Heartbreak Station (1990) – Still Climbing (1994)
(As long as I got Rock n’ Roll I’m forever young!)
Δεύτερο μέρος για τους Cinderella και θα επιχειρήσω να δώσω μια αίσθηση των Heartbreak Station και Still Climbing, τρίτο και τέταρτο άλμπουμ αντίστοιχα, τα οποία είναι αδικία να αγνοούνται καθώς, όχι μόνο δεν είναι “διαδικαστικές” κυκλοφορίες μετά τα υπερεπιτυχημένα Night Songs και Long Cold Winter, αλλά είναι πολύ καλά άλμπουμ και τιμούν το όνομα και την ιστορία της μπάντας.
Ήδη από το δεύτερό τους άλμπουμ, οι Cinderella είχαν δώσει αρκετά δείγματα του ήχου που ήθελαν να ακολουθήσουν. Ας θυμηθούμε τα blues στοιχεία στο “Bad Seamstress Blues/Falling apart at the seams” και στο “Long Cold Winter”, όπως και τα blues/country περάσματα στο “Coming Home”.
Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρος του άρθρου με την παρουσία των πρώτων δύο άλμπουμ του συγκορτήματος.
HEARTBREAK STATION (1990)
Στο Heartbreak Station του 1990 έχουμε το πλήρες πέρασμα στον bluesy ήχο και όχι μόνο. Πλέον δεν μιλάμε σε καμία περίπτωση για glam metal αλλά για καθαρό blues/country/southern/hard rock. Δεν μιλάμε για ήχο του L.A., του sunset strip και του Holywood, ούτε της Νεας Υόρκης ή του New Jersey. Εδώ έχουμε πλέον καθαρά Αμερικάνικο Νότο, εδώ έχουμε αίσθηση Nashville και Νέας Ορλεάνης.
Το άλμπουμ ξεκινάει με το “The more things change” το οποίο δίνει και το στίγμα όλου του δίσκου. Δυναμικό country rock κομμάτι εμπλουτισμένο με background μελωδίες πνευστών (σαξόφωνα – τρομπέτες), ηλεκτρακουστικές κιθάρες και country solo με slide κιθάρα. Διαδοχή από το funky “Love’s got me doin’ time”. Ρυθμός για λίκνισμα, wah-wah κιθάρες, πνευστά πάντα στο βάθος και φοβερό σόλο. Το τραγούδι θα κλείσει χαμηλώνοντας, πάντα ρυθμικά και με τη συνοδεία των πνευστών για να μας οδηγήσει στην τραγουδάρα του άλμπουμ, το “Shelter me”. Εισαγωγή με slide κιθάρα, ηλεκτρακουστικά εφέ και τα κλασικά βραχνά φωνητικά του Tom Keifer, για να αρχίσει προοδευτικά να απογειώνεται με την προσθήκη γυναικείων gospel backing vocals και πνευστών, να κορυφωθεί με το ευρηματικό solo σαξόφωνο και solo κιθάρα και να κλείσει σιγά σιγά, αφήνοντάς σου την αίσθηση ότι μόλις παρακολούθησες κάποιο live ή απόλαυσες το ποτό σου σε κάποιο club της Νέας Ορλεάνης. Φοβερό κομμάτι, μια μίξη rock, r&b και soul ήχων.
Την ένταση από την προηγούμενη τριάδα κομματιών θα χαλαρώσει το ομότιτλο “Heatbreak Station”, μια νοσταλγική μπαλάντα για το τέλος μιας σχέσης και την ματαίωση των ονείρων που φέρνει. Άμεση επαναφορά στην party διάθεση με το “Sick for the Cure”. Ρυθμική εισαγωγή με τύπανα και cowbells, γυναικεία backing vocals, slide κιθάρες και χρώμα πιάνου.
Στη συνέχεια, το country rock “One for rock n’ roll” σίγουρα θα αγγίξει όλους όσους το rock αποτελεί σημαντικό κομμάτι και μεγάλη αγάπη στη ζωή τους. Θα αναφέρω μόνο έναν στίχο του που αποτελεί και την πεμπτουσία της μουσικής που γουστάρουμε: “As long as I got rock n’ roll I’m forever young”.
