Υπάρχουν ελάχιστα καταξιωμένα rock/hard rock συγκροτήματα, με χαρισματικό τραγουδιστή, που κατάφεραν να κάνουν ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία όταν ο τραγουδιστής τους αντικαταστάθηκε από άλλον. Κλασική περίπτωση οι AC/DC, που με το “Back in Black” (1980), το πρώτο άλμπουμ με τραγουδιστή τον Brian Johnson, έκαναν πολύ μεγαλύτερη επιτυχία από εκείνη του αμέσως προηγούμενου άλμπουμ, “Highway to hell”, στο οποίο τραγούδησε για τελευταία φορά ο “κλασικός” τραγουδιστής τους, Bon Scott. Δεύτερη πασίγνωστη περίπτωση, αυτή των Van Halen και του άλμπουμ τους “5150”, στο οποίο έκανε την παρθενική του εμφάνιση ο τραγουδιστής “Sammy Hagar”.
Πριν τη κυκλοφορία του “5150”, οι Van Halen, με την κλασική σύνθεση Eddie Van Halen (κιθάρα), Alex Van Halen (ντραμς), Michael Anthony (μπάσο) και David Lee Roth (φωνητικά), είχαν ήδη έξι άλμπουμ στο ενεργητικό τους, όλα με αρκετά καλές πωλήσεις και ψηλά στα charts του Billboard, με αποκορύφωμα το άλμπουμ “1984” (τυπικά, MCMLXXXIV) το οποίο έφτασε στη δεύτερη θέση του Billboard, πίσω από το “Thriller” του Michael Jackson, στο οποίο μάλιστα συμμετείχε και ο Eddie Van Halen με ένα σόλο στο τραγούδι “Beat it”. Επιπλέον, το “1984”, τους χάρισε και το πρώτο Νο 1 single, με το πασίγνωστο κομμάτι “Jump” αλλά και μια πολύ καλή θέση για το επίσης κλασικό, “Panama”.
Δυστυχώς, η μεγάλη επιτυχία του “1984”, φούντωσε και τις διαφωνίες μεταξύ του Eddie Van Halen και του David Lee Roth. Αυτές είχαν να κάνουν τόσο με την επιθυμία του πρώτου να εισάγει περισσότερα σημεία με πλήκτρα στα κομμάτια, θέμα με το οποίο διαφωνούσε ο Roth, όσο και με τις μουσικές του ενασχολήσεις εκτός της μπάντας. Αυτή η τεταμένη ατμόσφαιρα οδήγησε τελικά τον Roth να αποχωρήσει από το συγκρότημα, δηλώνοντας ότι η μπάντα πλέον είναι νεκρή και κάνοντας μεγάλα σχέδια για προσωπική καριέρα τόσο στη μουσική όσο και στον κινηματογράφο καθώς του είχε γίνει μια πρόταση ύψους 20 εκατομμυρίων δολαρίων πάνω σε ένα σενάριο που τελικά ναυάγησε.
Μετά την αποχώρηση του Roth, η εταιρεία του συγκροτήματος, Warner Bros, τους πρότεινε να συνεχίσουν με άλλο όνομα καθώς δεν πίστευαν ότι θα μπορούσαν να βρουν ιδανικό αντικαταστάτη για τη θέση του Roth. Τα αδέρφια Van Halen απέρριψαν αυτή την πρόταση και ξεκίνησαν την αναζήτηση νέου τραγουδιστή. Στην αρχή σκέφτηκαν να κυκλοφορήσουν ένα άλμπουμ με διαφορετικούς τραγουδιστές και στη συνέχεια εξέτασαν κάποιες πιθανές περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και αυτή του Eric Martin (Mr Big) και της Patty Smyth (των Scandal), όταν o Eddie Van Halen πήγε τη τη Ferrari του στο συνεργείο και εκεί είδε και μιά άλλη Ferrari και ρώτησε ποιανού είναι. Ο μηχανικός του είπε ότι ανήκει στον Sammy Hagar, πρώην τραγουδιστή των Montrose που εκείνη τη στιγμή δούλευε μόνος του κι ο Eddie Van Halen σκέφτηκε να του τηλεφωνήσει για μια audition.
