Στις αρχές του 1984, οι Iron Maiden ήταν ήδη ένα καταξιωμένο συγκρότημα και μια υπολογίσιμη δύναμη στο χώρο του heavy metal. Ήδη από το 1982, με την ανάληψη των φωνητικών από τον Bruce Dickinson και την κυκλοφορία του εντυπωσιακού The Number of the Beast, είχαν εκτοξευτεί σε άλλο επίπεδο σύνθεσης και απόδοσης και έμενε μόνο να κυκλοφορήσουν ένα άλμπουμ που θα επισφράγιζε την κατάταξή τους ανάμεσα στα μεγαλύτερα και επιδραστικότερα ονόματα του χώρου. Το άλμπουμ αυτό θα έπαιρνε μια μικρή αναβολή, μέχρι να σχηματιστεί η «κλασική σύνθεση» των Iron Maiden το 1983, με τον ερχομό του Nicko Mc Brain στα τύμπανα και την κυκλοφορία του Piece of Mind, του πρώτου άλμπουμ στο οποίο η σύνθεση αυτή δοκιμάστηκε (σημ. προσωπική αγάπη, καθώς είναι το πρώτο metal άλμπουμ που άκουσα πίσω στα 13 μου).
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΕΙΣ
Μετά τη λήξη της περιοδείας για το Piece of mind τον Δεκέμβριο του 1983, οι Iron Maiden, χωρίς να έχουν την πολυτέλεια της μακράς ξεκούρασης (φρόντισαν οι managers Rod Smallwood και Andy Taylor γι’ αυτό!), μετέβησαν τον Φεβρουάριο του 1984 στο νησί Guernsey (στα στενά της Μάγχης, λίγο έξω από τις Γαλλικές ακτές) και εγκαταστάθηκαν στο ξενοδοχείο Le Chalet προκειμένου να συνθέσουν υλικό για το επόμενο άλμπουμ τους. Πέρασαν έτσι οκτώ εβδομάδες στην διάρκεια των οποίων συνέθεσαν τον κύριο όγκο του υλικού και έκαναν τις απαραίτητες πρόβες. Στη συνέχεια, το συγκρότημα εγκαταστάθηκε στις Μπαχάμες και συγκεκριμένα στο Nassau όπου το διάστημα Μαρτίου – Απριλίου 1984, στα Compass Point Studios, έγιναν οι ηχογραφήσεις με παραγωγό τον μεγάλο Martin Birch (R.I.P.). Στο ίδιο στούντιο μάλιστα, είχαν ηχογραφήσει και το Piece of Mind και επειδή είχαν περάσει ιδιαίτερα καλά την προηγούμενη φορά, ήθελαν να επαναλάβουν την εμπειρία. Η ουσία βέβαια είναι ότι η μετακίνηση στις Μπαχάμες έγινε κυρίως για φορολογικούς λόγους καθώς τα νησιά της Καραϊβικής αποτελούν γνωστό φορολογικό παράδεισο! Με το τέλος των ηχογραφήσεων, η μπάντα έκανε ένα μικρό διάλειμμα μέχρι να μιξαριστεί το άλμπουμ και στην συνέχεια ταξίδεψαν στη Florida όπου άρχισαν τις πρόβες για την επερχόμενη περιοδεία.
Στις 3 Σεπτεμβρίου 1984 λοιπόν - και με τη σύνθεση, Steve Harris-μπάσο, Bruce Dickinson-φωνητικά, Dave Murray/Adrian Smith–κιθάρες και Nicko Mc Brain-τύμπανα - κυκλοφορεί το «θεϊκό» Powerslave, το άλμπουμ που , όπως ανέφερα παραπάνω, θα έβαζε τους Iron Maiden ανάμεσα στα μεγαθήρια του σκληρού ήχου. Μια δημιουργία που εκφράζει απόλυτα αυτό που χαρακτηρίζεται ως «κλασικό heavy metal», μια κυκλοφορία-σταθμός που θα οδηγούσε μέσα σε λίγους μήνες την μπάντα στην ελίτ των συγκροτημάτων του είδους.
