Οι Vice Human αποτελούν το πρώτο ολοκληρωμένο σχήμα της ελληνικής heavy metal σκηνής. Μεταξύ μύθου και πραγματικότητας, στο πρόσωπο του Κώστα Μανόπουλου παρελαύνουν οι πρωτογενείς ηρωικές προσπάθειες των ανθρώπων που με πενιχρά μέσα έπρεπε να ανταπεξέλθουν έναντι της δεικτικής ελληνικής κοινωνίας των αρχών της δεκαετίας του '80, η οποία κατέτασσε συνολικά το πεδίο της rock κουλτούρας κάπου ανάμεσα στο περιθώριο και την αλητεία. Εμείς θα τονίσουμε ότι η ακούσια ή εκούσια προσπάθεια του μεγαλύτερου μέρους της τότε ελληνικής κοινωνίας να «καταστείλει» την δημιουργικότητα των «μουσικών κινημάτων του δρόμου», υπήρξε απόρροια ενός αστικού καθωσπρεπισμού ανθρώπων που αδυνατούσαν να συλλάβουν τον παραδοσιοκρατικό χαρακτήρα του heavy metal και τα ηρωικά πρότυπα που εκφράζει και αποπνέει. Θα θυμίσω στο σημείο αυτό ότι ο Αλήτης (the wanderer - περιπλανώμενος), - υιός του Ηρακλείδη Ιππότη (the rider) - οδήγησε μια ομάδα Δωριέων στην κατάληψη της Μυκηναϊκής Κορίνθου, εφαρμόζοντας για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας την στρατηγική του επιτοιχισμού στην Σολυγεία κι εξαναγκάζοντας έτσι τους υπερασπιστές να παραδοθούν.......Τις ερωτήσεις στους Κώστα και Γιάννη Μανόπουλο (σχέση πατέρας με γιό!) κάνει ο Ανδρέα Σκαμανδρώνυμου.
1. Κώστα, θα σε ρωτήσω τι σε ώθησε να ασχοληθείς με το heavy metal ως μουσικός διότι γνωρίζω ότι το πάθος σου για το rock/blues ήταν και είναι μεγάλο, και μάλιστα επέλεξες αυτό το μουσικό ιδίωμα σε μια εποχή όπου στη χώρα κινδύνευες να είσαι δακτυλοδεικτούμενος για την επιλογή σου αυτή.
Κ.Μ. Όταν πρωτοάκουσα heavy metal δεν το εξέλαβα ως ξεχωριστό ιδίωμα αλλά ως παράμετρο του rock. Οι μουσικές του δομές δεν μου φάνηκαν άγνωστες. Γοητεύθηκα από τον «τσαμπουκά» του ήχου και αποφάσισα να εντρυφήσω στο είδος. Το ερέθισμα ήταν ο ήχος και ήταν τόσο δυνατό ώστε να ξεπεράσω τον κίνδυνο να γίνω δακτυλοδεικτούμενος.
2. Πως προέκυψε η δημιουργία των Vice Human; Έμεινες ικανοποιημένος από την συνεργασία αυτή; Σίγουρα εκείνη η προσπάθεια σε κατέταξε στο Πάνθεον των Ηρώων του ελληνικού heavy metal και σε κατέστησε πρωτοπόρο. Υπήρξαν κάποιες εσωτερικές σκιές που δυσκόλεψαν το όλο εγχείρημα ;
Κ.Μ. To σχήμα ξεκίνησε από το Νίκο τον Παπακώστα, έψαχνε για μέλη καθώς είχε τα ίδια ερεθίσματα, και μέσω ενός φίλου πέρασα μια οντισιόν η οποία ήταν σε blues μοτίβα. Αυτό που άκουσε ο Παπακώστας του άρεσε και μου πρότεινε να φτιάξουμε τους Vice Human. Ο drummer του, ο Νίκος ο Γεραρής, έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για το heavy metal και έτσι δημιουργήθηκε η μαγιά για έναν σκληρό ήχο. Αρχικά, υπήρξε μεγάλη δυσκολία στο να προσαρμοστεί στον ήχο του distortion, αλλά του άρεσε και έδεσε. Εσωτερικές σκιές δεν υπήρξαν ανάμεσα στα μέλη αλλά κάποια στιγμή διαφωνήσαμε ως προς την μουσική κατεύθυνση του σχήματος, καθώς εγώ ήθελα να παίζω σκληρότερα. Έτσι, όταν ο Παπακώστας πρότεινε στο δεύτερο δίσκο να ακολουθήσουμε το ίδιο μοτίβο, διαφώνησα και αποχώρησα....
