Μετά από 27 χρόνια, το όνομα των Raw Silk ξανακούγεται! Και ξανακούγεται με καινούργιο δίσκο!!!. Ο Αλέξανδρος Ριχάρδος μίλησε με τον ντράμερ του συγκροτήματος, Κώστα Κυριακίδη (το μόνο αρχικό μέλος που παραμένει στο συγκρότημα) και διαβάστε τι είπε για τους καινούργιους μουσικούς που απαρτίζουν το συγκρότημα, τη ζωή στο Birmingham, τις προσπάθειες επανασύνδεσης των "παλιών» Raw Silk και τους Spitfire.
Πως αποφάσισες 27 χρόνια μετά να ηχογραφήσεις ένα δεύτερο άλμπουμ;
Σκέψεις για δεύτερο άλμπουμ υπήρχαν από το 2004 περίπου, μετά την κυκλοφορία του Silk Under the Skin σε CD. Είχαμε ξεκινήσει και τότε δουλειά με το line up που εμφανιστήκαμε στο Club 22 με Jeff Scott Sotto και Pink Cream 69. Φανταστική μπάντα εκείνη, απ᾽τις αγαπημένες μου, πολύ καλή ατμόσφαιρα και μουσική επικοινωνία, δυστυχώς για πολλούς και διάφορους λόγους δεν καταφέραμε να το προχωρήσουμε. Ἠταν πολύ κρίμα που είχε διαλύσει εκείνη η φάση. Εγώ προχώρησα τότε και έκανα ένα πιο extreme metal studio project, τους Nostalgia for a Belief με Βασίλη Αξιώτη φωνητικά και Καλημέρη στην παραγωγή. Mετά έγινε το support στους Winger με Raw Silk και Πάνο Κονδυλό στα φωνητικά και μετά έφυγα Αγγλία.
Το 2010 ξαναβρεθήκαμε με τον Γώργο Φλωράκη και τον Λεωνίδα Πετρόπουλο (μπάσο) και με ανανεωμένο κέφι και ενθουσιασμό ξεκινήσαμε μια νέα απόπειρα να δουλέψουμε σε νέα κομμάτια για ένα δεύτερο άλμπουμ Raw Silk (διάβασε εδώ), που τόσο πολύ το θέλαμε εμείς αλλά και ο κόσμος επίσης. Είχαμε ένα αρκετά καλό ξεκίνημα, αλλά δυστυχώς υπήρχαν και πάλι πολλά εμπόδια, ένα εκ των οποίων ήταν και η απόσταση, και τελικά το 2016 εγκαταλείψαμε και πάλι την προσπάθεια. Είχα αρχίσει να συμβιβάζομαι με την ιδέα ότι το δεύτερο άλμπουμ θα έμενε ένα ανεκπλήρωτο όνειρο. Ὠσπου, όλως τυχαία τον Απρίλη του 2016 κοιτώντας σε ἐνα site αγγελιών, διάβασα για ένα καινούργιο στούντιο που άνοιγε κοντά στην περιοχή που μένω. Αποφάσισα να πάω να ρίξω μια ματιά. Εκεί γνώρισα τον Chris Dando (vocalist-producer στο The Borders of Light) που είναι συνιδιοκτήτης στα Vault Studios, Kingswinford, UK. Μού έβαλε δείγματα απ᾽την δουλειά του σαν ηχολήπτης και τραγουδιστής και πραγματικά εντυπωσιάστηκα. Σκέφτηκα να του μιλήσω για το Raw Silk project και έδειξε μεγάλο ενθουσιασμό και κέφι για να δουλέψει μαζί μου. Αποφασίσαμε να κάνουμε μια προσπάθεια. Ο Chris μου συνέστησε κι άλλους μουσικούς, κάναμε αρκετά δείγματα δοκιμαστικά για να ακούσουμε πώς βγαίνει και τον Μάιο του 2016 δώσαμε τα χέρια και αποφασίσαμε να προχωρήσουμε. Λιγότερο από ένα χρόνο αργότερα, το άλμπουμ έχει κυκλοφορήσει.