Η μπάντα δεν το σκέφτηκε παραπάνω και έτσι με το «νέο» Sammy Hagar, μπήκαν για τρεις μήνες στο studio και τον Φεβρουάριο του 1986 έκαναν την νέα τους αρχή κυκλοφορώντας το έβδομο άλμπουμ τους “5150”, παίρνοντας τον τίτλο από το προσωπικό home studio του Eddie Van Halen ή, κατά άλλους, από τον κωδικό της αστυνομίας για περιπτώσεις ψυχικά διαταραγμένων ατόμων (Προσοχή! Να μην συγχέεται με το E5150, την instrumental εισαγωγή του τραγουδιού The Mob Rules των Black Sabbath!!).
Με το “5150” το συγκρότημα κάνει στροφή στον πιο εμπορικό ήχο, εμπλουτισμένο με πλήκτρα και synthesizers, κάτι που ο Eddie επιδίωκε από το προηγούμενο άλμπουμ (με χαρακτηριστικό παράδειγμα το “Jump”), αλλά συναντούσε τις αντιδράσεις του Roth. Με τον Hagar όμως στη μπάντα, ο δρόμος ελευθερώθηκε για τους πειραματισμούς που επιζητούσε. Επιπλέον, επειδή ο Hagar, εκτός από τραγουδιστής, ήταν και αξιόλογος κιθαρίστας, αυτό έδωσε ακόμα περισσότερη ευχέρεια στον Eddie να ασχοληθεί με τα synths.
Ένας ακόμα παράγοντας που οδήγησε στο νέο ήχο της μπάντας ήταν και η αλλαγή του παραγωγού τους. Ο επί σειρά ετών Ted Templeton φεύγει (θα κάνει παραγωγή στο πρώτο άλμπουμ του David Lee Roth, “Eat ‘em and smile” που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά) και η παραγωγή περνά στα χέρια των αδελφών Van Halen. Μαζί τους και οι Don Landee και Mick Jones (κιθαρίστας των Foreigner), τους οποίους τους έβαλε η Warner για να κρατάνε, μεταξύ άλλων, τα χαλινάρια στην περίπτωση που τα αδέλφια είχαν τάσεις για υπερβολικούς πειραματισμούς.
Πρώτο δείγμα της νέας πορείας των Van Halen αποτέλεσε το single, “Why can’t this be love”, το κομμάτι που θα προβάλει το νέο πρόσωπο της μπάντας στους οπαδούς της, με το ιδιαίτερο εισαγωγικό riff με synthesizer και τον Hagar στη ρυθμική κιθάρα. Ένα πολύ καλό κομμάτι με αρκετά pop και εμπορικό ρυθμό και τα φωνητικά του νέου τραγουδιστή να ακούγονται απόλυτα ταιριαστά. Το τραγούδι έγινε αποδεκτό με ιδιαίτερα καλές εντυπώσεις και ανταμείφθηκε με τη θέση 3 στα charts. Υπήρξαν βέβαια και κάποιοι παλιοί οπαδοί που δυσαρεστήθηκαν από τη νέα πορεία του σχήματος – οι οποίοι αποκαλούσαν την μπάντα ειρωνικά, Van Hagar – αλλά αυτό δεν είχε καμία επίπτωση στην πορεία του άλμπουμ.
