Το 1977 ένα άγνωστο συγκρότημα από την Αμερική και συγκεκριμένα τη Νέα Υόρκη, οι Ram Jam γνωρίζουν μια τεράστια επιτυχία με το τραγούδι τους Black Betty. Το τραγούδι έγινε αμέσως επιτυχία και στη χώρα μας και μάλιστα κυκλοφόρησε και σε single.
Δύο από τα μέλη των Ram Jam είχαν σημαντική προϊστορία και θα την αναφέρουμε: Ο κιθαρίστας Bill Bartlett ήταν μέλος του bubblegum συγκροτήματος των Lemon Pipers και ο μπασίστας Howie Arthur Blauvelt είχε παίξει με τον Billy Joel. Ο ήχος τους ήταν ένα σκληρό (σ.σ. για την εποχή) rock που δεν θα έμενε στην ιστορία αν δεν είχαν την ιδέα να διασκευάσουν ένα παλιό τραγούδι που αποδίδεται στον Huddie William Ledbetter που κατά τους μουσικολόγους είναι ο πατέρας της αμερικανικής folk μουσικής. Αναφέρομαι βεβαίως στο Black Betty, του οποίου η εκτέλεση από τους Ram Jam έδωσε στο κομμάτι μια τελείως διαφορετική πνοή και ύφος για αυτό κι έγινε τόσο μεγάλη επιτυχία (No 7 Μ. Βρετανία, Νο 18 Αμερική). Το κομμάτι έχει μια περίεργη ιστορία αφού πρωτοηχογραφήθηκε από τους Starstruck, το συγκρότημα με το οποίο έπαιζε ο Bill Bartlett. Σαν Ram Jam ξαναηχογράφησαν το τραγούδι κι έγινε η μεγάλη επιτυχία που ξέρουμε. Το πρώτο άλμπουμ με τίτλο το όνομά τους (Νο34 Αμερική) όπου περιλαμβάνεται το Black Betty δεν σημείωσε την επιτυχία που του άξιζε, ενώ το δεύτερο Portrait of the Artist as a Young Ram (1978), απέτυχε. Εκείνο που έκανε τους Ram Jam να ξεχωρίζουν ήταν η φωνή του Mike Scavone κι ο ήχος της κιθάρας του Bartlett. Σε όσους δεν έχουν ακούσει άλλο κομμάτι τους πέραν του ‘Black Betty” επιτρέψτε μου να παρομοιάσω τον ήχο τους με αυτόν των Foghat. Μετά την αποτυχία του δεύτερου άλμπουμ τους αλλά και την ανυπαρξία δεύτερου single, το συγκρότημα διαλύθηκε κι επανενώθηκε το 1994 όπου κυκλοφόρησε το άλμπουμ Thank You Mam χωρίς καμία ανταπόκριση από τον κόσμο.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ "BLACK ΒΕΤΤΥ"
Η σύνθεση του κομματιού ανήκει στον Huddie William Ledbetter, γνωστό και ως απλά Ledbetter, αλλά είναι πιθανόν να έχει ρίζες πριν από τον 18ο αιώνα. Έχουν καταγραφεί a cappella εκτελέσεις του τραγουδιού, όμως η πιο πετυχημένη είναι αυτή των Ram Jam.
Ιστορικά, η έκφραση "Black Betty" είναι το παρατσούκλι που δόθηκε κατά διάφορες εποχές σε ένα μουσκέτο (πυροβόλο όπλο), σ’ ένα μπουκάλι whiskey, σ’ένα μαστίγιο αλλά και σ’ ένα βαγόνι μεταφοράς κρατουμένων. Πιθανόν οι λέξεις "bam-ba-lam" του ρεφρέν να απηχούν τον ήχο σφαιρών κι αυτή είναι η αγγλική εκδοχή. Όμως ‘Black Betty’ λένε χαϊδευτικά και το whiskey στη Β. Αγγλία αλλά και τη Σκοτία για να φθάσει η έκφραση να χρησιμοποιείται και στην Αμερική.