Το συζήτησες με τους παλιούς Raw Silk; Τι γίνεται με τα δικαιώματα του ονόματος
Ὀπως είπα και παραπάνω, το project ξεκίνησε με παλιά μέλη των Raw Silk. Αυτός ήταν ο αρχικός μου στόχος και πραγματικά ήθελα πολύ να δουλέψω με παλιούς φίλους και συνεργάτες. Δυστυχώς δεν κατέστη δυνατό και έπρεπε να αποφασίσω μεταξύ τού να εγκαταλείψω το project οριστικά ή να προσπαθήσω να βρω μια άλλη λύση. Διάλεξα να κάνω το δεύτερο. Τα δικαιώματα του ονόματος μου ανήκουν βάσει συμβολαίου, αλλά και πέρα απ᾽το νομικό, πιστεύω ότι μου ανήκει και το ηθικό δικαίωμα, καθώς αυτό το σχήμα το ξεκίνησα μόνος απ᾽το μηδέν και έχω γράψει και όλα τα κομμάτια του πρώτου άλμπουμ (αλλά και του δεύτερου). Πάντως, δεν έχει υπάρξει ποτέ πρόβλημα αμφισβήτησης σχετικά με τα δικαιώματα τού ονόματος και θέλω να ευχαριστήσω όλα τα παιδιά που έχουν σεβαστεί τη συμφωνία που κάναμε.
Εσύ πως από τη Νέα Σμύρνη, βρέθηκες στο Μπέρμινχαμ; Πως είναι η ζωή εκεί; Από Night Life τι γίνεται;
Το 1995 άρχισα να κάνω κλασσικές σπουδές στη μουσική. Με ενδιέφερε πολύ η σύνθεση αλλά και η κλασσική και κινηματογραφική μουσική και ήθελα να δώσω και ένα θεωρητικό υπόβαθρο σ᾽ἀυτά που είχα μάθει από μόνος μου. Το 1995 ξεκίνησα σπουδές σύνθεσης στο Birmingham Conservatoire στην τάξη της σύνθεσης. Πήρα το δίπλωμα σύνθεσης το 2000 με άριστα και μετά συνέχισα με μεταπτυχιακές σπουδές στη μουσική κινηματογράφου στο Royal College of Music στο Λονδίνο. Περιττό να σου πω, ότι αυτά τα χρόνια ήταν απ᾽τα καλύτερα και πιο δημιουργικά χρόνια της ζωής μου. Αξέχαστη εμπειρία. Ἠμουν λοιπόν εξοικειωμένος αλλά και πολύ θετικά προδιατεθειμένος με το Μπέρμιγχαμ και το περιβάλλον της Αγγλίας και σε συνάρτηση με το γεγονός ότι και η σύζυγός μου είναι Αγγλίδα, αποφάσισα να μετακομίσω εκεί. Η ζωή στο Μπέρμιγχαμ είναι διαφορετική απὄτι στην Αθήνα. Βασικός παράγοντας είναι το κλίμα που σε αναγκάζει να κλείνεσαι μέσα περισσότερο ίσως απ᾽όσο θα ήθελες. Πάντως από μουσικής άποψης είναι καταπληκτικά. Είναι άλλωστε και η γενέτειρα της metal μουσικής με μπάντες όπως οι Black Sabbath, Judas Priest etc. Είναι δύσκολο να βρεις κάποιον στην Αγγλία που να μην έχει κάποια σχέση με την μουσική, και γενικά οι άνθρωποι είναι πολύ άνετοι, φιλόξενοι και ανοιχτόμυαλοι. Σαν πρώην κέντρο της βιομηχανικής επανάστασης, το Μπέρμιγχαμ διαθέτει ένα ξεχωριστό χαρακτήρα, με ένα μεταμοντέρνο τοπίο το οποίο φέρει ακόμα έκδηλα τα σημάδια τού παρελθόντος που τόσο γλαφυρά έχουν αποτυπωθεί στους ήχους και τη θεματολογία αυτής της μουσικής.