Το Powerslave,παρουσιάζει το heavy metal στην αρτιότερη ηχητική του μορφή, χωρίς τίποτα περιττό και χωρίς κανένα στοιχείο που να επιχειρεί να λειάνει την αιχμηρότητά του για να του δώσει λίγη παραπάνω εμπορικότητα. Δεν υπάρχουν πλήκτρα, ακουστικές εισαγωγές, ιντερλούδια ή χωρωδιακά δεύτερα φωνητικά, παρά μόνο κοφτερά riffs, εντυπωσιακά solo, πρωταγωνιστικό μπάσο, βομβαρδιστικά τύμπανα και φυσικά τα μοναδικά φωνητικά του Bruce “Air raid siren” Dickinson σε μια από τις κορυφαίες στιγμές του. Και όλα αυτά μέσα από την αψεγάδιαστη παραγωγή του Martin Birch που χαρίζει στο άλμπουμ έναν καθαρό, κρυστάλλινο ήχο, αλλά ταυτόχρονα αιχμηρό και μεγαλειώδη. Ας το ξαναθυμηθούμε όμως πιο αναλυτικά:
ΤΟ ΕΞΩΦΥΛΛΟ
Πριν προχωρήσω στην παράθεση των τραγουδιών θα πρέπει υποχρεωτικά να σταθώ πρώτα στο εξώφυλλο, αφού ένα τέτοιο έργο τέχνης δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο. Κοσμούσε μάλιστα και το δωμάτιό μου στα χρόνια του Γυμνασίου-Λυκείου σε μεγάλη, γυαλιστερή αφίσα! Το εξώφυλλο του είναι άλλη μια εντυπωσιακή δημιουργία του Derek Riggs και αποτυπώνει με ιδανικό τρόπο το μεγαλείο του περιεχομένου. Στο θέμα του, δεσπόζει το άγαλμα του Φαραώ Eddie, καθισμένου στο κέντρο της εισόδου μιας πυραμίδας, το άνοιγμα της οποίας βρίσκεται ανάμεσα στα πόδια του. Η κορυφή της πυραμίδας είναι χρυσαφένια και λάμπει, ενώ από ολόκληρο το οικοδόμημα εκλύεται ενέργεια, συμβολίζοντας τη δύναμη του Φαραώ. Δεξιά και αριστερά του Eddie, βρίσκονται δυο όρθια αγάλματα του θεού Ανούβη ενώ δίπλα σε κάθε πόδι του υπάρχουν δυο αγάλματα Σφιγγών. Προς την είσοδο της πυραμίδας κατευθύνεται η νεκρική πομπή με την σαρκοφάγο του νεκρού Φαραώ. Ενδιαφέρον είναι και το οπισθόφυλλο, όπου μέσα σε μια αίθουσα, φαίνεται η σαρκοφάγος του Eddie με τον θεό Ανούβη από πάνω της, ενώ από ένα μπαλκόνι , φαίνεται στο βάθος ένας ναός και πιο μακριά ο ήλιος που δύει. Στον τοίχο αριστερά , διακρίνουμε την μορφή του χάροντα με το δρεπάνι, η οποία υπάρχει και σε άλλα εξώφυλλα, όπως για παράδειγμα σε αυτό του “The Trooper”.
Στο εσώφυλλο του δίσκου (ή στο βιβλιαράκι του CD) υπάρχουν, από τη μια πλευρά οι στίχοι που κοσμούνται με διάφορα ιερογλυφικά και από την άλλη μια φωτογραφία του συγκροτήματος μέσα σε έναν ταφικό θάλαμο, πάνω από μια μισάνοιχτη σαρκοφάγο, από την οποία ξεπροβάλλει ένα χέρι, ενώ πίσω τους φαίνεται πάλι ο χάροντας με το δρεπάνι.
