Οι Midnight Oil συγκαταλέγονται στα σπουδαιότερα και περισσότερο επιτυχημένα rock σχήματα της Αυστραλίας και στη μακρόχρονη διαδρομή τους έχουν βραβευθεί ουκ ολίγες φορές από την Μουσική Βιομηχανία της χώρας τους. Έγιναν ιδιαιτέρως γνωστοί για τις δυναμικές τους ζωντανές εμφανίσεις καθώς και τον πολιτικό ακτιβισμό τους κατά των πυρηνικών, για την προστασία του περιβάλλοντος καθώς επίσης και για τα δικαιώματα των αυτοχθόνων κατοίκων της ηπείρου τους.
Το συγκρότημα σχηματίστηκε το 1972 με τ’ όνομα Farm, παίζοντας διασκευές σε τραγούδια των Cream, Creedence Clearwater Revival και Led Zeppelin. Το επόμενο έτος ο Peter Garett απήντησε σε αγγελία για μία θέση στο σχήμα και έγινε ο νέος τραγουδιστής, ενώ άρχισαν να προσθέτουν στοιχεία από progressive συγκροτήματα (Yes, Focus) καθώς και να συνθέτουν τα δικά τους τραγούδια. Αρχικά οι Farm υπήρξαν σχήμα μερικής απασχολήσεως, έως ότου ο Garrett ολοκλήρωσε τις σπουδές του και έλαβε πτυχία νομικής. Το 1976 μετονομάσθησαν σε Midnight Oil, όνομα που προήλθε από το τραγούδι του Jimi Hendrix “Burning the Midnight Lamp”, και με την προσθήκη/καθοδήγηση του πολυτάλαντου Gary Morris στην θέση του μάνατζερ, ξεκίνησαν την επαγγελματική τους πορεία.
Εμφάνιση με εμφάνιση μεγάλωνε το ακροατήριό τους. Οι δισκογραφικές εταιρείες διέκριναν δυναμική στο συγκρότημα αλλά υπήρξε αντίδραση για το ασυνήθιστο στυλ του Garrett στην σκηνή. Μάλιστα, εκπρόσωπος κάποιας εταιρείας πρότεινε να “καταλαγιάσει” την σκηνική του δράση εμφανιζόμενος με στολή Spiderman. Απεφάσισαν, λοιπόν, να ιδρύσουν την δική τους ανεξάρτητη εταιρεία απ’ όπου κυκλοφόρησαν τους πρώτους δίσκους τους. Ο πρώτος ομότιτλος δίσκος (1978) δεν έκανε ιδιαίτερη αίσθηση, ούτε οι στίχοι του έδωσαν κάποια ένδειξη για τις πολιτικές θέσεις τους, σε αντίθεση με τις πράξεις τους. Λίγες ημέρες από την κυκλοφορία του, έλαβαν μέρος σε συναυλία ωφέλειας (benefit show) εναντίον της εξόρυξης ουρανίου. Ο δεύτερος “Head Injuries” ΄(1979, No.36) ήταν σαφώς πιο βελτιωμένος μουσικά και τελικώς έγινε χρυσός την επόμενη χρονιά, ενώ το ενδιαφέρον για την μπάντα αυξήθηκε με την κυκλοφορία του EP “Bird Noises” (1980, No.28), το οποίο έφθασε επίσης ψηλά στους πίνακες επιτυχιών.
Το 1981 ανεβαίνουν επίπεδο με τις εμφανίσεις τους στο Marquee Club (Λονδίνο), ενώ η επόμενη κυκλοφορία τους, αφού ηχογραφήθηκε στην Αγγλία με παραγωγό τον γνωστό Glyn Johns (Rolling Stones / Who), κυκλοφόρησε από την CBS. Οι διαφωνίες που προέκυψαν κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων μεταξύ συγκροτήματος και παραγωγού, δεν άφησαν τους Midnight Oil ικανοποιημένους με το τελικό αποτέλεσμα. Η εταιρεία ζήτησε από την μπάντα να επιστρέψει στο στούντιο για την ηχογράφηση τραγουδιών που θα μπορούσε να κυκλοφορήσει σε single στην Αμερικάνικη αγορά. Εκείνοι αρνήθηκαν και επέστρεψαν στην Αυστραλία, όπου το συγκεκριμένο άλμπουμ “Place Without a Postcard” έγινε δεκτό με ενθουσιασμό (Νο. 12). Το φθινόπωρο του 1982 επέστρεψαν στην Αγγλία με τραγούδια που συνδύαζαν την κοινωνική τους συνείδηση και την ευαισθησία τους για καταστάσεις στην πατρίδα τους. Σε μία από τις εμφανίσεις τους έπαιξαν support στους Who, οι οποίοι εντυπωσιασμένοι τούς προσέφεραν θέση στην επικείμενη περιοδεία τους σε αμερικάνικό έδαφος, διάρκειας 56 ημερών. Το συγκρότημα, χωρίς δισκογραφικό συμβόλαιο στις Η.Π.Α., αντί να αρπάξει την ευκαιρία από τα μαλλιά, αρνήθηκε και επέστρεψε στην Αυστραλία για την προώθηση του δίσκου '10-9-8-7-6-5-4-3-2-1" (1982). Μπορεί να έστρεψαν την πλάτη τους στην διεθνή καριέρα αλλά επέτυχαν να γίνουν super stars στην γενέτειρα.
