Judas Priest |
Η μικρή αλλά παρ όλο αυτά δυναμική ομάδα μας συγκεντρώθηκε σε κομβικό σημείο προκειμένου να προμηθευτούμε τα απαραίτητα για την μεγάλη διαδρομή μέχρι το Terra vibe Park της Μαλακάσας. 4 μ.μ. και δεν κυκλοφορούσε τίποτα και κανείς στους δρόμους την δεδομένη χρονική στιγμή. Επιλέξαμε αυτή την ώρα διότι σύμφωνα με το επίσημο πρόγραμμα της διοργάνωσης, οι θρυλικοί Accept θα έβγαιναν στις 17:50.
Δυστυχώς οι Accept ορίστηκαν να βγουν πολύ νωρίς στο πρόγραμμα, με αποτέλεσμα να αναγκαστούμε να φύγουμε από Αθήνα στην κόψη του ξυραφιού λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων κάποιων μελών της παρέας μας.
Πριν τις 5 το απόγευμα η μικρή σκηνή του Terra Vibe δεν είχε κόσμο... |
Μετά από μία ώρα περίπου, και χωρίς να πετύχουμε ιδιαίτερη κίνηση προσεγγίσαμε τον χώρο (για πρώτη φορά) από την ανατολική είσοδο του, όπου φτάνει κανείς από τον παράδρομο στην έξοδο του Αγίου Στεφάνου. Καθώς αντικρίζουμε τα πρώτα σταθμευμένα αυτοκίνητα, συνειδητοποιούμε ότι τα περιθώρια για ανετότερη πρόσβαση με όχημα μηδενίζονται, και ως εκ τούτου θα ακολουθήσει ποδαρόδρομος. Όλα παίζουν σε αυτή την μικρή εκστρατεία, αντηλιακά, καπέλα και όλος ο απαραίτητος εξοπλισμός. Συμβουλή προς όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με τον χώρο: φροντίστε να ντυθείτε άνετα, να βάλετε τα κατάλληλα παπούτσια και ρούχα, όχι πολύ φορτωμένοι και φυσικά αντηλιακό τους καλοκαιρινούς μήνες, διότι ο ήλιος και η (αναγκαστικά) περπατήσιμη απόσταση δεν κοιτούν ούτε στυλιστικές επιλογές ούτε επιδείξεις αντοχής. Το ζητούμενο είναι να φτάσουμε στον χώρο της συναυλίας όσο πιο άνετα γίνεται για να τις χαρούμε, πόσω μάλλον δε, για να ξεκινήσουμε πάλι προς τα πίσω και να φτάσουμε εξαντλημένοι πλέον στα αυτοκίνητα!
...μετά όμως ο χώρος γέμισε. |
Ο Tornillo για μία ακόμη φορά έδινε ρέστα στα φωνητικά, ο Peter Baltes ακούραστος, κρατούσε τον ρυθμό εκεί που έπρεπε κοιτώντας μας στα μάτια, ενώ ο αμερικάνος Christopher Williams σφυροκοπούσε τα drums με χαρακτηριστική άνεση, ρίχνοντας το κονίαμα πάνω στο οποίο το δίδυμο Hoffman-Lulis κεντούσε με τις κιθαριστικές του εμπνεύσεις. Είναι εγγύηση οι Accept επί σκηνής και δεν απογοήτευσαν ούτε αυτή την φορά. Μόνο και μόνο που ξανακούσαμε ζωντανά τους ύμνους Princess Of The Dawn, Metal Heart και Fast As A Shark έφτανε και περίσσευε για να γίνει πανδαιμόνιο, ενώ μας αποτελείωσαν με την τριπλέτα Balls To The Wall, I'm Α Rebel και Burning. Δεν ξέρω αν είναι μόνο προσωπική μου άποψη αλλά θεωρώ ότι θα έπρεπε να είναι λίγο πιο ψηλά στην σειρά εμφάνισης, λαμβάνοντας υπόψη την λατρεία των μεταλλάδων προς το πρόσωπο τους. Ωστόσο, ακόμα και κάτω από τον έντονο αττικό ήλιο, έκλεψαν τις εντυπώσεις και έδωσαν τον τόνο που θα ακολουθούσε στην συνέχεια του φεστιβάλ.
