Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, ο Μαλτέζος τραγουδιστής Marc Storace βρέθηκε στο Λονδίνο, για να κυνηγήσει τα όνειρα του, για καριέρα ως τραγουδιστής. Ο δρόμος της μοίρας, ωστόσο, τον κατέβασε στην ελάσσονος κύρους και γοήτρου σκηνή της … Ελβετίας, πρώτα με το συγκρότημα των Deaf και έπειτα με τους Tea και τους Eazy Money. Παράλληλα, τον συντηρούσε η «κανονική» του εργασία, που ήταν εκφωνητής πτήσεων στο αεροδρόμιο του Gatwick! Σύμφωνα με τον Storace, οι Eazy Money επρόκειτο να υπογράψουν στην δισκογραφική εταιρεία Chrysalis, και να περιοδεύσουν με τους Genesis.
Ωστόσο,το 1979 έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον μπασίστα Chris von Rohr των Krokus, του support συγκροτήματος στην τελευταία περιοδεία των Τea στην Ελβετία. Τον κάλεσε για μια audition, παρέα με τον κιθαρίστα Tom Kiefer, και τελικά ο Storace έμεινε για περίπου τέσσερις δεκαετίες και 15 άλμπουμ με τους Krokus.
Το 1979 έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον μπασίστα Chris von Rohr των Krokus, που ήταν το support συγκρότημα στην τελευταία περιοδεία των Τea στην Ελβετία όπου τον κάλεσε για μια audition με τους Krokus, παρέα με τον κιθαρίστα Tom Kiefer, του οποίου η παρουσία αποδείχτηκε καταλυτική. Ενώ η πρόσκληση ήταν για ένα Σαββατοκύριακο ο Storace έμεινε για περίπου τέσσερις δεκαετίες και 15 άλμπουμ.
Έως τότε οι Krokus ήταν ένα άγνωστο συγκρότημα έξω από τα σύνορα της Ελβετίας. Η υπογραφή δισκογραφικού συμβολαίου στην γερμανική Ariola τους φέρνει στο Studio Platinum One της επαρχιακής κωμόπολης Oberehrendingen (κοντά στα σύνορα Ελβετίας-Γερμανίας) για να ηχογραφήσουν το τέταρτο άλμπουμ τους. Κατά το δίμηνο Οκτώβρη-Νοέμβρη του 1979, το συγκρότημα έβαλε τα θεμέλια του ήχου του. Οι όποιες αποπροσανατολιστικές progressive rock (μεταξύ άλλων) ιδέες έφυγαν τελείως από το πλαίσιο, και την θέση τους πήραν δυνατά και ορμητικά riffs, ηλεκτροφόρα σόλο, ενώ τα φωνητικά … τούνελ του Storace έδωναν έξτρα σώμα και κυρίως ψυχή στα τραγούδια. Όλα αυτά υπό την καθοδήγηση του Βρετανού Martin Pearson, του οποίου αυτή ήταν και η πρώτη δουλειά ως παραγωγός.
Αν και το πρώτο άλμπουμ των Krokus κυκλοφόρησε το 1976, το Metal Rendez-vous, όπως ονομάστηκε το τέταρτο τους άλμπουμ, θεωρείται πλέον το «πραγματικό» τους ντεμπούτο. Υπήρχαν τραγούδια στα προηγούμενα τους άλμπουμ που δεν ήταν κακά, αλλά τίποτε δεν μπορούσε να προετοιμάσει τους ακροατές του συγκροτήματος για αυτή την κατά μέτωπο hard rock επίθεση του «Metal Rendez-vous», τον Ιούνιο του 1980 που κυκλοφόρησε. Για αυτό άλλωστε και θεωρείται ως σημείο καμπής στην δισκογραφία τους, που δίκαια τους ανέβασε στην ελίτ του ευρωπαϊκού hard rock. Το εκρηκτικό μίγμα που περιέχει το «Metal Rendez-vous» απεικονίζεται εμφατικά στο άκρως πρωτότυπο εξώφυλλο του άλμπουμ, όπου o Ελβετός φωτογράφος Paul Grau βάζει ένα Dodge Charger να «φιλιέται» με ένα Chrysler του 1950. Στο δε οπισθόφυλλο χρησιμοποιείται ένα αστυνομικό δελτίο συμβάντος, που περιέχει τίτλους τραγουδιών, credits, studio και συντελεστές, κλείνοντας με την συμπερασματική δήλωση «Cause of Accident: 1000% of Rock N’ Roll in the blood».
