Τι παραπάνω μπορεί να γράψει κανείς για αυτό το μνημείο του Αμερικάνικου μελωδικού hard rock που να μην έχει γραφτεί μέσα στα 30 χρόνια που έχουν περάσει από την κυκλοφορία του; Μεγαλώσαμε, και αυτή η δισκάρα εκεί, για πάντα νέα, πάντα τσαμπουκαλεμένα σου βγάζει ακόμα από μέσα σου τον πιτσιρικά που ήσουν κάποτε και να σε κάνει να αισθάνεσαι ακόμα“youth gone wild” κι ας έχεις φορτώσει κάποιες δεκαετίες στην πλάτη σου.
H κόκκινη υπογράμμιση αποτελεί σύνδεσμο (link) και μπορείτε να την πατήσετε.
Περισσότερο για ενημέρωση των νεώτερων φίλων του σκληρού ήχου – καθώς οι παλιότεροι τα ξέρουμε απ’ έξω κι ανακατωτά – να πούμε επί τροχάδην ότι οι Skid Row δημιουργήθηκαν το 1986 στο New Jersey των ΗΠΑ από τον μπασίστα Rachel Bolan και τον κιθαρίστα Dave “The Snake” Sabo, ο οποίος είχε περάσει και κάποιο διάστημα από τους Bon Jovi, στις αρχές τους, πριν έρθει σ’ αυτούς ο γνωστός Ritchie Sambora. Στη συνέχεια προστέθηκαν στη μπάντα ο κιθαρίστας Scotti Hillκαι ο ντράμερ Rob Affuso για να κλείσει η πεντάδα με την πρόσληψη του καναδού χαρισματικού τραγουδιστή – και ιδιαίτερης προσωπικότητας, όπως προέκυψε – Sebastian Bach.
Από εκεί και μέχρι την κυκλοφορία του πρώτου τους άλμπουμ η ιστορία τους είναι σχεδόν παρόμοια με αυτή των Cinderella, καθώς και στη περίπτωση των Skid Row έβαλε το χεράκι του ο Jon Bon Jovi. Το επικρατέστερο αφήγημα λέει ότι οι Dave Sabo και Jon Bon Jovi ήταν συμμαθητές στο σχολείο και ασχολούμενοι και οι δύο με τη μουσική, είχαν δώσει την υπόσχεση πως ο πρώτος που θα έκανε επιτυχία θα βοηθούσε στη συνέχεια τον άλλο. Ως γνωστόν, προηγήθηκαν οι Bon Jovi και ο Jon δεν ξέχασε την υπόσχεσή του. Σύστησε τον Sabo και κατ’επέκταση τους Skid Row στον manager του ο οποίος τους εξασφάλισε το 1988 συμβόλαιο με την Atlantic Records.
Όπως και να έχει, το αποτέλεσμα είναι ότι τον Ιανουάριο του 1989 κυκλοφόρησε το ομώνυμο ντεμπούτο των Skid Row και δημιούργησε τεράστια αίσθηση στον χώρο του Αμερικάνικου hard rock/sleaze. Το άλμπουμ, αν και εντάσσεται στο προαναφερόμενο ιδίωμα, έχει σημαντικές διαφορές με άλμπουμ αντίστοιχων συγκροτημάτων του είδους, όπως των Poison, Warrant ή Winger.
Τα κομμάτια, αν και εμπορικά και πιασάρικα, είναι ταυτόχρονα πιο σκληρά, βγάζοντας μάλιστα σε ορισμένα σημεία και μια punk/χύμα αισθητική και κινούνται πολύ κοντά στην γραμμή που χωρίζει το εμπορικό, pop-metalαπό το κλασικό hardrock/heavymetal. Άλμπουμ συμπαγές, με ιδανική διάρκεια – κάτω από 40 λεπτά – που δεν κουράζει, δεν κάνει σε κανένα σημείο κοιλιά, ούτε και περιλαμβάνει κάποιο περιττό κομμάτι. Ένας δίσκος που ακούγεται φρέσκος και επίκαιρος σαν να βγήκε χθες.
Επιπλέον, η εικόνα και η αίσθηση που βγάζει το συγκρότημα, παραπέμπει περισσότερο στους κολλητούς σου από το σχολείο, στα φιλαράκια σου από τη γειτονιά, στην αλητοπαρέα με την οποία θα βγεις το βράδυ για ποτά και γκόμενες παρά στις απλησίαστες για τον απλό οπαδό περσόνες των Guns 'n’ Roses, των Aerosmith ή των Mötley Crüe. Ακούς το δίσκο και μετά νιώθεις φτιαγμένοςνα βγεις και να βιώσεις την εμπειρία των όσων περιγράφουν οι στίχοι των κομματιών - ξενύχτια, πιώματα, κραιπάλες, αλητείες, έρωτες.