Η ίδια έκφραση συναντάται στην Αμερική όταν αναφέρεται σε οινοπνευματώδες ποτό, ενώ κάποιοι φυλακισμένοι ονόμαζαν έτσι το μαστίγιο των δεσμοφυλάκων αλλά και την άμαξα μεταφοράς τους.
Γεγονός είναι ότι η διασκευή των Ram Jam δεν έχει να κάνει διόλου σε ηχητικό με αυτές που έχουν προηγηθεί. Ο hard rock ρυθμός του είναι αυτός που τελικά έκαναν επιτυχία το κομμάτι που με τη σειρά του έκανε γνωστούς τους Ram Jam που δικαιολογημένα θεωρούνται one hit wonder καλλιτέχνες αφού είχαν μόνο αυτή τη πολύ μεγάλη και διαχρονική επιτυχία και μετά απολύτως τίποτα!.
Κλείνοντας αυτή την ιστορική αναδρομή να σημειώσω ακόμη ότι Black Betty στην αργκό ονομάζεται στα χαρτιά, η Ντάμα.
Το τραγούδι πρωτοηχογραφήθηκε το 1933 a cappella από ένα κατάδικο(!) ηλικίας 63 ετών επ ονόματι James ‘Iron Head” Baker. Ακολούθησαν αρκετές ηχογραφήσεις του πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως αυτή των αδελφών John και Alan Lomax το 1933 που ήταν και η πιο γνωστή. Το 1964 το διασκεύασε η Odetta σε μια folk ερμηνεία , ενώ το 1968 ο Manfred Mann (σ.σ. πριν σχηματίζει τους Manfred Mann’s Earth Band) στο άλμπουμ του Mighty Garvey, οι Starstruck και οι Spiderbait.
TRIVIA
Ram Jam (1977)
Δύο από τα μέλη των Ram Jam είχαν σημαντική προϊστορία και θα την αναφέρουμε: Ο κιθαρίστας Bill Bartlett ήταν μέλος του bubblegum συγκροτήματος των Lemon Pipers και ο μπασίστας Howie Arthur Blauvelt είχε παίξει με τον Billy Joel. Ο ήχος τους ήταν ένα σκληρό (σ.σ. για την εποχή) rock που δεν θα έμενε στην ιστορία αν δεν είχαν την ιδέα να διασκευάσουν ένα παλιό τραγούδι που αποδίδεται στον Huddie William Ledbetter που κατά τους μουσικολόγους είναι ο πατέρας της αμερικανικής folk μουσικής. Αναφέρομαι βεβαίως στο Black Betty, του οποίου η εκτέλεση από τους Ram Jam έδωσε στο κομμάτι μια τελείως διαφορετική πνοή και ύφος για αυτό κι έγινε τόσο μεγάλη επιτυχία (No 7 Μ. Βρετανία, Νο 18 Αμερική). Το κομμάτι έχει μια περίεργη ιστορία αφού πρωτοηχογραφήθηκε από τους Starstruck, το συγκρότημα με το οποίο έπαιζε ο Bill Bartlett. Σαν Ram Jam ξαναηχογράφησαν το τραγούδι κι έγινε η μεγάλη επιτυχία που ξέρουμε. Το πρώτο άλμπουμ με τίτλο το όνομά τους (Νο34 Αμερική) όπου περιλαμβάνεται το Black Betty δεν σημείωσε την επιτυχία που του άξιζε, ενώ το δεύτερο Portrait of the Artist as a Young Ram (1978), απέτυχε. Εκείνο που έκανε τους Ram Jam να ξεχωρίζουν ήταν η φωνή του Mike Scavone κι ο ήχος της κιθάρας του Bartlett. Σε όσους δεν έχουν ακούσει άλλο κομμάτι τους πέραν του ‘Black Betty” επιτρέψτε μου να παρομοιάσω τον ήχο τους με αυτόν των Foghat. Μετά την αποτυχία του δεύτερου άλμπουμ τους αλλά και την ανυπαρξία δεύτερου single, το συγκρότημα διαλύθηκε κι επανενώθηκε το 1994 όπου κυκλοφόρησε το άλμπουμ Thank You Mam χωρίς καμία ανταπόκριση από τον κόσμο.