Με ένα μουρμουρητό από κιθάρες ξεκινάει το πρώτο τραγούδι του άλμπουμ, το «Heatstrokes», που γρήγορα εξελίσσεται σε ένα καταιγιστικό hard rocking boogie ρυθμό, παρασύροντας τα πάντα και τους πάντες στο πέρασμα του. Χαρακτηριστική είναι η επιρροή των AC/DC εδώ και θεωρώ ότι όποιος δεν πετάγεται πάνω στο άκουσμα του «Heatstrokes» μάλλον πρέπει να επισκεφτεί ΩΡΛ. Από όλα τα τραγούδια του άλμπουμ, αυτό ήταν που έφτασε στο Νο. 1 των βρετανικών Heavy Metal Charts, και σίγουρα ήταν το κλειδί που τους άνοιξε διάπλατα την πόρτα για επιτυχίες σε Μ. Βρετανία και ΗΠΑ. Μαζί με το επόμενο τραγούδι, το επίσης ξεσηκωτικό mid-tempo «Bedside Radio». Με riff που α αρπάζει τον ανυποψίαστο ακροατή από τον λαιμό και boogie ρυθμό που ανεπαίσθητα πλημμυρίζει τον εγκέφαλο, το εν λόγω τραγούδι αποτελεί ένα άριστο δείγμα του πόσο καλά ενσωματώνουν οι Krokus το πνεύμα των AC/DC και των Status Quo, την ιδέα ότι η ομορφιά βρίσκεται στην απλότητα. Αυτό άλλωστε σκεφτόταν και ο Chris von Rohr, επικαλούμενος μάλιστα τους Scorpions, ως απόδειξη της προσέγγισης του.
Βέβαια, η επιρροή των Scorpions στους Krokus είναι φανερή σε πολλά επίπεδα, από τον εν γένει ήχο τους, την σφοδρότητα των τραγουδιών τους και την συνεργασία των δύο κιθαριστών. Πολύ χαρακτηριστικό αυτής της πρότασης είναι το υπέροχο, ατμοσφαιρικό «Streamer». Μία συντριπτική hard rock μπαλάντα, την οποία οι AC/DC (η φερόμενη ως κύρια επιρροή των Krokus) δεν θα έγραφαν ποτέ. To «Come On» που προηγείται του αριστουργηματικού «Streamer» φέρνει έντονα στο μυαλό τους Nazareth, με τους οποίους οι Krokus μοιάζουν περισσότερο από όσο αρχικά φαίνεται. Τόσο στην δομή των τραγουδιών τους, όσο και στα φωνητικά. Ο καλπάζων ρυθμός του «Come On» σβήνει με μία βροντή, η οποία προλογίζει το προαναφερθέν «Streamer». Λίγο από Nazareth και Status Quo ακούμε και στο προσωπικό μου αγαπημένο «Shy Kid» που κλείνει την πρώτη πλευρά του δίσκου. Εδώ να πούμε ότι οι ηχητικές επιρροές του συγκροτήματος προεκτείνονται και πιο πέρα από το ατόφιο hard rock, στο glam rock των Sweet και των Slade. Τους πρώτους μάλιστα θα τους διασκεύαζαν τέσσερα χρόνια αργότερα, με το «Ballroom Blitz» στο όγδοο άλμπουμ τους, το .. «The Blitz»!