3. Μίλησε μας για τον πειραματισμό σου με τον ακραίο ήχο των Οbduction.
Κ.Μ. Πάντα γοητευμένος από τον ήχο, την ταχύτητα, και την μαθηματική ακρίβεια, συμμετείχα στους Wrath of God και στους Vaal του Τσιμπινουδάκη, παίζοντας κλασσικό heavy metal. Αχόρταγος, όμως, στο τέλος πέρασα στο death metal πείραμα των Obduction, οι οποίοι ήταν και παιδιά της γειτονιάς. Μερικές δοκιμές με τους Deviser δεν ευοδώθηκαν για καθαρά πρακτικούς λόγους και λόγω του βάρος που έπρεπε να ρίξω στην οικογένεια εκείνη τη χρονική περίοδο.
4. Πως αισθάνεσαι για την «μεταλλική» συνέχεια των πεπραγμένων σου από τον γιο σου Γιάννη; Τι βλέπεις για το μέλλον της μπάντας του, τους Thelemite;
Κ.Μ. Για το Γιάννη είμαι πολύ περήφανος. Το γεγονός ότι παίζει heavy metal μου αποπνέει υπέροχα συναισθήματα αλλά γενικότερα είναι δύσκολο να υπάρξει ευοίωνο μέλλον για τα νέα συγκροτήματα. Φοβάμαι ότι στον κόσμο δεν υπάρχει πλέον η ίδια φλόγα που υπήρξε στη δεκαετία του ‘80...
5. Θα ήταν ενδιαφέρον να μας αναφέρεις τις βασικές σου επιρροές από το χώρο του heavy metal; Ποια θα επέλεγες ως τα κορυφαία σχήματα και γιατί;
Κ.Μ. Ως επιρροές αλλά και ως κορυφαίους θα αναφερόμουν στους Judas Priest, στους πρώιμους Maiden του Dianno, και στους Saxon λόγω των συνθετικών ικανοτήτων αυτών των σχημάτων. Από το χώρο του thrash, είναι μεγάλο το εύρος των επιρροών και των προτιμήσεων.....από Venom έως και...Voivod.
6. Kώστα, η τετραμελής οικογένειά σου είναι μια heavy metal οικογένεια. Η σύζυγος Μαίρη «Therion» Ioρδανίδου βρίσκεται στις επάλξεις του χώρου εδώ και τριάντα χρόνια, ο Γιάννης έπιασε την κιθάρα και τη σύνθεση από πολύ νωρίς και η κόρη σου Πολύμνια είναι μια υποσχόμενη μπασίστρια και ορκισμένη οπαδός του χώρου. Υπάρχει κάτι που υπό αυτές τις συνθήκες θα μπορούσε να σε κάνει έναν ευτυχέστερο «μεταλλά»;
Κ.Μ. Xα, χα! Όχι Ανδρέα, έτσι είμαι όσο ευτυχισμένος θα ήθελα ποτέ να είμαι.....
Σας ευχαριστώ όλους για την συνέντευξη αυτή......
Δισκογραφία Κώστα Μανόπουλου
Με τους Vice Human
Vice Human 1984
Set me Free 2003
Beyond this Life 2004
Με τους Vaal
Συμμετοχές σε ζωντανές εμφανίσεις
Με τους Obduction
Near Death Experience 1998
Ερωτήσεις προς τον Γιάννη Μανόπουλο
1. Γιάννη, μετά την εξαιρετική κυκλοφορία του «Slave to Desire», το οποίο και αποτελεί μία δέηση στον πρωτογενή ήχο του '80, ισορροπώντας ανάμεσα στο κλασσικό heavy metal και τις hard αποχρώσεις, αναμένουμε με ανυπομονησία τη νέα κυκλοφορία των Thelemite, του ενισχυμένου πλέον σχήματος σου. Είχα την τύχη να ακούσω τις προπαρασκευαστικές ηχογραφήσεις και θεωρώ ότι παραμένουν πιστές στις μεταλλικές σου αναφορές. Τι είναι για σένα το αληθινό heavy metal;
Γ.Μ. Για εμένα αποτελεί κάτι κλασσικό, συμβολίζει αξίες και ιδεώδη τα οποία παραμένουν αναλλοίωτα στον χρόνο, εμπεριέχει αμφίπλευρα στοιχεία, συνδυάζει συναισθήματα, ήχους και καταστάσεις. Όλα αυτά με συντροφεύουν σε ένα αέναο ταξίδι το οποίο ακολουθώ με θρησκευτική ευλάβεια και όλη μου την πίστη.
