Για πολλά χρόνια η μόνη μου επαφή με την ιταλική prog σκηνή περιοριζόταν στους Premiata Forneria Marconi, τους οποίους είχα γνωρίσει από τις ραδιοφωνικές εκπομπές του Αλέξανδρου Ριχάρδου. Τους Le Orme μου τους πρότεινε ένας καλός φίλος και μόλις είδα το εξώφυλλο του Felona e Sorona, μου δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι αυτό το συγκρότημα είναι κάτι ξεχωριστό.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ (1966-1970)
Οι Le Orme είναι μια από τις αγαπημένες και διάσημες ιταλικές prog μπάντες, με τη φήμη τους να ξεπερνά τα σύνορα της χώρας τους. Στην αρχή της καριέρας τους κινήθηκαν στον χώρο του ιταλικού beat, αλλά η εξέλιξή τους στη δεκαετία των 70’s ήταν εντυπωσιακή. Σχηματίστηκαν στην Marghera (κοντά στη Βενετία ) το1966, από τους: Aldo Tagliapietra (φωνητικά, κιθάρα), Marino Rebeschini (ντραμς), Nino Smeraldi (lead κιθάρα) and Claudio Galieti (μπάσο). Το αρχικό τους όνομα ήταν Le Ombre. Μία από τις πρώτες σημαντικές εμφανίσεις τους έγινε στις 2 Ιουνίου 1966 όταν έπαιξαν σαν support του βρετανικού beat group The Rokes, στο Teatre Corso Mestre. Έκαναν το ντεμπούτο τους στη δισκογραφία ένα χρόνο αργότερα με το Fiori e colori.
Η πρώτη τους επιτυχία ήταν το single Senti l'estate che torna, μετά την κυκλοφορία του οποίου ο Rebeschini εγκατέλειψε το group για να καταταχθεί στον στρατό. Τη θέση του παίρνει ο Michi Dei Rossi (πρών μέλος των Hopopi). Την επόμενη χρονιά, με το δεύτερο single τους "Senti l'estate che torna", συμμετέχουν στο Un disco per l'estate, ένα μεγάλο τηλεοπτικό show της RAI. Μετά από αυτή την εμφάνιση θα προστεθεί στο group και ο Tony Pagliuca (πρώην Hopopi και Delfini) στα keyboards. Ακολούθησε η κυκλοφορία του album Ad Gloriam στα τέλη του 1968. Με ένα χαρακτηριστικό ψυχεδελικό εξώφυλλο, το συγκεκριμένο album, συγκαταλέγεται στα κορυφαία του ιταλικού beat, με τον ήχο τους να έχει μια ελαφριά ψυχεδελική αύρα σε τραγούδια όπως τα: Io non so restare solo, Fumo, Milano 1968.
ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ (1970-1977)
Το 1970 υπογράφουν στην Philips, και ξεκινά μια δεκαετής πορεία που αντιστοιχεί στην πλέον δημιουργική τους φάση. Η παλιά τους εταιρία Car Juke Box κυκλοφόρησε το L'Aurora, μια συλλογή με τραγούδια που είχαν κυκλοφορήσει σε singles. Πρώτο album για την Philips, και το πρώτο που κυκλοφόρησαν όντας τρίο, ήταν το Collage, που κυκλοφόρησε την άνοιξη του ’71, με τον Aldo Tagliapietra να έχει μετακινηθεί από την κιθάρα στο μπάσο (μετά την αποχώρηση του Smeraldi και του Galieti, που έπρεπε να καταταγεί κι αυτός στον στρατό). Ο ήχος τους βασιζόταν τώρα στα keyboards ακολουθώντας το παράδειγμα σπουδαίων συγκροτημάτων όπως οι ELP, ήταν πιο πλούσιος και πολύπλοκος. Αυτή η εξέλιξη φαίνεται και στο single "Il Profumo delle Viole / I Ricordi Più Belli", που κυκλοφόρησε το 1970. To Collage είναι εξαιρετικό album, καθώς περιέχει μερικά από τα καλύτερα τραγούδια τους: το Sguardo verso il cielo και το Cemento armato. Με τη βοήθεια του promotion από την ραδιοφωνική εκπομπή της RAI Per voi giovani, το album γνώρισε άμεση επιτυχία φτάνοντας στο top 10 των charts της Ιταλίας. Τότε πραγματοποίησαν ένα ταξίδι στο Λονδίνο, έχοντας έτσι την ευκαιρία να βρεθούν κοντά στις εξελίξεις που καθόριζαν τη rock μουσική στις αρχές των 70’s. Το 1972 κυκλοφορεί το Uomo di pezza, ένα εξαιρετικό album με εντυπωσιακό gatefold εξώφυλλο. Το Uomo di pezza γνώρισε μεγάλη επιτυχία, όπως και το single Gioco di bimba, αλλά μια μερίδα των οπαδών τους δυσαρεστήθηκε γιατί θεώρησε το συγκεκριμένο album υπερβολικά μελωδικό. Την ίδια χρονιά (Δεκέμβριος του 1972) συμμετέχουν σε αρκετά μεγάλα festival και έπειτα ξεκινούν δικές τους μικρές περιοδείες με τη συμμετοχή σημαντικών guest μουσικών όπως ο Peter Hammill.