Πάμε στους Spitfire. Ήσουν μέλος στο ιστορικό εκείνο άλμπουμ. Τι θυμάσαι; (ιστορίες από τις ηχογραφήσεις, υπογραφή με την EMI κλπ)
Θυμάμαι εκείνο το καλοκαιρινό απόγεμα αρχές προς μέσα 10τιας ᾽80 που συναντήθηκα με τον Ηλία, πίσω από το γήπεδο του Πανιωνίου στη Ν. Σμύρνη και ξεκινήσαμε την μπάντα. Μετά, ατέλειωτες πρόβες σε διάφορα δωματιάκια στην Λεωφόρο Αμφιθέας, ένα demo στο Sierra, η γνωριμία με τον Γιάννη Κουτουβό και μετά το συμβόλαιο με την ΕΜΙ. Τα περισσότερα είναι γνωστά, αλλά εγώ θέλω να μιλήσω λίγο για εκείνη την αξέχαστη νύχτα στο Sierra, όταν ῾μπήκαμε στη Ζώνη῾. Ο Καλημέρης είχε φτιάξει ένα μαγικό ήχο στα τύμπανα, και ενώ έμεναν μόνο δύο κομμάτια για να τελειώσω όλο το δίσκο στα ντραμς, τον ξανάγραψα σχεδόν όλον απ᾽την αρχή, εκείνο το βράδυ. Ὀλα ζωντανά παιγμένα, χωρίς μετρονόμο, μόνο το feel της μπάντας και ο υπέροχος ήχος που γέμιζε την αίθουσα με τους καθρέφτες όπου ήταν στημένη η λευκή μου Ludwig. Ἐπιανα κάπου κάπου με την άκρη του ματιού τη σιλουέτα του Ηλία να κινείται με νεύρο πάνω στο ρυθμό. Αλλά πέρα απ’ αυτό δεν σκεφτόμουν, ούτε μέτρα, ούτε κομμάτια ούτε τίποτα, απλά έπαιζα! Ξημερώματα τής επόμενης μέρας γυρνάγαμε από το στούντιο σπίτια μας και ακούγαμε την κασσέτα με τις ηχογραφήσεις από το περασμένο βράδυ μέσα στ’ αμάξι. Δε λέγαμε πολλά, αλλά χαμογελούσαμε όλοι. Ξέραμε ότι κάτι ξεχωριστό είχε συμβεί εκείνο το βράδυ.
Γιατί έφυγες από τους Spitfire;
Η δυναμική μέσα στο γκρουπ και οι σχέσεις άλλαξαν αφού υπογράψαμε το συμβόλαιο και βγήκε το First Attack. Τα πράματα δεν ήταν όπως πριν. Ήμασταν όλοι άπειροι και κάναμε λάθη χωρίς να το θέλουμε. Ἀλλοι μικρά κι άλλοι πιο μεγάλα. Μετά ήρθε και το ατύχημα τού Ντίνου. Υπήρχαν πλέον συχνές και έντονες τριβές μεταξύ μας και η μαγεία είχε χαθεί προ πολλού. Το γκρουπ υπήρχε αλλά η παρέα είχε διαλύσει.
Ο Κώστας Κυριακίδης είναι ο πρώτος από αριστερά. |
Με τον Ηλία επικοινωνείς;
Ο Ηλίας είναι απ᾽τους πιο παλιούς και αγαπημένους φίλους μου και επικοινωνούμε πολύ τακτικά. Ἐχουμε βάλει οριστικά πίσω μας ὀ,τι διαφορές είχαμε στο παρελθόν. Ἐχω εμφανιστεί ως guest σε συναυλία Spitfire το 2013 στο Αν club και σκεφτόμαστε να κάνουμε κι άλλα πράματα μαζί στο άμεσο μέλλον.
Την ταινία την είδες;
Ὀχι την ταινία δεν έτυχε να την δω ακόμα. Ελπίζω να την δω σύντομα.
Aπό τον Ντίνο τι αναμνήσεις έχεις;
Ο Ντίνος ήταν πολύ ωραίος τύπος και φωνάρα. Παρόλο που ήταν ενθουσιώδης και σε στιγμές παρορμητικός είχε μέσα του μια εγγενή ευγένεια και καλοσύνη. Πάντα συνεπής στις πρόβες και εφοδιασμένος με δική του μικροφωνική (κάτι σπάνιο για έλληνα τραγουδιστή) έδινε συνεχή ώθηση σε κάθε κομμάτι με τον τεράστιο ήχο του και το πάθος που διέκρινε την ερμηνεία του.