Στο ίδιο πιασάρικο, radio-friendly μοτίβο ακολουθεί το φοβερό “Dreams”, που ξεκινάει με πλήκτρα και ακουστική κιθάρα ταυτόχρονα, για να εξελιχθεί σε ένα δυναμικό εμπορικό hit όπου τα synths καθοδηγούν το ρυθμό και o Hagar κάνει επίδειξη του εύρους των φωνητικών του. Αποτέλεσε το δεύτερο single του άλμπουμ και πήγε αρκετά καλά στα charts (θέση 22), αν και θα του άξιζε καλύτερη θέση καθώς πρόκειται πιθανόν για το καλύτερο κομμάτι του άλμπουμ.
Κολλητά με το “Dreams” ακολουθεί το θεϊκό “Summer Nights”, το οποίο μπορεί να μην έχει πλήκτρα αλλά ξεκινάει με riffάρα από τον Eddie και εξελίσσεται στον απόλυτο καλοκαιρινό ύμνο, με up tempo ρυθμό, κολλητικό ρεφρέν και ωραίο σόλο.
H τετράδα των κομματιών “πρώτης γραμμής», ολοκληρώνεται με τη μπαλάντα “Love walks in”, το πρώτο, ουσιαστικά, κλασικό ερωτικό κομμάτι του συγκροτήματος, στο οποίο ο Sammy Haggar αναλαμβάνει την lead κιθάρα ενώ οι background αρμονίες του μπάσου και των synths ομορφαίνουν ιδανικά την όλη ατμόσφαιρα.
Αν και τα τέσσερα προηγούμενα κομμάτια προωθήθηκαν περισσότερο λόγω του νέου εμπορικού τους στυλ, αυτό δεν σημαίνει ότι μόνο αυτά αξίζουν προσοχής αφού το άλμπουμ έχει και άλλες εξαιρετικές συνθέσεις, πιο κοντά στο κλασικό hard rock στυλ των προηγούμενων άλμπουμ. Τραγούδια όπως το εναρκτήριο “Good Enough”, με τα riffs και tapping του Eddie και τον «βομβαρδιστικό» ρυθμό των τυμπάνων του Alex, το καταιγιστικό “Get up” με τα κοφτά riffs, το ρεσιτάλ drumming και το θυελλώδες σόλο και το “Best of both worlds”, δίνουν στο άλμπουμ και μια πιο σκληρή όψη για να μην ξεχνάει ο ακροατής ούτε το παρελθόν ούτε βέβαια τις κιθαριστικές ικανότητες του Eddie Van Halen.
Προς το τέλος, βρίσκουμε και το “5150”, ένα γρήγορο hard rock κομμάτι, με ωραίες μελωδίες, σόλο και riffs αλλά και περίτεχνο drumming, μια σύνθεση όπου τα αδέλφια Van Halen κάνουν επίδειξη του ταλέντου τους, ενώ τo άλμπουμ κλείνει με το “Inside” , ένα πιο περίεργο κομμάτι με ιδιαίτερους ρυθμούς.
Κρίνοντας συνολικά, το “5150” είναι ένα άκρως επιτυχημένο άλμπουμ, με το οποίο οι Van Halen κατόρθωσαν να υπερβούν τις πιεστικές συνθήκες που δημιούργησε η αποχώρηση του David Lee Roth και να κάνουν μια εντυπωσιακή νέα αρχή, σκαρφαλώνοντας μάλιστα και στη θέση 1 του Billboard για πρώτη φορά. Ο Sammy Hagar, παρά τις κάποιες αρνητικές κριτικές και τα ειρωνικά σχόλια που δέχτηκε, αποδείχτηκε άξιος αντικαταστάτης του Roth, με την μουσική ιστορία να έχει γράψει ότι και τα τέσσερα άλμπουμ τους με αυτόν στα φωνητικά έγιναν μεγάλες επιτυχίες, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στα charts κάνοντας εκατομμύρια πωλήσεις και έχοντας και ανάλογη μουσική ποιότητα.
Ευκαιρία λοιπόν να φρεσκάρουμε στη μνήμη μας το πρώτο άλμπουμ της δεύτερης εποχής τους και να το απολαύσουμε ιδανικά μέσα στο καλοκαίρι βάζοντας, ιδιαιτέρως στο “Summer Nights”, αρκετά repeats!