Το 1973 βρίσκει τους Le Orme να πραγματοποιούν το φιλόδοξο σχέδιο της κυκλοφορίας ενός concept album, του Felona e Sorona. Το Felona e Sorona είναι το κορυφαίο τους album και το θέμα του βασίζεται στην ιστορία δύο φανταστικών πλανητών. Καταφέρνουν να βρεθούν στις ψηλές θέσεις των charts (τόσο στα LP, όσο και στα singles). Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η επιτυχία του single Felona. Ο ήχος τους είναι γνήσιο progressive με τα keyboards του Pagliuca να πρωταγωνιστούν και την κρυστάλλινη φωνή του Tagliapietra να ολοκληρώνει αυτό το αριστούργημα του progressive rock. Τον ίδιο χρόνο οι Le Orme κάνουν την πρώτη τους περιοδεία στη Μεγ. Βρετανία, με εμφανίσεις στο Marquee Club και το Commonwealth Institute. Το Felona e Sorona μεταφράζεται στα αγγλικά και κυκλοφορεί από την Charisma στο Ην. Βασίλειο, χωρίς μεγάλη επιτυχία. Επιστρέφοντας στην Ιταλία, όπου ήταν το πιο δημοφιλές live group εκείνη την εποχή, αποφασίζουν να κυκλοφορήσουν ένα live album, το In concerto (1974). Στο In concerto περιέχεται και ένα ακυκλοφόρητο κομμάτι, το διάρκειας 21 λεπτών Truck of fire. Το In concerto γνώρισε αξιόλογη επιτυχία, αν και η ποιότητα της ηχογράφησης είναι μέτρια για τα σημερινά δεδομένα. Την ίδια χρονιά κυκλοφορούν το ενδιαφέρον Contrappunti, που χαρακτηρίζεται από τα μεγάλης διάρκειας instrumental μέρη (τρία από τα εφτά κομμάτια του album είναι instrumental). Παραγωγός είναι ο Gian Piero Reverberi ο οποίος αναφέρεται στο εξώφυλλο και ως πιανίστας του συγκροτήματος. Πλέον αισθάνονται την ανάγκη να αλλάξουν τον ήχο τους και προσλαμβάνουν έναν έξοχο κιθαρίστα σαν τέταρτο μέλος, τον Tolo Marton (πρώην Raptus). Με τη νέα σύνθεση ηχογραφούν το album Smogmagica στο Los Angeles. Ο ήχος τους αλλάζει, καθώς περιορίζεται η κυριαρχία των keyboards και η κιθάρα πρωταγωνιστεί. Υπάρχει μια spacey αίσθηση σε κομμάτια όπως το Laserium Floyd ή το Laurel Canyon. Σύντομα ο νεοφερμένος Marton εγκατέλειψε το συγκρότημα και αντικαταστάθηκε από τον Germano Serafin. Το 1976 κυκλοφορούν το Verità nascoste που είναι το τελευταίο αξιόλογο album των Le Orme για τη δεκαετία των 70’s. Από το Verità nascoste ξεχώρισε το hit single Regina al Troubadour, αλλά το album έχει αρκετά μελωδικά τραγούδια με τα Insieme al concerto και Vedi Amsterdam να ξεχωρίζουν.
