Η ιστορία των Renaissance, ξεκινά όταν ο ντράμερ/τραγουδιστής Jim McCarty και ο κιθαρίστας/τραγουδιστής Keith Relf, θέλησαν να ακολουθήσουν έναν δρόμο διαφορετικό από εκείνον των Yardbirds όπου ήταν μέλη και μετά την διάλυσή τους σχημάτισαν το βραχύβιο ακουστικό ντουέτο Together, κυκλοφορώντας έναν και μοναδικό μικρό δίσκο (1968), σε παραγωγή του πρώην συνοδοιπόρου στους Yardbirds, Paul Samwell-Smith, χωρίς επιτυχία.
Επιμένοντας στα σχέδια τους για ένα συγκρότημα που θα πειραματιζόταν με folk, rock και κλασσική μουσική συνέπραξαν με τον πιανίστα John Hawken (πρώην Nashville Teens), τον μπασίστα Louis Cennamo και την Jane Relf, αδελφή του Keith, ως πρόσθετη τραγουδίστρια.
Το όνομα της μπάντας Renaissance, όπως και ο τίτλος του πρώτου δίσκου (φθινόπωρο 1969, No. 60 στην Βρετανία), στον οποίο κυριαρχεί το πιάνο του Hawken. Ο ήχος είναι εμπλουτισμένος και με στοιχεία jazz αλλά και ανατολίτικα θέματα. Την παραγωγή έκανε και πάλι ο Paul Samwell-Smith.
Εμφανίστηκαν σε φεστιβάλ εκτός της πατρίδας τους αλλά και στην Αμερική, όπου όμως - λόγω της προϊστορίας τους στους Yardbirds – μοιράστηκαν την σκηνή με τους Kinks των οποίων το ακροατήριο προσδοκούσε διαφορετικό ήχο.
Κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων του δεύτερου δίσκου τους με τίτλο Illusion (άνοιξη/καλοκαίρι 1970) το συγκρότημα διαλύθηκε. Ο McCarty, λόγω του φόβου του για τα αεροπλάνα, αποχώρησε πρώτος για να ακολουθήσουν οι Keith Relf και Cennamo. O Hawken ενσωμάτωσε νέους μουσικούς για να συνεχίσουν τις ηχογραφήσεις που στην πλειονότητά τους πρώην συνοδοιπόροι του στους Nashville Teens ο κιθαρίστας/συνθέτης Michael Dunford , ο μπασίστας Neil Korner, o τραγουδιστής Terry Crowe και ο ντράμερ Terry Slade.
Ηχογράφησαν την σύνθεση του Dunford “Mr. Pine” και εμφανίστηκαν σε κλεισμένες συναυλίες .
Απέμενε ένα τραγούδι για να ολοκληρωθεί το Illusion. Η αυθεντική σύνθεση - ήδη διαλυμένη -επέστρεψε στο στούντιο, χωρίς τον John Hawken, για την ηχογράφηση του.
Κυκλοφόρησε μόνον στην Γερμανία αρχικά και τα επόμενα χρόνια σε άλλες χώρες.
Ήταν η πρώτη φορά που το συγκρότημα συνεργάστηκε με την στιχουργό Betty Thatcher. Η γνωριμία με τους Renaissance έγινε μέσω της Jane Relf, με την οποία ήταν φίλες.
Με την ολοκλήρωση της φθινοπωρινής περιοδείας αποχώρησε η Relf. Η αντικαταστάτρια της, Binky Cullom, δεν άρεσε στον Hawken, ο οποίος έφυγε για τους Spooky Tooth και αργότερα για τους Strawbs. Ο John Tout ανέλαβε τα πλήκτρα. Οι McCarty και Keith Relf παρέμειναν κοντά στο συγκρότημα ως συνθέτης και παραγωγός αντιστοίχως, και ήταν εκείνοι, μαζί με τον Dunford, που επέβλεψαν τις ακροάσεις για την νέα τραγουδίστρια που ήταν η Annie Haslam, με εύρος πέντε οκτάβων στην φωνή της, κυριολεκτικά δεν είχε αντίπαλο. Όμως η ώρα για την κλασική σύνθεση των Renaissance δεν είχε φθάσει ακόμη. Με την Haslam και τον John Tout μπροστάρηδες περιόδευσαν εκτενώς στην Ευρώπη το 1971.