‘Οσον αφορά τα κομμάτια τώρα, νομίζω κανείς δεν αμφισβητεί ποια είναι η τριάδα των καλύτερων του άλμπουμ. Προσωπικό αγαπημένο το “18 andLife”, αυτό που μου σύστησε τους Skid Row όταν, τον Αύγουστο του 1989 που είχα πάει στην California, είδα στο MTVτο καταπληκτικό του video και κατευθείαν την επόμενη μέρα έσπευσα να αγοράσω το άλμπουμ. Διαβάστε εδώ την ιστορία των στίχων του 18 and Life. Απερίγραπτη κομματάρα, από αυτές που βγαίνουν μια την δεκαετία, ξεκινάει ακουστικά και ήρεμα για να κλιμακωθεί σε ένα δυναμικό, τραγούδι με φοβερά φωνητικά από τον Bach, μελωδικό σόλο, κουπλέ και ρεφραίν που καρφώνονται στο μυαλό με την πρώτη ακρόαση και θλιμμένους στίχους που μιλάνε για τον πιτσιρικά Ricky,του οποίου ο δύσκολος χαρακτήρας τον οδήγησε στην αυτοκαταστροφή.
Δεύτερο κορυφαίο κομμάτι το “Youth gone wild”, ο ύμνος των «άγριων και ασυμβίβαστων νιάτων» αλλά και όσων αισθάνονται έτσι. Κομμάτι δυναμίτης, αυθάδικο , επαναστατικό με ωραίο σόλο και φοβερό ρεφραίν με ταιριαστά backing vocals.
Την τριάδα των κορυφαίων κλείνει το “I remember you”, μια από τις ωραιότερες power μπαλάντες του χώρου, στην οποία τα φωνητικά του Bach πιάνουν κορυφή. Ακουστική εισαγωγή, δυναμική συνέχεια, όμορφη γέφυρα και μελωδικό – συναισθηματικό solo. Και φυσικά στίχοι που μας φέρνουν σχετικές αναμνήσεις. Τότε που ως ερωτευμένοι έφηβοι λιώναμε με στίχους όπως:“You said, I love you babe without a sound/
, I said I’ d give my life for just one kiss/
I’d live for your smile and die for your kiss”
Και να σκεφτεί κανείς ότι δεν ήθελαν να το συμπεριλάβουν στο άλμπουμ γιατί ήταν πολύ light και φοβόντουσαν μην τους ...χαλάσει το image!!!
Το γεγονός ότι τα παραπάνω τραγούδια έγιναν πασίγνωστα, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι τα υπόλοιπα είναι υποδεέστερα. Για παράδειγμα τα “Big Guns”, “Makin’ a Mess”, “Sweet little sister” είναi εξ ίσου τσίτα γκάζια κομμάτια, γρήγορα, με ωραία και κολλητικά ρεφραίν, γρήγορα σόλο, με διάρκεια το πολύ 3,5 λεπτά, που βγάζουν απίστευτη ενέργεια και κέφι και είναι ό,τι πρέπει για διασκέδαση σε club.
Με το πρώτο τους αυτό άλμπουμ οι Skid Row απέκτησαν άμεσα τεράστια επιτυχία και αποτελούσαν ιδιαίτερα καυτό όνομα από το 1989 μέχρι και τρία χρόνια μετά. Πρακτικά αυτό φαίνεται και από τις πωλήσεις του (5 φορές πλατινένιο στις ΗΠΑ) και από τις περιοδείες στις οποίες συμμετείχαν. Support σε Bon Jovi, Cinderella, Mötley Crüe , Scorpions κ.α., συναυλίες μαζί με White Lion και συμμετοχή στο Moscow Music Peace Festival στην πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ (Αλήθεια, θυμάται κανείς από τους “παλιούς” τους απερίγραπτους Gorky Park;;;!!!).
Από την άλλη πλευρά όμως θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το άλμπουμ αυτό αποτέλεσε και “καταδίκη” για το συγκρότημα, καθώς δεν κατάφερε ποτέ να το ξεπεράσει - το πλησίασε αρκετά κοντά με το δεύτερο άλμπουμ, “Slave to the Grind” του 1991 – και ακόμα και σήμερα που οι Skid Row είναι πλέον σκιά του παρελθόντος τους, τα set lists τους βασίζονται στο πρώτο τους δίσκο.