Ο δίσκος παρέμεινε στους πίνακες επιτυχιών επί 171 εβδομάδες, έβγαλε τα επιτυχημένα singles “Power and the Passion” και “Read About It”, ενώ εμπεριείχε την καταγγελία τους για την Αμερικανική στρατιωτική παρέμβαση σε εξωτερικές υποθέσεις (“US Forces”) και τον ιμπεριαλισμό (“Short Memory”). Ο δίσκος κυκλοφόρησε και στην Αμερική κάνοντας είσοδο στο Billboard 200. Το συγκρότημα συμμετείχε σε αρκετές συναυλίες ωφελείας (σ.σ. όπου τα έσοδα προορίζονται για συγκεκριμένο σκοπό), ενώ βραβεύτηκε από τα Ηνωμένα Έθνη για την οργάνωση συναυλίας που αφορούσε στον πυρηνικό αφοπλισμό (1983). Ακολούθησε το επίσης επιτυχημένο “Red Sails In The Sunset” (Νο.1/1984), ηχογραφημένο στην Ιαπωνία, με παρόμοια θέματα πυρηνικού αφοπλισμού. Ο δίσκος δεν έβγαλε επιτυχημένα singles.
Παράλληλα ο Garrett ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα θέτοντας υποψηφιότητα για την Γερουσία, στις ομοσπονδιακές εκλογές του 1984, με το Κόμμα Πυρηνικού Αφοπλισμού (NDP), δίχως να συγκεντρώσει το απαιτούμενο ποσοστό για την εκλογή του (έλαβε 9,6% με όριο το 12,5%). Την επόμενη χρονιά παραιτήθηκε από το κόμμα, αλλά ήταν πλέον αναγνωρίσιμη πολιτική φυσιογνωμία στην πολιτική σκηνή.
Το συγκρότημα συνεχίζει την ανοδική του πορεία και η παγκόσμια αναγνώριση πλησιάζει. Το EP“Species Deceases” (1985, No.1) αποτελεί τον προπομπό του “Diesel and Dust” (1987/ No.1 Αυστραλία, Νο.21 Η.Π.Α., Νο.19 Ηνωμένο Βασίλειο), το οποίο θεματικά επικεντρώθηκε σε ζητήματα που αφορούσαν στους Αβορίγινες/Ενδογενείς κατοίκους της ηπείρου. Το single “Beds are Burning” σημείωσε επιτυχία σε Ευρώπη, Καναδά και Η.Π.Α και φυσικά στην πατρίδα τους, όπου κέρδισε μερικά βραβεία.
Την προηγούμενη χρονιά η μπάντα είχε περιοδεύσει επί μήνες στην Αυστραλιανή ενδοχώρα, παρέα με δύο σχήματα αυτοχθόνων, παίζοντας σε απομακρυσμένες περιοχές Αβοριγίνων, για να διαπιστώσει ιδίοις όμμασιν το βιοτικό τους επίπεδο και τα σοβαρά ζητήματα της καθημερινότητάς των. Στον Εθνικό Συνασπισμό των Αβοριγίνων Οργανώσεων προσεφέρθησαν όλα τα έσοδα από τις πωλήσεις του δίσκου “Burning Bridges” που κυκλοφόρησε με την σύμπραξη των Oils και αρκετών ακόμη καλλιτεχνών.