Όπως συνέβη και με το Felona & Sorona, το Verità nascoste (Secret truths ) ηχογραφήθηκε και σε αγγλόφωνη έκδοση για την αγορά του εξωτερικού. Η συγκεκριμένη έκδοση δεν κυκλοφόρησε επίσημα ποτέ και μπορεί να τη βρει κάποιος ως bootleg.
ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ, Η ΔΙΑΛΥΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΥΝΔΕΣΗ (1977-1992)
Από το 1977 αρχίζει η περίοδος παρακμής των Le Orme, με albums όπως το Storia o leggenda και το Florian που χαρακτηρίζονται από την έντονη επιρροή της κλασικής μουσικής, με το επίπεδο των συνθέσεων να είναι σαφώς κατώτερο σε σύγκριση με τα προηγούμενα albums. Σταδιακά ο ήχος τους προσεγγίζει όλο και περισσότερο την pop γεγονός που γίνεται ξεκάθαρο με τα δύο επόμενα LP τους (Piccola rapsodia dell'ape και Venerdi). Το 1982 έρχεται η στιγμή της διάλυσης. O Aldo Tagliapietra κυκλοφορεί ένα solo album το 1984 και το γκρουπ επανενώνεται προσωρινά το 1986 για την ηχογράφηση ενός single ("Dimmi che cos'e") με το οποίο παίρνουν μέρος στο 37ο Sanremo Music Festival. Πρέπει να φτάσουμε στο 1990 για την επιστροφή των Le Orme με ένα pop album (το Orme). Η πορεία του γκρουπ σημαδεύεται από νέα διάσπαση καθώς ο Toni Pagliuca αποφασίζει να ξεκινήσει solo καριέρα και τα εναπομείναντα μέλη (Tagliapietra και Dei Rossi) αλλάζουν τη δομή του συγκροτήματος με την προσθήκη διπλών keyboards (Michele Bon και Francesco Sartori). Ξεκινούν περιοδεία και κάνουν μια νέα αρχή με την κυκλοφορία του Amico di ieri (1997) που βασίζεται σε νέες εκτελέσεις των κλασικών τους κομματιών.
EΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΙΣ ΡΙΖΕΣ (1997-2009)
Αργότερα, τον ίδιο χρόνο (1997), κυκλοφορεί το Il fiume, με το οποίο προσπαθούν να επιστρέψουν στον ήχο των 70's. Το Il fiume γνωρίζει αξιοσημείωτη επιτυχία και οι Le Orme συμμετέχουν στο Los Angeles Progfest τον Μάιο του 1997. Το 2001 κυκλοφορούν ένα ακόμη αξιόλογο album, το Elementi, που χαρακτηρίζεται από το εντυπωσιακό εξώφυλλο του Paul Whitehead (γνωστός από τη δουλειά του με τους Genesis). Θεματικά το Elementi αποτελεί συνέχεια του Il fiume και δείχνει ότι οι Le Orme είχαν αναγεννηθεί και περνούσαν τη δεύτερη δημιουργική φάση της καριέρας τους. Η τριλογία θα ολοκληρωθεί το 2004 με το L'infinito, το οποίο είναι στο ίδιο επίπεδο με τα δυο προηγούμενα. Οι Le Orme της νέας χιλιετίας έχουν λίγο διαφορετικό ήχο από τα 70’s, καθώς στις συνθέσεις τους κυριαρχούν το πιάνο και η κιθάρα, αλλά τόσο το επίπεδο των τραγουδιών όσο και οι live εμφανίσεις τους είναι αντάξιες της ιστορίας τους. Την ίδια εποχή ο Toni Pagliuca, πραγματοποιεί live εμφανίσεις με την ethno-prog μπάντα Malaavia, με το live set να περιλαμβάνει αρκετά κλασικά κομμάτια των Le Orme. Το 2004 κυκλοφορούν δύο CD σε περιορισμένα αντίτυπα, το Demos a Marghera (που περιλαμβάνει studio ηχογραφήσεις από την περίοδο 2003 – 2004) και το live Re-Collage (που, όπως δείχνει η ονομασία του, βασίζεται στο κλασικό Collage album). Στις ηχογραφήσεις συμμετείχαν ο David Jackson (σαξοφωνίστας των Van Der Graaf' Generator) και οι Massimo Donà Quintet. Στις αρχές του 2008 ο Andrea Bassato αποχωρεί από τους Le Orme, και οι υπόλοιποι (Tagliapietra, Dei Rossi και Bon) συνεχίζουν σαν τρίο. Την ίδια χρονιά κυκλοφορούν ένα box set με 2CD+1DVD σε limited edition, ειδικά για τα μέλη του Fan Club τους. Στη συνέχεια το συγκεκριμένο υλικό (που προέρχεται από τη live εμφάνισή τους στο Nearfest, της Pennsylvania το 2005) κυκλοφόρησε και σε official έκδοση.