Και τα δύο άλμπουμ (Raw Slik/Spitfire) έχουν ένα αυθορμητισμό και μια ωριμότητα που δύσκολα βρίσκεις σε πρώτο άλμπουμ, πόσο μάλλον ελληνικού συγκροτήματος εκείνης της εποχής.
Υπάρχει μεγάλες ομοιότητες αλλά και διαφορές μεταξύ των δύο άλμπουμ. Ξεκινώντας απ᾽τις ομοιότητες και στα δύο άλμπουμ υπήρχε και ένας Καλημέρης πίσω απ᾽την κονσόλα που θεωρώ ότι του αντιστοιχεί πολύ μεγάλο μερίδιο της όποιας επιτυχίας. Επίσης, Sierra… Κανένα άλλο στούντιο εκείνη την εποχή δεν μπορούσε να το πλησιάσει από θέμα ήχου. Ο αυθορμητισμός ήταν δεδομένος, άγνοια κινδύνου σ᾽ ένα πολύ μεγάλο βαθμό αλλά και απειρία έπαιξαν το δικό τους ρόλο. Η ωριμότητα νομἰζω ότι βγαίνει κυρίως απ᾽τις καλές συνθέσεις γιατί τα παιξίματα έχουν ατέλειες. Η μεγάλη διαφορά είναι ότι οι Spitfire μπήκαν σαν μπάντα μέσα στο στούντιο με έτοιμα κομμάτια προβαρισμένα, ενώ με τους Raw Silk τα κομμάτια ήταν μεν γραμμένα, αλλά δεν είχαν προβαριστεί συστηματικά από ένα συγκεκριμένο σχήμα πριν την έναρξη των ηχογραφήσεων. Εξ ου και οι αλλαγές μελών κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων κλπ, κλπ.
Οι σημερινοί Raw Silk στο studio |
Πώς βλέπεις τους Spitfire, μετά από τόσες αλλαγές μελών;
Μια χαρά τους βλέπω, έχουν ωραία μπάντα και όποτε τους έχω ακούσει παίζουν πολύ δεμένα και δυναμικά. Δεν πρέπει όμως να επαφίενται άλλο στις δάφνες του First Attack. Πρέπει να οριοθετήσουν και να επιβάλλουν τη νέα εποχή του γκρουπ με κάτι που θα είναι πιθανώς διαφορετικό σε ήχο αλλά ισάξιο σε ποιότητα. Ο κόσμος τους αγαπάει ακόμα πολύ, αλλά πρέπει να κινηθούν πιο δυναμικά.
Πως σχηματίστηκαν οι Raw Silk;
Τους Raw Silk τους ξεκίνησα αμέσως αφού έφυγα απ᾽τους Spitfire. Είχα αρχίσει να γράφω τραγούδια από πολύ μικρός και είχα πολλές ιδέες για κομμάτια σε διαφορετικό ύφος απ᾽ αυτό των Spitfire, με μεγαλύτερη έμφαση στα keyboards. Ἠθελα να κάνω ένα καινούργιο σχήμα με πιο pop και μελωδικά στοιχεία. Κάτι που ίσως δεν ξέρει ο πολύς κόσμος ότι είχα επηρεαστεί από την British synthpop και new wave μουσική των 80ς, εξίσου αν όχι και περισσότερο απ᾽ότι απ᾽την heavy metal της ίδιας περιόδου. Οπότε σίγουρα αυτό ἐπαιξε καθοριστικό ρόλο και στον τελικό ήχο του Silk Under the Skin. Κάναμε το demo του Street Girl στο Sierra με Καλημέρη και μετά συμφωνήσαμε να κάνουμε και ολόκληρο το δίσκο. Μας πήρε περίπου 4 χρόνια να ολοκληρώσουμε τις ηχογραφήσεις, καθώς το studio δεν το πληρώναμε αλλά έπρεπε να περιμένουμε πότε θα ήταν ελεύθερο για να το χρησιμοποιήσουμε. Κυρίως μεταμεσονύχτιες ώρες, αλλά εκείνη την εποχή αυτό πολύ λίγο μας ενοχλούσε. Υπήρξαν αρκετές ανακατατάξεις μελών στη διάρκεια των ηχογραφήσεων αλλά τελικά τα καταφέραμε και τελικά το άλμπουμ κυκλοφόρησε από την EMI κάπου το 90.