TI EKANAN META
Η περίοδος «Sammy Hagar» (1985 – 1996), όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ήταν απόλυτα επιτυχημένη για τη μπάντα, με τέσσερα άλμπουμ, όλα Νο 1 (“5150”-1986, “OU812” – 1988, “For Unlawful Carnal Knowledge” ή “F.U.C.K. !” – 1991 και “Balance” – 1995).
Στη συνέχεια, λόγω μουσικών διαφορών με τον Eddie, o Hagar αποχώρησε το συγκρότημα είχε ένα σύντομο reunion με τον Roth, όταν το 1996 ηχογράφησαν μαζί του δυο τραγούδια στο πλαίσιο της κυκλοφορίας μιας συλλογής τους.
Την ίδια χρονιά (1996), ανέλαβε τα φωνητικά ο Gary Cherone των funk metallers, Extreme, με τον οποίο κυκλοφόρησαν το άλμπουμ “Van Halen III”. Ο Cherone αποχώρησε το 1999 και η μπάντα μπήκε στον πάγο μέχρι το 2003, όταν έγινε ένα σύντομο reunion, με τον Hagar αυτή τη φορά. Μαζί του ηχογράφησαν τρία νέα τραγούδια που μπήκαν σε μια διπλή συλλογή τους και ακολούθησε μια άκρως επιτυχημένη περιοδεία το 2004. Στο μεταξύ, οι σχέσεις του Eddie Van Halen με τον μπασίστα Michael Anthony άρχισαν να διαταράσσονται, γεγονός που οδήγησε στην αποχώρηση του τελευταίου από το συγκρότημα το 2006.
«Φύγε εσύ – έλα εσύ» και επαναφορά του Roth στο συγκρότημα, ενώ τη θέση του Anthony στο μπάσο ανέλαβε ο γιος του Eddie, Wolfgang Van Halen! Με αυτή τη σύνθεση – οικογένεια Van Halen + Roth – κυκλοφόρησαν το τελευταίο, μέχρι στιγμής, στούντιο άλμπουμ, “A different kind of truth” όπου πήγε αρκετά καλά εμπορικά και σχεδόν όλες οι εμφανίσεις της περιοδείας τους ήταν σχεδόν sold out.
Οι τελευταίες εμφανίσεις της μπάντας έγιναν σε μια περιοδεία του 2015 και έκτοτε βρίσκονται σε αδράνεια χωρίς να υπάρχουν συγκεκριμένες πληροφορίες για το τι μέλλει γενέσθαι.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
12/6/20
Πριν τη κυκλοφορία του “5150”, οι Van Halen, με την κλασική σύνθεση Eddie Van Halen (κιθάρα), Alex Van Halen (ντραμς), Michael Anthony (μπάσο) και David Lee Roth (φωνητικά), είχαν ήδη έξι άλμπουμ στο ενεργητικό τους, όλα με αρκετά καλές πωλήσεις και ψηλά στα charts του Billboard, με αποκορύφωμα το άλμπουμ “1984” (τυπικά, MCMLXXXIV) το οποίο έφτασε στη δεύτερη θέση του Billboard, πίσω από το “Thriller” του Michael Jackson, στο οποίο μάλιστα συμμετείχε και ο Eddie Van Halen με ένα σόλο στο τραγούδι “Beat it”. Επιπλέον, το “1984”, τους χάρισε και το πρώτο Νο 1 single, με το πασίγνωστο κομμάτι “Jump” αλλά και μια πολύ καλή θέση για το επίσης κλασικό, “Panama”.
