέσεις, χωρίς όμως να έχει, πάλι, το επιθυμητό αποτέλεσμα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, το Jump the Gun θεωρήθηκε εμπορική αποτυχία συνολικά και όχι μόνο στις ΗΠΑ  και αυτό έφερε σε ρήξη τα μέλη της μπάντας, τα οποία αποχώρησαν, αφήνοντας μόνο του το συνθετικό δίδυμο και καρδιά των Pretty Maids, Atkins και Hammer. Μουσικά βέβαια, το άλμπουμ δεν είναι καθόλου κακό, αλλά αυτό είναι αντικείμενο ξεχωριστής αναφοράς.
    Μετά την αποχώρηση των υπόλοιπων μελών, τα δυο βασικά μέλη δεν πτοήθηκαν και επανήλθαν με νέους συνεργάτες το 1992, κυκλοφορώντας μέχρι σήμερα αρκετά άλμπουμ, από αξιοπρεπή έως πολύ καλά.


TRIVIA 

  • Οι Pretty Maids έχουν εμφανιστεί δυο φορές στη χώρα μας για συνολικά 3συναυλίες. Η πρώτη ήταν στις 25/5/2007 στην Αθήνα, στο Gagarin μαζί με τους TALISMAN και η δεύτερη στις 16/10/2010 στo Principal Club στη Θεσσαλονίκη και την επόμενη, 17/10/2010, στο Gagarin μαζί με τους Bonfire και Firehouse.
  • Το 2019, ο τραγουδιστής Ronnie Atkins διαγνώστηκε με καρκίνο του πνεύμονα, τέταρτου βαθμού (μεταστατικός). Μετά από 4 χημειοθεραπείες και 33 ακτινοθεραπείες, το φθινόπωρο του 2019 δήλωσε καθαρός. Δυστυχώς ένα χρόνο μετά, το φθινόπωρο του 2020, ο καρκίνος επέστρεψε. Σύμφωνα με δηλώσεις του στο Blabbermouth, ακολουθεί θεραπείες και βρίσκεται σε καλό σημείο. Πρόσφατα μάλιστα κυκλοφόρησε από την Frontiers και το προσωπικό του άλμπουμ, “One Shot”. Κάτι νεότερο για την πορεία της υγείας του δεν υπάρχει, οπότε το μόνο που μένει είναι να ευχηθούμε καλή εξέλιξη στις θεραπείες που ακολουθεί.



ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ

 22/12/21

Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment

Δημοσίευση σχολίου