Το τραγούδι που ανοίγει την δεύτερη πλευρά μας επιφυλάσσει μία ακόμη έκπληξη. Ενώ ξεκινάει σε ρυθμό Άπω Ανατολής, αλλάζει το στυλ του σε reggae κατά την διάρκεια. Μπορεί να το έκαναν πρώτοι οι Scorpions με το «Is There Anybody There?» του «Lovedrive» την προηγούμενη χρονιά, αλλά η περίπτωση του εξωτικού «Tokyo Nights» δεν πάει πίσω. Πρόκειται για το πιο γνωστό τραγούδι των Krokus στο ελληνικό κοινό, και αναμφίβολα ένα από τα highlights του άλμπουμ. Ευφάνταστο και πρωτότυπο, δονεί τον χώρο με αέρα από Τοκυο και ελκυστικό ρυθμό, περιγράφοντας περιπέτειες με όμορφες και μυστηριώδεις Γιαπωνέζες γυναίκες της νύχτας. Αναρωτιέμαι πως οι απανταχού θιασώτες της πολιτικής ορθότητας των ημερών μας θα ερμήνευαν τις αναφορές σε «A yellow girl» και «My yellow girlfriend»! Σημειώνεται, επίσης, ότι το riff του θυμίζει κάπως το «Sixteenth Century Greensleeves» των Rainbow.
Για το τέλος, έχουμε το εντυπωσιακό και γρήγορο boogie του «Back-Seat Rock 'n' Roll». Το εναρκτήριο riff του φέρνει αρκετά στο μυαλό το «Riff Raff» των AC/DC, από το άλμπουμ «Powerage», στο πλαίσιο της περιοδείας του οποίου οι von Rohr και von Arb αποφάσισαν να αλλάξουν το στυλ των Krokus μια και καλή, αφού παρακολούθησαν την προαναφερθείσα σ συναυλία στην Ζυρίχη. Αυτό είναι και το μοναδικό τραγούδι που έχει συνθετική συνεισφορά εκτός του δίδυμου von Rohr και von Arb, με προσθήκη του Jürg Naegeli στα credits.
Το άλμπουμ κυκλοφόρησε την 30η Ιουνίου 1980 και μέχρι σήμερα έχει πουλήσει πάνω από 3.000.000 αντίτυπα, και μόνο στην Ελβετία έχει γίνει τέσσερεις φορές πλατινένιο. Αυτές οι επιτυχίες έφεραν τους Krokus στην θέση να ανοίγουν τις ευρωπαϊκές συναυλίες των Nazareth, του Ted Nugent, των Rainbow και περιόδευσαν μαζί με τις Girlschool, τους More και τους Angel Witch στην Αγγλία. Έγιναν το πρώτο ελβετικό συγκρότημα που περιόδευσε στις ΗΠΑ, συγκεκριμένα ως opening act για τον Sammy Hagar και τους Cheap Trick (εποχής «Dream Police»), ενώ σε κάποια φάση έπαιξαν και μόνοι τους σε clubs στις Δυτική Ακτή, με τους Quiet Riot να ανοίγουν για αυτούς. Μέχρι και για τα πρότυπα τους, τους AC/DC, άνοιξαν συναυλίες, όταν οι πρώτοι είχαν για πρώτη φορά τον Brian Johnson στην σύνθεση τους, και περιόδευαν για το άλμπουμ «Back In Black». Στα τέλη Αυγούστου, οι Krokus βρέθηκαν στην Αγγλία για να παίξουν στο θρυλικό φεστιβάλ του Reading, την ημέρα που headliners ήταν οι Rory Gallagher και οι Gillan. Μέχρι το τέλος της χρονιάς αυτοί και οι Scorpions ήταν τα μόνα ευρωπαϊκά hard rock συγκροτήματα εκτός Μ. Βρετανίας και Ιρλανδίας που ακουγόντουσαν παγκοσμίως. Σύντομα θα ακολουθούσαν και οι Accept.