Η ΠΟΡΕΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ALDO TAGLIAPIETRA
Τον Νοέμβριο του 2009 ο Aldo Tagliapietra ανακοινώνει την αποχώρησή του από τους Le Orme μετά από σαράντα χρόνια συνεχούς παρουσίας. Οι υπόλοιποι μουσικοί (Michi dei Rossi και Michele Bon) συνεχίζουν χρησιμοποιώντας το όνομα Le Orme και προχωρούν στην προσθήκη των: Fabio Trentini (μπάσο και κιθάρα) και Jimmy Spitaleri (τραγουδιστής των Metamorfosi). Με αυτή τη σύνθεση παίζουν σε αρκετές συναυλίες και το 2010 κυκλοφορούν το Progfiles- Live in Rome. Ακολουθεί η κυκλοφορία του album La via della seta, για το promotion του οποίου πραγματοποιούν μια μεγάλη περιοδεία. Το La via della seta είναι concept album και το θέμα του είναι ο «δρόμος του μεταξιού». Παράλληλα ο Aldo Tagliapietra ξανασμίγει με τους Toni Pagliuca και Tolo Marton στο Rome’s Prog Exhibition τον Νοέμβριο του 2010 και για τα επόμενα χρόνια συνεχίζει τον μοναχικό δρόμο της solo καριέρας του. Στο group σήμερα ηγετική μορφή είναι ο Michi dei Rossi. Το 2016 κυκλοφορούν το διπλό Felona e/and Sorona 2016, το οποίο είναι full remake του παλιού ιστορικού τους album τόσο σε ιταλική, όσο και σε αγγλική version.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η εναλλαγή ανάμεσα σε έντονα κλασικές επιρροές και μελωδικές ακουστικές κιθάρες, ο αιθέριος ηλεκτρονικός ήχος και τα κρυστάλλινα φωνητικά του Aldo Tagliapietra, αναδεικνύουν τους Le Orme ως ένα από τα κορυφαία (μη αγγλόφωνα) progressive rock συγκροτήματα. Μαζί με τους Premiata Forneria Marconi και τους Banco del Mutuo Soccorso, αποτελούν τους τρεις πυλώνες του ιταλικού progressive rock.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
• Felona & Sorona (1973)
• Uomo di Pezza (1972)
• Collage (1971)
• Verità nascoste (1976)
• Contrappunti (1974)
TRIVIA
• Το κομμάτι των Le Orme Ad gloriam (από το ομότιτλο album) διασκευάστηκε από τον Ιρλανδό DJ David Holmes για τις ανάγκες του album Bow Down to the Exit Sign (2000), όπου αναφέρεται ως “69 Police”. Επίσης περιέχεται στο soundtrack της ταινίας Oceans Eleven, όπου ακούγεται στην τελική σκηνή.
• Την μετάφραση για την αγγλική έκδοση του Felona e Sorona έχει κάνει o Peter Hammill.