Ιδιαίτερο κομμάτι είναι το επόμενο, το νωχελικό country blues “Dead man’s Road” που υφολογικά θα φέρει στο μυαλό μια πιο σκληρή εκδοχή του “Mannish Boy” (Muddy Waters). To “Make your own way” που ακολουθεί είναι το τελευταίο από τα πιο δυναμικά κομμάτια του άλμπουμ, φοβερά ξεσηκωτικό με τα συνήθη πλέον «συστατικά» (cowbells, slide κιθάρες , gospel backing vocals,γεμίσματα από Hammond και πνευστά).
Τα τελευταία τρία κομμάτια, το mid-tempo “Electric Love”, το “Love gone bad” και το ακουστικό “Wind of change” κρατάνε το επίπεδο του άλμπουμ, σε καμία περίπτωση δεν θα τα θεωρήσω fillers, απλά χάνουν λίγο στις λεπτομέρειες γιατί έχουν προηγηθεί τουλάχιστον 5-6 τραγουδάρες. Είναι όμως καλά κομμάτια και μην τα παραβλέψετε.
Το Heartbreak Station, αν και την εποχή που βγήκε είχε να ανταγωνιστεί άλμπουμ αρκετών μεγαθηρίων του μελωδικού hard rock/glam/sleaze δεν τα πήγε και άσχημα αφού και το ένα εκατομμύριο πωλήσεις στις ΗΠΑ έπιασε (πλατινένιο) και τρία singles με τα αντίστοιχα video έβγαλε (Τhe more things change, Shelter me, Heartbreak Station) και μέχρι τη θέση 19 του Billboard έφτασε.
Προσωπικά, θεωρώ ότι είναι κλάσεως ανώτερο από το πρώτο τους άλμπουμ “Night Songs” και κοιτάει άνετα στα μάτια το “Long Cold Winter” και ίσως και να του ρίχνει στα σημεία, ανεξαρτήτως αν - εμπορικά τουλάχιστον - το τελευταίο θεωρείται πιο επιτυχημένο. Ο ίδιος ο Tom Keifer εξάλλου είχε αναφέρει σε συνέντευξή του το 2010 στο site Uber Rock: «Πιστεύω ότι το Heartbreak Station συγκεντρώνει όλες τις επιρροές μας. Όταν γράφαμε το Night Songs ήμασταν ακόμα πρωτάρηδες και μάθαμε τόσα πολλά από τότε. Πιστεύω ότι το Ηeartbreak Station είναι ό,τι θα θέλαμε να κάνουμε στο πρώτο μας άλμπουμ αλλά δεν ξέραμε πώς να το κάνουμε».
Να αναφέρω για ακόμα μια φορά ότι οι Cinderella του Heartbreak Station δεν είναι glam, δεν είναι sleaze, αλλά μια ώριμη rock/blues/country μπάντα και το συγκεκριμένο άλμπουμ τους είναι ένα αισιόδοξο , έξω καρδιά άλμπουμ, ιδανικό να το ακούς όλες τις ώρες της ημέρας και ιδιαιτέρως αν έχεις τις μαύρες σου για να σου ανεβάσει την διάθεση. Ακόμα και η μπαλάντα του που μιλάει για χωρισμό έχει και αυτή στο τέλος μια νότα αισιοδοξίας με την έννοια της νέας σελίδας που ανοίγει στη ζωή σου. Όσοι το έχετε θαμμένο, βγάλτε το ξανά στην επιφάνεια και όσοι δεν το έχετε καν ακούσει (ντροπή!) αποκτήστε το άμεσα.
Αράξτε το βράδυ μόνοι σας στο σπίτι, πάρτε μια μπίρα ή βάλτε ένα bourbon, κλείστε τα μάτια και αφήστε τα τραγούδια του να σας ταξιδέψουν για 53:22 λεπτά στον Αμερικάνικο νότο, στην Νέα Ορλεάνη, στον Μισσισσιππή, στα bayous και στους βάλτους της Λουιζιάνα και της Αλαμπάμα και μυρίστε τη θαλασσινή αύρα που έρχεται από τον κόλπο του Μεξικό.
Με τη λήξη της περιοδείας για το Hearbreak Station, χτυπάει το συγκρότημα η ατυχία: Ο Tom Keifer παρουσιάζει πρόβλημα στις φωνητικές χορδές και συγκεκριμένα αιμορραγία και παράλυση της αριστερής φωνητικής του χορδής. Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, αναγκάζεται να υποβληθεί σε αρκετές χειρουργικές επεμβάσεις με αποτέλεσμα η επόμενη δουλειά τους να καθυστερήσει να κυκλοφορήσει. Στο μεταξύ ο ντράμερ Fred Cury αποχώρησε από το συγκρότημα για να αντικατασταθεί από τον Kenny Aronoff.