Chris Dando |
Το The Borderς of Light (διάβασε εδώ) είναι ένα άλμπουμ-αφιέρωμα στον ήχο και στην γενιά των 80ς. Είναι μια νοσταλγική ματιά στην εποχή της αθωότητας και σ᾽όλες εκείνες τις όμορφες μουσικές και μη στιγμές που ζήσαμε. Είναι επίσης αφιερωμένο σ᾽όλη εκείνη τη μεγάλη, υπέροχη παρέα της Νέας Σμύρνης με τα σκισμένα τζηνς, τα μακριά μαλλιά και τα πολύχρωμα μπλουζάκια των Motley Crue. Στη γενιά του Bobby’s και της Ομπρε. Σ᾽αυτούς που έφυγαν αλλά και σ'αυτούς που έχουμε μείνει πίσω και αντλούμε δύναμη και παρηγοριά από αυτές τις αναμνήσεις. Ὀλα αυτά τα χρόνια, η αγάπη του κόσμου για τους Raw Silk ήταν κάτι παραπάνω από συγκινητική και ήθελα να ανταποδώσω αυτή την αγάπη σ᾽όλα αυτά τα παιδιά που κράτησαν τη μουσική μου στο προσκήνιο για 27 ολόκληρα χρόνια. Ὀταν διαλύθηκε η μπάντα το 90, η απογοήτευση ήταν μεγάλη και δεν το κρύβω, αλλά ομολογώ πώς μέσα μου ποτέ δεν είχα δεχτεί αυτή την ήττα ως οριστική και όλα αυτά τα χρόνια έψαχνα την ευκαιρία και προσπαθούσα να δημιουργήσω τις προϋποθέσεις εκείνες που θα επέτρεπαν να γίνει το come back της μπάντας. Απ᾽την άλλη μεριά, το όνομα Raw Silk δεν αποτέλεσε για μένα εφαλτήριο για να αναπαράγω στείρα έναν συγκεκριμένο ήχο του παρελθόντος. Κάτι τέτοιο δεν θα με ενδιέφερε καθόλου να το κάνω. Σαν μουσικός δε μ᾽αρέσει να επαναλαμβάνω τον εαυτό μου. Το θεωρώ κατά κάποιο τρόπο υποκρισία και ασέβεια προς τον ακροατή. Το Silk Under the Skin είναι αυτό που είναι, και έχει κερδίσει επάξια τη θέση του στη συνείδηση τού κοινού και χαίρομαι πολύ γι᾽ αυτό, αισθητικά όμως ανήκει ανεπιστρεπτί σε μιαν άλλη άλλη εποχή. Το ερώτημα ήταν πώς θα πετύχαινα κάτι που στην ουσία μοιἀζει αντιφατικό, δηλαδή να αναφερθώ στον ήχο του παρελθόντος, χωρίς όμως να τον αναπαράγω. H απάντηση στο φαινομενικό αδιέξοδο βρίσκεται σε 3 πράματα: στην οπτική γωνία απ᾽ την οποία θα κοιτάξεις το υλικό, τούς ήχους που θα χρησιμοποιήσεις για να διηγηθείς την ιστορία σου αλλά πάνω απ᾽ὀλα στο βάρος του συναισθηματικού φορτίου που θα επενδύσεις. Και τελικά η λύση είναι απλή, αρκεί να αφήσεις τα πράματα να κυλήσουν φυσιολογικά χωρίς να προσπαθήσεις να εκβιάσεις τίποτα. Φιλοδοξώ με τη μουσική μου να κάνω τον ακροατή ενεργό συμμέτοχο και όχι παθητικό και άβουλο καταναλωτή. Και όπως πάντα ο χρόνος είναι ο μόνος έγκυρος κριτής.