• Η ηχογράφηση για το In concerto έγινε στο Teatro Brancaccio της Ρώμης.
• Στο Sanremo Music Festival οι Le Orme κατέλαβαν την 17η θέση.
ΘΟΔΩΡΟΣ ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΣ
15/4/19
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ (1966-1970)
Οι Le Orme είναι μια από τις αγαπημένες και διάσημες ιταλικές prog μπάντες, με τη φήμη τους να ξεπερνά τα σύνορα της χώρας τους. Στην αρχή της καριέρας τους κινήθηκαν στον χώρο του ιταλικού beat, αλλά η εξέλιξή τους στη δεκαετία των 70’s ήταν εντυπωσιακή. Σχηματίστηκαν στην Marghera (κοντά στη Βενετία ) το1966, από τους: Aldo Tagliapietra (φωνητικά, κιθάρα), Marino Rebeschini (ντραμς), Nino Smeraldi (lead κιθάρα) and Claudio Galieti (μπάσο). Το αρχικό τους όνομα ήταν Le Ombre. Μία από τις πρώτες σημαντικές εμφανίσεις τους έγινε στις 2 Ιουνίου 1966 όταν έπαιξαν σαν support του βρετανικού beat group The Rokes, στο Teatre Corso Mestre. Έκαναν το ντεμπούτο τους στη δισκογραφία ένα χρόνο αργότερα με το Fiori e colori.
Η πρώτη τους επιτυχία ήταν το single Senti l'estate che torna, μετά την κυκλοφορία του οποίου ο Rebeschini εγκατέλειψε το group για να καταταχθεί στον στρατό. Τη θέση του παίρνει ο Michi Dei Rossi (πρών μέλος των Hopopi). Την επόμενη χρονιά, με το δεύτερο single τους "Senti l'estate che torna", συμμετέχουν στο Un disco per l'estate, ένα μεγάλο τηλεοπτικό show της RAI. Μετά από αυτή την εμφάνιση θα προστεθεί στο group και ο Tony Pagliuca (πρώην Hopopi και Delfini) στα keyboards. Ακολούθησε η κυκλοφορία του album Ad Gloriam στα τέλη του 1968. Με ένα χαρακτηριστικό ψυχεδελικό εξώφυλλο, το συγκεκριμένο album, συγκαταλέγεται στα κορυφαία του ιταλικού beat, με τον ήχο τους να έχει μια ελαφριά ψυχεδελική αύρα σε τραγούδια όπως τα: Io non so restare solo, Fumo, Milano 1968.
Το 1970 υπογράφουν στην Philips, και ξεκινά μια δεκαετής πορεία που αντιστοιχεί στην πλέον δημιουργική τους φάση. Η παλιά τους εταιρία Car Juke Box κυκλοφόρησε το L'Aurora, μια συλλογή με τραγούδια που είχαν κυκλοφορήσει σε singles. Πρώτο album για την Philips, και το πρώτο που κυκλοφόρησαν όντας τρίο, ήταν το Collage, που κυκλοφόρησε την άνοιξη του ’71, με τον Aldo Tagliapietra να έχει μετακινηθεί από την κιθάρα στο μπάσο (μετά την αποχώρηση του Smeraldi και του Galieti, που έπρεπε να καταταγεί κι αυτός στον στρατό). Ο ήχος τους βασιζόταν τώρα στα keyboards ακολουθώντας το παράδειγμα σπουδαίων συγκροτημάτων όπως οι ELP, ήταν πιο πλούσιος και πολύπλοκος. Αυτή η εξέλιξη φαίνεται και στο single "Il Profumo delle Viole / I Ricordi Più Belli", που κυκλοφόρησε το 1970. To Collage είναι εξαιρετικό album, καθώς περιέχει μερικά από τα καλύτερα τραγούδια τους: το Sguardo verso il cielo και το Cemento armato. Με τη βοήθεια του promotion από την ραδιοφωνική εκπομπή της RAI Per voi giovani, το album γνώρισε άμεση επιτυχία φτάνοντας στο top 10 των charts της Ιταλίας. Τότε πραγματοποίησαν ένα ταξίδι στο Λονδίνο, έχοντας έτσι την ευκαιρία να βρεθούν κοντά στις εξελίξεις που καθόριζαν τη rock μουσική στις αρχές των 70’s. Το 1972 κυκλοφορεί το Uomo di pezza, ένα εξαιρετικό album με εντυπωσιακό gatefold εξώφυλλο. Το Uomo di pezza γνώρισε μεγάλη επιτυχία, όπως και το single Gioco di bimba, αλλά μια μερίδα των οπαδών τους δυσαρεστήθηκε γιατί θεώρησε το συγκεκριμένο album υπερβολικά μελωδικό. Την ίδια χρονιά (Δεκέμβριος του 1972) συμμετέχουν σε αρκετά μεγάλα festival και έπειτα ξεκινούν δικές τους μικρές περιοδείες με τη συμμετοχή σημαντικών guest μουσικών όπως ο Peter Hammill.