Από την θέση του μπασίστα στο εν λόγω διάστημα πέρασαν οι Danny McCullough ( New Animals), Frank Farell (Supertramp) και John Wetton. Το νερό άρχισε να ρέει στο αυλάκι όταν o Miles Copeland ανέλαβε την εκπροσώπηση της μπάντας. Μετά από μερικές ακόμη αλλαγές, ο μπασίστας Jon Camp και ο ντράμερ Terence Sullivan πλαισίωσαν την Haslam και τον Tout, ενώ αποφασίσθηκε ότι ο Dunford θα επικεντρωνόταν στην σύνθεση. Με τον κιθαρίστα Rob Henry, προσθήκη της τελευταίας στιγμής, μπήκαν στο στούντιο και ηχογράφησαν το “Prologue” (1972) σε στίχους της Thatcher και μουσική των McCarty και Dunford. Όταν ξεκίνησε η συνεργασία της Thatcher με τους Renaissance, εκείνη έστελνε τους στίχους από την Κορνουάλη στον McCarty και εκείνος συνέθετε την μουσική. Αντιθέτως ο Dunford έστελνε ταχυδρομικώς την μουσική και τα demos και εκείνη προσέθετε τους στίχους. Με τον τρόπο αυτό γράφτηκε η πλειοψηφία των τραγουδιών που ηχογράφησε το συγκρότημα έως το 1979.
Το τραγούδι "Spare Some Love" μεταδόθηκε αρκετά από τα αμερικάνικα ραδιόφωνα, κυρίως εκείνα της βορειανατολικής πλευράς, όπου ακόμη και σήμερα το συγκρότημα έχει αρκετούς υποστηρικτές.
Το “Ashes Are Burning” (1973) ήταν το πρώτο που έκανε είσοδο στο Billboard (No. 171), επίσης το πρώτο με συμμετοχή ορχήστρας. Τις κιθάρες ηχογράφησαν ο μπασίστας Camp και ο Dunford, ενώ ο Andy Powell των Wishbone Ash, ανταποδίδοντας την συμμετοχή του John Tout στις ηχογραφήσεις του “Argus”, έβαλε την δική του πινελιά με το εξαιρετικό σόλο του στο ομότιτλο τραγούδι, το οποίο αποτελεί τον ύμνο της μπάντας.
Λίγο πριν την κυκλοφορία του δίσκου, ο Michael Dunford έγινε επίσημα μέλος της μπάντας, ολοκληρώνοντας την κλασική σύνθεση. Παράλληλα έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στην αμερικάνικη αγορά, αφού στην πατρίδα ο μουσικός τύπος τούς αγνοούσε. Η ανοδική πορεία για τους Renaissance συνεχίστηκε με τις επόμενες κυκλοφορίες.
To “Turn of the Cards” (1974/No. 94) απετέλεσε την πρώτη κυκλοφορία στην νεοσυσταθείσα εταιρεία του μάνατζερ τους. Περιείχε την τελευταία συνθετική συνεισφορά του ιδρυτή Jim McCarty στο συγκρότημα, με το τραγούδι "Things I Don't Understand". Ο έτερος συνιδρυτής Keith Relf είχε απολέσει το ενδιαφέρον του για το συγκρότημα αρκετά ενωρίτερα. Το μακροσκελές τραγούδι “Mother Russia” είναι φόρος τιμής στον βραβευμένο Ρώσο μυθιστοριογράφο, ιστορικό, συγγραφέα Aleksandr Solzhenitsyn.
• Στο “Scheherazade and Other Stories” (1975/Νο. 48) ολόκληρη την δεύτερη πλευρά καταλαμβάνει το “Song of Scheherazade”, εμπνευσμένο από τις “Χίλιες και Μία Νύχτες”. Το τραγούδι “Ocean Gypsy" διασκεύασαν οι Blackmore’s Night στον πρώτο τους δίσκο (1997).
Το διπλό “Live at Carnegie Hall”, με την συνοδεία της φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης (1976/Νο. 55) επιβεβαίωσε την δημοτικότητα της μπάντας. Υπήρξαν το πρώτο βρετανικό συγκρότημα με τρεις συνεχόμενες εξαντλημένες (sold out) εμφανίσεις στον συγκεκριμένο χώρο.