Η σύνθεση του κομματιού ανήκει στον Huddie William Ledbetter, γνωστό και ως απλά Ledbetter, αλλά είναι πιθανόν να έχει ρίζες πριν από τον 18ο αιώνα. Έχουν καταγραφεί a cappella εκτελέσεις του τραγουδιού, όμως η πιο πετυχημένη είναι αυτή των Ram Jam.
Ιστορικά, η έκφραση "Black Betty" είναι το παρατσούκλι που δόθηκε κατά διάφορες εποχές σε ένα μουσκέτο (πυροβόλο όπλο), σ’ ένα μπουκάλι whiskey, σ’ένα μαστίγιο αλλά και σ’ ένα βαγόνι μεταφοράς κρατουμένων. Πιθανόν οι λέξεις "bam-ba-lam" του ρεφρέν να απηχούν τον ήχο σφαιρών κι αυτή είναι η αγγλική εκδοχή. Όμως ‘Black Betty’ λένε χαϊδευτικά και το whiskey στη Β. Αγγλία αλλά και τη Σκοτία για να φθάσει η έκφραση να χρησιμοποιείται και στην Αμερική.
Η ίδια έκφραση συναντάται στην Αμερική όταν αναφέρεται σε οινοπνευματώδες ποτό, ενώ κάποιοι φυλακισμένοι ονόμαζαν έτσι το μαστίγιο των δεσμοφυλάκων αλλά και την άμαξα μεταφοράς τους.
Γεγονός είναι ότι η διασκευή των Ram Jam δεν έχει να κάνει διόλου σε ηχητικό με αυτές που έχουν προηγηθεί. Ο hard rock ρυθμός του είναι αυτός που τελικά έκαναν επιτυχία το κομμάτι που με τη σειρά του έκανε γνωστούς τους Ram Jam που δικαιολογημένα θεωρούνται one hit wonder καλλιτέχνες αφού είχαν μόνο αυτή τη πολύ μεγάλη και διαχρονική επιτυχία και μετά απολύτως τίποτα!.
Κλείνοντας αυτή την ιστορική αναδρομή να σημειώσω ακόμη ότι Black Betty στην αργκό ονομάζεται στα χαρτιά, η Ντάμα.
Το τραγούδι πρωτοηχογραφήθηκε το 1933 a cappella από ένα κατάδικο(!) ηλικίας 63 ετών επ ονόματι James ‘Iron Head” Baker. Ακολούθησαν αρκετές ηχογραφήσεις του πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως αυτή των αδελφών John και Alan Lomax το 1933 που ήταν και η πιο γνωστή. Το 1964 το διασκεύασε η Odetta σε μια folk ερμηνεία , ενώ το 1968 ο Manfred Mann (σ.σ. πριν σχηματίζει τους Manfred Mann’s Earth Band) στο άλμπουμ του Mighty Garvey, οι Starstruck και οι Spiderbait.
TRIVIA
- Το 1990 επανακυκλοφόρησαν τα πρώτα δύο άλμπουμ των Ram Jam σε μια συσκευασία με τίτλο The Very Best Of Ram Jam.
- Την ίδια χρονιά ένα remix του "Black Betty" από τον Ben Liebrand πήγε στο Νο13 του βρετανικού chart. Κι ο Tom Jones (2002) έχει διασκευάσει το τραγούδι.
- Ο Scavone παίζει percussion, φυσαρμόνικα και τραγουδάει με τους Yardbirds!
Ram Jam (1977)
Δημοσίευση σχολίου