Δυστυχώς, η μεγάλη επιτυχία του “1984”, φούντωσε και τις διαφωνίες μεταξύ του Eddie Van Halen και του David Lee Roth. Αυτές είχαν να κάνουν τόσο με την επιθυμία του πρώτου να εισάγει περισσότερα σημεία με πλήκτρα στα κομμάτια, θέμα με το οποίο διαφωνούσε ο Roth, όσο και με τις μουσικές του ενασχολήσεις εκτός της μπάντας. Αυτή η τεταμένη ατμόσφαιρα οδήγησε τελικά τον Roth να αποχωρήσει από το συγκρότημα, δηλώνοντας ότι η μπάντα πλέον είναι νεκρή και κάνοντας μεγάλα σχέδια για προσωπική καριέρα τόσο στη μουσική όσο και στον κινηματογράφο καθώς του είχε γίνει μια πρόταση ύψους 20 εκατομμυρίων δολαρίων πάνω σε ένα σενάριο που τελικά ναυάγησε.
Μετά την αποχώρηση του Roth, η εταιρεία του συγκροτήματος, Warner Bros, τους πρότεινε να συνεχίσουν με άλλο όνομα καθώς δεν πίστευαν ότι θα μπορούσαν να βρουν ιδανικό αντικαταστάτη για τη θέση του Roth. Τα αδέρφια Van Halen απέρριψαν αυτή την πρόταση και ξεκίνησαν την αναζήτηση νέου τραγουδιστή. Στην αρχή σκέφτηκαν να κυκλοφορήσουν ένα άλμπουμ με διαφορετικούς τραγουδιστές και στη συνέχεια εξέτασαν κάποιες πιθανές περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και αυτή του Eric Martin (Mr Big) και της Patty Smyth (των Scandal), όταν o Eddie Van Halen πήγε τη τη Ferrari του στο συνεργείο και εκεί είδε και μιά άλλη Ferrari και ρώτησε ποιανού είναι. Ο μηχανικός του είπε ότι ανήκει στον Sammy Hagar, πρώην τραγουδιστή των Montrose που εκείνη τη στιγμή δούλευε μόνος του κι ο Eddie Van Halen σκέφτηκε να του τηλεφωνήσει για μια audition.
Η μπάντα δεν το σκέφτηκε παραπάνω και έτσι με το «νέο» Sammy Hagar, μπήκαν για τρεις μήνες στο studio και τον Φεβρουάριο του 1986 έκαναν την νέα τους αρχή κυκλοφορώντας το έβδομο άλμπουμ τους “5150”, παίρνοντας τον τίτλο από το προσωπικό home studio του Eddie Van Halen ή, κατά άλλους, από τον κωδικό της αστυνομίας για περιπτώσεις ψυχικά διαταραγμένων ατόμων (Προσοχή! Να μην συγχέεται με το E5150, την instrumental εισαγωγή του τραγουδιού The Mob Rules των Black Sabbath!!).
Με το “5150” το συγκρότημα κάνει στροφή στον πιο εμπορικό ήχο, εμπλουτισμένο με πλήκτρα και synthesizers, κάτι που ο Eddie επιδίωκε από το προηγούμενο άλμπουμ (με χαρακτηριστικό παράδειγμα το “Jump”), αλλά συναντούσε τις αντιδράσεις του Roth. Με τον Hagar όμως στη μπάντα, ο δρόμος ελευθερώθηκε για τους πειραματισμούς που επιζητούσε. Επιπλέον, επειδή ο Hagar, εκτός από τραγουδιστής, ήταν και αξιόλογος κιθαρίστας, αυτό έδωσε ακόμα περισσότερη ευχέρεια στον Eddie να ασχοληθεί με τα synths.
