Το επόμενο άλμπουμ, Psycho City (1992), αν και πολύ καλό, δεν κατάφερε να τους κρατήσει στο επίπεδο δημοτικότητας του πρόσφατου παρελθόντος, ενώ η συνακόλουθη λύση του συμβολαίου τους με την πολυεθνική Capitol τους έριξε σε φάση ενδοσκόπησης, γεγονός που αποτυπώνεται στο, κατά κύριο λόγο, ακουστικό Sail Away του 1994. Τελευταία κυκλοφορία τους μέσα στην περίοδο κυριαρχίας του grunge ήταν το Let it Rock (1996) και αμέσως μετά, η μπάντα αποφάσισε να κάνει ένα διάλειμμα για απροσδιόριστο χρόνο αφήνοντας τους εναπομείναντες οπαδούς της με την εντύπωση ότι o “Μεγάλος Λευκός Καρχαρίας» δεν πρόκειται να ξαναβγεί στην επιφάνεια.
Παρόλα αυτά, το 1999 και με το alternative/grunge να έχει πλέον «αποδημήσει εις Κύριον», οι Great White επανέρχονται από τη σιωπή με το ένατο studio άλμπουμ τους, Can’t get there from here, το οποίο σε βάζει στην πρίζα να μάθεις πώς ακούγεται πλέον η μπάντα, μόνο και μόνο από το φανταστικό του εξώφυλλο, μια καλοκαιρινή και με όμορφους χρωματισμούς σύνθεση, που είναι με διαφορά ό,τι καλύτερο έχει ντύσει μέχρι τότε τις κυκλοφορίες τους.
Βασική αλλαγή σε σχέση με το παρελθόν είναι ο παραγωγός, όπου τη θέση πλέον του Alan Niven (εκτός από παραγωγός αποτέλεσε και manager των G.W.) έχει ο Jack Blades, μπασίστας και τραγουδιστής των Night Ranger έως το 1989 και κατόπιν ιδρυτής των Damn Yankees. Αξιοσημείωτη είναι η συμμετοχή του Don Dokken στη σύνθεση τεσσάρων κομματιών, ενώ όσον αφορά το συγκρότημα, η σύνθεση παραμένει κατά 80% η κλασική τους, δηλαδή Jack Russell-φωνή, Mark Kendall-κιθάρες,Michael Lardie-κιθάρες, πλήκτρα, Audie Desbrow-ντραμς και μπάσο ο Sean McNabb (Quiet Riot, House of Lords κ.α.).
Το Can’t get there from here, δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας – ποιος άλλωστε θα είχε τέτοια προσδοκία - φέρνει όμως στο μυαλό όλες τις παλιές καλές στιγμές της μπάντας, ξαναζωντανεύει τις μέρες του παλιού καλού μελωδικού hard rock του τέλους των ‘80s και δημιουργεί καθ’ όλη τη διάρκειά της ακρόασής του ένα όμορφο συναίσθημα νοσταλγίας. Οι συνθέσεις είναι κατά κύριο λόγο μέτριας έντασης, χαλαρωτικές, με έντονο το χαρακτηριστικό blues στοιχείο της μπάντας και ιδανικές ως soundtrack καλοκαιρινών στιγμών.
To πολύ καλό “Rolling Stoned”, που ανοίγει το άλμπουμ, είχε αρκετό airplay φτάνοντας στο Νο 8 των Mainstream Rock charts και είναι ουσιαστικά ένα από τα λίγα πιο hard rock κομμάτια της συγκεκριμένης κυκλοφορίας ενώ ακολουθείται από ένα σερί πέντε ακόμα τέλειων τραγουδιών: Την power/blues μπαλάντα “Ain’t no shame”, το γλυκόπικρο “Silent Night”, μια νοσταλγική αναπόληση κάποιας παλιάς αγάπης, το blues/rock n’ roll “Saint Lorraine με το φανταστικό σόλο, το ιδιαίτερα συναισθηματικό “In the tradition” και το ταξιδιάρικο «Freedom Song”.