Ο Riggs δημιούργησε το εξώφυλλο στις Μπαχάμες, όπου έμενε σε κάποιο από τα οικήματα που ανήκαν στα Compass Studios. Σύμφωνα με τον ίδιο, το ξεκίνησε σε μια κόλλα Α4, αλλά με τις συνεχείς προσθήκες, κατέληξε να παρουσιάσει στον manager Rod Smallwood ένα σχέδιο που απαρτιζόταν από 16 ενωμένες κόλλες! Επιπλέον, αντιμετώπισε μεγάλο πρόβλημα κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του έργου γιατί η υγρασία που επικρατούσε στις Μπαχάμες δημιουργούσε πρόβλημα στη σύνθεση των χρωμάτων αλλά και στη λειτουργία των αερογράφων. Για να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα, αναγκάστηκε να τοποθετήσει στο δωμάτιο που δούλευε τέσσερις αφυγραντήρες συν κάποια φίλτρα για τον αέρα!
Ας θυμηθούμε τώρα διάφορες λεπτομέρειες του εξωφύλλου που είναι βέβαια ευκολότερα ορατές στο μέγεθος του βινυλίου:
- Πάνω από το άνοιγμα της εισόδου της πυραμίδας, βρίσκεται το γνωστό σύμβολο-υπογραφή του Derek Riggs
- Δίπλα από την αριστερή καθιστή μεγάλη Σφίγγα όπως βλέπουμε το εξώφυλλο, υπάρχουν κάποιοι γλάροι που παραπέμπουν στο “Rime of the Ancient Mariner”.
- Παραμένοντας αριστερά, κάτω από τους γλάρους, στη ζώνη των ιερογλυφικών, διαβάζουμε “Wot a load of Crap”.
- Πάλι στην αριστερή πλευρά, κάτω από τα πόδια της μεγάλης Σφίγγας βρίσκεται μια μικρότερη που πάνω από το πίσω μέρος της, διακρίνεται ως ιερογλυφικό το κεφάλι του Mickey Mouse.
- Στην ακριβώς διπλανή της μικρή Σφίγγα, πάνω από το κεφάλι της, διαβάζουμε “Indiana Jones was here 1941”.
- Στη δεξιά μεγάλη Σφίγγα και πάνω από το κεφάλι του μεσαίου αγάλματος που βρίσκεται δίπλα της, διαβάζουμε στη ζώνη των ιερογλυφικών τη λέξη “Bollocks”.
Τέλος, δεξιά, πάνω από το πίσω μέρος της μικρής Σφίγγας που βρίσκεται ακριβώς κάτω από την μεγάλη, βλέπουμε μια αστεία φάτσα και από κάτω της γράφει “Wot?No Guiness”.
ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Ας περάσουμε τώρα στις συνθέσεις, κομμάτι με κομμάτι: Aces High: To “Aces High” αποτελεί το ιδανικό opener track, με ταχύτατο ρυθμό και εντυπωσιακά φωνητικά από τον Dickinson. Στιχουργικά αναφέρεται στην μάχη της Αγγλίας κατά τον Β’ ΠΠ, μέσα από τα μάτια ενός βρετανού πιλότου που καλείται να αντιμετωπίσει μια γερμανική αεροπορική επιδρομή. Φοβερό κομμάτι, με το «αγχωτικό» pre-chorus (“running, scrambling, flying, rolling, turning, diving, going in again”) να δίνει πραγματικά την αίσθηση ότι βρίσκεσαι στο cockpit ενός μαχητικού κάνοντας μανούβρες για να χτυπήσεις τον αντίπαλο.