Ένας ακόμα παράγοντας που οδήγησε στο νέο ήχο της μπάντας ήταν και η αλλαγή του παραγωγού τους. Ο επί σειρά ετών Ted Templeton φεύγει (θα κάνει παραγωγή στο πρώτο άλμπουμ του David Lee Roth, “Eat ‘em and smile” που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά) και η παραγωγή περνά στα χέρια των αδελφών Van Halen. Μαζί τους και οι Don Landee και Mick Jones (κιθαρίστας των Foreigner), τους οποίους τους έβαλε η Warner για να κρατάνε, μεταξύ άλλων, τα χαλινάρια στην περίπτωση που τα αδέλφια είχαν τάσεις για υπερβολικούς πειραματισμούς.
Πρώτο δείγμα της νέας πορείας των Van Halen αποτέλεσε το single, “Why can’t this be love”, το κομμάτι που θα προβάλει το νέο πρόσωπο της μπάντας στους οπαδούς της, με το ιδιαίτερο εισαγωγικό riff με synthesizer και τον Hagar στη ρυθμική κιθάρα. Ένα πολύ καλό κομμάτι με αρκετά pop και εμπορικό ρυθμό και τα φωνητικά του νέου τραγουδιστή να ακούγονται απόλυτα ταιριαστά. Το τραγούδι έγινε αποδεκτό με ιδιαίτερα καλές εντυπώσεις και ανταμείφθηκε με τη θέση 3 στα charts. Υπήρξαν βέβαια και κάποιοι παλιοί οπαδοί που δυσαρεστήθηκαν από τη νέα πορεία του σχήματος – οι οποίοι αποκαλούσαν την μπάντα ειρωνικά, Van Hagar – αλλά αυτό δεν είχε καμία επίπτωση στην πορεία του άλμπουμ.
Στο ίδιο πιασάρικο, radio-friendly μοτίβο ακολουθεί το φοβερό “Dreams”, που ξεκινάει με πλήκτρα και ακουστική κιθάρα ταυτόχρονα, για να εξελιχθεί σε ένα δυναμικό εμπορικό hit όπου τα synths καθοδηγούν το ρυθμό και o Hagar κάνει επίδειξη του εύρους των φωνητικών του. Αποτέλεσε το δεύτερο single του άλμπουμ και πήγε αρκετά καλά στα charts (θέση 22), αν και θα του άξιζε καλύτερη θέση καθώς πρόκειται πιθανόν για το καλύτερο κομμάτι του άλμπουμ.
Κολλητά με το “Dreams” ακολουθεί το θεϊκό “Summer Nights”, το οποίο μπορεί να μην έχει πλήκτρα αλλά ξεκινάει με riffάρα από τον Eddie και εξελίσσεται στον απόλυτο καλοκαιρινό ύμνο, με up tempo ρυθμό, κολλητικό ρεφρέν και ωραίο σόλο.
H τετράδα των κομματιών “πρώτης γραμμής», ολοκληρώνεται με τη μπαλάντα “Love walks in”, το πρώτο, ουσιαστικά, κλασικό ερωτικό κομμάτι του συγκροτήματος, στο οποίο ο Sammy Haggar αναλαμβάνει την lead κιθάρα ενώ οι background αρμονίες του μπάσου και των synths ομορφαίνουν ιδανικά την όλη ατμόσφαιρα.
Αν και τα τέσσερα προηγούμενα κομμάτια προωθήθηκαν περισσότερο λόγω του νέου εμπορικού τους στυλ, αυτό δεν σημαίνει ότι μόνο αυτά αξίζουν προσοχής αφού το άλμπουμ έχει και άλλες εξαιρετικές συνθέσεις, πιο κοντά στο κλασικό hard rock στυλ των προηγούμενων άλμπουμ. Τραγούδια όπως το εναρκτήριο “Good Enough”, με τα riffs και tapping του Eddie και τον «βομβαρδιστικό» ρυθμό των τυμπάνων του Alex, το καταιγιστικό “Get up” με τα κοφτά riffs, το ρεσιτάλ drumming και το θυελλώδες σόλο και το “Best of both worlds”, δίνουν στο άλμπουμ και μια πιο σκληρή όψη για να μην ξεχνάει ο ακροατής ούτε το παρελθόν ούτε βέβαια τις κιθαριστικές ικανότητες του Eddie Van Halen.