Και ενώ πίστευα ότι ήταν σχεδόν αδύνατο να ακολουθήσει κάτι εξίσου οργασμικό αυτήν την απόλυτη Accept εμφάνιση, πατάνε στο σανίδι οι Saxon. Χωρίς πολλές φιοριτούρες, σκηνικά, διακοσμητικά και λοιπά βοηθήματα. Εντάξει, είναι γνωστό στις τάξεις των metal οπαδών ότι οι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι για το live, αλλά καλό είναι να το θυμίζουμε που και που σε όσους, για κάποιον απροσδιόριστο δικό τους λόγο, δεν έχουν δει τους Saxon ζωντανά ακόμα. Ξεκίνησαν με το Thunderbolt από το πιο πρόσφατο στούντιο άλμπουμ τους, και από εκεί και έπειτα δεν είχε τελειωμό το πάρτυ. Motorcycle Man(με το χαρακτηριστικό σφύριγμα α λα Biff) και το ρυθμικό Strong Arm Of The Law, το Ride LikeT he Wind που ζητήθηκε επίμονα από τον κόσμο, αν και ο Biff αστειευόταν πως δεν θέλουν να παίξουν διασκευή αλλά δικά τους κομμάτια, μία αφιέρωση στην κλασική τριάδα των Motorhead (They Played Rock ‘N’ Roll), το επικό Crusader που σήκωσε το ακροατήριο στον αέρα, Princess Of The Night(σε αντιδιαστολή, θαρρείς, με το Princess Of The Dawn των Accept) και Heavy Metal Thunder, και στο τέλος δύο από τα καλύτερα metalάσματα που έχουν γραφτεί ποτέ: Wheels Of Steel και Denim And Leather.
O Biff Byford ξέρει πως να έρχεται σε επαφή με το κοινό, και πως να χειρίζεται και τα πιο απαιτητικά ακροατήρια, κάτω που έχει μάθει να κάνει αρκετά νωρίς τα τελευταία 40 χρόνια που τον γνωρίζουμε ως frontman των Saxon.Αλλά ο φίλος με το αμάνικο τζιν, το οποίο δανείστηκε, φόρεσε και επιπλέον υπέγραψε ο Biff κατά το Denim And Leather, ίσως να έζησε την πιο ξεχωριστή συναυλιακή εμπειρία της ζωής του. Είναι από αυτές τις πολύ ξεχωριστές στιγμές στην συναυλιακή «καριέρα» των οπαδών, την οποία όλοι οι υπόλοιποι ζηλέψαμε και ελπίζω αυτός να το χάρηκε και με το παραπάνω! Τουλάχιστον, στον άτυπο διαγωνισμό του Wheels Of Steel, εμείς οι Evil Motherfuckers εκ των δεξιών της σκηνής νικήσαμε κατά κράτος και με χαρακτηριστική ευκολία τους Crazy Bastards (τα ονόματα μας τα έδωσε ο Biff), εκ των αριστερών, παρότι τρώγαμε τον ήλιο κατακούτελα
Κάπως έτσι τελείωσαν και οι αγαπημένοι Saxon, και εμείς σπάσαμε, με κάποια μέλη της ομάδας μας να κατευθύνονται προς το Vibe Stage για να πάρουν θέση στο πεδίο μάχης που είχαν σκοπό να στήσουν οι Sabaton. Εγώ προτίμησα να απολαύσω ένα ωριαίο, χαλαρωτικό διάλειμμα. Άρχισα να περιπλανιέμαι μεταξύ μπαρ και ταμείων, για να καταλήξω στο κιόσκι του merchandise. Ούτε κατά διάνοια, βέβαια εκείνη την στιγμή να βρω κάτι που θα με ενδιέφερε σφόδρα, αλλά παρόλαυτα θα ήθελα να κάνω μία σημείωση: πέρα από τις πολύ περιορισμένες επιλογές, οφείλω να πω ότι οι τιμές ήταν απαράδεκτες. Είδη με 30 και 40 Ευρώ θα έπρεπε να ανήκουν σε ξεχωριστή κατηγορία merchandise, και όχι απλά καπέλα και μπλουζάκια με προφανές χαμηλό κόστος παραγωγής. Υποτίθεται ότι σε μία συναυλία, το merchandise θα όφειλε να είναι φθηνότερο, μιας και οι οπαδοί άμεσα προσεγγίζουν το συγκρότημα και έχουν ήδη πληρώσει ένα κάποιο αντίτιμο για δουν τους καλλιτέχνες, για να μην συμπεριλάβω και τα υπόλοιπα κόστη λόγω του συγκεκριμένου χώρου. Παραδόξως όμως αρκετά κομμάτια είχαν φύγει και δεν είχαν μείνει παρά μόνο ελάχιστα νούμερα, σε t-shirtsτουλάχιστον που κοιτούσα εγώ. Με εξαίρεση τους Sabaton, όλα τα άλλα συγκροτήματα είχαν σχεδόν ξεπουλήσει.
Joakim Broden (Sabaton) |
To tank των Sabaton στη σκηνή του Terra Vibe. |
Οι Sabaton στη σκηνή |
Από την άλλη πάλι, το κοινό τους, κυρίως μικρότερων ηλικιών, ευχαριστήθηκε αρκετά, με τον τραγουδιστή Joakim Broden να επικοινωνεί αρκετά καλά με το κοινό, να αραδιάζει μερικές πολύ συνηθισμένες στην καθομιλουμένη ελληνικές λέξεις και να μας «απειλεί» με ένα κιθαριστικό σόλο προσφέροντας έτσι έναν κωμικό τόνο στην όλη φάση. Η ετυμηγορία μας κλίνει προς το ουδέτερο, διότι παρά την απουσία του κλασικού που χαρακτήριζε τους υπόλοιπους headliners, και τον ελαττωματικό ήχο, οι Sabaton το πάλεψαν αρκετά καλά και ευχαρίστησαν σίγουρα τους οπαδούς τους, καθώς και μερίδα του κόσμου που τους παρακολουθούσε διακριτικά, αναμένοντας το γεγονός της βραδιάς στην μεγάλη σκηνή Terra Stage, που πρωτύτερα είχε φιλοξενήσει τους Acceptκαι τους Saxon. Το γιατί βρίσκονται πιο ψηλά από τους Accept και τους Saxonσηκώνει μεγάλη συζήτηση, και ίσως την κάνουμε κάποια άλλη στιγμή.