Το τέταρτο λοιπόν άλμπουμ τους, Still Climbing, κυκλοφορεί το Νοέμβριο του 1994, σε μια χρονική στιγμή όπου η σκηνή του μελωδικού hard rock βρισκόταν σε πλήρη απαξίωση.
Η ζοφερή για το είδος περίοδος, οι προσωπικές δύσκολες στιγμές του Keifer (κατάθλιψη λόγω των προβλημάτων με τη φωνή του, θάνατος της μητέρας του από καρκίνο κατά τη διάρκεια των ηχογραφηχογραφήσεων) καθώς και η επιμονή του να συνεχίσει, απεικονίζονται κατά κάποιο τρόπο στο εξώφυλλο και στον τίτλο του άλμπουμ, ένα μουντό και με γκρίζες αποχρώσεις εξώφυλλο, όπου εικονίζεται ένας άνθρωπος να ανεβαίνει μια σκάλα φεύγοντας από ένα λαβύρινθο στη γη για να καταλήξει σε πυκνά σύννεφα στον ουρανό. Επιπλέον, το όνομα του συγκροτήματος απουσιάζει τελείως και αναγράφεται μόνο στη ράχη της θήκης του CD.
To άλμπουμ ντεμπούταρε πολύ χαμηλά, στη θέση 178 του Billboard και μετά από μια εβδομάδα εξαφανίστηκε τελείως. Δεν είχε καθόλου προβολή από το MTV, ενώ η δισκογραφική δεν ενέκρινε κάποιο video.
Παρ’ όλα αυτά, το άλμπουμ δεν είναι καθόλου κακό. Ξεκινάει δυναμικά με το hard rock/bluesy “Bad Attitude Shuffle” και συνεχίζει εξίσου δυνατά με το “All comes down”, με background πνευστά τα οποία συνεχίζουν και στο επόμενο τραγούδι, “Talk is cheap”, ένα ιδιαίτερο κομμάτι με ένα πολύ ωραίο σόλο κιθάρας με επική, ανατολίτικη χροιά.
Επόμενο κομμάτι και μια από τις μπαλάντες του άλμπουμ, το “Hard to find the words”, γραμμένο από τον Keifer για την μητέρα του η οποία, όπως προανέφερα, πέθανε από καρκίνο την περίοδο ηχογράφησης του άλμπουμ. Ουσιαστικά, πρόκειται για το “ευχαριστώ” του Tom προς εκείνη (“Thank you for the love mama, it’s what made this boy a man”), ένα ιδιαίτερα συναισθηματικό και συγκινητικό κομμάτι, με ωραία slide guitar γεμίσματα.
Εξίσου ωραία μπαλάντα είναι το “Through the rain”, με ωραίους στίχους που αναφέρονται στην ελπίδα που πρέπει να διατηρείται πάντα ζωντανή ακόμα και όταν όλα φαίνονται μαύρα. Προφανώς εμπνευσμένο από τις προσωπικές δύσκολες στιγμές του Keifer.
Άλλα αξιοσημείωτα τραγούδια είναι το ομώνυμο, “Still Climbing”, ένα mid tempo κομμάτι με southern rock feeling και ωραία σημεία με πλήκτρα που στην εισαγωγή του θυμίζει λίγο το “Blaze of Glory” του Jon Bon Jovi, το γκαζομένο hard rock “Freewheeling”, το “Hot and Bothered”, από την κωμωδία Wayne’s World, το οποίο στο κουπλέ μπορεί να φέρνει και στο μυαλό λίγο από πρώιμους KISS - αν προσπαθήσεις να το φανταστείς με φωνητικά του Simmons – και τέλος το “The road’s still long”, ένα αργό και δυναμικό τραγούδι με στίχους σχετικούς με τις προσωπικές αναζητήσεις στη ζωή (“when you get to where you’re going , the road’s still long”).