Οι Le Orme και οι Genesis |
Το 1973 βρίσκει τους Le Orme να πραγματοποιούν το φιλόδοξο σχέδιο της κυκλοφορίας ενός concept album, του Felona e Sorona. Το Felona e Sorona είναι το κορυφαίο τους album και το θέμα του βασίζεται στην ιστορία δύο φανταστικών πλανητών. Καταφέρνουν να βρεθούν στις ψηλές θέσεις των charts (τόσο στα LP, όσο και στα singles). Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η επιτυχία του single Felona. Ο ήχος τους είναι γνήσιο progressive με τα keyboards του Pagliuca να πρωταγωνιστούν και την κρυστάλλινη φωνή του Tagliapietra να ολοκληρώνει αυτό το αριστούργημα του progressive rock. Τον ίδιο χρόνο οι Le Orme κάνουν την πρώτη τους περιοδεία στη Μεγ. Βρετανία, με εμφανίσεις στο Marquee Club και το Commonwealth Institute. Το Felona e Sorona μεταφράζεται στα αγγλικά και κυκλοφορεί από την Charisma στο Ην. Βασίλειο, χωρίς μεγάλη επιτυχία. Επιστρέφοντας στην Ιταλία, όπου ήταν το πιο δημοφιλές live group εκείνη την εποχή, αποφασίζουν να κυκλοφορήσουν ένα live album, το In concerto (1974). Στο In concerto περιέχεται και ένα ακυκλοφόρητο κομμάτι, το διάρκειας 21 λεπτών Truck of fire. Το In concerto γνώρισε αξιόλογη επιτυχία, αν και η ποιότητα της ηχογράφησης είναι μέτρια για τα σημερινά δεδομένα. Την ίδια χρονιά κυκλοφορούν το ενδιαφέρον Contrappunti, που χαρακτηρίζεται από τα μεγάλης διάρκειας instrumental μέρη (τρία από τα εφτά κομμάτια του album είναι instrumental). Παραγωγός είναι ο Gian Piero Reverberi ο οποίος αναφέρεται στο εξώφυλλο και ως πιανίστας του συγκροτήματος. Πλέον αισθάνονται την ανάγκη να αλλάξουν τον ήχο τους και προσλαμβάνουν έναν έξοχο κιθαρίστα σαν τέταρτο μέλος, τον Tolo Marton (πρώην Raptus). Με τη νέα σύνθεση ηχογραφούν το album Smogmagica στο Los Angeles. Ο ήχος τους αλλάζει, καθώς περιορίζεται η κυριαρχία των keyboards και η κιθάρα πρωταγωνιστεί. Υπάρχει μια spacey αίσθηση σε κομμάτια όπως το Laserium Floyd ή το Laurel Canyon. Σύντομα ο νεοφερμένος Marton εγκατέλειψε το συγκρότημα και αντικαταστάθηκε από τον Germano Serafin. Το 1976 κυκλοφορούν το Verità nascoste που είναι το τελευταίο αξιόλογο album των Le Orme για τη δεκαετία των 70’s. Από το Verità nascoste ξεχώρισε το hit single Regina al Troubadour, αλλά το album έχει αρκετά μελωδικά τραγούδια με τα Insieme al concerto και Vedi Amsterdam να ξεχωρίζουν.