2. Θεωρείς ότι το heavy metal υπερβαίνει την μονομερώς μουσική έκφραση, αποτελώντας ίσως μέρος μίας ευρύτερης φιλοσοφικής πρότασης;
Γ.Μ. Αυτό είναι σίγουρο....Χωρίς να έχει απαραίτητα πολιτικές προεκτάσεις, το heavy metal μπορεί να εκφράζει το άναρχο πνεύμα αλλά και την απόλυτη ελευθερία, όσο αυτά δεν σχετίζονται με βία αλλά με ουσιώδη πνευματική δραστηριοποίηση. Είναι μια μουσική που απαιτεί την ανάλογη ωριμότητα και εκφράζει τα προσωπικά ιδεώδη του καθενός που επιζητεί την αφύπνιση του πνεύματος μέσα από την ενέργεια και τη δύναμη της μουσικής αυτής.
3.Μίλησέ μας για τη νέα κυκλοφορία. Τι μπορεί να αναμένει το ελληνικό κοινό από αυτή τη δουλειά αλλά και από τις επόμενες.
Γ.Μ. Η κυκλοφορία αυτή αποτελεί για εμάς ένα τεράστιο βήμα σε τρείς διαστάσεις..... Προσθέσαμε δεύτερο κιθαρίστα και δεύτερο τραγουδιστή. Πλέον, προσεγγίζουμε πιο δραστικά τον πυρήνα του ήχου και της εικόνας των Thelemite. O ήχος γίνεται περισσότερο πλούσιος και βαρύς και η ποικιλία των επιρροών θεωρώ ότι δρα υπέρ μας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η μουσική μας χάνει την ομοιογένειά της.
4. Ανήκεις, ίσως, στην ιστορικότερη heavy metal οικογένεια της χώρας. Τι συναισθήματα αναβλύζουν μέσα σου εξαιτίας προερχόμενα από αυτή την συγκυρία;
Γ.Μ. Ίσως και να είναι πλεονέκτημα το να μην επηρεάζομαι από την οικογενειακή καθημερινότητα. Ισχύει το ότι η οικογένειά μου είναι από τις πιο ιστορικές στο χώρο, αν όχι η πιο ιστορική, τουλάχιστον για τη γενιά μου. Και τούτο, διότι πλέον έχουν αυξηθεί οι «μεταλλικές» οικογένειες της Ελλάδος. Δεν θα ήθελα, όμως, σε καμία περίπτωση να δημιουργηθεί η λανθασμένη εντύπωση ότι τα μουσικά γούστα της οικογένειάς μου επισκιάζουν την πειθαρχία και την σοβαρότητα που απαιτούν οι καθημερινές οικογενειακές υποχρεώσεις. Κάναμε μεγάλο αγώνα να αποδείξουμε ο ένας στον άλλο, αλλά και στους γύρω μας, ότι είμαστε πραγματικό κοινωνικό κύτταρο κι όχι ένα απείθαρχο εντροπικό άθροισμα ανθρώπων που απλά συμβιώνουν.
5. Οι μεγαλύτερές σου επιρροές; Ποιά τα αγαπημένα σου σχήματα;
Γ.Μ. Απερίφραστα σου λέω Ανδρέα, οι Black Sabbath, ο Malmsteen και οι Μanowar. Aυτές οι μπάντες καθόρισαν κυρίως τον ήχο και το όραμά μου για τους Thelemite.
6. Η οικογενειακή φιλία με τον Βασίλη Τσάμη και τον Αγγελο Περλεπέ τι σε έχει διδάξει;
Γ.Μ. Θεωρώ τιμή μου τον χρόνο και τη σημασία που μου αφιερώνουν. Η σπάνια και καταλυτική αυτή συγκυρία λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα σε δύο γενεές «μεταλλικής δημιουργίας» και αποδεικνύει περίτρανα ότι η φλόγα της αγαπημένης μας μουσικής δεν θα σβήσει ποτέ.
H συνέντευξη έγινε από τον Ανδρέα Σκαμανδρώνυμου και παρουσιάστηκε στο περιοδικό Φανταστική Λογοτεχνία.
2/8/16
Δημοσίευση σχολίου