To “Novella” (1978) συνέχισε στο ύφος των προηγούμενων δίσκων και ανέβηκε ακόμη ψηλότερα στην Αμερική (Νο. 46) αλλά ήταν η επόμενη κυκλοφορία τους “A Song for All Seasons” το 1978 (Νο. 35 Βρετανία/ Νο. 58 Αμερική)) με την οποία έσπασαν το ρόδι στην πατρίδα τους, αφού το τραγούδι “Northern Lights” σκαρφάλωσε στα 10 πρώτα στους μικρούς δίσκους, το δε άλμπουμ έγινε ασημένιο. Ο μπασίστας Jon Camp θεωρεί το εξώφυλλο της Hipgnosis για τον πιο επιτυχημένο εμπορικά δίσκο τους ως το χειρότερο στην δισκογραφία τους.
• Στο “ Azure d'Or” (1979/Νο. 73 Αγγλία/Νο. 125 Αμερική) το συγκρότημα δεν χρησιμοποιεί πλέον ορχήστρα ενώ και τα τραγούδια είναι μικρότερης διάρκειας. Εξαιτίας των απογοητευτικών πωλήσεων είδαν την πόρτα της εξόδου από την εταιρεία τους. Μετά το τέλος της περιοδείας, ο John Tout απολύθηκε από το συγκρότημα. Είχε αντιμετωπίσει μία δύσκολη κατάσταση με τον θάνατο της αδελφής του, ενώ σε κάποια εμφάνισή τους, αφού έκανε ένα σοβαρό λάθος, εγκατέλειψε την σκηνή, αφήνοντας την μπάντα “στα κρύα του λουτρού” μέχρι την ολοκλήρωση του σετ. Ο ντράμερ Terrence Sullivan ήταν ο επόμενος που εξήλθε.
Ακολούθησε ένα διάστημα όπου οι Dunford και Haslam σχημάτισαν τους Nevada ενώ ο Camp ενσωματώθηκε στους Helicopters του Roy Wood (πρώην E.LO.), προτού συνεργαστούν εκ νέου για τις επόμενες κυκλοφορίες, αφήνοντας πίσω τον ήχο που τους καθιέρωσε για πιο new wave/synth pop φόρμες. Στο “Camera Camera” (1981/No. 196), η επί χρόνια συνεργάτης τους, στιχουργός Betty Thatcher, ολοκλήρωσε την συνεργασία της με το συγκρότημα. Ο δίσκος “Time-Line” (1983) θεωρείται ο χειρότερος τους. Το 1985 αποχώρησε και ο Jon Camp αφήνοντας τους Dunford και Haslam να περιοδεύουν ως ακουστικό σχήμα έως την διάλυσή τους δύο χρόνια μετά.
Την επόμενη δεκαετία οι δύο τελευταίοι σχημάτισαν τα δικά τους σχήματα, χρησιμοποιώντας το όνομα Renaissance δίπλα στα δικά τους, και κυκλοφόρησαν δίσκους.
Το 1998 οι Dunford/Haslam/Sullivan επανενώθηκαν για την ηχογράφηση του “Tuscany” με τις προσθήκες του John Tout και του Roy Wood, μεταξύ άλλων. Ο τελευταίος είχε υπάρξει σύντροφος της Haslam την δεκαετία των 70s. Ο δίσκος κυκλοφόρησε με τρία χρόνια καθυστέρηση και για την προώθησή του εμφανίστηκαν μία βραδιά στο Λονδίνο και τρεις στην Ιαπωνία, καθώς για διαφόρους λόγους δεν υπήρχε δυνατότητα περισσοτέρων συναυλιών και η μπάντα διαλύθηκε.
Το 2009 έγινε μία ακόμη προσπάθεια επανασύνδεσης της κλασικής σύνθεσης για τον εορτασμό των 40 ετών της μπάντας αλλά τελικώς τους Dunford και Haslam πλαισίωσαν μουσικοί που είχαν παίξει στις εμφανίσεις το 2001.
Τον Νοέμβριο 2012 η μπάντα έχασε τον αρχηγό της Michael Dunford (“her guiding light”, σύμφωνα με την Haslam) από εγκεφαλική αιμορραγία.