Όπως συνέβη και με το Felona & Sorona, το Verità nascoste (Secret truths ) ηχογραφήθηκε και σε αγγλόφωνη έκδοση για την αγορά του εξωτερικού. Η συγκεκριμένη έκδοση δεν κυκλοφόρησε επίσημα ποτέ και μπορεί να τη βρει κάποιος ως bootleg.
ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ, Η ΔΙΑΛΥΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΥΝΔΕΣΗ (1977-1992)
Από το 1977 αρχίζει η περίοδος παρακμής των Le Orme, με albums όπως το Storia o leggenda και το Florian που χαρακτηρίζονται από την έντονη επιρροή της κλασικής μουσικής, με το επίπεδο των συνθέσεων να είναι σαφώς κατώτερο σε σύγκριση με τα προηγούμενα albums. Σταδιακά ο ήχος τους προσεγγίζει όλο και περισσότερο την pop γεγονός που γίνεται ξεκάθαρο με τα δύο επόμενα LP τους (Piccola rapsodia dell'ape και Venerdi). Το 1982 έρχεται η στιγμή της διάλυσης. O Aldo Tagliapietra κυκλοφορεί ένα solo album το 1984 και το γκρουπ επανενώνεται προσωρινά το 1986 για την ηχογράφηση ενός single ("Dimmi che cos'e") με το οποίο παίρνουν μέρος στο 37ο Sanremo Music Festival. Πρέπει να φτάσουμε στο 1990 για την επιστροφή των Le Orme με ένα pop album (το Orme). Η πορεία του γκρουπ σημαδεύεται από νέα διάσπαση καθώς ο Toni Pagliuca αποφασίζει να ξεκινήσει solo καριέρα και τα εναπομείναντα μέλη (Tagliapietra και Dei Rossi) αλλάζουν τη δομή του συγκροτήματος με την προσθήκη διπλών keyboards (Michele Bon και Francesco Sartori). Ξεκινούν περιοδεία και κάνουν μια νέα αρχή με την κυκλοφορία του Amico di ieri (1997) που βασίζεται σε νέες εκτελέσεις των κλασικών τους κομματιών.
EΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΙΣ ΡΙΖΕΣ (1997-2009)
Αργότερα, τον ίδιο χρόνο (1997), κυκλοφορεί το Il fiume, με το οποίο προσπαθούν να επιστρέψουν στον ήχο των 70's. Το Il fiume γνωρίζει αξιοσημείωτη επιτυχία και οι Le Orme συμμετέχουν στο Los Angeles Progfest τον Μάιο του 1997. Το 2001 κυκλοφορούν ένα ακόμη αξιόλογο album, το Elementi, που χαρακτηρίζεται από το εντυπωσιακό εξώφυλλο του Paul Whitehead (γνωστός από τη δουλειά του με τους Genesis). Θεματικά το Elementi αποτελεί συνέχεια του Il fiume και δείχνει ότι οι Le Orme είχαν αναγεννηθεί και περνούσαν τη δεύτερη δημιουργική φάση της καριέρας τους. Η τριλογία θα ολοκληρωθεί το 2004 με το L'infinito, το οποίο είναι στο ίδιο επίπεδο με τα δυο προηγούμενα. Οι Le Orme της νέας χιλιετίας έχουν λίγο διαφορετικό ήχο από τα 70’s, καθώς στις συνθέσεις τους κυριαρχούν το πιάνο και η κιθάρα, αλλά τόσο το επίπεδο των τραγουδιών όσο και οι live εμφανίσεις τους είναι αντάξιες της ιστορίας τους. Την ίδια εποχή ο Toni Pagliuca, πραγματοποιεί live εμφανίσεις με την ethno-prog μπάντα Malaavia, με το live set να περιλαμβάνει αρκετά κλασικά κομμάτια των Le Orme. Το 2004 κυκλοφορούν δύο CD σε περιορισμένα αντίτυπα, το Demos a Marghera (που περιλαμβάνει studio ηχογραφήσεις από την περίοδο 2003 – 2004) και το live Re-Collage (που, όπως δείχνει η ονομασία του, βασίζεται στο κλασικό Collage album). Στις ηχογραφήσεις συμμετείχαν ο David Jackson (σαξοφωνίστας των Van Der Graaf' Generator) και οι Massimo Donà Quintet. Στις αρχές του 2008 ο Andrea Bassato αποχωρεί από τους Le Orme, και οι υπόλοιποι (Tagliapietra, Dei Rossi και Bon) συνεχίζουν σαν τρίο. Την ίδια χρονιά κυκλοφορούν ένα box set με 2CD+1DVD σε limited edition, ειδικά για τα μέλη του Fan Club τους. Στη συνέχεια το συγκεκριμένο υλικό (που προέρχεται από τη live εμφάνισή τους στο Nearfest, της Pennsylvania το 2005) κυκλοφόρησε και σε official έκδοση.