2 Minutes to Midnight: Χωρίς ανάσα από το Aces High, περνάμε στο άλλο all time classic του άλμπουμ και πρώτο single, το “2 Minutes to Midnight”. Με ένα από τα πιο χαρακτηριστικά riff, το συγκεκριμένο κομμάτι είναι ένα από τα πιο heavy της δισκογραφίας των Maiden, με ατμοσφαιρική γέφυρα, εναλλαγή σόλο μεταξύ Dave Murray και Adrian Smith και εξαιρετικά φωνητικά από τον Bruce. Οι στίχοι είναι μια προειδοποίηση για τον κίνδυνο καταστροφής του κόσμου λόγω του ανταγωνισμού σε εξοπλισμούς των κρατών και ο τίτλος αναφέρεται στο “Doomsday Clock”, ένα υποθετικό ρολόι που ορίζει πόσο κοντά είμαστε σε μια καταστροφή, με τα μεσάνυχτα να είναι το σημείο της πλήρους καταστροφής.
Losfer Words (Big ‘Orra): Το τελευταίο – μέχρι σήμερα – instrumental κομμάτι των Maiden, με τον τίτλο του να σημαίνει “Lost for Words”, δηλαδή «χωρίς να έχω κάτι να πω». Σύμφωνα με τον Steve Harris, δεν μπορούσαν να βρουν στίχους για τη συγκεκριμένη σύνθεση και ύστερα από αρκετή άγονη προσπάθεια, αποφάσισαν να το αφήσουν ως έχει. Λόγω της πίεσης που ένιωσαν από την έλλειψη στιχουργικής έμπνευσης, πρόσθεσαν στον τίτλο και το “Big ‘Orra” που σημαίνει “Big Horror” αλλά με Λονδρέζικη cockney προφορά. Παρά την απουσία στίχων βέβαια, το κομμάτι είναι πολύ καλό και δίνει την ευκαιρία στον ακροατή να συγκεντρωθεί στην απόδοση όλων των οργάνων και ιδιαίτερη στις εξαιρετικές μπασογραμμές του Harris και τις δισολίες των Murray-Smith.
Flash of the Blade: Ένα από τα πιο υποτιμημένα κομμάτια των Iron Maiden και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί. Έναρξη με μελωδικό και γρήγορο riff που οδηγεί το κομμάτι σε όλη του τη διάρκεια, τέλεια φωνητικά, ειδικά στο ρεφρέν, αλλά το καλύτερο τμήμα είναι στο σόλο όπου ακούμε απίστευτα μελωδικές δισολίες, ενώ με λίγη επιπλέον συγκέντρωση μπορούμε να ακούσουμε και το μπάσο που «οργιάζει»! Στιχουργικά, το κομμάτι αφορά μια ιστορία εκδίκησης, την προετοιμασία και την εξάσκηση ενός νεαρού στο ξίφος προκειμένου να εκδικηθεί τους δολοφόνους των γονιών του. Το “Flash of the Blade” είναι σύνθεση του Dickinsonκαι πιθανολογείται ότι το εμπνεύστηκε από την ενασχόλησή του με την ξιφασκία. Τέλος, το κομμάτι περιλαμβάνεται στο soundtrack της ταινίας-θρίλερ του Dario Argento, “Phenomena” (1985).
The Duellists: Από τα καλύτερα τραγούδια του άλμπουμ και δυστυχώς ακόμα ένα από τα πιο υποτιμημένα όλης της δισκογραφίας τους. Με riff πολυβόλο, το “The Duellists”, έχει από την αρχή μέχρι το τέλος έναν γρήγορο ρυθμό λες και η μπάντα είχε πάρει ντόπα όταν το ηχογραφούσε. Φοβερές φωνητικές ακροβασίες από τον Dickinson αλλά η ουσία βρίσκεται στο instrumental τμήμα το οποίο διαρκεί 3 (!) λεπτά με το ρολόι και είναι η αποθέωση του κιθαριστικού διδύμου: Δισολίες, εναλλαγές σόλο, ξανά δισολίες, φανταστικές μελωδικές γραμμές και πάλι από την αρχή, συν το μπάσο, που λειτουργεί σαν να είναι όργανο πρώτης γραμμής και όχι rhythm section. Τους στίχους τους εμπνεύστηκε ο Steve Harris από την ομώνυμη ταινία του Ridley Scott που βγήκε το 1978 η οποία με τη σειρά της βασίστηκε στη νουβέλα του Joseph Conrad, “The Duel” (1908) και αφορά στην ανταγωνιστική σχέση δυο Γάλλων αξιωματικών την περίοδο των Ναπολεόντιων πολέμων.