Τέλος, όταν έγραφα αυτά τα κομμάτια δεν είχα στο μυαλό μου μόνο των ήχο των Raw Silk και τα κομμάτια που θα᾽θελα να είχαμε παίξει το 90. Είχα στο μυαλό μου και τους Spitfire και τις μουσικές που θα᾽θελα να είχα παίξει με την μπάντα του First Attack. Θεωρώ ότι ο ήχος του The Borders of Light συνοψίζει στυλιστικά και τις δύο αυτές μπάντες.
Θα ήθελα να ακούσω αν 'πίσω" από τα τραγούδια υπάρχουν ιστορίες...
Πάντα γράφω τους στίχους τελευταίους μετά τη μουσική. Ὀλο λέω ότι την επόμενη φορά θα γράψω πρώτα στίχους αλλά ποτέ δεν τηρώ την υπόσχεσή μου. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να φέρεις τους στίχους εκεί που θέλεις, όταν η μελωδία είναι ήδη γραμμένη. Δεν είναι μόνο θέμα νοήματος και ομοιοκαταληξίας αλλά και θέμα του ἠχου τής γλώσσας. Είναι εξαιρετικά χρονοβόρο και θέλει πολύ δουλειά αλλά πάντα εκεί που λες ότι αποκλείεται να τα καταφέρεις πάντα κάτι γίνεται και όλα μπαίνουν στην θέση τους.
Ἠθελα να έχω έντονο ελληνικό στοιχείο στους στίχους και έτσι διάλεξα στιγμιότυπα από την ελληνική μυθολογία σαν κοινό άξονα. Υπάρχουν αναφορές στην Χίμαιρα, τον Προμηθέα, τον Ενδημίωνα, την Σκύλλα και την Χάρυβδη κ.α. Πέρα απ᾽αυτό ήθελα να συμπεριλάβω και ελληνικούς στίχους στο άλμπουμ. Ἠταν κάτι που ήθελα να κάνω από πολύ καιρό, αλλά είναι περίεργο που τελικά το πραγματοποίησα με ᾽Αγγλο τραγουδιστή. Μετά από σκέψη αποφάσισα ότι το 12-λεπτο ομώνυμο τραγούδι τού άλμπουμ ήταν το πιο κατάλληλο για να σηκώσει το ᾽βάρος᾽ των ελληνικών στίχων χωρίς να χάσουμε την ομοιογένεια αλλά κυρίως λόγω νοηματικού περιεχομένου. To The Borders of Light συμβολίζει για μένα το πέρασμα στην ᾽απέναντι πλευρά᾽ και είναι ουσιαστικά η αρχή του επιλόγου τού άλμπουμ, εκεί που όλα τα θεματικά και μουσικά στοιχεία συνοψίζονται με ένταση και πυκνότητα και ο ελληνικός στίχος είναι επίσης ο προσωπικός μου αποχαιρετισμός σ᾽έναν αγαπημένο φίλο που έφυγε πρόσφατα για το μεγάλο ταξίδι. Ο Chris ήταν πάρα πολύ θετικός στην ιδέα και δούλεψε με πολύ κέφι για να μάθει τα ελληνικά και την προφορά. Με ρώτησε πολλές φορές να του εξηγήσω τι σημαίνουν οι στίχοι για να αποδώσει με μεγαλύτερη ακρίβεια το μήνυμα. Συζητήσαμε επίσης ότι στην ελληνική μουσική παράδοση η ανδρική φωνή δεν συνηθίζει να τραγουδάει πολύ ψηλά, οπότε σκόπιμα κρατήσαμε την μελωδία σ’αυτό το ρεφρέν σε χαμηλότερο register.
