Όταν έρχεται η ώρα να εισχωρήσεις στα άδυτα της Βρετανικής μελωδικής σκηνής των αρχών του ογδόντα, φαίνεται ότι πολλοί άνθρωποι εκτιμούν μουσικές και καλλιτέχνες τα οποία δεν κατόρθωσαν να αναρριχηθούν στην επιφάνεια εκείνες τις ημέρες λόγω προφανώς του τρομερού ανταγωνισμού και του απίστευτα υψηλού καλλιτεχνικού αναστήματος των πρωτοπόρων του χώρου. Ο φάκελος που ανοίγουμε σήμερα έχει την ονομασία Airrace και ουσιαστικά αναφέρεται σε ένα "underdog" της σκηνής το οποίο κυκλοφόρησε ένα αξιοπρεπές άλμπουμ με τίτλο Shaft Of Light το 1984, που όμως δεν μπόρεσε ποτέ να ξεφύγει από το συνωστισμένο underground.
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ PETER GRANT
Η ίδρυση των Airrace θα γίνει τον Σεπτέμβριο του 1982 από τον κιθαρίστα Laurie Mansworth (ex-More) που σε πρώτη φάση θα έχει μαζί του τον Phil Lewis ως τραγουδιστή, τον Jim Reid στο μπάσο και τον Simon Tomkins στα τύμπανα. Την νύχτα της πρώτης τους ζωντανής εμφάνισης, 11 Φεβρουαρίου 1983 στο περίφημο Marquee Club στο Λονδίνο, ο φημισμένος μάνατζερ Peter Grant θα δώσει την δυνατότητα στον Mansworth να προσλάβει στην μπάντα του έναν υποσχόμενο νεαρό ντράμερ με όνομα βαρύ σαν ιστορία. Ο γιος του θρύλου John Bonham, ο Jason Bonham, ο οποίος επέλεξε να βαδίσει στα χνάρια του διάσημου πατέρα του θα αντικαταστήσει εν τέλει τον Simon Tomkins και μόνο με το όνομα που φέρει θα γεμίσει με ελπίδες τους υπόλοιπους για μία λαμπρή (;;) καριέρα. Ο Phil Lewis που έχει παραμείνει ως frontman, έχει μία φωνή η οποία είναι αρκετά "αλήτικη" και "τσαχπίνικη" που δεν ταιριάζει με την μελωδική κατεύθυνση των Airrace. Ο ιδανικός άνθρωπος για αυτή την θέση φέρει το όνομα Keith Murrell και αντίθετα με τον προκάτοχό του διαθέτει μία κρυστάλλινη χροιά, κάτι ανάμεσα σε Steve Overland (FM) και Max Bacon (GTR), που είναι "μάννα εξ ουρανού" για το ραδιόφωνο. Με τελευταία εισχώρηση αυτή του Toby Sandler στα πλήκτρα οι Airrace θα είναι έτοιμοι να κάνουν τα όσα ονειρεύτηκαν, πραγματικότητα.