Ο δίσκος “Blue Sky Mining” (1990) ήταν ο πρώτος στην νέα δεκαετία, επίσης επιτυχημένος παγκοσμίως. Το single “Blue Sky Mine” αναφέρεται στα γεγονότα που σχετίζονταν με την έκθεση στον αμίαντο, που υπέστησαν για πολλά χρόνια οι εργαζόμενοι στα ορυχεία της περιοχής Wittenoon. Άλλη μία διαμαρτυρία τους έλαβε χώρα την ίδια χρονιά, όταν έπαιξαν εμπρός από τα κεντρικά γραφεία της Exxon Mobil στην Νέα Υόρκη, διαμαρτυρόμενοι για την μεγάλη πετρελαιοκηλίδα στην Αλάσκα το προηγούμενο έτος, με ευθύνη ενός τάνκερ της εταιρείας. Το πανό που είχε αναρτήσει το συγκρότημα έγραφε: “ Οι Midnight Oil σε κάνουν να χορεύεις, η Exxon Oil μάς αρρωσταίνει”.
Το “Earth and Sun and Moon” (1993)έβγαλε το επιτυχημένο single “Truganini”, το οποίο αναφερόταν σε πολλαπλά εσωτερικά θέματα της Αυστραλίας, αλλά προκάλεσε την αντίδραση των Αβοριγίνων της Τασμανίας, εξ αιτίας εσφαλμένης πληροφορίας που αναγραφόταν στις σημειώσεις του δίσκου και αφορούσε σ’ εκείνους. Ο Garrett υποχρεώθηκε σε δημόσια συγνώμη για το λάθος. Εμφανίστηκαν στο πρώτο “Another Roadside Attraction” φεστιβάλ στον Καναδά και συμμετείχαν στην ηχογράφηση του single “Land” που αφορούσε στην προστασία των δασών στην επαρχία British Columbia. Από το 1996 έως το 2002 κυκλοφόρησαν τέσσερις δίσκους, όλοι επιτυχημένοι στην γενέτειρά τους, ενώ η συλλογή “20.000 Watt R.S.L. (1997) έγινε πλατινένια τετράκις. Το 2002 ο Garrett αποχώρησε από τους Oils για να αφοσιωθεί στην πολιτική του καριέρα. Εξελέγη με το Εργατικό Κόμμα και ορίστηκε σε θέση σκιώδους υπουργού αρχικώς, πριν αναλάβει το 2007 ο ίδιος ως υπουργός για την Κλιματική Αλλαγή, το Περιβάλλον, την Κληρονομιά και τις Τέχνες.
Το συγκρότημα επανενώθη το 2005 για το Wave Aid (αφορμή το τσουνάμι στην Ινδονησία)και το 2009, όπου έπαιξαν για τρεις ημέρες, η μία εκ των οποίων αφορούσε στην συγκέντρωση χρημάτων για την ανακούφιση των πληγέντων από τις πυρκαγιές στην πολιτεία Βικτώρια.
Τέλος, το 2016 ανακοινώθηκε μέσω της ιστοσελίδας τους, η επανασύσταση της μπάντας για περιοδεία στην Αυστραλία και σε άλλες δεκαπέντε χώρες, η οποία δρομολογήθηκε για το επόμενο έτος, όπερ και εγένετο.
TRIVIA:
Diesel and Dust (1987)
Blue Sky Mining (1990)
Το συγκρότημα σχηματίστηκε το 1972 με τ’ όνομα Farm, παίζοντας διασκευές σε τραγούδια των Cream, Creedence Clearwater Revival και Led Zeppelin. Το επόμενο έτος ο Peter Garett απήντησε σε αγγελία για μία θέση στο σχήμα και έγινε ο νέος τραγουδιστής, ενώ άρχισαν να προσθέτουν στοιχεία από progressive συγκροτήματα (Yes, Focus) καθώς και να συνθέτουν τα δικά τους τραγούδια. Αρχικά οι Farm υπήρξαν σχήμα μερικής απασχολήσεως, έως ότου ο Garrett ολοκλήρωσε τις σπουδές του και έλαβε πτυχία νομικής. Το 1976 μετονομάσθησαν σε Midnight Oil, όνομα που προήλθε από το τραγούδι του Jimi Hendrix “Burning the Midnight Lamp”, και με την προσθήκη/καθοδήγηση του πολυτάλαντου Gary Morris στην θέση του μάνατζερ, ξεκίνησαν την επαγγελματική τους πορεία.