Αν οι μελωδίες τραγουδιών όπως τα «Since You Been Gone» και «Living After Midnight» είναι το στυλ σας, αν γουστάρετε (όπως εγώ) φωνητικά τύπου Bon Scott, Brian Johnson, Graham Bonnet, Ian “Angry” Anderson και κυρίως Dan McCafferty και Noddy Holder, αν σας αρέσουν γίγαντες του κλασικού hard rock όπως οι Scorpions και οι AC/DC, οφείλετε, αν δεν το έχετε κάνει ήδη, να ακούσετε αυτό το αριστούργημα, που ήταν το πρώτο μεγάλο hit των Krokus και άνοιξε δρόμο για την παγκόσμια αναγνώριση τους, έξω από τα όρια της μικρής τους χώρας. Το «Metal Rendez-vous» είναι ένας δίσκος που ξεχειλίζει από ασυμβίβαστη αυτοπεποίθηση, αρπακτικά riffs, ευφυείς hard rock συνθέσεις και δυνατά φωνητικά, σύνολο που γητεύει το αυτί του ακροατή από τα πρώτα δευτερόλεπτα του πρώτου τραγουδιού. Το «heavy petal» των Krokus (όπως κωμικά αποκαλούσε την μουσική τους ο βρετανικός μουσικός τύπος) εντυπωσιάζει μέχρι και σήμερα, και άνοιξε με την γροθιά του «Metal Rendez-vous» την χώρα των τυριών, των ρολογιών και των τραπεζών σ ο παγκόσμιο κοινό του hard rock και του heavy metal.
ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΡΑΝΙΔΗΣΤο οπισθόφυλλο
27/11/20/
Ο ΣΠΥΡΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑ ΤΟ METAL RENDEZ VOUS
Δύο "μυώδη" αμερικανικά αυτοκίνητα σε μεταξύ τους σύγκρουση σε ένα "μεταλλικό ραντεβού" στραπατσαρισμένων λαμαρίνων και πυκνών καπνών. Ένα ελβετικό συγκρότημα σε μία νέα κατεύθυνση, σε ένα "ηχητικό ραντεβού" του 70's boogie hard rock με το NWOBHM. Από το εικονικό εξώφυλλο μέχρι το μουσικό περιεχόμενο, το "Metal Rendez - vous" ήταν ένα ανεπίσημο ντεμπούτο που τους χαρτογραφούσε μουσικά και ταυτόχρονα θα τους έκλεινε ραντεβού με την Ιστορία. Το "Metal Rendez - vous" δεν είναι μόνο Tokyo nights! Είναι στο σύνολό του ένας δίσκος "pedal to the metal" όπως λένε και οι Αμερικανοί. Έχει δύο πολύ δυνατά hits, τα Heatstrokes και Bedside radio τα οποία μαζί με το Tokyo nights έγιναν singles και η αρχή για να μπει το λογότυπο των Krokus στο αμάνικο τζιν μπουφάν μαζί με τα άλλα "παράσημα". Έχει την φοβερή μπαλάντα Streamer που διαθέτει κάτι από το κεντρί του "σκορπιού". Έχει την μελωδική κομματάρα Fire, το καλύτερο κατά την γνώμη μου τραγούδι του δίσκου. Έχει το Come on με τις κιθάρες να φλερτάρουν ηχητικά με τους Riot και τους Accept. Έχει το Back seat rock 'n' roll το οποίο είσαι σίγουρος πως χρεώνεται στον τύπο εκείνο με την σχολική στολή και το "ταυράκι" και φυσικά έχει το Lady double dealer που σαν τίτλος παραπέμπει στους Τιτανοτεράστιους αλλά σαν ήχος είναι πιο κοντά σε Ac/DC και γιατί όχι και σε Kiss ακόμη.
Η Ελβετία είχε πλέον φωνή και ταυτότητα στον κόσμο του Hard and Heavy ήχου. Οι "ροκάδες" δίπλα από την κόκκινη σημαία με τον λευκό σταυρό στο κέντρο αναγνώριζαν τους Krokus. Υπεύθυνος για όλο αυτό;... Ο δίσκος "Metal Rendez - vous".
Δημοσίευση σχολίου