Όπως και να έχει, και μόνο αυτό το άλμπουμ να είχαν βγάλει οι Skid Row, θα ήταν αρκετό για να τους τοποθετήσει στα μεγάλα ονόματα του μελωδικού Αμερικάνικου hard rock. Όσοι από τους “παλιούς” το γνωρίσατε όταν βγήκε, ξαναβγάλτε το στην επιφάνεια και κάντε ένα ταξίδι πίσω στα χρόνια της εφηβείας σας. Όσοι από τους νέους δεν το γνωρίζετε , ακούστε το για να καταλάβετε τι δισκάρες έβγαιναν τότε στα 80s. Εγώ θα το βάλω να παίξει για μια ακόμη φορά και θα μεταφερθώ πίσω στην Τρίτη Λυκείου, τότε που φόραγα με καμάρι το T-shirt τους, με το εξώφυλλο του άλμπουμ, που είχα πάρει στην Αμερική, οι μεταλάδες συμμαθητές μου ρώταγαν με περιέργεια “τι σόι συγκρότημα είναι αυτό” και εγώ αισθανόμουν μάγκας που είχα ανακαλύψει πρώτος απ’ όλους αυτό το διαμάντι
.ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
2/1/19/
H κόκκινη υπογράμμιση αποτελεί σύνδεσμο (link) και μπορείτε να την πατήσετε.
Περισσότερο για ενημέρωση των νεώτερων φίλων του σκληρού ήχου – καθώς οι παλιότεροι τα ξέρουμε απ’ έξω κι ανακατωτά – να πούμε επί τροχάδην ότι οι Skid Row δημιουργήθηκαν το 1986 στο New Jersey των ΗΠΑ από τον μπασίστα Rachel Bolan και τον κιθαρίστα Dave “The Snake” Sabo, ο οποίος είχε περάσει και κάποιο διάστημα από τους Bon Jovi, στις αρχές τους, πριν έρθει σ’ αυτούς ο γνωστός Ritchie Sambora. Στη συνέχεια προστέθηκαν στη μπάντα ο κιθαρίστας Scotti Hillκαι ο ντράμερ Rob Affuso για να κλείσει η πεντάδα με την πρόσληψη του καναδού χαρισματικού τραγουδιστή – και ιδιαίτερης προσωπικότητας, όπως προέκυψε – Sebastian Bach.
Από εκεί και μέχρι την κυκλοφορία του πρώτου τους άλμπουμ η ιστορία τους είναι σχεδόν παρόμοια με αυτή των Cinderella, καθώς και στη περίπτωση των Skid Row έβαλε το χεράκι του ο Jon Bon Jovi. Το επικρατέστερο αφήγημα λέει ότι οι Dave Sabo και Jon Bon Jovi ήταν συμμαθητές στο σχολείο και ασχολούμενοι και οι δύο με τη μουσική, είχαν δώσει την υπόσχεση πως ο πρώτος που θα έκανε επιτυχία θα βοηθούσε στη συνέχεια τον άλλο. Ως γνωστόν, προηγήθηκαν οι Bon Jovi και ο Jon δεν ξέχασε την υπόσχεσή του. Σύστησε τον Sabo και κατ’επέκταση τους Skid Row στον manager του ο οποίος τους εξασφάλισε το 1988 συμβόλαιο με την Atlantic Records.
Όπως και να έχει, το αποτέλεσμα είναι ότι τον Ιανουάριο του 1989 κυκλοφόρησε το ομώνυμο ντεμπούτο των Skid Row και δημιούργησε τεράστια αίσθηση στον χώρο του Αμερικάνικου hard rock/sleaze. Το άλμπουμ, αν και εντάσσεται στο προαναφερόμενο ιδίωμα, έχει σημαντικές διαφορές με άλμπουμ αντίστοιχων συγκροτημάτων του είδους, όπως των Poison, Warrant ή Winger.
Τα κομμάτια, αν και εμπορικά και πιασάρικα, είναι ταυτόχρονα πιο σκληρά, βγάζοντας μάλιστα σε ορισμένα σημεία και μια punk/χύμα αισθητική και κινούνται πολύ κοντά στην γραμμή που χωρίζει το εμπορικό, pop-metalαπό το κλασικό hardrock/heavymetal. Άλμπουμ συμπαγές, με ιδανική διάρκεια – κάτω από 40 λεπτά – που δεν κουράζει, δεν κάνει σε κανένα σημείο κοιλιά, ούτε και περιλαμβάνει κάποιο περιττό κομμάτι. Ένας δίσκος που ακούγεται φρέσκος και επίκαιρος σαν να βγήκε χθες.