Ύστερα από συμφωνία με την Atlantic Records, το συγκρότημα θα ταξιδέψει μέχρι την Νέα Υόρκη και θα ηχογραφήσει το ντεμπούτο του στα studio της Atlantic κάτω από την καθοδήγηση του διάσημου παραγωγού Beau Hill (Ratt). Φυσικά η παραγωγή είναι καλή αλλά θα μπορούσε να ήταν καλύτερη αν ο Jason Bonham δεν υποχρεώνονταν να χρησιμοποιήσει ηλεκτρονικά τύμπανα. Το Shaft Of Light θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο του 1984 και δικαίως θεωρείται ως ένα από καλύτερα μελωδικά άλμπουμ της Βρατανικής σκηνής του ογδόντα. Ταυτόχρονα θα ξεκλειδώσει την πόρτα για περιοδείες με μεγάλα ονόματα όπως Queen, AC/DC και Meat Loaf όμως οι αποχωρήσεις των Jason Bonham και Keith Murrell θα ψαλιδίσουν αρκετά γρήγορα τις φιλοδοξίες των υπολοίπων βάζοντας ένα τέλος το 1986 το οποίο θα αναιρεθεί το 2011, αλλά οι εποχές έχουν αλλάξει! Ο δίσκος Shaft Of Light ξεχωρίζει για την εξαιρετική φόρμουλα των συνθέσεων που προσδίδει μία ουράνια γοητεία σε όλα σχεδόν τα τραγούδια. Δίνοντας μεγάλη βάση στα πλήκτρα, κάθε κομμάτι είναι πιασάρικο και αξιομνημόνευτο. Το τραγούδι I Don't Care με το οποίο αρχίζει το άλμπουμ έχει αυτά τα δυνατά πλήκτρα, σήμα κατατεθέν της εποχής, στον ιστό των οποίων υφαίνεται περίτεχνα μία εκθαμβωτική σύνθεση προορισμένη για το ραδιόφωνο.
Η Βρετανική ροκ παράδοση τιμάται δεόντως με το Promise To Call αφού "ξεδιάντροπα" θα φέρει στο μυαλό μας τον David Coverdale και το συγκρότημά του ως προς το χαρακτήρα του τραγουδιού όμως αφού ο Keith Murrell είναι τραγουδιστής μίας εντελώς διαφορετικής διάστασης.
Οι Foreigner ευαισθησίες εκδηλώνονται στην απίστευτη κομματάρα First One Over The Line. Ακούγοντας το συγκεκριμένο τραγούδι, η μόλυνση των εγκεφαλικών διακλαδωσεων θα φτάσει σε τέτοιο βαθμό που διαβάζοντας απλώς τον τίτλο θα ξεκινάει το play του τραγουδιού στο μυαλό.
Επιδέξια άρθρωση μελωδιών έχουμε και στο Open Your Eyes που ακολουθεί ενώ στο Not Really Me βγαίνει ο πιο ευθύς ροκ χαρακτήρας των Βρετανών.
Όσοι δεν γνωρίσατε τον Jason Bonham είναι ο πρώτος από δεξιά. |
Ο Keith Murrell είναι ένας τραγουδιστής υψηλών στάνταρ που για κάποιο λόγο δεν έκανε την καριέρα σύμφωνα με τις προδιαγραφές που διέθετε. Και ποιές είναι αυτές; Ακούστε το Do You Want My Love Again και θα καταλάβετε ότι ο άνθρωπος μπορεί να τραγουδίσει και τηλεφωνικό κατάλογο και να σε πείσει!
Τα δύο τελευταία τραγούδια του δίσκου, το Didn't Wanna Lose Ya και το All I'm Asking, θα επιμηκύνουν την όλη γοητεία του άλμπουμ αφήνοντας στο μυαλό την σκέψη του "διαχρονικού διαμαντιού"!
Ο Αγγλικός μουσικός τύπος της εποχής τους αποκάλεσε σαν την "απάντηση στους Journey". Φιλόδοξο σχόλιο, εν μέρει εύστοχο, για ένα συγκρότημα που είναι πολύ περισσότερα από το δισκογραφικό ντεμπούτο του Jason Bonham.
ΣΠΥΡΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
8/12/21
απο τα βινυλια που χαρισα καποτε , γενικα ο Bonham εχει παιξει σε αξιολογα σχηματα (με κορυφαιο ασφαλως τους Virginia Wolf) ,τεραστιος παικτης , ειδικα την εποχη που υπηρχε η μοδα με τους 'βομβαρδιστες-διπλομποταδες ' ξεχωριζε γιατι το παιξιμο του 'ανεπνεε' . Γιαυτο και ειναι περιζητητος session και παντα παιζει με all star συμπαικτες .
ΑπάντησηΔιαγραφή