Εμφάνιση με εμφάνιση μεγάλωνε το ακροατήριό τους. Οι δισκογραφικές εταιρείες διέκριναν δυναμική στο συγκρότημα αλλά υπήρξε αντίδραση για το ασυνήθιστο στυλ του Garrett στην σκηνή. Μάλιστα, εκπρόσωπος κάποιας εταιρείας πρότεινε να “καταλαγιάσει” την σκηνική του δράση εμφανιζόμενος με στολή Spiderman. Απεφάσισαν, λοιπόν, να ιδρύσουν την δική τους ανεξάρτητη εταιρεία απ’ όπου κυκλοφόρησαν τους πρώτους δίσκους τους. Ο πρώτος ομότιτλος δίσκος (1978) δεν έκανε ιδιαίτερη αίσθηση, ούτε οι στίχοι του έδωσαν κάποια ένδειξη για τις πολιτικές θέσεις τους, σε αντίθεση με τις πράξεις τους. Λίγες ημέρες από την κυκλοφορία του, έλαβαν μέρος σε συναυλία ωφέλειας (benefit show) εναντίον της εξόρυξης ουρανίου. Ο δεύτερος “Head Injuries” ΄(1979, No.36) ήταν σαφώς πιο βελτιωμένος μουσικά και τελικώς έγινε χρυσός την επόμενη χρονιά, ενώ το ενδιαφέρον για την μπάντα αυξήθηκε με την κυκλοφορία του EP “Bird Noises” (1980, No.28), το οποίο έφθασε επίσης ψηλά στους πίνακες επιτυχιών.
Ο δίσκος παρέμεινε στους πίνακες επιτυχιών επί 171 εβδομάδες, έβγαλε τα επιτυχημένα singles “Power and the Passion” και “Read About It”, ενώ εμπεριείχε την καταγγελία τους για την Αμερικανική στρατιωτική παρέμβαση σε εξωτερικές υποθέσεις (“US Forces”) και τον ιμπεριαλισμό (“Short Memory”). Ο δίσκος κυκλοφόρησε και στην Αμερική κάνοντας είσοδο στο Billboard 200. Το συγκρότημα συμμετείχε σε αρκετές συναυλίες ωφελείας (σ.σ. όπου τα έσοδα προορίζονται για συγκεκριμένο σκοπό), ενώ βραβεύτηκε από τα Ηνωμένα Έθνη για την οργάνωση συναυλίας που αφορούσε στον πυρηνικό αφοπλισμό (1983). Ακολούθησε το επίσης επιτυχημένο “Red Sails In The Sunset” (Νο.1/1984), ηχογραφημένο στην Ιαπωνία, με παρόμοια θέματα πυρηνικού αφοπλισμού. Ο δίσκος δεν έβγαλε επιτυχημένα singles.
Παράλληλα ο Garrett ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα θέτοντας υποψηφιότητα για την Γερουσία, στις ομοσπονδιακές εκλογές του 1984, με το Κόμμα Πυρηνικού Αφοπλισμού (NDP), δίχως να συγκεντρώσει το απαιτούμενο ποσοστό για την εκλογή του (έλαβε 9,6% με όριο το 12,5%). Την επόμενη χρονιά παραιτήθηκε από το κόμμα, αλλά ήταν πλέον αναγνωρίσιμη πολιτική φυσιογνωμία στην πολιτική σκηνή.
Το συγκρότημα συνεχίζει την ανοδική του πορεία και η παγκόσμια αναγνώριση πλησιάζει. Το EP“Species Deceases” (1985, No.1) αποτελεί τον προπομπό του “Diesel and Dust” (1987/ No.1 Αυστραλία, Νο.21 Η.Π.Α., Νο.19 Ηνωμένο Βασίλειο), το οποίο θεματικά επικεντρώθηκε σε ζητήματα που αφορούσαν στους Αβορίγινες/Ενδογενείς κατοίκους της ηπείρου. Το single “Beds are Burning” σημείωσε επιτυχία σε Ευρώπη, Καναδά και Η.Π.Α και φυσικά στην πατρίδα τους, όπου κέρδισε μερικά βραβεία.
Την προηγούμενη χρονιά η μπάντα είχε περιοδεύσει επί μήνες στην Αυστραλιανή ενδοχώρα, παρέα με δύο σχήματα αυτοχθόνων, παίζοντας σε απομακρυσμένες περιοχές Αβοριγίνων, για να διαπιστώσει ιδίοις όμμασιν το βιοτικό τους επίπεδο και τα σοβαρά ζητήματα της καθημερινότητάς των. Στον Εθνικό Συνασπισμό των Αβοριγίνων Οργανώσεων προσεφέρθησαν όλα τα έσοδα από τις πωλήσεις του δίσκου “Burning Bridges” που κυκλοφόρησε με την σύμπραξη των Oils και αρκετών ακόμη καλλιτεχνών.