Ο δίσκος “Grandine il Vento”, τελευταίος στούντιο έως σήμερα, χρηματοδοτήθηκε από τους υποστηρικτές της μπάντας. Όλες οι συνθέσεις ήταν του εκλιπόντος, στον οποίο και συμμετείχε. Κυκλοφόρησε αρχικά το 2013 και αφιερώθηκε στην μνήμη του. Καλεσμένοι ο Ian Anderson (έπαιξε φλάουτο) και ο John Wetton (ντουέτο με την Haslam). Ένα έτος μετά επανεκδόθηκε με τρία πρόσθετα κομμάτια, με τον τίτλο “Symphony of Light”.
Οι Renaissance συμπληρώνουν εφέτος 50 χρόνια από το ξεκίνημά τους και το εορτάζουν με συναυλίες. Ο μήνας Οκτώβριος περιλαμβάνει συναυλίες σε πόλεις των Η.Π.Α. με και χωρίς συνοδεία ορχήστρας.
TRIVIA
• Οι αυθεντικοί Renaissance, χωρίς τον Keith Relf (απεβίωσε το 1976), επανασυνδέθηκαν και κυκλοφόρησαν 2 δίσκους [Out of the Mist (1977) & Illusion (1978) με το όνομα Illusion, από τον τίτλο του δεύτερου δίσκου τους (1971). Τα demos από τον τρίτο δίσκο που δεν κυκλοφόρησε ποτέ (διαλύθηκαν το 1979) κυκλοφόρησαν το 1990. Μερικά χρόνια αργότερα, μία ακόμη παραγωγή με νέο υλικό (2001/Through the Fire) κυκλοφόρησε με το όνομα Renaissance Illusion.
• Η στιχουργός Betty Thatcher αποχαιρέτησε το συγκρότημα με το τραγούδι "Bonjour Swansong", το οποίο δεν συμπεριελήφθη αρχικά στον δίσκο “Camera Camera” (1981), αλλά υπάρχει σε όλες τις μεταγενέστερες επανεκδόσεις. Έγραψε στίχους για τους Michael Dunford's Renaissance (1994) αλλά και για τους Renaissant (2004), το συγκρότημα του ντράμερ Terence Sullivan. Απεβίωσε το 2011.
• Ο σπουδαίος πιανίστας John Tout, με την τεράστια συμβολή στον ήχο της μπάντας έφυγε από την ζωή το 2015.
• Αξίζει να ακούσστε και να δείτε τα video που παρατίθενται όπου δεν μπορείτε παρά να εντυπωσιαστείτε από τη φωνή της Annie Halsam.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
• Ashes Are Burning (1973)
• Turn of the Cards (1974)
• Scheherazade and Other Stories (1975)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΑΚΟΣ
23/9/19
Επιμένοντας στα σχέδια τους για ένα συγκρότημα που θα πειραματιζόταν με folk, rock και κλασσική μουσική συνέπραξαν με τον πιανίστα John Hawken (πρώην Nashville Teens), τον μπασίστα Louis Cennamo και την Jane Relf, αδελφή του Keith, ως πρόσθετη τραγουδίστρια.
Το όνομα της μπάντας Renaissance, όπως και ο τίτλος του πρώτου δίσκου (φθινόπωρο 1969, No. 60 στην Βρετανία), στον οποίο κυριαρχεί το πιάνο του Hawken. Ο ήχος είναι εμπλουτισμένος και με στοιχεία jazz αλλά και ανατολίτικα θέματα. Την παραγωγή έκανε και πάλι ο Paul Samwell-Smith.
Εμφανίστηκαν σε φεστιβάλ εκτός της πατρίδας τους αλλά και στην Αμερική, όπου όμως - λόγω της προϊστορίας τους στους Yardbirds – μοιράστηκαν την σκηνή με τους Kinks των οποίων το ακροατήριο προσδοκούσε διαφορετικό ήχο.
Κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων του δεύτερου δίσκου τους με τίτλο Illusion (άνοιξη/καλοκαίρι 1970) το συγκρότημα διαλύθηκε. Ο McCarty, λόγω του φόβου του για τα αεροπλάνα, αποχώρησε πρώτος για να ακολουθήσουν οι Keith Relf και Cennamo. O Hawken ενσωμάτωσε νέους μουσικούς για να συνεχίσουν τις ηχογραφήσεις που στην πλειονότητά τους πρώην συνοδοιπόροι του στους Nashville Teens ο κιθαρίστας/συνθέτης Michael Dunford , ο μπασίστας Neil Korner, o τραγουδιστής Terry Crowe και ο ντράμερ Terry Slade.