Tέλος, λιγάκι πιο fillers αλλά όχι για «πέταμα», είναι τα “Blood from a Stone” και το “Easy come easy go”, κι αυτό με πνευστά και background rock ‘n’ roll πιάνο
Το Still Climbing είναι ένα αξιόλογο άλμπουμ, συγκεντρώνει στοιχεία από όλες τις δουλειές τους και βγάζει μια ωριμότητα αλλά και μια βαριά ως ένα βαθμό αίσθηση, πιθανόν λόγω των προσωπικών θεμάτων του Keifer. Ουσιαστικά, δεν είχε καμία προώθηση και ακόμα και σήμερα, είναι δύσκολο να βρεθεί, πιθανόν να είναι και εκτός κυκλοφορίας. Εγώ το βρήκα κατά τύχη, καμιά δεκαριά χρόνια πριν, σε ένα μικρό δισκάδικο-τρύπα του κέντρου και σε λιγάκι τσιμπημένη τιμή. Πάντως αξίζει να το αποκτήσετε και είναι κρίμα και αδικία για τον Keifer που έχει μείνει στο σκοτάδι.
ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΜΕΤΑ
Μετά την κυκλοφορία του Still Climbing, η Mercury έλυσε το συμβόλαιο με τους Cinderella οι οποίοι μπήκαν στον πάγο. Κάποια στιγμή υπόγραψαν με τη Sony αλλά το συμβόλαιο λύθηκε πριν κυκλοφορήσει κάποιο άλμπουμ και ακολούθησαν νομικές διαμάχες.
Στο διάστημα που ακολούθησε, κυκλοφόρησε ένα Live άλμπουμ (Live at the Key club, 1999) και οι Cinderella έκαναν κάποιες σποραδικές εμφανίσεις, κυρίως επετειακού τύπου, μαζί με συγκροτήματα του ευρύτερου μελωδικού hard rock και της γενιάς τους (Firehouse, RATT, Poison κ.α.).
Το 2008, η ατυχία ξαναχτύπησε τον Tom Keifer καθώς ξαναπαρουσιάστηκε το πρόβλημα στις φωνητικές του χορδές. Μετά από αρκετές επεμβάσεις η φωνή του επανήλθε αν και ουσιαστικά, η μία φωνητική του χορδή καταστράφηκε τελείως και αναγκάστηκε να μάθει να τραγουδάει μόνο με μία. Μάλιστα τώρα, πριν από κάθε show, χρειάζεται να κάνει ειδική προθέρμανση και ασκήσεις που διαρκούν ίσως και περισσότερο από τη διάρκεια του live!
Στα επόμενα χρόνια, οι Cinderella εξακολούθησαν να κάνουν κάποιες εμφανίσεις σε φεστιβάλ ή σε επετείους κυκλοφορίας άλμπουμ αλλά δεν ευοδώθηκε κάποια ουσιαστική επανασύνδεση καθώς τα υπόλοιπα μέλη ασχολούνταν με προσωπικές τους δουλειές, ενώ ο κιθαρίστας Jeff Labar είχε και θέματα αλκοολισμού και λοιπών καταχρήσεων με αποτέλεσμα να διαταραχθούν οι σχέσεις του με τον Keifer.
Το 2013, ο Tom Keifer, κυκλοφόρησε το προσωπικό του άλμπουμ “The way life goes”, το οποίο το σχεδίαζε ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και το οποίο είναι ένα πολύ καλό άλμπουμ, όπως θα ακούγονταν πιθανόν οι Cinderella αν κυκλοφορούσαν τότε δίσκο. Μάλιστα, έτοιμο για κυκλοφορία είναι και το επόμενο προσωπικό του άλμπουμ, “Rise”, το οποίο, όπως αναφέρεται σε διάφορα sites, θα περιέχει το βαρύτερο υλικό που έχει γράψει ή ηχογραφήσει ποτέ ο Keifer. Στο site μας, στη στήλη των νέων, έχει ήδη δημοσιευτεί η σχετική είδηση η οποία συνοδεύεται και από το video του νέου τραγουδιού, “The death of me”, όπου στην αρχή του, σε μια οθόνη υπολογιστή, εμφανίζεται επιγραμματικά η ιστορία των προβλημάτων υγείας του Tom.
Όσον αφορά τους Cinderella, σύμφωνα με δηλώσεις του Keifer ήδη από το 2017, δεν πρόκειται να γίνει κάποια επανασύνδεσή τους. Και προσωπική μου άποψη είναι ότι αυτό είναι το σωστότερο. Έχουν γράψει την ιστορία τους στο χώρο του μελωδικού hard rock και δεν χρειάζεται να ρισκάρουν το παρελθόν τους. Η προσωπική καριέρα του Keifer αρκεί για όσους νοσταλγούν τον παλιό καλό καιρό.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
25/9/19
Δημοσίευση σχολίου