Το “Earth and Sun and Moon” (1993)έβγαλε το επιτυχημένο single “Truganini”, το οποίο αναφερόταν σε πολλαπλά εσωτερικά θέματα της Αυστραλίας, αλλά προκάλεσε την αντίδραση των Αβοριγίνων της Τασμανίας, εξ αιτίας εσφαλμένης πληροφορίας που αναγραφόταν στις σημειώσεις του δίσκου και αφορούσε σ’ εκείνους. Ο Garrett υποχρεώθηκε σε δημόσια συγνώμη για το λάθος. Εμφανίστηκαν στο πρώτο “Another Roadside Attraction” φεστιβάλ στον Καναδά και συμμετείχαν στην ηχογράφηση του single “Land” που αφορούσε στην προστασία των δασών στην επαρχία British Columbia. Από το 1996 έως το 2002 κυκλοφόρησαν τέσσερις δίσκους, όλοι επιτυχημένοι στην γενέτειρά τους, ενώ η συλλογή “20.000 Watt R.S.L. (1997) έγινε πλατινένια τετράκις. Το 2002 ο Garrett αποχώρησε από τους Oils για να αφοσιωθεί στην πολιτική του καριέρα. Εξελέγη με το Εργατικό Κόμμα και ορίστηκε σε θέση σκιώδους υπουργού αρχικώς, πριν αναλάβει το 2007 ο ίδιος ως υπουργός για την Κλιματική Αλλαγή, το Περιβάλλον, την Κληρονομιά και τις Τέχνες.
Το συγκρότημα επανενώθη το 2005 για το Wave Aid (αφορμή το τσουνάμι στην Ινδονησία)και το 2009, όπου έπαιξαν για τρεις ημέρες, η μία εκ των οποίων αφορούσε στην συγκέντρωση χρημάτων για την ανακούφιση των πληγέντων από τις πυρκαγιές στην πολιτεία Βικτώρια.
Τέλος, το 2016 ανακοινώθηκε μέσω της ιστοσελίδας τους, η επανασύσταση της μπάντας για περιοδεία στην Αυστραλία και σε άλλες δεκαπέντε χώρες, η οποία δρομολογήθηκε για το επόμενο έτος, όπερ και εγένετο.
TRIVIA:
- Το συγκρότημα είναι γνωστό και με τ’ όνομα “The Oils”
- Η έκφραση “Burning the Midnight Oil” ως ιδιωματισμός χρησιμοποιείται όταν κάποιος παραμένει ξύπνιος μέχρι πολύ αργά για να ολοκληρώσει κάποιο σχέδιο ή εργασία για το οποίο/α έχει δοθεί συγκεκριμένος χρόνος παράδοσης (deadline) και έχει να κάνει με τις λάμπες πετρελαίου.
- Κάποια από τα ονόματα που παρέμειναν μέσα στο καπέλο, από το οποίο “βγήκε” το Midnight Oil, ήταν τα "Television,""Sparta," και "Southern Cross".
- Εντάχθηκαν στο Αυστραλιανό Hall of Fame της Μουσικής Βιομηχανίας το 2006. Στην διάρκεια της ομιλίας του, ο ντράμερ Rob Hirsch εξέφρασε την λύπη του για το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τον πόλεμο στο Βιετνάμ που είχε εμπνεύσει μερικά από τα καλύτερα τραγούδια διαμαρτυρίας που γράφτηκαν ποτέ, ελάχιστα γράφτηκαν ως αντίδραση για την εισβολή στο Ιράκ.
- Κατά την διάρκεια λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Σίδνεϋ (2000), τα μέλη των Oils εμφανίστηκαν με την λέξη SORRY τυπωμένη στα ρούχα τους, ως μορφή απολογίας για τους αυτόχθονες και τα δεινά που υπέστησαν από τους λευκούς και για να τονίσουν το θέμα στους τηλεθεατές παγκοσμίως, αλλά και στον παρευρισκόμενο πρωθυπουργό της Αυστραλίας, ο οποίος, αν και δήλωνε θαυμαστής των Oils και του “Beds are Burning”, είχε προκαλέσει αντιπαράθεση εκείνη την χρονιά με την άρνησή του να τείνει χείρα συμφιλίωσηςστους αυτόχθονες Αυστραλούς.
- Ο Peter Garrett διετέλεσε και υπουργός Σχολικής Εκπαίδευσης, Παιδικής Ηλικίας και Νεότητος, ενώ έχει τιμηθεί και εκτός Αυστραλίας για την ακτιβιστική του δράση.
Diesel and Dust (1987)
Blue Sky Mining (1990)
ΓΙΑΝΝΗΣ 602
26/12/18
Δημοσίευση σχολίου