Προς το τέλος, βρίσκουμε και το “5150”, ένα γρήγορο hard rock κομμάτι, με ωραίες μελωδίες, σόλο και riffs αλλά και περίτεχνο drumming, μια σύνθεση όπου τα αδέλφια Van Halen κάνουν επίδειξη του ταλέντου τους, ενώ τo άλμπουμ κλείνει με το “Inside” , ένα πιο περίεργο κομμάτι με ιδιαίτερους ρυθμούς.
Κρίνοντας συνολικά, το “5150” είναι ένα άκρως επιτυχημένο άλμπουμ, με το οποίο οι Van Halen κατόρθωσαν να υπερβούν τις πιεστικές συνθήκες που δημιούργησε η αποχώρηση του David Lee Roth και να κάνουν μια εντυπωσιακή νέα αρχή, σκαρφαλώνοντας μάλιστα και στη θέση 1 του Billboard για πρώτη φορά. Ο Sammy Hagar, παρά τις κάποιες αρνητικές κριτικές και τα ειρωνικά σχόλια που δέχτηκε, αποδείχτηκε άξιος αντικαταστάτης του Roth, με την μουσική ιστορία να έχει γράψει ότι και τα τέσσερα άλμπουμ τους με αυτόν στα φωνητικά έγιναν μεγάλες επιτυχίες, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στα charts κάνοντας εκατομμύρια πωλήσεις και έχοντας και ανάλογη μουσική ποιότητα.
Ευκαιρία λοιπόν να φρεσκάρουμε στη μνήμη μας το πρώτο άλμπουμ της δεύτερης εποχής τους και να το απολαύσουμε ιδανικά μέσα στο καλοκαίρι βάζοντας, ιδιαιτέρως στο “Summer Nights”, αρκετά repeats!
Το οπισθόφυλλο του 5150 |
Η περίοδος «Sammy Hagar» (1985 – 1996), όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ήταν απόλυτα επιτυχημένη για τη μπάντα, με τέσσερα άλμπουμ, όλα Νο 1 (“5150”-1986, “OU812” – 1988, “For Unlawful Carnal Knowledge” ή “F.U.C.K. !” – 1991 και “Balance” – 1995).
Στη συνέχεια, λόγω μουσικών διαφορών με τον Eddie, o Hagar αποχώρησε το συγκρότημα είχε ένα σύντομο reunion με τον Roth, όταν το 1996 ηχογράφησαν μαζί του δυο τραγούδια στο πλαίσιο της κυκλοφορίας μιας συλλογής τους.
Την ίδια χρονιά (1996), ανέλαβε τα φωνητικά ο Gary Cherone των funk metallers, Extreme, με τον οποίο κυκλοφόρησαν το άλμπουμ “Van Halen III”. Ο Cherone αποχώρησε το 1999 και η μπάντα μπήκε στον πάγο μέχρι το 2003, όταν έγινε ένα σύντομο reunion, με τον Hagar αυτή τη φορά. Μαζί του ηχογράφησαν τρία νέα τραγούδια που μπήκαν σε μια διπλή συλλογή τους και ακολούθησε μια άκρως επιτυχημένη περιοδεία το 2004. Στο μεταξύ, οι σχέσεις του Eddie Van Halen με τον μπασίστα Michael Anthony άρχισαν να διαταράσσονται, γεγονός που οδήγησε στην αποχώρηση του τελευταίου από το συγκρότημα το 2006.
«Φύγε εσύ – έλα εσύ» και επαναφορά του Roth στο συγκρότημα, ενώ τη θέση του Anthony στο μπάσο ανέλαβε ο γιος του Eddie, Wolfgang Van Halen! Με αυτή τη σύνθεση – οικογένεια Van Halen + Roth – κυκλοφόρησαν το τελευταίο, μέχρι στιγμής, στούντιο άλμπουμ, “A different kind of truth” όπου πήγε αρκετά καλά εμπορικά και σχεδόν όλες οι εμφανίσεις της περιοδείας τους ήταν σχεδόν sold out.