Ηχογράφησαν την σύνθεση του Dunford “Mr. Pine” και εμφανίστηκαν σε κλεισμένες συναυλίες .
Απέμενε ένα τραγούδι για να ολοκληρωθεί το Illusion. Η αυθεντική σύνθεση - ήδη διαλυμένη -επέστρεψε στο στούντιο, χωρίς τον John Hawken, για την ηχογράφηση του.
Κυκλοφόρησε μόνον στην Γερμανία αρχικά και τα επόμενα χρόνια σε άλλες χώρες.
Ήταν η πρώτη φορά που το συγκρότημα συνεργάστηκε με την στιχουργό Betty Thatcher. Η γνωριμία με τους Renaissance έγινε μέσω της Jane Relf, με την οποία ήταν φίλες.
Με την ολοκλήρωση της φθινοπωρινής περιοδείας αποχώρησε η Relf. Η αντικαταστάτρια της, Binky Cullom, δεν άρεσε στον Hawken, ο οποίος έφυγε για τους Spooky Tooth και αργότερα για τους Strawbs. Ο John Tout ανέλαβε τα πλήκτρα. Οι McCarty και Keith Relf παρέμειναν κοντά στο συγκρότημα ως συνθέτης και παραγωγός αντιστοίχως, και ήταν εκείνοι, μαζί με τον Dunford, που επέβλεψαν τις ακροάσεις για την νέα τραγουδίστρια που ήταν η Annie Haslam, με εύρος πέντε οκτάβων στην φωνή της, κυριολεκτικά δεν είχε αντίπαλο. Όμως η ώρα για την κλασική σύνθεση των Renaissance δεν είχε φθάσει ακόμη. Με την Haslam και τον John Tout μπροστάρηδες περιόδευσαν εκτενώς στην Ευρώπη το 1971.
Από την θέση του μπασίστα στο εν λόγω διάστημα πέρασαν οι Danny McCullough ( New Animals), Frank Farell (Supertramp) και John Wetton. Το νερό άρχισε να ρέει στο αυλάκι όταν o Miles Copeland ανέλαβε την εκπροσώπηση της μπάντας. Μετά από μερικές ακόμη αλλαγές, ο μπασίστας Jon Camp και ο ντράμερ Terence Sullivan πλαισίωσαν την Haslam και τον Tout, ενώ αποφασίσθηκε ότι ο Dunford θα επικεντρωνόταν στην σύνθεση. Με τον κιθαρίστα Rob Henry, προσθήκη της τελευταίας στιγμής, μπήκαν στο στούντιο και ηχογράφησαν το “Prologue” (1972) σε στίχους της Thatcher και μουσική των McCarty και Dunford. Όταν ξεκίνησε η συνεργασία της Thatcher με τους Renaissance, εκείνη έστελνε τους στίχους από την Κορνουάλη στον McCarty και εκείνος συνέθετε την μουσική. Αντιθέτως ο Dunford έστελνε ταχυδρομικώς την μουσική και τα demos και εκείνη προσέθετε τους στίχους. Με τον τρόπο αυτό γράφτηκε η πλειοψηφία των τραγουδιών που ηχογράφησε το συγκρότημα έως το 1979.
Το τραγούδι "Spare Some Love" μεταδόθηκε αρκετά από τα αμερικάνικα ραδιόφωνα, κυρίως εκείνα της βορειανατολικής πλευράς, όπου ακόμη και σήμερα το συγκρότημα έχει αρκετούς υποστηρικτές.
Το “Ashes Are Burning” (1973) ήταν το πρώτο που έκανε είσοδο στο Billboard (No. 171), επίσης το πρώτο με συμμετοχή ορχήστρας. Τις κιθάρες ηχογράφησαν ο μπασίστας Camp και ο Dunford, ενώ ο Andy Powell των Wishbone Ash, ανταποδίδοντας την συμμετοχή του John Tout στις ηχογραφήσεις του “Argus”, έβαλε την δική του πινελιά με το εξαιρετικό σόλο του στο ομότιτλο τραγούδι, το οποίο αποτελεί τον ύμνο της μπάντας.
Λίγο πριν την κυκλοφορία του δίσκου, ο Michael Dunford έγινε επίσημα μέλος της μπάντας, ολοκληρώνοντας την κλασική σύνθεση. Παράλληλα έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στην αμερικάνικη αγορά, αφού στην πατρίδα ο μουσικός τύπος τούς αγνοούσε. Η ανοδική πορεία για τους Renaissance συνεχίστηκε με τις επόμενες κυκλοφορίες.