Back in the Village: Στα χνάρια του “The Duellists”, με δαιμονικό riff και φρενήρη ρυθμό, αποτελεί το τρίτο υποτιμημένο και αγνοημένο τραγούδι του άλμπουμ. Και εδώ έχουμε μια ακόμα εκπληκτική συνεργασία των δυο κιθαριστών στο σόλο, ενώ ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η στιγμιαία αλλαγή τονικότητας στη μικρή «γέφυρα» πριν το τελευταίο ρεφρέν. Θεματολογικά, το “Back in the Village” αποτελεί συνέχεια του “The Prisoner” από το “The Number of the Beast”, καθώς είναι βασισμένο και αυτό στη ομώνυμη Βρετανική τηλεοπτική σειρά του 1967.
Powerslave: Επιβλητική και ατμοσφαιρική εισαγωγή μέχρι να κυλίσουν τα τύμπανα και να μπει το χαρακτηριστικό ανατολίτικο riff. Από τα καλύτερα τραγούδια του άλμπουμ, το “Powerslave” δημιουργεί μια μυστικιστική ατμόσφαιρα την οποία ενισχύει το μεσαίο, πιο ακουστικό του σημείο, με την εκλεπτυσμένη μελωδία, ενώ η επαναφορά στην ένταση του τραγουδιού γίνεται με μια ακόμα αριστοτεχνική εναλλαγή σόλο. Το κομμάτι παρουσιάζει τις τελευταίες σκέψεις ενός Φαραώ λίγο πριν πεθάνει, όταν συνειδητοποιεί ότι, ενώ θεωρούνταν θεός, δεν μπορεί να αποφύγει κι αυτός το τέλος καθώς είναι στην ουσία ένας ακόμη «σκλάβος στη δύναμη του θανάτου» (slave to the power of death)
Rime of the Ancient Mariner: Ένα από τα καλύτερα τραγούδια ολόκληρης της δισκογραφίας των Iron Maiden και ίσως το καλύτερο του “Powerslave”. To διάρκειας 13:45 λεπτών έπος, βασισμένο στο ομώνυμο αλληγορικό ποίημα του Samuel Taylor Coleridge (1772 – 1834), κυλάει μέσα από τρεις διαφορετικές φάσεις: Έντονο ξεκίνημα με εμβατηριακό ρυθμό και riff, πέρασμα, στη συνέχεια, σε μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή, «στοιχειωμένη» ατμόσφαιρα, με τον Dickinson να απαγγέλει κάποιους στίχους από το ποίημα, ενώ παράλληλα ακούμε το τρίξιμο του πλοίου καθώς λικνίζεται άψυχο στο νερό, για να μπούμε στην τρίτη φάση που ξεκινάει με τη μελωδία του μπάσου, ακολουθούν σταδιακά οι κιθάρες που κορυφώνονται σε εντυπωσιακό σόλο και τέλος, το τραγούδι επανέρχεται στον αρχικό του ρυθμό. Το “Rime of the Ancient Mariner” είναι πραγματικό αριστούργημα, με κανένα περιττό σημείο, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που, όταν τελειώνει, δεν νιώθεις ότι πέρασαν 13:45 λεπτά αλλά απλά 3:45! Για πολλά χρόνια ήταν το μεγαλύτερο σε διάρκεια κομμάτι τους μέχρι που έχασε την πρωτιά από το “Empire of the Clouds” (18:01) του τελευταίου τους άλμπουμ “The Book of Souls” (2015), ενώ κινδύνεψε να χάσει και τη δεύτερη θέση από το “The Red and the Black”, πάλι από το ίδιο άλμπουμ.