Από αυτό το σημείο και μετά, στο δεύτερο μισό του, το άλμπουμ κάνει λίγο «κοιλίτσα», έχοντας δυο κομμάτια (το απλά καλό “Gone to the dogs” και το ψιλο-grunge “Psychedelic Hurricane”) που αν έλειπαν ίσως να ήταν και καλύτερα αφού θα έριχναν τη συνολική διάρκεια από τα 51 στα 43 λεπτά και θα υπήρχε καλύτερη ροή. Παρόλα αυτά, υπάρχουν άλλες τέσσερις αξιόλογες συνθέσεις που κρατάνε ψηλά την ποιότητα και συγκεκριμένα το “Wooden Jesus” με τα 70’ς στοιχεία του, η μπαλάντα “Sister Mary”, το bluesy “Loveless Age” με την δυναμική κορύφωση στο ρεφρέν και το “Hey Mister” που κλείνει το δίσκο.
Με το Can’t get there from here, οι Great White έκαναν μια αξιοπρεπή επαναφορά από τη λήθη των μέσων της δεκαετίας του ’90, δημιουργώντας ένα εντυπωσιακά καλό άλμπουμ σε μια στιγμή που οι περισσότεροι παλιοί οπαδοί τους, τούς είχαν ξεγράψει. Η συγκεκριμένη δουλειά, μπορεί να μην είχε την απήχηση που θα είχε δέκα χρόνια πριν, τους έδωσε όμως την ευκαιρία να ξαναβγούν στην επιφάνεια και μάλιστα να περιοδεύσουν στις ΗΠΑ με βετεράνους του είδους όπως οι Ratt, L.A. Guns και Poison. Έχοντας ακούσει το άλμπουμ δεκάδες φορές από τότε που κυκλοφόρησε, μπορώ να πω ότι, τουλάχιστον για εμένα, έχει περάσει «το τεστ του χρόνου» και το θεωρώ μία από τις καλύτερες κυκλοφορίες τους και ταυτόχρονα μια από τις πιο υποτιμημένες. Ένα κλασικό forgotten jewel!
TI EKANAΝ ΜΕΤΑ
Το οπισθόφυλλο |
Δυστυχώς οι Great White δεν εκμεταλλεύτηκαν το momentum και δεν είχαν ανάλογη συνέχεια. Σχεδόν μετά την ολοκλήρωση της περιοδείας για το άλμπουμ άρχισαν οι αποχωρήσεις μελών λόγω θεμάτων στις μεταξύ τους σχέσεις και κυρίως λόγω των καταχρήσεων του Jack Russell. Το αποτέλεσμα ήταν να μείνει μόνο αυτός από τα κλασικά μέλη στη μπάντα, πλαισιωμένος από άλλους μουσικούς, μέχρι που το 2001 ανακοίνωσε το τέλος της.
Ακολούθησε το 2003 μια επαναπροσέγγιση του Kendall με τον Russell, που οδήγησε σε μια αναβίωση της μπάντας για μια σειρά εμφανίσεων κάτω από το όνομα Jack Russell’s Great White, στο πλαίσιο των οποίων συνέβη και το γνωστό τραγικό περιστατικό στο club “The Station” του Rhode Island με τους 100 νεκρούς.
Το 2007, οι Great White επανασυνδέθηκαν με τη σύνθεση του Can’t get there from here, υπέγραψαν με την Frontiers και κυκλοφόρησαν δυο πολύ καλά άλμπουμ, τα Back to the Rhythm (2007) και Rising (2009), για να αποχωρήσει πάλι ο Russell, να ξαναφτιάξει τους δικούς του G.W και να έχουμε τις γελοιότητες που έχουμε ξαναδεί και σε άλλες περιπτώσεις, με δυο μπάντες με το ίδιο όνομα και ό,τι αυτές οι καταστάσεις φέρνουν…
ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
8/9/21
Δημοσίευση σχολίου