Sabaton. |
Οι θρυλικοί Judas Priest βγαίνουν στην σκηνή με το ομώνυμο κομμάτι της τελευταίας τους κυκλοφορίας, του άλμπουμ Firepower, και ρίχνουν φωτιά, φωτιά στο διψασμένο για metal πλήθος, που υποδέχτηκε με ιδιαίτερη θέρμη τους Αρχιερείς του metal, όπως άλλωστε γίνεται και κάθε φορά που επισκέπτονται την χώρα μας. Ο Halford, αν και μου φάνηκε λίγο «σπασμένος» οπτικά (είναι και 67 ετών, ας μην το ξεχνάμε αυτό) απέδωσε κατά πολύ ανώτερα από τα δικά μου αναμενόμενα στάνταρ τουλάχιστον. Κάτι που διαπίστωσα στην πρώτη, για εμένα προσωπικά, κορύφωση, στο τρίτο τους κομμάτι, το εντυπωσιακό Sinner, όπου και ο παιχταράς Richie Faulkner απέδωσε δεξιοτεχνικά το φοβερό κιθαριστικό break του κομματιού, με τον αντικαταστάτη του GlennTipton και παραγωγό των Priest, Andy Sneap να μένει περισσότερο στα ρυθμικά μέρη, όπως και στα περισσότερα ρυθμικά μέρη των κομματιών του set. Παίζoντας αυστηρά με Gibson και Epiphone Flying-V (oFaulkner με τα προσωπικά του custom μοντέλα που μοστράρει συχνά-πυκνά στους λογαριασμούς τους), καθώς και Gibson Explorer, το κιθαριστικό δίδυμο των Priest έδειχνε αρκετά καλό οπτικά και εκτελεστικά. Κάποιος ή κάποια τυχερός/η έπιασε και τα Ray Banτ ου Faulkner,όταν αυτός τα πέταξε στο κοινό κάποια στιγμή κατά την διάρκεια του set. Κατατάσσεται στην ίδια αξιοζήλευτη θέση με τον φίλο των Saxon που αναφέραμε παραπάνω.
Μετά ήρθε το μεταλλικό τέρας που ακούει στο όνομα The Ripper, από το ίσως καλύτερο metal album των 70s (και σίγουρα στα 5 καλύτερα όλων των εποχών) το Sad Wings Of Destiny. Εδώ απλά να πω ότι δεν ακούσαμε τον απόλυτο metal ύμνο από το ίδιο άλμπουμ, το ένα και μοναδικό έπος Victim Of Changes, προς μεγάλη μου έκπληξη. Το επόμενο high light ήταν το απίστευτο groove του Saints In Hell, του πιο άγριου (για τα δεδομένα της εποχής) και ενός εκ των 3 αγαπημένων μου άλμπουμ από τους Priest, του Stained Class. Καθώς το εξώφυλλο του εν λόγω δίσκου πρόβαλλε στις γιγαντοθόνες, ξεκίνησε η εισαγωγή του κομματιού, και όπως και εγώ έτσι και πολλοί άλλοι άρχισαν να παίζουν air guitar. Ο ήχος απίστευτος, η απόδοση του Halford, παρά τους φόβους μου, πολύ καλή (ίσως με ένα χεράκι βοήθειας από την κονσόλα ήχου, αλλά και πάλι...) και η πώρωση στα ύψη. Όπου και διατηρήθηκε.
Σε πρώτο πλάνο ο Andy Sneap. |
Και ο Glenn Tipton ήταν εκεί.... |
Ο φωτισμός κατά τη διάρκεια της εμφάνισης των Judas Priest. |
Φτάνοντας σπίτι, έγινε ανασύνταξη πόρων, δυνάμεων και φωτογραφικού υλικού, έχοντας κατά νου την επόμενη μέρα του Rockwave. Την ημέρα ( ή μάλλον την βραδιά) της 20ης Ιουλίου που πήρα την πληρωμένη απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις που είχα θέσει στον εαυτό μου και στην παρέα μου κατά την περιπλάνηση μας στους παράδρομους της Εθνικής, στην περιοχή της Μαλακάσας, όντας εξαντλημένος και κατευχαριστημένος από το metal υπερθέαμα που έζησα με μεγάλη μου χαρά για μία ακόμη φορά, και από ότι κατάλαβα και από τους εκατοντάδες συνοδοιπόρους μας που τραγουδούσαν στην επιστροφή, και προς δική τους μεγάλη χαρά.
Κείμενο/φωτό: ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΡΑΝΙΔΗΣ
Δημοσίευση σχολίου