Tι θα απαντούσες σε κάποιον που θα έλεγε ότι η καινούργια μορφή των Raw….δεν είναι Raw Silk;
Θα του έλεγα να σκεφτεί την 4η διάσταση: Χρόνος. Βιολογικά δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στο παρελθόν, ακόμα κι αν το θέλαμε. Μόνο μέσω τής μνήμης, αλλά η μνήμη είναι άυλη. Κάπως έτσι συμβαίνει και με την μουσική για μένα. Το θέμα είναι σε μεγάλο βαθμό βιολογικό. Ακόμα και να ήθελα να γυρίσω μουσικά πίσω, δεν θα μπορούσα να το κάνω. Είναι αφύσικο και άλλωστε δεν το επιθυμώ. Αναγνωρίζω ότι 27 χρόνια είναι μεγάλο διάστημα και ίσως με το The Borders of Light να περάσαμε απότομα απ᾽την παιδική ηλικία στην ωριμότητα, έχοντας χάσει τα ενδιάμεσα στάδια. Ξέρω όμως ότι o χαρισματικός και ο ανοιχτόμυαλος ακροατής δε θα δυσκολευτεί να συμπληρώσει τα χαμένα ενδιάμεσα στάδια μέσα του.
Μπορείτε να αποκτήσετε το Borders of Light είτε αγοράζοντας το από τα καταστήματα Sirens, No Remorse στην Αθήνα και Steel Gallery Θεσσαλονίκη κι από τη διευθύνση
Α.Ρ.
26/4/17/
εξαιρετική συνέντευξη Αλέξανδρε!!!Μου θύμισε την πρώτη που έκαμες με το συγκρότημα τον πρώτο καιρό της επιτυχίας τους...στην Νέα Σμύρνη;; θυμάμαι καλά;;;
ΑπάντησηΔιαγραφήΓνωστα λιγο πολυ πραγματα που ο Κυριακιδης τα εχει εξομολογηθει σε ολους εμας που λατρεψαμε τον πρωτο δισκο των raw silk και επικοινωνουσαμε με εμαιλ ολα αυτα τα χρονια .Ειχε την καλοσυνη φανταζομαι οπως σε εμενα ,ετσι και σε αλλους ευγενεστατα να μας απανταει σε καθε απορια .
ΑπάντησηΔιαγραφήΦυσικα μετα απο 20-30 χρονια κανεις δεν ειναι ιδιος και ολοι οι μουσικοι εχουν εξελιχθει ,ομως ο δισκος των raw silk ηταν κατι σαν 'καθαρη ' δηλωση .
Οποιαδηποτε κυκλοφορια που δεν ειναι στην ιδια κατευθυνση απλα αλλοιωνει αυτη την 'καθαρη δηλωση ' και ταυτοτητα του παρελθοντος . Οι ξενοι μουσικοι , υποθετω αρκετα μικροτερης ηλικιας , με τελειως αλλες επιρροες μπορει να φτιαχνουν ενα καλο συνολο αλλα ειναι τελειως ξενο με τους raw silk που γνωρισαμε . Υπαρχουν σημερα και φρεσκα πραγματα στο μελωδικο hard rock που δεν αναμασουν τα παλια , π.χ Brother Firetribe , Place Vendome που θα ηταν πολυ ταιριαστη εξελίξη για την μουσικη των raw silk σημερα . Το cd φυσικα και θα το ακουσω , σαν μια τελειως νεα κυκλοφορια οχι σαν την δευτερο raw silk .
Ο πρωτος δισκος των raw silk ειναι για μενα ο κορυφαιος ροκ δισκος της Ελλαδας , με αρνητικο σημειο του ,το ηχο της ντραμς , ειδικα τα ταμπουρα σε καποια σημεια ειναι πολυ 'περιεργα' ομως αυτο δεν αφορα τον Κυριακιδη αλλα την αποψη πιστευω αυτου που ηταν υπευθυνος για το τελικο αποτελεσμα .
Ομως επειδη αυτο που μετραει πιο πολυ ειναι τα κομματια , οι κομματαρες που ειχε ο δισκος εκαναν οποιαδηποτε λεπτομερεια σαν αυτη να μην την προσεχει σχεδον κανεις . Αν σημερα πειραζαν λιγο τον ηχο της ντραμς και εκαναν τις κιθαρας λιγο πιο επιθετικες , ο δισκος θα εκανε δευτερη καριερα .
Επισης ο γραφων οπως και αρκετοι αλλοι που γνωριζω παροτι ειμαστε της ιδιας γενιας , δεν ειμασταν ποτε θαμωνες της ombre ,mariner,καφε νεας σμυρνης γιαυτο και ειμαστε ακομα αυτοι που τα ακουμε αυτα ....