ΤΑ SINGLES
Tο “2 Minutes to Midnight”, είναι το πρώτο single του “Powerslave και βγήκε στα δισκάδικα στις 6 Αυγούστου 1984, ένα μήνα πριν τη κυκλοφορία του άλμπουμ, φτάνοντας στη θέση 11 των UK Singles Charts και στη θέση 25 στα charts του Billboard.
Στη δεύτερη πλευρά του υπάρχουν δυο κομμάτια: το πρώτο είναι το “Rainbow’s Gold”, διασκευή των Beckett, μιας hard rock/progressive Βρετανικής μπάντας από το Newcastle η οποία κυκλοφόρησε ένα μόνο άλμπουμ, το ομώνυμο, το 1974. Το δεύτερο, “Mission from ‘Arry” (όπου ‘Arry: Steve Harris), δεν είναι ακριβώς κομμάτι αλλά ένας τσακωμός μεταξύ των Steve Harris και Nicko Mc Brain που τον ηχογράφησε κρυφά ο Bruce Dickinson. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας, το μπάσο του Harrisπαρουσίασε κάποιο πρόβλημα και μέχρι να το διορθώσει ζήτησε από έναν roadie να πει στον McBrain να επιμηκύνει λίγο το drum solo του. Ο roadie όμως, μέσα στη βαβούρα, δεν κατάλαβε καλά τι ήθελε ο Harris και μπέρδεψε τον McBrain που έκανε λάθος στο solo του, με αποτέλεσμα ο καημένος ο roadie να τα ακούσει αγρίως!
Φυσικά δεν θα μπορούσε να μείνει ασχολίαστο το εξώφυλλο του single, μια ακόμη τέλεια δημιουργία του Riggs. Εκεί, βλέπουμε τον Eddie να κάθεται μπροστά από τα ερείπια ενός σπιτιού ενώ πίσω του φαίνονται τα υπολείμματα μιας πόλης πάνω από την οποία δεσπόζει το πυρηνικό μανιτάρι. Πίσω από τον Eddie πάλι , βρίσκονται 9 ιστοί με σημαίες χωρών οι οποίες είναι οι (από αριστερά στα δεξιά όπως βλέπουμε): ΕΣΣΔ, Αφγανιστάν, Ιράκ, Ιράν, Μεγάλη Βρετανία, Αργεντινή, ΗΠΑ, Ισραήλ, Κούβα. Οι συγκεκριμένες χώρες δεν παρουσιάζονται τυχαία, καθώς την περίοδο που βγήκε το single όλες τους εμπλέκονταν σε κάποιον πόλεμο ή είχαν τεταμένες σχέσεις. Πιο αναλυτικά, η ΕΣΣΔ είχε εισβάλει στο Αφγανιστάν το 1979 και οι συγκρούσεις συνεχίζονταν, Ιράκ και Ιράν ήταν σε πόλεμο , Μεγάλη Βρετανία και Αργεντινή βρίσκονταν στα απόνερα του πολέμου των Φώκλαντς (4-6/1982), οι ΗΠΑ εμπλέκονταν σε διάφορες διενέξεις, από τη Μέση Ανατολή μέχρι τη Νικαράγουα, το Ισραήλ είχε τη γνωστή διαμάχη με τους Παλαιστινίους αλλά και ένταση με τους λοιπούς γείτονές του, ενώ η Κούβα είχε εμπλακεί στον εμφύλιο πόλεμο της Ανγκόλας υποστηρίζοντας με στρατιωτικές δυνάμεις την αριστερή οργάνωση, MPLA.
Τέλος , στο οπισθόφυλλο, βλέπουμε τα πέντε μέλη του συγκροτήματος να στέκονται μπροστά από έναν τοίχο έτοιμοι για εκτέλεση, γυμνοί από την μέση και πάνω και με δεμένα τα μάτια και τα χέρια!