Τον Νοέμβριο του 2009 ο Aldo Tagliapietra ανακοινώνει την αποχώρησή του από τους Le Orme μετά από σαράντα χρόνια συνεχούς παρουσίας. Οι υπόλοιποι μουσικοί (Michi dei Rossi και Michele Bon) συνεχίζουν χρησιμοποιώντας το όνομα Le Orme και προχωρούν στην προσθήκη των: Fabio Trentini (μπάσο και κιθάρα) και Jimmy Spitaleri (τραγουδιστής των Metamorfosi). Με αυτή τη σύνθεση παίζουν σε αρκετές συναυλίες και το 2010 κυκλοφορούν το Progfiles- Live in Rome. Ακολουθεί η κυκλοφορία του album La via della seta, για το promotion του οποίου πραγματοποιούν μια μεγάλη περιοδεία. Το La via della seta είναι concept album και το θέμα του είναι ο «δρόμος του μεταξιού». Παράλληλα ο Aldo Tagliapietra ξανασμίγει με τους Toni Pagliuca και Tolo Marton στο Rome’s Prog Exhibition τον Νοέμβριο του 2010 και για τα επόμενα χρόνια συνεχίζει τον μοναχικό δρόμο της solo καριέρας του. Στο group σήμερα ηγετική μορφή είναι ο Michi dei Rossi. Το 2016 κυκλοφορούν το διπλό Felona e/and Sorona 2016, το οποίο είναι full remake του παλιού ιστορικού τους album τόσο σε ιταλική, όσο και σε αγγλική version.
Η εναλλαγή ανάμεσα σε έντονα κλασικές επιρροές και μελωδικές ακουστικές κιθάρες, ο αιθέριος ηλεκτρονικός ήχος και τα κρυστάλλινα φωνητικά του Aldo Tagliapietra, αναδεικνύουν τους Le Orme ως ένα από τα κορυφαία (μη αγγλόφωνα) progressive rock συγκροτήματα. Μαζί με τους Premiata Forneria Marconi και τους Banco del Mutuo Soccorso, αποτελούν τους τρεις πυλώνες του ιταλικού progressive rock.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
• Felona & Sorona (1973)
• Uomo di Pezza (1972)
• Collage (1971)
• Verità nascoste (1976)
• Contrappunti (1974)
TRIVIA
• Το κομμάτι των Le Orme Ad gloriam (από το ομότιτλο album) διασκευάστηκε από τον Ιρλανδό DJ David Holmes για τις ανάγκες του album Bow Down to the Exit Sign (2000), όπου αναφέρεται ως “69 Police”. Επίσης περιέχεται στο soundtrack της ταινίας Oceans Eleven, όπου ακούγεται στην τελική σκηνή.
• Την μετάφραση για την αγγλική έκδοση του Felona e Sorona έχει κάνει o Peter Hammill.
• Η ηχογράφηση για το In concerto έγινε στο Teatro Brancaccio της Ρώμης.
• Στο Sanremo Music Festival οι Le Orme κατέλαβαν την 17η θέση.
ΘΟΔΩΡΟΣ ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΣ
15/4/19
Δημοσίευση σχολίου