To “Turn of the Cards” (1974/No. 94) απετέλεσε την πρώτη κυκλοφορία στην νεοσυσταθείσα εταιρεία του μάνατζερ τους. Περιείχε την τελευταία συνθετική συνεισφορά του ιδρυτή Jim McCarty στο συγκρότημα, με το τραγούδι "Things I Don't Understand". Ο έτερος συνιδρυτής Keith Relf είχε απολέσει το ενδιαφέρον του για το συγκρότημα αρκετά ενωρίτερα. Το μακροσκελές τραγούδι “Mother Russia” είναι φόρος τιμής στον βραβευμένο Ρώσο μυθιστοριογράφο, ιστορικό, συγγραφέα Aleksandr Solzhenitsyn.
• Στο “Scheherazade and Other Stories” (1975/Νο. 48) ολόκληρη την δεύτερη πλευρά καταλαμβάνει το “Song of Scheherazade”, εμπνευσμένο από τις “Χίλιες και Μία Νύχτες”. Το τραγούδι “Ocean Gypsy" διασκεύασαν οι Blackmore’s Night στον πρώτο τους δίσκο (1997).
Το διπλό “Live at Carnegie Hall”, με την συνοδεία της φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης (1976/Νο. 55) επιβεβαίωσε την δημοτικότητα της μπάντας. Υπήρξαν το πρώτο βρετανικό συγκρότημα με τρεις συνεχόμενες εξαντλημένες (sold out) εμφανίσεις στον συγκεκριμένο χώρο.
To “Novella” (1978) συνέχισε στο ύφος των προηγούμενων δίσκων και ανέβηκε ακόμη ψηλότερα στην Αμερική (Νο. 46) αλλά ήταν η επόμενη κυκλοφορία τους “A Song for All Seasons” το 1978 (Νο. 35 Βρετανία/ Νο. 58 Αμερική)) με την οποία έσπασαν το ρόδι στην πατρίδα τους, αφού το τραγούδι “Northern Lights” σκαρφάλωσε στα 10 πρώτα στους μικρούς δίσκους, το δε άλμπουμ έγινε ασημένιο. Ο μπασίστας Jon Camp θεωρεί το εξώφυλλο της Hipgnosis για τον πιο επιτυχημένο εμπορικά δίσκο τους ως το χειρότερο στην δισκογραφία τους.
• Στο “ Azure d'Or” (1979/Νο. 73 Αγγλία/Νο. 125 Αμερική) το συγκρότημα δεν χρησιμοποιεί πλέον ορχήστρα ενώ και τα τραγούδια είναι μικρότερης διάρκειας. Εξαιτίας των απογοητευτικών πωλήσεων είδαν την πόρτα της εξόδου από την εταιρεία τους. Μετά το τέλος της περιοδείας, ο John Tout απολύθηκε από το συγκρότημα. Είχε αντιμετωπίσει μία δύσκολη κατάσταση με τον θάνατο της αδελφής του, ενώ σε κάποια εμφάνισή τους, αφού έκανε ένα σοβαρό λάθος, εγκατέλειψε την σκηνή, αφήνοντας την μπάντα “στα κρύα του λουτρού” μέχρι την ολοκλήρωση του σετ. Ο ντράμερ Terrence Sullivan ήταν ο επόμενος που εξήλθε.
Ακολούθησε ένα διάστημα όπου οι Dunford και Haslam σχημάτισαν τους Nevada ενώ ο Camp ενσωματώθηκε στους Helicopters του Roy Wood (πρώην E.LO.), προτού συνεργαστούν εκ νέου για τις επόμενες κυκλοφορίες, αφήνοντας πίσω τον ήχο που τους καθιέρωσε για πιο new wave/synth pop φόρμες. Στο “Camera Camera” (1981/No. 196), η επί χρόνια συνεργάτης τους, στιχουργός Betty Thatcher, ολοκλήρωσε την συνεργασία της με το συγκρότημα. Ο δίσκος “Time-Line” (1983) θεωρείται ο χειρότερος τους. Το 1985 αποχώρησε και ο Jon Camp αφήνοντας τους Dunford και Haslam να περιοδεύουν ως ακουστικό σχήμα έως την διάλυσή τους δύο χρόνια μετά.