Το single “Aces High”, κυκλοφόρησε στις 22/10/1984 και έφτασε στο Νο 20 των Βρετανικών single charts.Στη δεύτερη πλευρά του υπάρχει το “King of Twilight”, μια διασκευή της γερμανικής progressive μπάντας NEKTAR που στην ουσία είναι μια μίξη των τραγουδιών “King of the Twilight” και “Crying in the dark” από το άλμπουμ τους “A Tab in the Ocean “ του 1972. Στην 12ιντση έκδοση, υπάρχει επιπλέον και το “The Number of the Beast” από live εμφάνιση.
Το εξώφυλλο είναι και εδώ εντυπωσιακό και βλέπουμε τον Eddie ως πιλότο στο cockpit ενός Spitfire, με μίσος στο πρόσωπό του, να έχει ήδη καταρρίψει δυο Messerschmitt και να συνεχίζει απτόητος. Στο οπισθόφυλλο, έχουμε τη πλαϊνή όψη του cockpit, όπου φαίνονται στη σειρά τα κεφάλια του Eddie από κάθε άλμπουμ που είχαν κυκλοφορήσει οι Maiden μέχρι τότε, στο στυλ του αριθμού των καταρρίψεων που σημείωναν οι πιλότοι. Μετά το κεφάλι του Φαραώ Eddie, ακολουθεί ένα ερωτηματικό, δηλώνοντας άγνοια για το επόμενο στυλ της μασκότ.
Η ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ
Η περιοδεία για το άλμπουμ, η περίφημη “World Slavery Tour”, ήταν η μεγαλύτερη που είχαν κάνει ως τότε και περιλάμβανε ένα εντυπωσιακό αιγυπτιακό stage set, πολλά πυροτεχνήματα και έναν τεράστιο Eddie-μούμια. Κράτησε 331 ημέρες (9/8/1984 – 5/7/1985) κατά τη διάρκεια των οποίων έκαναν 187 εμφανίσεις, με τον αρχικό προγραμματισμό να προβλέπει 197.
Στη διάρκειά της, οι Iron Maiden είχαν την τιμή να είναι η πρώτη μεγάλη heavy metal μπάντα που επισκέφθηκε χώρες του – τότε – Ανατολικού Μπλοκ και συγκεκριμένα την Πολωνία και την Ουγγαρία, στο ξεκίνημα της περιοδείας. Τμήματα αυτών των εμφανίσεων και της επίσκεψής τους σε αυτές τις χώρες, περιλαμβάνονται στη βιντεοκασέτα “Behind the Iron Curtain” που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1985 (σημ. στη συγκεκριμένη βιντεοκασέτα υπάρχει και η κλασική απάντηση του Dickinson σε ερώτηση οπαδού αν θα χρησιμοποιούσαν ποτέ συνθεσάιζερ: “ όχι, λυπάμαι, δεν γίνεται να παίξεις heavy metal με συνθεσάιζερς”. Για να ακολουθήσει βέβαια, «πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις», το “Somewhere in Time” του 1986, όπου ακούς συνθεσάιζερς με το «καλημέρα» του δίσκου!).
Οι μεγάλες στιγμές και οι αρχηγικές εμφανίσεις των Iron Maiden κατά τη διάρκεια της “World Slavery Tour”, αποτυπώθηκαν ιδανικά στο πρώτο live άλμπουμ που κυκλοφόρησαν τον Οκτώβριο του 1985, το υπερκλασικό Live After Death (σημ. έχει παρουσιαστεί αναλυτικά στο site, στην ενότητα «Τα καλύτερα Live άλμπουμ όλων των εποχών»), το οποίο συνοδεύτηκε και από την αντίστοιχη βιντεοκασέτα. Τα κομμάτια του Live After Death προέρχονται από τις τέσσερις sold-outεμφανίσεις της μπάντας στη Long Beach Arena του Los Angeles και από τις, επίσης, τέσσερις sold-out εμφανίσεις στο Hammersmith Odeon του Λονδίνου. Τέλος, highlight της περιοδείας αποτέλεσε η εμφάνισή τους στο Rock in Rio της Βραζιλίας , μπροστά σε 200.000 κόσμο!