Επιπλέον, η εικόνα και η αίσθηση που βγάζει το συγκρότημα, παραπέμπει περισσότερο στους κολλητούς σου από το σχολείο, στα φιλαράκια σου από τη γειτονιά, στην αλητοπαρέα με την οποία θα βγεις το βράδυ για ποτά και γκόμενες παρά στις απλησίαστες για τον απλό οπαδό περσόνες των Guns 'n’ Roses, των Aerosmith ή των Mötley Crüe. Ακούς το δίσκο και μετά νιώθεις φτιαγμένοςνα βγεις και να βιώσεις την εμπειρία των όσων περιγράφουν οι στίχοι των κομματιών - ξενύχτια, πιώματα, κραιπάλες, αλητείες, έρωτες.
Δεύτερο κορυφαίο κομμάτι το “Youth gone wild”, ο ύμνος των «άγριων και ασυμβίβαστων νιάτων» αλλά και όσων αισθάνονται έτσι. Κομμάτι δυναμίτης, αυθάδικο , επαναστατικό με ωραίο σόλο και φοβερό ρεφραίν με ταιριαστά backing vocals.
Την τριάδα των κορυφαίων κλείνει το “I remember you”, μια από τις ωραιότερες power μπαλάντες του χώρου, στην οποία τα φωνητικά του Bach πιάνουν κορυφή. Ακουστική εισαγωγή, δυναμική συνέχεια, όμορφη γέφυρα και μελωδικό – συναισθηματικό solo. Και φυσικά στίχοι που μας φέρνουν σχετικές αναμνήσεις. Τότε που ως ερωτευμένοι έφηβοι λιώναμε με στίχους όπως:“You said, I love you babe without a sound/
, I said I’ d give my life for just one kiss/
I’d live for your smile and die for your kiss”
Και να σκεφτεί κανείς ότι δεν ήθελαν να το συμπεριλάβουν στο άλμπουμ γιατί ήταν πολύ light και φοβόντουσαν μην τους ...χαλάσει το image!!!
Με το πρώτο τους αυτό άλμπουμ οι Skid Row απέκτησαν άμεσα τεράστια επιτυχία και αποτελούσαν ιδιαίτερα καυτό όνομα από το 1989 μέχρι και τρία χρόνια μετά. Πρακτικά αυτό φαίνεται και από τις πωλήσεις του (5 φορές πλατινένιο στις ΗΠΑ) και από τις περιοδείες στις οποίες συμμετείχαν. Support σε Bon Jovi, Cinderella, Mötley Crüe , Scorpions κ.α., συναυλίες μαζί με White Lion και συμμετοχή στο Moscow Music Peace Festival στην πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ (Αλήθεια, θυμάται κανείς από τους “παλιούς” τους απερίγραπτους Gorky Park;;;!!!).
Από την άλλη πλευρά όμως θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το άλμπουμ αυτό αποτέλεσε και “καταδίκη” για το συγκρότημα, καθώς δεν κατάφερε ποτέ να το ξεπεράσει - το πλησίασε αρκετά κοντά με το δεύτερο άλμπουμ, “Slave to the Grind” του 1991 – και ακόμα και σήμερα που οι Skid Row είναι πλέον σκιά του παρελθόντος τους, τα set lists τους βασίζονται στο πρώτο τους δίσκο.
Όπως και να έχει, και μόνο αυτό το άλμπουμ να είχαν βγάλει οι Skid Row, θα ήταν αρκετό για να τους τοποθετήσει στα μεγάλα ονόματα του μελωδικού Αμερικάνικου hard rock. Όσοι από τους “παλιούς” το γνωρίσατε όταν βγήκε, ξαναβγάλτε το στην επιφάνεια και κάντε ένα ταξίδι πίσω στα χρόνια της εφηβείας σας. Όσοι από τους νέους δεν το γνωρίζετε , ακούστε το για να καταλάβετε τι δισκάρες έβγαιναν τότε στα 80s. Εγώ θα το βάλω να παίξει για μια ακόμη φορά και θα μεταφερθώ πίσω στην Τρίτη Λυκείου, τότε που φόραγα με καμάρι το T-shirt τους, με το εξώφυλλο του άλμπουμ, που είχα πάρει στην Αμερική, οι μεταλάδες συμμαθητές μου ρώταγαν με περιέργεια “τι σόι συγκρότημα είναι αυτό” και εγώ αισθανόμουν μάγκας που είχα ανακαλύψει πρώτος απ’ όλους αυτό το διαμάντι
.ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
2/1/19/
Καλυτερα δεν θα μπορουσες να τα πεις Χρηστο! Μεγαλες εποχες!
ΑπάντησηΔιαγραφή