Την επόμενη δεκαετία οι δύο τελευταίοι σχημάτισαν τα δικά τους σχήματα, χρησιμοποιώντας το όνομα Renaissance δίπλα στα δικά τους, και κυκλοφόρησαν δίσκους.
Το 1998 οι Dunford/Haslam/Sullivan επανενώθηκαν για την ηχογράφηση του “Tuscany” με τις προσθήκες του John Tout και του Roy Wood, μεταξύ άλλων. Ο τελευταίος είχε υπάρξει σύντροφος της Haslam την δεκαετία των 70s. Ο δίσκος κυκλοφόρησε με τρία χρόνια καθυστέρηση και για την προώθησή του εμφανίστηκαν μία βραδιά στο Λονδίνο και τρεις στην Ιαπωνία, καθώς για διαφόρους λόγους δεν υπήρχε δυνατότητα περισσοτέρων συναυλιών και η μπάντα διαλύθηκε.
Το 2009 έγινε μία ακόμη προσπάθεια επανασύνδεσης της κλασικής σύνθεσης για τον εορτασμό των 40 ετών της μπάντας αλλά τελικώς τους Dunford και Haslam πλαισίωσαν μουσικοί που είχαν παίξει στις εμφανίσεις το 2001.
Τον Νοέμβριο 2012 η μπάντα έχασε τον αρχηγό της Michael Dunford (“her guiding light”, σύμφωνα με την Haslam) από εγκεφαλική αιμορραγία.
Ο δίσκος “Grandine il Vento”, τελευταίος στούντιο έως σήμερα, χρηματοδοτήθηκε από τους υποστηρικτές της μπάντας. Όλες οι συνθέσεις ήταν του εκλιπόντος, στον οποίο και συμμετείχε. Κυκλοφόρησε αρχικά το 2013 και αφιερώθηκε στην μνήμη του. Καλεσμένοι ο Ian Anderson (έπαιξε φλάουτο) και ο John Wetton (ντουέτο με την Haslam). Ένα έτος μετά επανεκδόθηκε με τρία πρόσθετα κομμάτια, με τον τίτλο “Symphony of Light”.
Οι Renaissance συμπληρώνουν εφέτος 50 χρόνια από το ξεκίνημά τους και το εορτάζουν με συναυλίες. Ο μήνας Οκτώβριος περιλαμβάνει συναυλίες σε πόλεις των Η.Π.Α. με και χωρίς συνοδεία ορχήστρας.
TRIVIA
• Οι αυθεντικοί Renaissance, χωρίς τον Keith Relf (απεβίωσε το 1976), επανασυνδέθηκαν και κυκλοφόρησαν 2 δίσκους [Out of the Mist (1977) & Illusion (1978) με το όνομα Illusion, από τον τίτλο του δεύτερου δίσκου τους (1971). Τα demos από τον τρίτο δίσκο που δεν κυκλοφόρησε ποτέ (διαλύθηκαν το 1979) κυκλοφόρησαν το 1990. Μερικά χρόνια αργότερα, μία ακόμη παραγωγή με νέο υλικό (2001/Through the Fire) κυκλοφόρησε με το όνομα Renaissance Illusion.
• Η στιχουργός Betty Thatcher αποχαιρέτησε το συγκρότημα με το τραγούδι "Bonjour Swansong", το οποίο δεν συμπεριελήφθη αρχικά στον δίσκο “Camera Camera” (1981), αλλά υπάρχει σε όλες τις μεταγενέστερες επανεκδόσεις. Έγραψε στίχους για τους Michael Dunford's Renaissance (1994) αλλά και για τους Renaissant (2004), το συγκρότημα του ντράμερ Terence Sullivan. Απεβίωσε το 2011.
• Ο σπουδαίος πιανίστας John Tout, με την τεράστια συμβολή στον ήχο της μπάντας έφυγε από την ζωή το 2015.
• Αξίζει να ακούσστε και να δείτε τα video που παρατίθενται όπου δεν μπορείτε παρά να εντυπωσιαστείτε από τη φωνή της Annie Halsam.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
• Ashes Are Burning (1973)
• Turn of the Cards (1974)
• Scheherazade and Other Stories (1975)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΑΚΟΣ
23/9/19
Δημοσίευση σχολίου