Η World Slavery Tour, που δοκίμασε τα σωματικά και κυρίως, τα ψυχολογικά όρια αντοχής της μπάντας, ήταν και η τελευταία με τόση μεγάλη διάρκεια και τόσες πολλές εμφανίσεις, αν και σ’ αυτή χρωστάνε, ως ένα βαθμό, την πρωτοκαθεδρία τους στο χώρο του heavy metal.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Με το ανεπανάληπτο Powerslave, οι Iron Maiden μπήκαν αναμφισβήτητα στην κατηγορία των ηγετικών συγκροτημάτων του heavy metal και δεν είναι υπερβολή να ισχυριστούμε ότι, μέχρι τουλάχιστον το τέλος της δεκαετίας του 1980, «έπαιζαν μόνοι τους στο γήπεδο». Προσωπικά, θεωρώ ότι είναι το καλύτερο άλμπουμ της μπάντας, μια δουλειά που τους βρίσκει στο απόγειο της απόδοσής τους, ένα αιώνιο μνημείο «μεταλλικής τέχνης» ανεξίτηλο στον χρόνο, που συγκεντρώνει μέσα στις οκτώ συνθέσεις του όλη την ουσία του συγκεκριμένου μουσικού είδους.
Με το Powerslave (και το συνακόλουθο Live After Death) κλείνει μια ολόκληρη εποχή για το συγκρότημα, στην οποία από μια μπάντα των συνοικιακών pubs, βρέθηκαν με υπομονή, επιμονή, συγκέντρωση και προσήλωση στο όραμα, να παίζουν σε αρένες χιλιάδων ατόμων και να κατακτούν την κορυφή.
Τέλος, όσον αφορά εμένα, το Powerslave, πέραν της αντικειμενικής του αξίας, θα έχει πάντα μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου, καθώς ήταν το πρώτο άλμπουμ που αγόρασα – σε κασέτα τότε – πίσω στο μακρινό 1985 και αποτέλεσε την έναρξη του ταξιδιού στο μαγικό κόσμο του metal που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, 36 χρόνια μετά.
Thanks for the memories “Powerslave”. UP THE IRONS!!!
ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
2/3/21/
Ο ΜΑΡΚΟΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟ POWERSLAVE
Το Powerslave δεν ήταν για την Σιδηρά Παρθένο το album που απλά διαδεχόταν το Piece of Mind. Ήταν η κορύφωση ενός καλά οργανωμένου σχεδίου που είχε καταστρώσει και ξεκινήσει από τον Οκτώβριο του 1981 ο μαέστρος Rod Smallwood και είχε εκτελέσει με ακρίβεια το συγκρότημα μέσα από μία σειρά καταπληκτικών album γεμάτα με ύμνους που έχουν μείνει στο heavy metal πάνθεον και μία σειρά υπέρ επιτυχημένων περιοδειών που τους βρήκε να παίζουν (σχεδόν) σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Η μεγαλύτερη metal αυτοκρατορία των 80’s δημιουργήθηκε με το “Powerslave” και είχε ως αποτέλεσμα κανένας δεν μην μπορέσει να ανακόψει την πορεία της ακόμα και στα δύσκολα χρόνια των nineties. Up the Irons!!!
O Mάρκος Σακελλαρίου είναι συνεργάτης του περιοδικού Metal Hammer.
Το πρώτο Heavy Metal άλμπουμ, που αγόρασα και εγώ σε κασέτα τότε!!!!! Και το Doomsday Clock ξαναπήγε "2 Minutes to Midnight".
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://en.wikipedia.org/wiki/Doomsday_Clock