Οι τελευταίες εμφανίσεις της μπάντας έγιναν σε μια περιοδεία του 2015 και έκτοτε βρίσκονται σε αδράνεια χωρίς να υπάρχουν συγκεκριμένες πληροφορίες για το τι μέλλει γενέσθαι.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
12/6/20
Στο διαδικτυο υπαρχουν παρα πολλες συζητησεις , συνεντευξεις και αποψεις για το θεμα .
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτην λεξη cool στα Αμερικανικα θα επρεπε να υπαρχει η φωτο του Hagar , εχω παρακολουθησει παμπολες συνεντευξεις του και εχω δει ολα τα επεισοδια της εκπομπης που ειχε ενα διαστημα ταξιδευοντας και γνωριζοντας μας αλλους καλλιτεχνες . Ειναι ενας ανθρωπος που σε γεμιζει αισιοδοξια και αυτο αποτυπωνεται και στο παρουσιαστικο του ,το οποιο δεν συμβαδιζει με την ηλικια του .(Σε αυτο πιθανων συμβαλει και η οικονομικη του ανεση απο τις πετυχημενες επιχειρηματικες κινησεις του /βλεπε ποτο-club cabo wabo ) .
Στο θεμα , μουσικα , ποιοτικα οι Van Hagar ηταν κλασεις ανωτεροι απο τους Van Halen ακριβως γιατι εβαλαν και νεα στοιχεια στην μουσικη τους .
Ως γνωστο 'τοις πασι' ο Eddie Van Halen ειναι ισως ο πιο καινοτομος και ικανος κιθαριστας των δεκαετιων 70κατι ως 80κατι , ομως για μενα σχεδον εξισου ειναι και στα πληκτρα ,επειδη ακριβως σκεφτοταν σαν κιθαριστας . Με αλλα λογια σκεφτοταν την φραση κλειδι που θα σφηνωθει στο μυαλο του ακροατη , οπως ακριβως ενα κιθαριστικο ριφ . Η φραση αυτη που στις πρωτες νοτες ανοιγει στοματα . Αυτο δεν το εκαναν ολοι οι 'πληκτραδες ' με αποτελεσμα να υστερουν σε αποτελεσματικοτητα .Οποτε και σε αυτον τον τομεα διδαξε .
Και ο Roth μοιαζει ωραιος τυπος (πιο τρελαρας ).
Σε μια συνεντευξη του για να τονισει την 'διαφορα ' των Van Halen της εποχης του απο αυτη του Hagar , ειχε πει -
-εποχη Roth : aint talking about love
-εποχη Hagar : why cant this be love
Και οι 2 εποχες μας χαρισαν κομματαρες , θα ελεγα οτι το αλμπουμ 1984 ηδη προιδεαζει για την συνεχεια .
το 5150 και ou812 για μενα ειναι τα καλυτερα αλμπουμ τους ενω το 1991 βγαζουν ενα πολυ σημαντικο κομματι το right now , που εκλησει με τα ευρηματα και την μουσικοτητα του .
Γνωμη μου ειναι οτι στο τελος θα τα ξαναβρουν , για να μην πω οτι θα τα ξαναβρουν ολοι μαζι βγαινοντας ολοι μαζι περιοδεια , αφου ουτως η αλλως περαν της καλλιτεχνικης πλευρας υπαρχει και η καθαρα οικονομικη ,που συνηθως κερδιζει τα πεισματα και τις παιδιαστικες συμπεριφορες .
Το ντεμπούτο τους είναι το καλύτερο τους άλμπουμ και μέχρι και σήμερα αξεπέραστο!
ΑπάντησηΔιαγραφή